Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Jeremia 50


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 Das Wort gegen Babel, das Land der Chaldäer, das der Herr durch den Propheten Jeremia gesprochen hat.1 Ο λογος, τον οποιον ελαλησε Κυριος κατα της Βαβυλωνος, κατα της γης των Χαλδαιων, δια Ιερεμιου του προφητου.
2 Verkündet unter den Völkern und meldet,
[errichtet ein Wegzeichen und meldet]
verheimlicht nichts, sondern sagt: Erobert ist Babel, zuschanden ist Bel,
zerschmettert Merodach [zuschanden sind seine Götterbilder,
zerschmettert seine Götzen].
2 Αναγγειλατε εν τοις εθνεσι και κηρυξατε και υψωσατε σημαιαν? κηρυξατε, μη κρυψητε? ειπατε, Εκυριευθη η Βαβυλων, κατησχυνθη ο Βηλ, συνετριβη ο Μερωδαχ? κατησχυνθησαν τα ειδωλα αυτης, συνετριβησαν τα βδελυγματα αυτης.
3 Denn ein Volk aus dem Norden rückt gegen Babel heran;
das macht sein Land zur Wüste. Niemand mehr wohnt darin,
Mensch und Vieh ergreifen die Flucht
und laufen davon.
3 Διοτι απο βορρα αναβαινει εθνος εναντιον αυτης, το οποιον θελει καταστησει την γην αυτης ερημον, και δεν θελει υπαρχει ο κατοικων εν αυτη? απο ανθρωπου εως κτηνους θελουσι μετατοπισθη, θελουσι φυγει.
4 In jenen Tagen und zu jener Zeit - Spruch des Herrn -
kommen die Söhne Israels gemeinsam mit den Söhnen Judas. Weinend gehen sie ihren Weg
und suchen den Herrn, ihren Gott.
4 Εν ταις ημεραις εκειναις και εν τω καιρω εκεινω, λεγει Κυριος, θελουσιν ελθει οι υιοι Ισραηλ, αυτοι και οι υιοι Ιουδα ομου, βαδιζοντες και κλαιοντες? θελουσιν υπαγει και ζητησει Κυριον τον Θεον αυτων.
5 Nach Zion fragen sie,
dorthin ist ihr Blick gerichtet. Sie kommen und verbünden sich mit dem Herrn
zu einem ewigen, unvergesslichen Bund.
5 Θελουσιν ερωτησει περι της οδου της Σιων με τα προσωπα αυτων προς εκει, λεγοντες, Ελθετε και ας ενωθωμεν μετα του Κυριου εν διαθηκη αιωνιω, ητις δεν θελει λησμονηθη.
6 Eine verlorene Herde war mein Volk,
ihre Hirten führten sie in die Irre,
trieben sie ziellos in die Berge. Von Berg zu Hügel zogen sie weiter
und vergaßen ihren Lagerplatz.
6 Ο λαος μου εγεινε προβατα απολωλοτα? οι ποιμενες αυτων παρετρεψαν αυτους, περιεπλανησαν αυτους εις τα ορη? υπηγαν απο ορους εις βουνον, ελησμονησαν την μανδραν αυτων.
7 Wer auf sie stieß, fraß sie auf
und ihre Feinde sagten:
Wir begehen kein Unrecht;
sie haben ja gegen den Herrn gesündigt,
den Hort der Gerechtigkeit, die Hoffnung ihrer Väter.
7 Παντες οι ευρισκοντες αυτους κατετρωγον αυτους, και οι εχθροι αυτων ειπον, Δεν πταιομεν, διοτι ημαρτησαν εις Κυριον, την κατοικιαν της δικαιοσυνης? ναι, εις Κυριον, την ελπιδα των πατερων αυτων.
8 Flieht aus Babel und aus dem Land der Chaldäer!
Zieht aus und seid wie Leitböcke, die der Herde vorangehen.
8 Φυγετε εκ μεσου της Βαβυλωνος και εξελθετε εκ της γης των Χαλδαιων και γεινετε ως κριοι εμπροσθεν ποιμνιων.
9 Denn seht, ich selbst stachle auf
und führe gegen Babel
eine Schar großer Völker vom Nordland her; sie greifen es an
und von dort wird es erobert. Ihre Pfeile sind wie die eines siegreichen Helden,
der nie zurückkehrt ohne Erfolg.
9 Διοτι ιδου, εγω θελω εγειρει και αναβιβασει επι Βαβυλωνα συναγωγην εθνων μεγαλων εκ γης βορρα, και θελουσι παραταχθη εναντιον αυτης? εκειθεν θελει αλωθη? τα βελη αυτων θελουσιν εισθαι ως εμπειρου ισχυρου? δεν θελουσιν επιστρεψει κενα.
10 Plünderung trifft Chaldäa,
alle, die es plündern, werden satt
- Spruch des Herrn.
10 Και η Χαλδαια θελει εισθαι λαφυρον? παντες οι λεηλατουντες αυτην θελουσι χορτασθη, λεγει Κυριος.
11 Freut euch nur und jubelt,
ihr, die ihr mein Erbteil geraubt habt. Ja, hüpft wie Kälber auf der Wiese
und wiehert wie Hengste!
11 Επειδη ηυφραινεσθε και εκαυχαθε, φθορεις της κληρονομιας μου, επειδη εσκιρτατε ως δαμαλις επι χλοης και εχρεμετιζετε ως ρωμαλεοι ιπποι,
12 Große Schmach trifft eure Mutter;
sie, die euch geboren hat, muss sich schämen. Seht doch, das Letzte unter den Völkern:
Wüste, Dürre und Steppe.
12 η μητηρ σας κατησχυνθη σφοδρα? η γεννητρια σας ενετραπη? ιδου, αυτη θελει εισθαι η εσχατη των εθνων, ερημος, γη ξηρα και αβατος.
13 Durch den Zorn des Herrn bleibt Babel unbewohnt
und wird völlig zur Wüste; jeder, der an Babel vorbeikommt, ist entsetzt
und spottet über alle Schläge, die es erlitt.
13 Εξ αιτιας της οργης του Κυριου δεν θελει κατοικηθη, αλλα θελει ερημωθη απασα? πας ο διαβαινων δια της Βαβυλωνος θελει εκθαμβηθη και συριξει επι πασαις ταις πληγαις αυτης.
14 Rüstet euch ringsum zum Kampf gegen Babel,
all ihr Bogenschützen! Schießt und spart die Pfeile nicht!
[Denn gegen den Herrn hat es gesündigt.]
14 Παραταχθητε εναντιον της Βαβυλωνος κυκλω? παντες οι εντεινοντες τοξον, τοξευσατε κατ' αυτης, μη φειδεσθε βελων? διοτι ημαρτησεν εις Κυριον.
15 Schreit ihm von allen Seiten
den Kampfruf entgegen! Es muss sich ergeben, seine Säulen fallen,
seine Mauern werden niedergerissen. Ja, das ist die Rache des Herrn.
Nehmt Rache an Babel!
Was es selber getan hat, das tut jetzt an ihm!
15 Αλαλαξατε επ' αυτη κυκλω? παρεδωκεν εαυτην? επεσαν τα θεμελια αυτης, κατηδαφισθησαν τα τειχη αυτης? διοτι τουτο ειναι η εκδικησις του Κυριου? εκδικηθητε αυτην? καθως αυτη εκαμε, καμετε εις αυτην.
16 Rottet in Babel den Sämann aus
und den, der zur Erntezeit mäht. Vor dem rasenden Schwert
wendet sich jeder zu seinem Volk,
jeder flieht in sein Land.
16 Εκκοψατε απο Βαβυλωνος τον σπειροντα και τον κρατουντα δρεπανον εν καιρω θερισμου? απο προσωπου της εξολοθρευτικης μαχαιρας θελουσιν επιστρεψει εκαστος εις τον λαον αυτου, και θελουσι φυγει εκαστος εις την γην αυτου.
17 Ein versprengtes Schaf war Israel,
von Löwen gehetzt. Zuerst hat es der König von Assur gefressen,
zuletzt hat ihm Nebukadnezzar, der König von Babel, die Knochen abgenagt.
17 Ο Ισραηλ ειναι προβατον πλανωμενον? λεοντες εκυνηγησαν αυτο? πρωτος ο βασιλευς της Ασσυριας κατεφαγεν αυτον? και υστερον ουτος ο Ναβουχοδονοσορ, ο βασιλευς της Βαβυλωνος, κατεσυντριψε τα οστα αυτου.
18 Darum - so spricht der Herr der Heere, der Gott Israels:
Fürwahr, ich rechne ab mit dem König von Babel und seinem Land, wie ich abgerechnet habe
mit dem König von Assur.
18 Δια τουτο ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ? Ιδου, εγω θελω τιμωρησει τον βασιλεα της Βαβυλωνος και την γην αυτου, καθως ετιμωρησα τον βασιλεα της Ασσυριας.
19 Israel aber bringe ich zurück auf seinen Weideplatz;
es soll auf dem Karmel und im Baschan weiden,
sich im Bergland Efraim und in Gilead sättigen.
19 Και θελω αποκαταστησει τον Ισραηλ εν τη κατοικια αυτου, και θελει βοσκεσθαι τον Καρμηλον και την Βασαν, και η ψυχη αυτου θελει χορτασθη επι το ορος Εφραιμ και Γαλααδ.
20 In jenen Tagen und zu jener Zeit
- Spruch des Herrn -
wird man nach der Schuld Israels suchen, doch sie ist nicht mehr vorhanden,
nach den Sünden Judas,
doch man findet sie nicht mehr. Denn ich verzeihe dem Rest,
den ich übrig lasse.
20 Εν ταις ημεραις εκειναις και εν τω καιρω εκεινω, λεγει Κυριος, η ανομια του Ισραηλ θελει ζητηθη και δεν θελει υπαρχει, και αι αμαρτιαι του Ιουδα και δεν θελουσιν ευρεθη? διοτι θελω συγχωρησει οσους αφησω υπολοιπον.
21 Zieh gegen Meratajim,
zieh gegen das Land
und gegen die Bewohner von Pekod! Erschlag sie und gib sie dem Untergang preis - Spruch des Herrn;
tu genau, was ich dir befehle!
21 Αναβα επι την γην των καταδυναστων, επ' αυτην και επι τους κατοικους της Φεκωδ? αφανισον και εξολοθρευσον κατοπιν αυτων, λεγει Κυριος, και καμε κατα παντα οσα προσεταξα εις σε.
22 Kriegslärm herrscht im Land
und großer Zusammenbruch.
22 Φωνη πολεμου εν τη γη και συντριμμα μεγα.
23 Wie wurde zerschlagen und zerschmettert
der Hammer der ganzen Welt! Welch ein Bild des Entsetzens ist Babel geworden
unter den Völkern!
23 Πως συνεθλασθη και συνετριβη η σφυρα πασης της γης? πως εγεινεν η Βαβυλων εις θαμβος μεταξυ των εθνων.
24 Du, Babel, hast dir selbst eine Falle gestellt
und bist auch gefangen worden, ehe du es merktest. Du wurdest erwischt und gepackt;
denn du hattest den Herrn herausgefordert.
24 Εστησα παγιδα εις σε, μαλιστα και επιασθης, Βαβυλων, και συ δεν εγνωρισας? ευρεθης μαλιστα και συνεληφθης, διοτι εις τον Κυριον αντεσταθης.
25 Der Herr hat seine Rüstkammer geöffnet
und die Waffen seines Zornes hervorgeholt.Denn das ist ein Werk,
das der Herr, der Gott der Heere,
im Land der Chaldäer vollbringt.
25 Ο Κυριος ηνοιξε την οπλοθηκην αυτου και εξηγαγε το οπλα της οργης αυτου? διοτι το εργον τουτο εχει Κυριος ο Θεος των δυναμεων εν τη γη των Χαλδαιων.
26 Kommt nach Babel vom Ende der Erde!
Öffnet seine Speicher, werft alles auf einen Haufen zusammen,
wie man Haufen von Korn aufschüttet. Dann gebt es dem Untergang preis;
kein Rest soll ihm bleiben.
26 Ελθετε επ' αυτην απο των περατων? ανοιξατε τας αποθηκας αυτης? καταστησατε αυτην ως σωρους και εξολοθρευσατε αυτην? ας μη μεινη εξ αυτης υπολοιπον.
27 Erschlagt all seine Jungstiere,
hinunter mit ihnen zum Schlachten! Weh über sie; denn ihr Tag ist gekommen,
die Zeit ihrer Bestrafung.
27 Σφαξατε παντας τους μοσχους αυτης? ας καταβωσιν εις σφαγην? ουαι εις αυτους? διοτι ηλθεν η ημερα αυτων, ο καιρος της επισκεψεως αυτων.
28 Horcht! Entronnene Flüchtlinge aus dem Land Babel!
Sie verkünden in Zion die Rache des Herrn, unseres Gottes,
[die Rache für seinen Tempel].
28 Φωνη φευγοντων και διασωζομενων απο της γης Βαβυλωνος, δια να αναγγειλη εν Σιων την εκδικησιν Κυριου του Θεου ημων, την εκδικησιν του ναου αυτου.
29 Ruft Schützen auf gegen Babel,
alle Bogenschützen! Belagert die Stadt ringsum,
lasst keinen entrinnen! Vergeltet ihr nach ihrem Tun;
alles, was sie selber getan hat,
das tut auch an ihr! Denn gegen den Herrn hat sie frech gehandelt,
gegen den Heiligen Israels.
29 Συγκαλεσατε τους τοξοτας επι Βαβυλωνα? παντες οι εντεινοντες τοξον, στρατοπεδευσατε κατ' αυτης κυκλω? μηδεις εξ αυτης ας μη διασωθη? ανταποδοτε εις αυτην κατα το εργον αυτης? κατα παντα οσα εκαμε, καμετε εις αυτην? διοτι υπερηφανευθη κατα του Κυριου, κατα του Αγιου του Ισραηλ.
30 Darum fallen ihre jungen Männer auf den Plätzen,
all ihre Krieger kommen um an jenem Tag
- Spruch des Herrn.
30 Δια τουτο οι νεοι αυτης θελουσι πεσει εν ταις πλατειαις αυτης, και παντες οι ανδρες αυτης οι πολεμισται θελουσιν απολεσθη κατ' εκεινην την ημεραν, λεγει Κυριος.
31 Nun gehe ich gegen dich vor, du Freche
- Spruch des Herrn, des Gottes der Heere. Denn dein Tag ist gekommen,
die Zeit deiner Bestrafung.
31 Ιδου, εγω ειμαι εναντιον σου, ω επηρμενη, λεγει Κυριος ο Θεος των δυναμεων? διοτι ηλθεν η ημερα σου, ο καιρος της επισκεψεως σου.
32 Die Freche strauchelt und fällt,
niemand richtet sie auf. Ich lege Feuer an ihre Städte,
das ringsum alles verzehrt.
32 Και ο επηρμενος θελει προσκοψει και πεσει, και δεν θελει υπαρχει ο αναστησων αυτον? και θελω αναψει πυρ εν ταις πολεσιν αυτου και ο θελει καταφαγει παντα τα περιξ αυτου.
33 So spricht der Herr der Heere: Unterdrückt sind die Söhne Israels
zusammen mit den Söhnen Judas. Von allen, die sie in Gefangenschaft führten,
werden sie festgehalten;
man weigert sich, sie zu entlassen.
33 Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων? οι υιοι Ισραηλ και οι υιοι Ιουδα κατεδυναστευθησαν ομου? και παντες οι αιχμαλωτισαντες αυτους κατεκρατησαν αυτους? ηρνηθησαν να απολυσωσιν αυτους.
34 Doch ihr Erlöser ist stark,
Herr der Heere ist sein Name. Er führt ihre Sache mit Kraft,
um der Erde Ruhe zu schaffen,
Unruhe aber Babels Bewohnern.
34 Πλην ο Λυτρωτης αυτων ειναι Ισχυρος? Κυριος των δυναμεων το ονομα αυτου? θελει εξαπαντος διαδικασει την δικην αυτων, δια να αναπαυση την γην και να ταραξη τους κατοικους της Βαβυλωνος.
35 Das Schwert über die Chaldäer - Spruch des Herrn -
und über die Bewohner von Babel,
über seine Fürsten und seine Weisen!
35 Μαχαιρα επι τους Χαλδαιους, λεγει Κυριος, και επι τους κατοικους της Βαβυλωνος και επι τους μεγιστανας αυτης και επι τους σοφους αυτης.
36 Das Schwert über die Wahrsager,
sie werden zu Narren! Das Schwert über seine Helden,
sie brechen zusammen!
36 Μαχαιρα επι τους ψευδοπροφητας και θελουσι παραφρονησει? μαχαιρα επι τους ισχυρους αυτης και θελουσι τρομαξει.
37 Das Schwert [über seine Rosse und Wagen und]
über alles Völkergemisch in seinen Reihen,
es wird zu Weibern! Das Schwert über seine Schätze,
sie werden geraubt!
37 Μαχαιρα επι τους ιππους αυτων και επι τας αμαξας αυτων και επι παντα τον συμμικτον λαον τον εν μεσω αυτης, και θελουσιν εισθαι ως γυναικες? μαχαιρα επι τους θησαυρους αυτης και θελουσι διαρπαχθη.
38 Das Schwert über seine Wasser,
sie vertrocknen! Denn es ist ein Land voll von Götzenbildern
und durch die Schreckbilder werden sie toll.
38 Ξηρασια επι τα υδατα αυτης, και θελουσι ξηρανθη? διοτι ειναι γη των γλυπτων και εμωρανθησαν εν τοις ειδωλοις αυτων.
39 Darum werden Wüstenhunde und Hyänen dort hausen
und Strauße werden sich dort niederlassen. Nie mehr soll es bewohnt sein,
ewig nicht mehr besiedelt werden.
39 Δια τουτο θηρια και αιλουροι θελουσι κατοικησει εκει και στρουθοκαμηλοι θελουσι κατοικησει εν αυτη και δεν θελει κατοικηθη πλεον εις τον αιωνα? και ουδεις θελει κατασκηνωσει εν αυτη εις γενεαν και γενεαν.
40 Wie Gott einst Sodom und Gomorra
und ihre Nachbarstädte zerstört hat
- Spruch des Herrn -, so wird auch dort niemand wohnen,
kein Mensch darin leben.
40 Καθως κατεστρεψεν ο Θεος τα Σοδομα και τα Γομορρα και τα πλησιοχωρα αυτων, λεγει Κυριος, ουτως ανθρωπος δεν θελει κατοικησει εκει ουδε υιος ανθρωπου θελει παροικησει εν αυτη.
41 Seht, ein Volk zieht von Norden heran,
ein großes Volk und viele Könige
brechen auf von den Grenzen der Erde.
41 Ιδου, λαος θελει ελθει απο βορρα και εθνος μεγα, και βασιλεις πολλοι θελουσιν εγερθη απο των εσχατων της γης.
42 Sie kommen mit Bogen und Sichelschwert;
grausam sind sie und ohne Erbarmen.Ihr Lärm gleicht dem Brausen des Meeres
und sie reiten auf Rossen, Krieger, zum Kampf gerüstet
gegen dich, Tochter Babel.
42 Τοξον και λογχην θελουσι κρατει? ειναι σκληροι και ανιλεοι? η φωνη αυτων ηχει ως θαλασσα, και επιβαινουσιν επι ιππους, παρατεταγμενοι ως ανδρες εις πολεμον, εναντιον σου, θυγατηρ Βαβυλωνος.
43 Sobald der König von Babel von ihnen hört,
da erschlaffen ihm die Hände; es packt ihn die Angst,
das Zittern, wie eine Gebärende.
43 Ηκουσεν ο βαιλευς της Βαβυλωνος την φημην αυτων και αι χειρες αυτου παρελυθησαν? στενοχωρια συνελαβεν αυτον, ωδινες ως τικτουσης.
44 Wie ein Löwe, der heraufkommt aus dem Dickicht des Jordan
zu den immer grünen Auen, so jage ich sie jählings davon
und setze meinen Erwählten dort ein. Denn wer ist mir gleich,
wer zieht mich zur Rechenschaft
und wo ist der Hirt, der vor mir standhält?
44 Ιδου, θελει αναβη ως λεων απο του φρυαγματος του Ιορδανου εναντιον της κατοικιας του δυνατου? αλλ' εγω ταχεως θελω εκδιωξει αυτους απ' αυτης? και οστις ειναι ο εκλεκτος σου, τουτον θελω καταστησει επ' αυτην? διοτι τις ομοιος μου; και τις θελει αντισταθη εις εμε; και τις ειναι ο ποιμην εκεινος, οστις θελει σταθη κατα προσωπον μου;
45 Darum hört den Beschluss,
den der Herr gegen Babel gefasst hat, und die Pläne, die er ersann
gegen das Land der Chaldäer: Wegschleppen wird man die Hirtenknaben,
ihr Weideplatz wird sich über sie entsetzen.
45 Δια τουτο ακουσατε την βουλην του Κυριου, την οποιαν εβουλευθη κατα της Βαβυλωνος, και τους λογισμους αυτου, τους οποιους ελογισθη κατα της γης των Χαλδαιων? εξαπαντος και τα ελαχιστα του ποιμνιου θελουσι κατασυρει αυτους? εξαπαντος η κατοικια αυτων θελει ερημωθη μετ' αυτων.
46 Vom Ruf «Erobert ist Babel» erbebt die Erde,
unter den Völkern hört man sein Schreien.
46 Απο του ηχου της αλωσεως της Βαβυλωνος εσεισθη η γη, και η κραυγη ηκουσθη εν τοις εθνεσι.