Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Luke 19


font
NEW JERUSALEMGREEK BIBLE
1 He entered Jericho and was going through the town1 Και εισελθων διηρχετο την Ιεριχω?
2 and suddenly a man whose name was Zacchaeus made his appearance; he was one of the senior taxcol ectors and a wealthy man.2 και ιδου, ανθρωπος ονομαζομενος Ζακχαιος, οστις ητο αρχιτελωνης, και ουτος ητο πλουσιος,
3 He kept trying to see which Jesus was, but he was too short and could not see him for the crowd;3 και εζητει να ιδη τον Ιησουν τις ειναι, και δεν ηδυνατο δια τον οχλον, διοτι ητο μικρος το αναστημα.
4 so he ran ahead and climbed a sycamore tree to catch a glimpse of Jesus who was to pass that way.4 και δραμων εμπρος ανεβη επι συκομορεαν δια να ιδη αυτον? επειδη δι' εκεινης της οδου εμελλε να περαση.
5 When Jesus reached the spot he looked up and spoke to him, 'Zacchaeus, come down. Hurry,because I am to stay at your house today.'5 Και ως ηλθεν εις τον τοπον ο Ιησους, αναβλεψας ειδεν αυτον και ειπε προς αυτον? Ζακχαιε, καταβα ταχεως? διοτι σημερον πρεπει να μεινω εν τω οικω σου.
6 And he hurried down and welcomed him joyful y.6 Και κατεβη ταχεως και υπεδεχθη αυτον μετα χαρας.
7 They al complained when they saw what was happening. 'He has gone to stay at a sinner's house,'they said.7 Και ιδοντες απαντες εγογγυζον, λεγοντες οτι εις αμαρτωλον ανθρωπον εισηλθε να καταλυση.
8 But Zacchaeus stood his ground and said to the Lord, 'Look, sir, I am going to give half my property tothe poor, and if I have cheated anybody I wil pay him back four times the amount.'8 Σταθεις δε ο Ζακχαιος, ειπε προς τον Κυριον? Ιδου, τα ημιση των υπαρχοντων μου, Κυριε, διδω εις τους πτωχους, και εαν εσυκοφαντησα τινα εις τι, αποδιδω τετραπλουν.
9 And Jesus said to him, 'Today salvation has come to this house, because this man too is a son ofAbraham;9 Ειπε δε προς αυτον ο Ιησους οτι, Σημερον εγεινε σωτηρια εις τον οικον τουτον, καθοτι και αυτος υιος του Αβρααμ ειναι.
10 for the Son of man has come to seek out and save what was lost.'10 Διοτι ο Υιος του ανθρωπου ηλθε να ζητηση και να σωση το απολωλος.
11 While the people were listening to this he went on to tel a parable, because he was near Jerusalemand they thought that the kingdom of God was going to show itself then and there.11 Και ενω αυτοι ηκουον ταυτα, προσθεσας ειπε παραβολην, διοτι ητο πλησιον της Ιερουσαλημ και αυτοι ενομιζον οτι η βασιλεια του Θεου εμελλεν ευθυς να φανη?
12 Accordingly he said, 'A man of noble birth went to a distant country to be appointed king and thenreturn.12 ειπε λοιπον? Ανθρωπος τις ευγενης υπηγεν εις χωραν μακραν δια να λαβη εις εαυτον βασιλειαν και να υποστρεψη.
13 He summoned ten of his servants and gave them ten pounds, tel ing them, "Trade with these, until Iget back."13 Και καλεσας δεκα δουλους εαυτου, εδωκεν εις αυτους δεκα μνας και ειπε προς αυτους? Πραγματευθητε εωσου ελθω.
14 But his compatriots detested him and sent a delegation to fol ow him with this message, "We do notwant this man to be our king."14 Οι συμπολιται αυτου ομως εμισουν αυτον και απεστειλαν κατοπιν αυτου πρεσβεις, λεγοντες? Δεν θελομεν τουτον να βασιλευση εφ' ημας.
15 'Now it happened that on his return, having received his appointment as king, he sent for thoseservants to whom he had given the money, to find out what profit each had made by trading.15 Και αφου υπεστρεψε λαβων την βασιλειαν, ειπε να προσκληθωσι προς αυτον οι δουλοι εκεινοι, εις τους οποιους εδωκε το αργυριον, δια να μαθη τι εκερδησεν εκαστος.
16 The first came in, "Sir," he said, "your one pound has brought in ten."16 Και ηλθεν ο πρωτος, λεγων? Κυριε, η μνα σου εκερδησε δεκα μνας.
17 He replied, "Wel done, my good servant! Since you have proved yourself trustworthy in a very smalthing, you shal have the government of ten cities."17 Και ειπε προς αυτον? Ευγε, αγαθε δουλε? επειδη εις το ελαχιστον εφανης πιστος, εχε εξουσιαν επανω δεκα πολεων.
18 Then came the second, "Sir," he said, "your one pound has made five."18 Και ηλθεν ο δευτερος, λεγων? Κυριε, η μνα σου εκαμε πεντε μνας.
19 To this one also he said, "And you shal be in charge of five cities."19 Ειπε δε και προς τουτον? Και συ γενου εξουσιαστης επανω πεντε πολεων.
20 Next came the other, "Sir," he said, "here is your pound. I put it away safely wrapped up in a cloth20 Ηλθε και αλλος, λεγων? Κυριε, ιδου η μνα σου, την οποιαν ειχον πεφυλαγμενην εν μανδηλιω.
21 because I was afraid of you; for you are an exacting man: you gather in what you have not laid outand reap what you have not sown."21 Διοτι σε εφοβουμην, επειδη εισαι ανθρωπος αυστηρος? λαμβανεις ο, τι δεν κατεβαλες, και θεριζεις ο, τι δεν εσπειρας.
22 He said to him, "You wicked servant! Out of your own mouth I condemn you. So you knew that I wasan exacting man, gathering in what I have not laid out and reaping what I have not sown?22 Και λεγει προς αυτον? Εκ του στοματος σου θελω σε κρινει, πονηρε δουλε? ηξευρες οτι εγω ειμαι ανθρωπος αυστηρος, λαμβανων ο, τι δεν κατεβαλον, και θεριζων ο, τι δεν εσπειρα?
23 Then why did you not put my money in the bank? On my return I could have drawn it out withinterest."23 δια τι λοιπον δεν εδωκας το αργυριον μου εις την τραπεζαν, ωστε εγω ελθων ηθελον συναξει αυτο μετα του τοκου;
24 And he said to those standing by, "Take the pound from him and give it to the man who has tenpounds."24 Και ειπε προς τους παρεστωτας? Αφαιρεσατε απ' αυτου την μναν και δοτε εις τον εχοντα τας δεκα μνας.
25 And they said to him, "But, sir, he has ten pounds . . ."25 Και ειπον προς αυτον? Κυριε, εχει δεκα μνας.
26 "I tel you, to everyone who has wil be given more; but anyone who has not wil be deprived even ofwhat he has.26 Διοτι σας λεγω οτι εις παντα τον εχοντα θελει δοθη, απο δε του μη εχοντος και ο, τι εχει θελει αφαιρεθη απ' αυτου.
27 "As for my enemies who did not want me for their king, bring them here and execute them in mypresence." '27 Πλην τους εχθρους μου εκεινους, οιτινες δεν με ηθελησαν να βασιλευσω επ' αυτους, φερετε εδω και κατασφαξατε εμπροσθεν μου.
28 When he had said this he went on ahead, going up to Jerusalem.28 Και ειπων ταυτα, προεχωρει αναβαινων εις Ιεροσολυμα.
29 Now it happened that when he was near Bethphage and Bethany, close by the Mount of Olives as itis cal ed, he sent two of the disciples, saying,29 Και ως επλησιασεν εις Βηθφαγη και Βηθανιαν, προς το ορος το καλουμενον Ελαιων, απεστειλε δυο των μαθητων αυτου,
30 'Go to the vil age opposite, and as you enter it you wil find a tethered colt that no one has ever yetridden. Untie it and bring it here.30 ειπων? Υπαγετε εις την κατεναντι κωμην, εις την οποιαν εμβαινοντες θελετε ευρει πωλαριον δεδεμενον, επι του οποιου ουδεις ανθρωπος εκαθησε ποτε? λυσατε αυτο και φερετε.
31 If anyone asks you, "Why are you untying it?" you are to say this, "The Master needs it." '31 Και εαν τις σας ερωτηση, Δια τι λυετε αυτο ουτω θελετε ειπει προς αυτον, Οτι ο Κυριος εχει χρειαν αυτου.
32 The messengers went off and found everything just as he had told them.32 Υπηγαν δε οι απεσταλμενοι και ευρον καθως ειπε προς αυτους?
33 As they were untying the colt, its owners said, 'Why are you untying it?'33 και ενω ελυον το πωλαριον, ειπον προς αυτους οι κυριοι αυτου? Δια τι λυετε το πωλαριον;
34 and they answered, 'The Master needs it.'34 Οι δε ειπον? Ο Κυριος εχει χρειαν αυτου,
35 So they took the colt to Jesus and, throwing their cloaks on its back, they lifted Jesus on to it.35 και εφεραν αυτο προς τον Ιησουν? και ριψαντες επι το πωλαριον τα ιματια αυτων, επεκαθισαν τον Ιησουν.
36 As he moved off, they spread their cloaks in the road,36 Ενω δε επορευετο, υπεστρωνον τα ιματια αυτων εις την οδον.
37 and now, as he was approaching the downward slope of the Mount of Olives, the whole group ofdisciples joyful y began to praise God at the top of their voices for all the miracles they had seen.37 Και οτε επλησιαζεν ηδη εις την καταβασιν του ορους των Ελαιων, ηρχισαν απαν το πληθος των μαθητων χαιροντες να υμνωσι τον Θεον μεγαλοφωνως δια παντα τα θαυματα, τα οποια ειδον,
38 They cried out: Blessed is he who is coming as King in the name of the Lord! Peace in heaven andglory in the highest heavens!38 λεγοντες? Ευλογημενος ο ερχομενος Βασιλευς εν ονοματι του Κυριου? ειρηνη εν ουρανω, και δοξα εν υψιστοις.
39 Some Pharisees in the crowd said to him, 'Master, reprove your disciples,'39 Και τινες των Φαρισαιων απο του οχλου ειπον προς αυτον? Διδασκαλε, επιπληξον τους μαθητας σου.
40 but he answered, 'I tell you, if these keep silence, the stones wil cry out.'40 Και αποκριθεις ειπε προς αυτους? Σας λεγω οτι εαν ουτοι σιωπησωσιν, οι λιθοι θελουσι φωναξει.
41 As he drew near and came in sight of the city he shed tears over it41 Και οτε επλησιασεν, ιδων την πολιν εκλαυσεν επ' αυτην,
42 and said, 'If you too had only recognised on this day the way to peace! But in fact it is hidden fromyour eyes!42 λεγων, Ειθε να εγνωριζες και συ, τουλαχιστον εν τη ημερα σου ταυτη, τα προς ειρηνην σου αποβλεποντα? αλλα τωρα εκρυφθησαν απο των οφθαλμων σου?
43 Yes, a time is coming when your enemies wil raise fortifications all round you, when they wil encircleyou and hem you in on every side;43 διοτι θελουσιν ελθει ημεραι επι σε και οι εχθροι σου θελουσι καμει χαρακωμα περι σε, και θελουσι σε περικυκλωσει και θελουσι σε στενοχωρησει πανταχοθεν,
44 they wil dash you and the children inside your wal s to the ground; they wil leave not one stonestanding on another within you, because you did not recognise the moment of your visitation.'44 και θελουσι κατεδαφισει σε και τα τεκνα σου εν σοι, και δεν θελουσιν αφησει εν σοι λιθον επι λιθον, διοτι δεν εγνωρισας τον καιρον της επισκεψεως σου.
45 Then he went into the Temple and began driving out those who were busy trading, saying to them,45 Και εισελθων εις το ιερον, ηρχισε να εκβαλλη τους πωλουντας εν αυτω και αγοραζοντας,
46 'According to scripture, my house shal be a house of prayer but you have turned it into a bandits'den.'46 λεγων προς αυτους? Ειναι γεγραμμενον, Ο οικος μου ειναι οικος προσευχης? σεις δε εκαμετε αυτον σπηλαιον ληστων.
47 He taught in the Temple every day. The chief priests and the scribes, in company with the leadingcitizens, tried to do away with him,47 Και εδιδασκε καθ' ημεραν εν τω ιερω οι δε αρχιερεις και οι γραμματεις και οι πρωτοι του λαου εζητουν να απολεσωσιν αυτον.
48 but they could not find a way to carry this out because the whole people hung on his words.48 Και δεν ευρισκον το τι να πραξωσι? διοτι πας ο λαος ητο προσηλωμενος εις το να ακουη αυτον.