Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Giudici 17


font
BIBBIA CEI 1974GREEK BIBLE
1 C'era un uomo sulle montagne di Efraim, che si chiamava Mica.1 Ητο δε ανθρωπος τις εκ του ορους Εφραιμ, και το ονομα αυτου Μιχαιας.
2 Egli disse alla madre: "Quei millecento sicli di argento che ti hanno rubato e per i quali hai pronunziato una maledizione e l'hai pronunziata alla mia presenza, ecco, li ho io; quel denaro l'avevo preso io. Ora te lo restituisco". La madre disse: "Benedetto sia mio figlio dal Signore!".2 Και ειπε προς την μητερα αυτου, Τα χιλια εκατον αργυρια, τα οποια αφηρεθησαν απο σου, δια τα οποια και συ κατηρασθης, και ακομη ελαλησας εις τα ωτα μου, ιδου, το αργυριον ειναι εις εμε? εγω ελαβον αυτο. Η δε μητηρ αυτου ειπεν, Ευλογημενος να ησαι, υιε μου, παρα του Κυριου.
3 Egli restituì alla madre i millecento sicli d'argento e la madre disse: "Io consacro con la mia mano questo denaro al Signore, in favore di mio figlio, per farne una statua scolpita e una statua di getto".3 Και επεστρεψε τα χιλια και εκατον αργυρια εις την μητερα αυτου, και ειπεν η μητηρ αυτου, Αφιερωμα αφιερωσα το αργυριον εις τον Κυριον εκ της χειρος μου, υπερ του υιου μου, δια να καμη γλυπτον και χωνευτον? και τωρα θελω επιστρεψει αυτο εις σε.
4 Quando egli ebbe restituito il denaro alla madre, questa prese duecento sicli e li diede al fonditore, il quale ne fece una statua scolpita e una statua di getto, che furono collocate nella casa di Mica.4 Αυτος δε επεστρεψε το αργυριον εις την μητερα αυτου? η δε μητηρ αυτου λαβουσα διακοσια αργυρια, εδωκεν αυτα εις τον χωνευτην, οστις εκαμεν εξ αυτων γλυπτον και χωνευτον? και ησαν εν τω οικω του Μιχαια.
5 Quest'uomo, Mica, ebbe un santuario; fece un 'efod' e i 'terafim' e diede l'investitura a uno dei figli, che gli fece da sacerdote.5 Και ο ανθρωπος ο Μιχαιας ειχεν οικον Θεου και εκαμεν εφοδ και θεραφειμ? και καθιερωσεν ενα εκ των υιων αυτου, και εγεινεν εις αυτον ιερευς.
6 In quel tempo non c'era un re in Israele; ognuno faceva quello che gli pareva meglio.6 Κατ' εκεινας τας ημερας δεν ητο βασιλευς εν τω Ισραηλ? εκαστος επραττεν ο, τι εφαινετο εις αυτον ορθον.
7 Ora c'era un giovane di Betlemme di Giuda, della tribù di Giuda, il quale era un levita e abitava in quel luogo come forestiero.7 Και ητο νεος τις εκ Βηθλεεμ Ιουδα, εκ της φυλης Ιουδα, οστις ητο Λευιτης και παρωκει εκει.
8 Questo uomo era partito dalla città di Betlemme di Giuda, per cercare una dimora dovunque la trovasse. Cammin facendo era giunto sulle montagne di Efraim, alla casa di Mica.8 Και ανεχωρησεν ο ανθρωπος εκ της πολεως Βηθλεεμ Ιουδα, δια να παροικηση οπου ευρη? και ηλθεν εις το ορος Εφραιμ, εως του οικου του Μιχαια, ακολουθων την οδον αυτου.
9 Mica gli domandò: "Da dove vieni?". Gli rispose: "Sono un levita di Betlemme di Giuda e vado a cercare una dimora dove la troverò".9 Και ειπε προς αυτον ο Μιχαιας, Ποθεν ερχεσαι; Ο δε ειπε προς αυτον, Εγω ειμαι Λευιτης εκ Βηθλεεμ Ιουδα και υπαγω να παροικησω οπου ευρω.
10 Mica gli disse: "Rimani con me e sii per me padre e sacerdote; ti darò dieci sicli d'argento all'anno, un corredo e vitto". Il levita entrò.10 Και ειπε προς αυτον ο Μιχαιας, Καθου μετ' εμου και γινου εις εμε πατηρ και ιερευς, και εγω θελω σοι διδει δεκα αργυρια κατ' ετος και στολην και την τροφην σου. Και ο Λευιτης εισηλθε προς αυτον.
11 Il levita dunque acconsentì a stare con quell'uomo, che trattò il giovane come un figlio.11 Και ευχαριστειτο ο Λευιτης να κατοικη μετα του ανθρωπου? και ο νεος ητο εις αυτον ως εις εκ των υιων αυτου.
12 Mica diede l'investitura al levita; il giovane gli fece da sacerdote e si stabilì in casa di lui.12 Και καθιερωσεν ο Μιχαιας τον Λευιτην? και ο νεος εγεινεν εις αυτον ιερευς και εμενεν εν τω οικω του Μιχαια.
13 Mica disse: "Ora so che il Signore mi farà del bene, perché ho ottenuto questo levita come mio sacerdote".13 Τοτε ειπεν ο Μιχαιας, Τωρα γνωριζω οτι ο Κυριος θελει με αγαθοποιησει, διοτι εχω Λευιτην δια ιερεα.