Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Secondo libro dei Maccabei 3


font
NOVA VULGATALXX
1 Cum sancta civitas habitaretur cum omni pace, et leges quam optimecustodirentur propter Oniae pontificis pietatem et odium malitiae,1 της αγιας πολεως κατοικουμενης μετα πασης ειρηνης και των νομων οτι καλλιστα συντηρουμενων δια την ονιου του αρχιερεως ευσεβειαν τε και μισοπονηριαν
2 fiebat utet ipsi reges locum honorarent et templum maximis muneribus illustrarent,2 συνεβαινεν και αυτους τους βασιλεις τιμαν τον τοπον και το ιερον αποστολαις ταις κρατισταις δοξαζειν
3 itaut Seleucus quoque Asiae rex de redditibus suis praestaret omnes sumptus administeria sacrificiorum pertinentes.3 ωστε και σελευκον τον της ασιας βασιλεα χορηγειν εκ των ιδιων προσοδων παντα τα προς τας λειτουργιας των θυσιων επιβαλλοντα δαπανηματα
4 Simon autem de tribu Belgae praepositustempli constitutus dissentiebat a principe sacerdotum de dispensatione incivitate.4 σιμων δε τις εκ της βενιαμιν φυλης προστατης του ιερου καθεσταμενος διηνεχθη τω αρχιερει περι της κατα την πολιν αγορανομιας
5 Et cum vincere Oniam non posset, venit ad Apollonium Tharseaefilium, qui eo tempore erat dux Coelesyriae et Phoenicis,5 και νικησαι τον ονιαν μη δυναμενος ηλθεν προς απολλωνιον θαρσεου τον κατ' εκεινον τον καιρον κοιλης συριας και φοινικης στρατηγον
6 et nuntiavitpecuniis inenarrabilibus plenum esse aerarium Hierosolymis, ita ut multitudovectigalium innumerabilis esset et ea non pertinere ad rationem sacrificiorum;esse autem possibile sub potestate regis haec cadere.
6 και προσηγγειλεν περι του χρηματων αμυθητων γεμειν το εν ιεροσολυμοις γαζοφυλακιον ωστε το πληθος των διαφορων αναριθμητον ειναι και μη προσηκειν αυτα προς τον των θυσιων λογον ειναι δε δυνατον υπο την του βασιλεως εξουσιαν πεσειν ταυτα
7 Collocutus autem Apollonius cum rege, de indicatis sibi pecuniis aperuit; atille vocans Heliodorum, qui erat super negotia, misit datis mandatis, utpraedictam pecuniam transportaret.7 συμμειξας δε ο απολλωνιος τω βασιλει περι των μηνυθεντων αυτω χρηματων ενεφανισεν ο δε προχειρισαμενος ηλιοδωρον τον επι των πραγματων απεστειλεν δους εντολας την των προειρημενων χρηματων εκκομιδην ποιησασθαι
8 Statimque Heliodorus iter est aggressus,specie quidem quasi per Coelesyriam et Phoenicen civitates esset peragraturus,re vera autem regis propositum perfecturus.8 ευθεως δε ο ηλιοδωρος εποιειτο την πορειαν τη μεν εμφασει ως τας κατα κοιλην συριαν και φοινικην πολεις εφοδευσαι τω πραγματι δε την του βασιλεως προθεσιν επιτελειν
9 Sed cum venisset Hierosolymam etbenigne a summo sacerdote civitatis esset exceptus, narravit de dato indicio, etcuius rei gratia adesset aperuit; interrogabat autem, si vere haec ita essent.9 παραγενηθεις δε εις ιεροσολυμα και φιλοφρονως υπο του αρχιερεως της πολεως αποδεχθεις ανεθετο περι του γεγονοτος εμφανισμου και τινος ενεκεν παρεστιν διεσαφησεν επυνθανετο δε ει ταις αληθειαις ταυτα ουτως εχοντα τυγχανει
10 Tunc summus sacerdos ostendit deposita esse viduarum et pupillorum;10 του δε αρχιερεως υποδειξαντος παρακαταθηκας ειναι χηρων τε και ορφανων
11 quaedam vero esse Hircani Thobiae, viri valde eminentis, non sicut detuleratobtrectans impius Simon; universa autem argenti talenta esse quadringenta etauri ducenta;11 τινα δε και υρκανου του τωβιου σφοδρα ανδρος εν υπεροχη κειμενου ουτως ην διαβαλλων ο δυσσεβης σιμων τα δε παντα αργυριου τετρακοσια ταλαντα χρυσιου δε διακοσια
12 decipi vero eos, qui credidissent loci sanctitati et honoratiper universum mundum templi venerationi inviolabili tutelae, omnino impossibileesse.
12 αδικηθηναι δε τους πεπιστευκοτας τη του τοπου αγιωσυνη και τη του τετιμημενου κατα τον συμπαντα κοσμον ιερου σεμνοτητι και ασυλια παντελως αμηχανον ειναι
13 At ille, pro his, quae habebat, mandatis a rege, omnino dicebat in regiumfiscum ea esse deferenda.13 ο δε ηλιοδωρος δι' ας ειχεν βασιλικας εντολας παντως ελεγεν εις το βασιλικον αναλημπτεα ταυτα ειναι
14 Constituta autem die, intrabat de his visitationemordinaturus. Non modica vero per universam civitatem erat trepidatio.14 ταξαμενος δε ημεραν εισηει την περι τουτων επισκεψιν οικονομησων ην δε ου μικρα καθ' ολην την πολιν αγωνια
15 Sacerdotes autem ante altare cum stolis sacerdotalibus iactaverunt se etinvocabant in caelum eum, qui de deposito legem posuit, ut his, qui deposuerant,ea salva custodiret.15 οι δε ιερεις προ του θυσιαστηριου εν ταις ιερατικαις στολαις ριψαντες εαυτους επεκαλουντο εις ουρανον τον περι παρακαταθηκης νομοθετησαντα τοις παρακαταθεμενοις ταυτα σωα διαφυλαξαι
16 Erat autem, ut qui videret summi sacerdotis vultum,mente vulneraretur; facies enim et color immutatus declarabat internum animidolorem.16 ην δε ορωντα την του αρχιερεως ιδεαν τιτρωσκεσθαι την διανοιαν η γαρ οψις και το της χροας παρηλλαγμενον ενεφαινεν την κατα ψυχην αγωνιαν
17 Circumfusus enim erat metus quidam viro, et horror corporis, undemanifestus aspicientibus dolor instans cordi efficiebatur.17 περιεκεχυτο γαρ περι τον ανδρα δεος τι και φρικασμος σωματος δι' ων προδηλον εγινετο τοις θεωρουσιν το κατα καρδιαν ενεστος αλγος
18 Alii autem dedomibus gregatim prosiliebant ad publicam supplicationem, pro eo quod incontemptum locus esset venturus.18 ετι δε εκ των οικιων αγεληδον εξεπηδων επι πανδημον ικετειαν δια το μελλειν εις καταφρονησιν ερχεσθαι τον τοπον
19 Accinctaeque mulieres ciliciis sub mammisper vias confluebant; sed et virgines, quae conclusae erant, aliae quidemprocurrebant ad ianuas, aliae autem ad muros, quaedam vero per fenestrasaspiciebant;19 υπεζωσμεναι δε υπο τους μαστους αι γυναικες σακκους κατα τας οδους επληθυνον αι δε κατακλειστοι των παρθενων αι μεν συνετρεχον επι τους πυλωνας αι δε επι τα τειχη τινες δε δια των θυριδων διεξεκυπτον
20 universae autem protendentes manus in caelum deprecabantur.20 πασαι δε προτεινουσαι τας χειρας εις τον ουρανον εποιουντο την λιτανειαν
21 Erat enim misereri commixtae multitudinis prostrationem et summi sacerdotis inmagna agonia constituti exspectationem.21 ελεειν δ' ην την του πληθους παμμιγη προπτωσιν την τε του μεγαλως αγωνιωντος αρχιερεως προσδοκιαν
22 Et hi quidem invocabant omnipotentemDominum, ut credita salva his, qui crediderant, conservaret cum omni tutela.
22 οι μεν ουν επεκαλουντο τον παγκρατη κυριον τα πεπιστευμενα τοις πεπιστευκοσιν σωα διαφυλασσειν μετα πασης ασφαλειας
23 Heliodorus autem, quod fuerat decretum, perficiebat.23 ο δε ηλιοδωρος το διεγνωσμενον επετελει
24 Eodem loco, ipso cumsatellitibus circa aerarium praesente, spirituum et omnis potestatis Dominusmagnam fecit ostensionem, ita ut omnes, qui ausi fuerant convenire, perterritivirtute Dei in dissolutionem et formidinem converterentur.24 αυτοθι δε αυτου συν τοις δορυφοροις κατα το γαζοφυλακιον ηδη παροντος ο των πνευματων και πασης εξουσιας δυναστης επιφανειαν μεγαλην εποιησεν ωστε παντας τους κατατολμησαντας συνελθειν καταπλαγεντας την του θεου δυναμιν εις εκλυσιν και δειλιαν τραπηναι
25 Apparuit enimillis quidam equus terribilem habens sessorem et optimo operimento adornatus;isque cum impetu invectus Heliodoro priores calces impegit; qui autemsupersedebat, videbatur arma habere aurea.25 ωφθη γαρ τις ιππος αυτοις φοβερον εχων τον επιβατην και καλλιστη σαγη διακεκοσμημενος φερομενος δε ρυδην ενεσεισεν τω ηλιοδωρω τας εμπροσθιους οπλας ο δε επικαθημενος εφαινετο χρυσην πανοπλιαν εχων
26 Alii etiam apparuerunt duo iuvenesvirtute decori, optimi gloria speciosique amictu, qui etiam circumsteterunt eumet ex utraque parte flagellabant sine intermissione multas inferentes ei plagas.26 ετεροι δε δυο προσεφανησαν αυτω νεανιαι τη ρωμη μεν εκπρεπεις καλλιστοι δε την δοξαν διαπρεπεις δε την περιβολην οι και περισταντες εξ εκατερου μερους εμαστιγουν αυτον αδιαλειπτως πολλας επιρριπτουντες αυτω πληγας
27 Subito autem concidit in terram; eumque multa caligine circumfusum rapueruntatque in sellam gestatoriam imposuerunt;27 αφνω δε πεσοντα προς την γην και πολλω σκοτει περιχυθεντα συναρπασαντες και εις φορειον ενθεντες
28 et eum, qui cum multis cursoribus etsatellitibus praedictum ingressus erat aerarium, portabant carentem auxilio exarmis constitutum, manifeste Dei virtutem cognoscentem.28 τον αρτι μετα πολλης παραδρομης και πασης δορυφοριας εις το προειρημενον εισελθοντα γαζοφυλακιον εφερον αβοηθητον εαυτω καθεστωτα φανερως την του θεου δυναστειαν επεγνωκοτες
29 Et ille quidem perdivinam virtutem iacebat mutus atque omni spe et salute privatus;29 και ο μεν δια την θειαν ενεργειαν αφωνος και πασης εστερημενος ελπιδος και σωτηριας ερριπτο
30 hi autemDominum benedicebant, qui magnificabat locum suum; et templum, quod paulo antetimore ac tumultu erat plenum, apparente omnipotente Domino, gaudio et laetitiaimpletum est.30 οι δε τον κυριον ευλογουν τον παραδοξαζοντα τον εαυτου τοπον και το μικρω προτερον δεους και ταραχης γεμον ιερον του παντοκρατορος επιφανεντος κυριου χαρας και ευφροσυνης επεπληρωτο
31 Confestim vero ex amicis Heliodori quidam rogabant Oniam, utinvocaret Altissimum, ut vitam donaret ei, qui prorsus in supremo spiritu eratconstitutus.31 ταχυ δε τινες των του ηλιοδωρου συνηθων ηξιουν τον ονιαν επικαλεσασθαι τον υψιστον και το ζην χαρισασθαι τω παντελως εν εσχατη πνοη κειμενω
32 Suspectus autem factus summus sacerdos, ne forte rex opinareturmalitiam aliquam ex Iudaeis circa Heliodorum consummatam, obtulit hostiam prosalute viri.32 υποπτος δε γενομενος ο αρχιερευς μηποτε διαλημψιν ο βασιλευς σχη κακουργιαν τινα περι τον ηλιοδωρον υπο των ιουδαιων συντετελεσθαι προσηγαγεν θυσιαν υπερ της του ανδρος σωτηριας
33 Cumque summus sacerdos litationem perficeret, iidem iuvenesrursus apparuerunt Heliodoro eisdem vestibus amicti et astantes dixerunt: “Oniae summo sacerdoti multas gratias age, nam propter eum Dominus tibi vitamdonavit;33 ποιουμενου δε του αρχιερεως τον ιλασμον οι αυτοι νεανιαι παλιν εφανησαν τω ηλιοδωρω εν ταις αυταις εσθησεσιν εστολισμενοι και σταντες ειπον πολλας ονια τω αρχιερει χαριτας εχε δια γαρ αυτον σοι κεχαρισται το ζην ο κυριος
34 tu autem a caelo flagellatus nuntia omnibus magnam Dei potestatem”. Et his dictis, non comparuerunt.
34 συ δε εξ ουρανου μεμαστιγωμενος διαγγελλε πασι το μεγαλειον του θεου κρατος ταυτα δε ειποντες αφανεις εγενοντο
35 Heliodorus autem, hostia Domino oblata et votis magnis promissis ei, quivivere concessit, et Oniam acceptum habens cum exercitu repedavit ad regem;35 ο δε ηλιοδωρος θυσιαν ανενεγκας τω κυριω και ευχας μεγιστας ευξαμενος τω το ζην περιποιησαντι και τον ονιαν αποδεξαμενος ανεστρατοπεδευσεν προς τον βασιλεα
36 testabatur autem omnibus ea, quae sub oculis suis viderat, opera maximi Dei.36 εξεμαρτυρει δε πασιν απερ ην υπ' οψιν τεθεαμενος εργα του μεγιστου θεου
37 Cum autem rex interrogasset Heliodorum, quis esset aptus adhuc semelHierosolymam mitti, ait:37 του δε βασιλεως επερωτησαντος τον ηλιοδωρον ποιος τις ειη επιτηδειος ετι απαξ διαπεμφθηναι εις ιεροσολυμα εφησεν
38 “ Si quem habes hostem aut rerum insidiatorem,mitte eum illuc et flagellatum eum recipies, si tamen evaserit, eo quod in locosit vere Dei quaedam virtus;38 ει τινα εχεις πολεμιον η πραγματων επιβουλον πεμψον αυτον εκει και μεμαστιγωμενον αυτον προσδεξη εανπερ και διασωθη δια το περι τον τοπον αληθως ειναι τινα θεου δυναμιν
39 nam ipse, qui habet in caelis habitationem,visitator et adiutor est loci illius et venientes ad malefaciendum percutit acperdit ”.39 αυτος γαρ ο την κατοικιαν επουρανιον εχων εποπτης εστιν και βοηθος εκεινου του τοπου και τους παραγινομενους επι κακωσει τυπτων απολλυει
40 Igitur de Heliodoro et aerarii custodia ita res processerunt.
40 και τα μεν κατα ηλιοδωρον και την του γαζοφυλακιου τηρησιν ουτως εχωρησεν