Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Secondo libro delle Cronache 28


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Viginti annorum erat Achaz, cum regnare coepis set, et sedecim annis regnavit in Ierusalem. Non fecit rectum in conspectu Domini sicut David pater eius,1 Εικοσι ετων ηλικιας ητο ο Αχαζ οτε εβασιλευσε, και εβασιλευσε δεκαεξ ετη εν Ιερουσαλημ? δεν επραξεν ομως το ευθες ενωπιον Κυριου, ως ο Δαβιδ ο πατηρ αυτου?
2 sed ambulavit in viis regum Israel. Insuper et simulacra fudit Baalim.2 αλλα περιεπατησεν εν ταις οδοις των βασιλεων του Ισραηλ και εκαμεν ετι ειδωλα χωνευτα εις τους Βααλειμ.
3 Ipse est, qui adolevit in valle filii Ennom et lustravit filios suos in igne iuxta abominationes gentium, quas expulit Dominus coram filiis Israel.3 Και αυτος εθυμιασεν εν τη κοιλαδι του υιου Εννομ και διεβιβασε τα τεκνα αυτου δια του πυρος, κατα τα βδελυγματα των εθνων τα οποια εξεδιωξεν ο Κυριος απ' εμπροσθεν των υιων Ισραηλ.
4 Sacrificabat quoque et thymiama succendebat in excelsis et in collibus et sub omni ligno frondoso.
4 Και εθυσιαζε και εθυμιαζεν επι τους υψηλους τοπους και επι τους λοφους και υποκατω παντος δενδρου πρασινου.
5 Tradiditque eum Dominus Deus eius in manu regis Syriae, qui percussit eum multosque captivos de eo cepit et adduxit in Damascum. Manibus quoque regis Israel traditus est et percussus plaga grandi.5 Δια τουτο παρεδωκεν αυτον Κυριος ο Θεος αυτου εις την χειρα του βασιλεως της Συριας? και επαταξαν αυτον, και ελαβον αιχμαλωτους μεγα πληθος εξ αυτων και εφεραν αυτους εις Δαμασκον. Και παρεδοθη ετι εις την χειρα του βασιλεως του Ισραηλ, οστις επαταξεν αυτον εν σφαγη μεγαλη.
6 Occidit enim Phacee filius Romeliae de Iuda centum viginti milia in die uno, omnes viros bellatores, eo quod reliquissent Dominum, Deum patrum suorum.6 Διοτι Φεκα ο υιος του Ρεμαλια εθανατωσεν εκ του Ιουδα εκατον εικοσι χιλιαδας εν μια ημερα, παντας δυνατους εν ισχυι, επειδη εγκατελιπον Κυριον τον Θεον των πατερων αυτων.
7 Eodem tempore occidit Zechri vir potens ex Ephraim Maasiam filium regis et Ezricam praefectum domus, Elcanam quoque secundum a rege.7 Και Ζιχρι, ανηρ δυνατος εκ του Εφραιμ, εθανατωσε Μαασιαν τον υιον του βασιλεως και Αζρικαμ τον επιστατην του παλατιου και Ελκανα τον δευτερον μετα τον βασιλεα.
8 Ceperuntque filii Israel de fratribus suis ducenta milia mulierum, puerorum et puellarum, et infinitam praedam pertuleruntque eam in Samariam.
8 Και ηχμαλωτισαν οι υιοι Ισραηλ εκ των αδελφων αυτων διακοσιας χιλιαδας, γυναικας, υιους και θυγατερας, και ελαβον ετι λαφυρα πολλα εξ αυτων και εφεραν τα λαφυρα εις Σαμαρειαν.
9 Erat autem ibi propheta Domini nomine Oded, qui egressus obviam exercitui venienti in Samariam dixit eis: “ Ecce, iratus Dominus, Deus patrum vestrorum, contra Iudam tradidit eos in manibus vestris, et occidistis eos atrociter, ita ut ad caelum pertingeret vestra crudelitas.9 Ητο δε εκει προφητης του Κυριου, ονομαζομενος Ωδηδ? και εξηλθεν εις απαντησιν του στρατευματος του ερχομενου εις Σαμαρειαν και ειπε προς αυτους, Ιδου, επειδη Κυριος ο Θεος των πατερων σας εθυμωθη κατα του Ιουδα, παρεδωκεν αυτους εις την χειρα σας? και σεις εθανατωσατε αυτους εν μανια, ητις εφθασεν εως του ουρανου?
10 Insuper filios Iudae et Ierusalem vultis vobis subicere in servos et ancillas. Attamen nonne vos ipsi estis in culpa coram Domino Deo vestro?10 και τωρα λεγετε να υποταξητε εις εαυτους τους υιους Ιουδα και της Ιερουσαλημ δια δουλους και δουλας? δεν ειναι με σας, με σας μαλιστα, αμαρτιαι εναντιον Κυριου του Θεου σας;
11 Audite ergo consilium meum et reducite captivos, quos adduxistis de fratribus vestris, quia magnus furor Domini imminet vobis ”.11 τωρα λοιπον ακουσατε μου και επιστρεψατε τους αιχμαλωτους, τους οποιους ηχμαλωτισατε εκ των αδελφων σας? διοτι οργη θυμου Κυριου επικειται εις εσας.
12 Steterunt itaque viri de principibus filiorum Ephraim, Azarias filius Iohanan, Barachias filius Mosollamoth, Ezechias filius Sellum et Amasa filius Adali, contra eos, qui veniebant de proelio,12 Και εσηκωθησαν τινες εκ των αρχοντων των υιων Εφραιμ, Αζαριας ο υιος του Ιωαναν, Βαραχιας ο υιος του Μεσιλλεμωθ και Εζεκιας ο υιος του Σαλλουμ και Αμασα ο υιος του Αδλαι εναντιον των ερχομενων απο του πολεμου,
13 et dixerunt eis: “ Non introducetis huc captivos, quia ad culpam coram Domino, quae iam est super nos, vultis adicere super peccata nostra et culpam nostram. Grandis quippe culpa est nobis, et ira furoris Domini super Israel ”.
13 και ειπον προς αυτους, Δεν θελετε εισαξει εδω τους αιχμαλωτους? διοτι ενω ηνομησαμεν εις Κυριον, θελετε να προσθεσητε εις τας αμαρτιας ημων και εις τας ανομιας ημων? διοτι μεγαλη ειναι ανομια ημων, και οργη θυμου επικειται επι τον Ισραηλ.
14 Dimiseruntque viri bellatores captivos et universa, quae ceperant, coram principibus et omni multitudine.14 Και αφηκαν οι πολεμισται τους αιχμαλωτους και τα λαφυρα ενωπιον των αρχοντων και πασης της συναξεως.
15 Et surrexerunt viri nominatim designati et confortaverunt captivos omnesque, qui nudi erant, vestierunt de spoliis. Cumque vestissent eos et calceassent et refecissent cibo ac potu unxissentque, deduxerunt eos sollicite, et quidem omnes vacillantes in iumentis, et adduxerunt Iericho civitatem Palmarum ad fratres eorum. Ipsique reversi sunt Samariam.
15 Και σηκωθεντες οι ανδρες, οι ονομασθεντες κατ' ονομα, ελαβον τους αιχμαλωτους και παντας τους γυμνους αυτων ενεδυσαν εκ των λαφυρων? και αφου ενεδυσαν αυτους και υπεδηματωσαν αυτους και εδωκαν εις αυτους να φαγωσι και να πιωσι και ηλειψαν αυτους, και παντας τους αδυνατους εξ αυτων μετεκομισαν επι ονους και εφεραν αυτους εις Ιεριχω, την πολιν των φοινικων, προς τους αδελφους αυτων? και επεστρεψαν εις Σαμαρειαν.
16 Tempore illo misit rex Achaz ad regem Assyriorum auxilium postulans.
16 Κατα τον καιρον εκεινον ο βασιλευς Αχαζ απεστειλε προς τους βασιλεις της Ασσυριας, δια να βοηθησωσιν αυτον.
17 Venerunt enim et Idumaei et percusserunt Iudam et ceperunt captivos.17 Διοτι ελθοντες παλιν οι Ιδουμαιοι επαταξαν τον Ιουδαν και ελαβον αιχμαλωτους.
18 Philisthim quoque diffusi sunt per urbes Sephelae et Nageb Iudae ceperuntque Bethsames et Aialon et Gederoth, Socho quoque cum viculis eius et Thamnan et Gamzo cum viculis earum et habitaverunt in eis.18 Και εφορμησαντες οι Φιλισταιοι εις τας πολεις της πεδινης και της μεσημβρινης του Ιουδα? εκυριευσαν την Βαιθ-σεμες και την Αιαλων και την Γεδηρωθ, και την Σοκχω και τας κωμας αυτης, και την Θαμνα και τας κωμας αυτης, και την Γιμζω και ταις κωμας αυτης? και κατωκησαν εκει.
19 Humiliaverat enim Dominus Iudam propter Achaz regem Israel, eo quod relaxasset ei frenum et contemptui habuisset Dominum.19 Διοτι ο Κυριος εταπεινωσε τον Ιουδαν δια τον Αχαζ βασιλεα του Ισραηλ? επειδη διεφθειρε τον Ιουδαν και ησεβησε σφοδρα εις τον Κυριον.
20 Venitque contra eum Theglathphalasar rex Assyriorum, qui afflixit eum, non autem confortavit.20 Και ηλθε προς αυτον ο Θελγαθ-φελνασαρ, βασιλευς της Ασσυριας, και κατεθλιψεν αυτον αντι να ενδυναμωση αυτον.
21 Achaz enim, spoliata domo Domini et domo regis et principum, dedit regi Assyriorum munera, et tamen nihil ei profuit.
21 Διοτι ο Αχαζ, λαβων τους θησαυρους του οικου του Κυριου και του οικου του βασιλεως και των αρχοντων, εδωκεν εις τον βασιλεα της Ασσυριας? πλην ουχι εις βοηθειαν αυτου.
22 Insuper et in tempore angustiae suae auxit contemptum in Dominum. Ipse rex Achaz22 Και εν τω καιρω της στενοχωριας αυτου ετι μαλλον παρηνομησεν εις τον Κυριον αυτος ο βασιλευς Αχαζ.
23 immolavit diis Damasci victimas percussoribus suis et dixit: “ Dii regum Syriae auxiliantur eis; quos ego placabo hostiis, et aderunt mihi ”, cum e contrario ipsi fuerint ruina ei et universo Israel.23 Και εθυσιαζεν εις τους θεους της Δαμασκου, τους παταξαντας αυτον? και ελεγεν, Επειδη οι θεοι του βασιλεως της Συριας βοηθουσιν αυτους, εις τουτους θελω θυσιασει, δια να βοηθησωσι και εμε. Εκεινοι ομως εσταθησαν η φθορα αυτου και παντος του Ισραηλ.
24 Direptis itaque Achaz omnibus vasis domus Dei atque confractis, clausit ianuas templi Dei et fecit sibi altaria in universis angulis Ierusalem.24 Και συνηθροισεν ο Αχαζ τα σκευη του οικου του Θεου, και κατεκοψε τα σκευη του οικου του Θεου και εκλεισε τας θυρας του οικου του Κυριου, και εκαμεν εις εαυτον θυσιαστηρια εν παση γωνια εν Ιερουσαλημ.
25 In singulis quoque urbibus Iudae exstruxit excelsa ad adolendum diis alienis atque ad iracundiam provocavit Dominum, Deum patrum suorum.
25 Και εν παση πολει του Ιουδα εκαμεν υψηλους τοπους, δια να θυμιαζη εις αλλους θεους, και παρωργισε Κυριον τον Θεον των πατερων αυτου.
26 Reliqua autem gestorum eius et omnium operum suorum priorum et novissimorum scripta sunt in libro regum Iudae et Israel.26 Αι δε λοιπαι πραξεις αυτου και πασαι αι οδοι αυτου, αι πρωται και αι εσχαται, ιδου, ειναι γεγραμμεναι εν τω βιβλιω των βασιλεων του Ιουδα και Ισραηλ.
27 Dormivitque Achaz cum patribus suis, et sepelierunt eum in civitate Ierusalem; non autem posuerunt eum in sepulcra regum Israel. Regnavitque Ezechias filius eius pro eo.
27 Και εκοιμηθη ο Αχαζ μετα των πατερων αυτου, και εθαψαν αυτον εν τη πολει, εν Ιερουσαλημ? δεν εφεραν ομως αυτον εις τους ταφους των βασιλεων του Ισραηλ? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Εζεκιας ο υιος αυτου.