Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Giovanni 9


font
BIBBIA CEI 1974GREEK BIBLE
1 Passando vide un uomo cieco dalla nascita1 Και ενω ανεχωρει, ειδεν ανθρωπον τυφλον εκ γενετης.
2 e i suoi discepoli lo interrogarono: "Rabbì, chi ha peccato, lui o i suoi genitori, perché egli nascesse cieco?".2 Και ηρωτησαν αυτον οι μαθηται αυτου, λεγοντες? Ραββι, τις ημαρτεν, ουτος η οι γονεις αυτου, ωστε να γεννηθη τυφλος;
3 Rispose Gesù: "né lui ha peccato né i suoi genitori, ma è così perché si manifestassero in lui le opere di Dio.3 Απεκριθη ο Ιησους? Ουτε ουτος ημαρτεν ουτε οι γονεις αυτου, αλλα δια να φανερωθωσι τα εργα του Θεου εν αυτω.
4 Dobbiamo compiere le opere di colui che mi ha mandato finché è giorno; poi viene la notte, quando nessuno può più operare.4 Εγω πρεπει να εργαζωμαι τα εργα του πεμψαντος με, εωσου ειναι ημερα? ερχεται νυξ οτε ουδεις δυναται να εργαζηται.
5 Finché sono nel mondo, sono la luce del mondo".5 Ενοσω ειμαι εν τω κοσμω, ειμαι φως του κοσμου.
6 Detto questo sputò per terra, fece del fango con la saliva, spalmò il fango sugli occhi del cieco6 Αφου ειπε ταυτα, επτυσε χαμαι και εκαμε πηλον εκ του πτυσματος και επεχρισε τον πηλον επι τους οφθαλμους του τυφλου
7 e gli disse: "Va' a lavarti nella piscina di Sìloe (che significa Inviato)". Quegli andò, si lavò e tornò che ci vedeva.7 και ειπε προς αυτον? Υπαγε, νιφθητι εις την κολυμβηθραν του Σιλωαμ, το οποιον ερμηνευεται απεσταλμενος. Υπηγε λοιπον και ενιφθη, και ηλθε βλεπων.
8 Allora i vicini e quelli che lo avevano visto prima, poiché era un mendicante, dicevano: "Non è egli quello che stava seduto a chiedere l'elemosina?".8 Οι δε γειτονες και οσοι εβλεπον αυτον προτερον οτι ητο τυφλος ελεγον δεν ειναι ουτος, οστις εκαθητο και εζητει;
9 Alcuni dicevano: "È lui"; altri dicevano: "No, ma gli assomiglia". Ed egli diceva: "Sono io!".9 Αλλοι ελεγον οτι ουτος ειναι? αλλοι δε οτι ομοιος αυτου ειναι. Εκεινος ελεγεν οτι εγω ειμαι.
10 Allora gli chiesero: "Come dunque ti furono aperti gli occhi?".10 Ελεγον λοιπον προς αυτον? Πως ηνοιχθησαν οι οφθαλμοι σου;
11 Egli rispose: "Quell'uomo che si chiama Gesù ha fatto del fango, mi ha spalmato gli occhi e mi ha detto: Va' a Sìloe e lavati! Io sono andato e, dopo essermi lavato, ho acquistato la vista".11 Απεκριθη εκεινος και ειπεν? Ανθρωπος λεγομενος Ιησους εκαμε πηλον και επεχρισε τους οφθαλμους μου και μοι ειπεν? Υπαγε εις την κολυμβηθραν του Σιλωαμ και νιφθητι? αφου δε υπηγα και ενιφθην, ανεβλεψα.
12 Gli dissero: "Dov'è questo tale?". Rispose: "Non lo so".
12 Ειπον λοιπον προς αυτον? Που ειναι εκεινος; Λεγει? Δεν εξευρω.
13 Intanto condussero dai farisei quello che era stato cieco:13 Φερουσιν αυτον τον ποτε τυφλον προς τους Φαρισαιους.
14 era infatti sabato il giorno in cui Gesù aveva fatto del fango e gli aveva aperto gli occhi.14 Ητο δε σαββατον, οτε εκαμε τον πηλον ο Ιησους και ηνοιξε τους οφθαλμους αυτου.
15 Anche i farisei dunque gli chiesero di nuovo come avesse acquistato la vista. Ed egli disse loro: "Mi ha posto del fango sopra gli occhi, mi sono lavato e ci vedo".15 Παλιν λοιπον ηρωτων αυτον και οι Φαρισαιοι πως ανεβλεψε. Και εκεινος ειπε προς αυτους? Πηλον εβαλεν επι τους οφθαλμους μου, και ενιφθην, και βλεπω.
16 Allora alcuni dei farisei dicevano: "Quest'uomo non viene da Dio, perché non osserva il sabato". Altri dicevano: "Come può un peccatore compiere tali prodigi?". E c'era dissenso tra di loro.16 Ελεγον λοιπον τινες εκ των Φαρισαιων? Ουτος ο ανθρωπος δεν ειναι παρα του Θεου, διοτι δεν φυλαττει το σαββατον. Αλλοι ελεγον? Πως δυναται ανθρωπος αμαρτωλος να καμνη τοιαυτα θαυματα; Και ητο σχισμα μεταξυ αυτων.
17 Allora dissero di nuovo al cieco: "Tu che dici di lui, dal momento che ti ha aperto gli occhi?". Egli rispose: "È un profeta!".17 Λεγουσι παλιν προς τον τυφλον? Συ τι λεγεις περι αυτου, επειδη ηνοιξε τους οφθαλμους σου; Και εκεινος ειπεν οτι προφητης ειναι.
18 Ma i Giudei non vollero credere di lui che era stato cieco e aveva acquistato la vista, finché non chiamarono i genitori di colui che aveva ricuperato la vista.18 Δεν επιστευσαν λοιπον οι Ιουδαιοι περι αυτου οτι ητο τυφλος και ανεβλεψεν, εως οτου εφωναξαν τους γονεις αυτου του αναβλεψαντος
19 E li interrogarono: "È questo il vostro figlio, che voi dite esser nato cieco? Come mai ora ci vede?".19 και ηρωτησαν αυτους, λεγοντες? Ουτος ειναι ο υιος σας, τον οποιον σεις λεγετε οτι εγεννηθη τυφλος; πως λοιπον βλεπει τωρα;
20 I genitori risposero: "Sappiamo che questo è il nostro figlio e che è nato cieco;20 Απεκριθησαν προς αυτους οι γονεις αυτου και ειπον? Εξευρομεν οτι ουτος ειναι ο υιος ημων και οτι εγεννηθη τυφλος?
21 come poi ora ci veda, non lo sappiamo, né sappiamo chi gli ha aperto gli occhi; chiedetelo a lui, ha l'età, parlerà lui di se stesso".21 Πως δε βλεπει τωρα δεν εξευρομεν, η τις ηνοιξε τους οφθαλμους αυτου ημεις δεν εξευρομεν? αυτος ηλικιαν εχει, αυτον ερωτησατε, αυτος περι εαυτου θελει λαλησει.
22 Questo dissero i suoi genitori, perché avevano paura dei Giudei; infatti i Giudei avevano già stabilito che, se uno lo avesse riconosciuto come il Cristo, venisse espulso dalla sinagoga.22 Ταυτα ειπον οι γονεις αυτου, διοτι εφοβουντο τους Ιουδαιους? επειδη ηδη ειχον συμφωνησει οι Ιουδαιοι, εαν τις ομολογηση αυτον Χριστον, να γεινη αποσυναγωγος.
23 Per questo i suoi genitori dissero: "Ha l'età, chiedetelo a lui!".
23 Δια τουτο οι γονεις αυτου ειπον οτι ηλικιαν εχει, αυτον ερωτησατε.
24 Allora chiamarono di nuovo l'uomo che era stato cieco e gli dissero: "Dà gloria a Dio! Noi sappiamo che quest'uomo è un peccatore".24 Εφωναξαν λοιπον εκ δευτερου τον ανθρωπον, οστις ητο τυφλος, και ειπον προς αυτον? Δοξασον τον Θεον? ημεις εξευρομεν οτι ο ανθρωπος ουτος ειναι αμαρτωλος.
25 Quegli rispose: "Se sia un peccatore, non lo so; una cosa so: prima ero cieco e ora ci vedo".25 Απεκριθη λοιπον εκεινος και ειπεν? Αν ηναι αμαρτωλος δεν εξευρω? εν εξευρω, οτι ημην τυφλος και τωρα βλεπω.
26 Allora gli dissero di nuovo: "Che cosa ti ha fatto? Come ti ha aperto gli occhi?".26 Ειπον δε προς αυτον παλιν? τι σοι εκαμε; πως ηνοιξε τους οφθαλμους σου;
27 Rispose loro: "Ve l'ho già detto e non mi avete ascoltato; perché volete udirlo di nuovo? Volete forse diventare anche voi suoi discepoli?".27 Απεκριθη προς αυτους? Σας ειπον ηδη, και δεν ηκουσατε? δια τι παλιν θελετε να ακουητε; μηπως και σεις θελετε να γεινητε μαθηται αυτου;
28 Allora lo insultarono e gli dissero: "Tu sei suo discepolo, noi siamo discepoli di Mosè!28 Ελοιδορησαν λοιπον αυτον και ειπον? Συ εισαι μαθητης εκεινου? ημεις δε του Μωυσεως ειμεθα μαθηται.
29 Noi sappiamo infatti che a Mosè ha parlato Dio; ma costui non sappiamo di dove sia".29 ημεις εξευρομεν οτι προς τον Μωυσην ελαλησεν ο Θεος? τουτον ομως δεν εξευρομεν ποθεν ειναι.
30 Rispose loro quell'uomo: "Proprio questo è strano, che voi non sapete di dove sia, eppure mi ha aperto gli occhi.30 Απεκριθη ο ανθρωπος και ειπε προς αυτους? Εν τουτω μαλιστα ειναι το θαυμαστον, οτι σεις δεν εξευρετε ποθεν ειναι, και ηνοιξε μου τους οφθαλμους.
31 Ora, noi sappiamo che Dio non ascolta i peccatori, ma se uno è timorato di Dio e fa la sua volontà, egli lo ascolta.31 Εξευρομεν δε οτι αμαρτωλους ο Θεος δεν ακουει, αλλ' εαν τις ηναι βεοσεβης και καμνη το θελημα αυτου, τουτον ακουει.
32 Da che mondo è mondo, non s'è mai sentito dire che uno abbia aperto gli occhi a un cieco nato.32 Εκ του αιωνος δεν ηκουσθη οτι ηνοιξε τις οφθαλμους γεγεννημενου τυφλου.
33 Se costui non fosse da Dio, non avrebbe potuto far nulla".33 Εαν ουτος δεν ητο παρα Θεου, δεν ηδυνατο να καμη ουδεν.
34 Gli replicarono: "Sei nato tutto nei peccati e vuoi insegnare a noi?". E lo cacciarono fuori.
34 Απεκριθησαν και ειπον προς αυτον? Συ εγεννηθης ολος εν αμαρτιαις, και συ διδασκεις ημας; και εξεβαλον αυτον εξω.
35 Gesù seppe che l'avevano cacciato fuori, e incontratolo gli disse: "Tu credi nel Figlio dell'uomo?".35 Ηκουσεν ο Ιησους οτι εξεβαλον αυτον εξω, και ευρων αυτον ειπε προς αυτον? Συ πιστευεις εις τον Υιον του Θεου;
36 Egli rispose: "E chi è, Signore, perché io creda in lui?".36 Απεκριθη εκεινος και ειπε? Τις ειναι, Κυριε, δια να πιστευσω εις αυτον;
37 Gli disse Gesù: "Tu l'hai visto: colui che parla con te è proprio lui".37 Και ο Ιησους ειπε προς αυτον? Και ειδες αυτον και ο λαλων μετα σου εκεινος ειναι.
38 Ed egli disse: "Io credo, Signore!". E gli si prostrò innanzi.38 Ο δε ειπε? Πιστευω, Κυριε? και προσεκυνησεν αυτον.
39 Gesù allora disse: "Io sono venuto in questo mondo per giudicare, perché coloro che non vedono vedano e quelli che vedono diventino ciechi".39 Και ειπεν ο Ιησους? Εγω δια κρισιν ηλθον εις τον κοσμον τουτον, δια να βλεπωσιν οι μη βλεποντες και να γεινωσι τυφλοι οι βλεποντες.
40 Alcuni dei farisei che erano con lui udirono queste parole e gli dissero: "Siamo forse ciechi anche noi?".40 Και ηκουσαν ταυτα οσοι εκ των Φαρισαιων ησαν μετ' αυτου, και ειπον προς αυτον? Μηπως και ημεις ειμεθα τυφλοι;
41 Gesù rispose loro: "Se foste ciechi, non avreste alcun peccato; ma siccome dite: Noi vediamo, il vostro peccato rimane".41 Ειπε προς αυτους ο Ιησους? Εαν ησθε τυφλοι, δεν ηθελετε εχει αμαρτιαν? τωρα ομως λεγετε οτι βλεπομεν? η αμαρτια σας λοιπον μενει.