Scrutatio

Giovedi, 2 maggio 2024 - Sant´ Atanasio ( Letture di oggi)

Malachia 3


font
BIBBIA MARTINIGREEK BIBLE
1 Ecco che io mando il mio Angelo, il quale preparerà la strada innanzia me. E subito verrà al suo tempio il Dominatore cercato da voi, e l'Angelo del Testamento bramato da voi. Eccolo che viene, dice il Signore degli eserciti.1 Ιδου, εγω αποστελλω τον αγγελον μου και θελει κατασκευασει την οδον εμπροσθεν μου? και ο Κυριος, τον οποιον σεις ζητειτε, εξαιφνης θελει ελθει εις τον ναον αυτου, ναι, ο αγγελος της διαθηκης, τον οποιον σεις θελετε? ιδου, ερχεται, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
2 E chi potrà pensare al giorno di sua venuta? E chi resister potrà a mirarlo? perocché egli sarà come un fuoco, che fonde, e come l'erba dei gualchierai:2 Αλλα τις δυναται να υπομεινη την ημεραν της ελευσεως αυτου; και τις δυναται να σταθη εις την παρουσιαν αυτου; διοτι αυτος ειναι ως πυρ χωνευτου και ως σμιγμα γναφεων.
3 E siederà come a purgare, e mondare argento, e purificherà i figliuoli di Levi, e gli affinerà come l'oro, e come l'argento, ed eglino offeriranno al Signore sagrifizi di giustizia.3 Και θελει καθησει ως ο χωνευων και καθαριζων το αργυριον, και θελει καθαρισει τους υιους του Λευι και θελει στραγγισει αυτους ως το χρυσιον και το αργυριον, και θελουσι προσφερει εις τον Κυριον προσφοραν εν δικαιοσυνη.
4 E piacerà al Signore il sacrifizio di Giuda, e di Gerusalemme come in antico, e come ne' vecchj tempi.4 Τοτε η προσφορα του Ιουδα και της Ιερουσαλημ θελει εισθαι αρεστη εις τον Κυριον καθως εν ταις ημεραις ταις αρχαιαις και καθως εν τοις προλαβουσιν ετεσι.
5 E mi accosterò a voi per far giudizio, e sarò io pronto testimone contro i malefici, e gli adulteri, e gli spergiuri, e contro quelli, che fraudano la mercede degli operaj, e opprimon le vedove, e i pupilli, e i forestieri senza aver timore di me, dice il Signore degli eserciti.5 Και θελω πλησιασει προς εσας δια κρισιν? και θελω εισθαι μαρτυς σπευδων εναντιον των μαγων και εναντιον των μοιχευοντων και εναντιον των επιορκων και εναντιον των αποστερουντων τον μισθον του μισθωτου, των καταδυναστευοντων την χηραν και τον ορφανον, και των αδικουντων τον ξενον και των μη φοβουμενων με, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
6 Perocché io sono il Signore, e sono immutabile. E voi figliuoli di Giacobbe non siete stati consunti.6 Διοτι εγω ειμαι ο Κυριος? δεν αλλοιουμαι? δια τουτο σεις, οι υιοι του Ιακωβ, δεν απωλεσθητε.
7 Imperocché fin dal tempo de' padri vostri voi vi ritiraste dalle mie leggi, e non le osservaste. Tornate a me, ed io tornerò a voi, dice il Signore degli eserciti. Ma voi dite: Come faremo a tornare?7 Εκ των ημερων των πατερων σας απεχωρισθητε απο των διαταγματων μου και δεν εφυλαξατε αυτα. Επιστρεψατε προς εμε και θελω επιστρεψει προς εσας, λεγει ο Κυριος των δυναμεων? πλην ειπετε, Τινι τροπω θελομεν επιστρεψει;
8 Debbe egli un uomo trafiggere Dio? Ma voi mi avete trafitto. E voi dite: Come ti abbiam noi trafitto? Riguardo alle decime, e alle primizie.8 Μηπως θελει κλεπτει ο ανθρωπος τον Θεον; σεις ομως με εκλεπτετε? και λεγετε, Εις τι σε εκλεψαμεν; εις τα δεκατα και εις τας προσφορας.
9 E voi aveste la maledizione della penuria, e voi mi trafiggete tutti in corpo.9 Σεις εισθε κατηραμενοι με καταραν? διοτι σεις με εκλεψατε, ναι, σεις, ολον το εθνος.
10 Portate tutta la decima alla dispensa, affinchè quelli della mia casa abbiano da mangiare, e fate prova di me, dice il Signore, se io non aprirò le cataratte del cielo, e non versero sopra di voi benedizione in abbondanza.10 Φερετε παντα τα δεκατα εις την αποθηκην, δια να ηναι τροφη εις τον οικον μου? και δοκιμασατε με τωρα εις τουτο, λεγει ο Κυριος των δυναμεων, εαν δεν σας ανοιξω τους καταρρακτας του ουρανου και εκχεω την ευλογιαν εις εσας, ωστε να μη αρκη τοπος δι' αυτην.
11 E per voi sgriderò i divoratori, e non guasteranno i frutti de' vostri terreni, e non sarà vigna sterile nelle campagne, dice il Signore degli eserciti.11 Και θελω επιτιμησει υπερ υμων τον καταφθειροντα, και δεν θελει φθειρει τους καρπους της γης σας? ουδε η αμπελος σας θελει απορριψει προ καιρου τον καρπον αυτης εν τω αγρω, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
12 E beati vi chiameranno tutte le genti; perocché il vostro sarà un paese invidiabile, dice il Signore degli eserciti.12 Και θελουσι σας μακαριζει παντα τα εθνη? διοτι σεις θελετε εισθαι γη επιθυμητη, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
13 I vostri discorsi contro di me hanno preso forza, dice il Signore.13 Οι λογοι σας ησαν σκληροι εναντιον μου, λεγει ο Κυριος? και ειπετε, Τι ελαλησαμεν εναντιον σου;
14 E voi dite: Che abbiam noi detto contro di te? Voi avete detto: Invano si serve a Dio: E di qual vantaggio è per noi l'avere osservati i suoi comandamenti, e l'aver battute maninconiosamente le vie del Signore degli eserciti?14 Σεις ειπετε, Ματαιον ειναι να δουλευη τις τον Θεον? και, Τις η ωφελεια οτι εφυλαξαμεν τα διαταγματα αυτου και οτι περιεπατησαμεν πενθουντες ενωπιον του Κυριου των δυναμεων;
15 Dunque adesso noi direm beati i superbi, perchè fanno fortuna vivendo da empj: e tentano Dio, e si salvano.15 Και τωρα ημεις μακαριζομεν τους υπερηφανους? ναι, οι εργαζομενοι την ανομιαν υψωθησαν, ναι, οι πειραζοντες τον Θεον, και αυτοι εσωθησαν.
16 Allora quelli, che temon Dio, se la discorrevano ciascuno col suo vicino. Ma il Signore vi pose mente, e ascoltò: e fu scritto dinanzi a lui un libro di ricordanza per quelli, che temono il Signore, e hanno in cuore il suo nome.16 Τοτε οι φοβουμενοι τον Κυριον ελαλουν προς αλληλους? και ο Κυριος προσειχε και ηκουε και εγραφη βιβλιον ενθυμησεως ενωπιον αυτου περι των φοβουμενων τον Κυριον και των ευλαβουμενων το ονομα αυτου?
17 Ed eglino (dice il Signor degli eserciti) in quel giorno, nel quale io agirò, saranno mio popolo, ed io sarò benigno con essi, come un uomo è benigno verso di un figliuolo, che lo serve.17 και θελουσιν εισθαι εμου, λεγει ο Κυριος των δυναμεων, εν τη ημερα εκεινη, οταν εγω ετοιμασω τα πολυτιμα μου? και θελω σπλαγχνισθη αυτους, καθως σπλαγχνιζεται ανθρωπος τον υιον αυτου, οστις δουλευει αυτον.
18 E voi cambierete sentenza, e conoscerete qual sia distanza trai giusto, e l'empio; e tra chi serve a Dio, e chi noi serve.18 Τοτε θελετε επιστρεψει και διακρινει μεταξυ δικαιου και ασεβους, μεταξυ του δουλευοντος τον Θεον και του μη δουλευοντος αυτον.