Jeremia 42
12345678910111213141516171819202122232425262728293031323334353637383940414243444546474849505152
Gen
Ex
Lev
Num
Dtn
Jos
Ri
Rut
1Sam
2Sam
1Kön
2Kön
1Chr
2Chr
Esra
Neh
Tob
Jdt
Est
1Makk
2Makk
Ijob
Ps
Spr
Koh
Hld
Weish
Sir
Jes
Jer
Klgl
Bar
Ez
Dan
Hos
Joel
Am
Obd
Jona
Mi
Nah
Hab
Zef
Hag
Sach
Mal
Mt
Mk
Lk
Joh
Apg
Röm
1Kor
2Kor
Gal
Eph
Phil
Kol
1Thess
2Thess
1Tim
2Tim
Tit
Phlm
Hebr
Jak
1Petr
2Petr
1Joh
2Joh
3Joh
Jud
Offb
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Da kamen alle Truppenführer und Johanan, der Sohn Kareachs, ferner Asarja, der Sohn Haschajas, sowie das ganze Volk, Klein und Groß, herbei | 1 Και προσηλθον παντες οι αρχηγοι των στρατευματων και Ιωαναν ο υιος του Καρηα και Ιεζανιας ο υιος του Ωσαιου και πας ο λαος απο μικρου εως μεγαλου, |
2 und sagten zum Propheten Jeremia: Möge unsere Bitte bei dir Gehör finden: Bete für uns zum Herrn, deinem Gott, für diesen ganzen Rest; denn von einst so vielen sind nur wir wenige übrig geblieben, wie du mit eigenen Augen siehst. | 2 και ειπον προς Ιερεμιαν τον προφητην, Ας γεινη δεκτη, παρακαλουμεν, η δεησις ημων ενωπιον σου, και δεηθητι υπερ ημων προς Κυριον τον Θεον σου περι παντων τουτων των εναπολειφθεντων? διοτι εμειναμεν ολιγοι εκ πολλων, καθως οι οφθαλμοι σου βλεπουσιν ημας |
3 Möge der Herr, dein Gott, uns kundtun, welchen Weg wir einschlagen und was wir tun sollen. | 3 δια να φανερωση εις ημας Κυριος ο Θεος σου την οδον εις την οποιαν πρεπει να περιπατησωμεν και το πραγμα το οποιον πρεπει να καμωμεν. |
4 Der Prophet Jeremia erwiderte ihnen: Gut, ich will nach eurem Wunsch zum Herrn, eurem Gott, beten und euch dann alles, was der Herr antwortet, mitteilen, ohne euch ein Wort vorzuenthalten. | 4 Και ειπε προς αυτους Ιερεμιας ο προφητης, Ηκουσα? ιδου, θελω δεηθη προς Κυριον τον Θεον υμων κατα τους λογους υμων, και οποιονδηποτε λογον ο Κυριος αποκριθη περι υμων, θελω αναγγειλει προς υμας? δεν θελω κρυψει ουδεν αφ' υμων. |
5 Sie selbst versicherten Jeremia: Der Herr sei ein wahrer und treuer Zeuge gegen uns, wenn wir nicht genau nach dem Wort handeln, mit dem dich der Herr, dein Gott, zu uns sendet. | 5 Και αυτοι ειπον προς τον Ιερεμιαν, Ο Κυριος ας ηναι αληθης και πιστος μαρτυς μεταξυ ημων, οτι βεβαιως θελομεν καμει κατα παντας τους λογους, καθ' ους Κυριος ο Θεος σου σε αποστειλη προς ημας? |
6 Sei es gut oder schlimm, auf die Stimme des Herrn, unseres Gottes, zu dem wir dich senden, werden wir hören, damit es uns gut gehe, weil wir auf die Stimme des Herrn, unseres Gottes, hören. | 6 ειτε καλον και ειτε κακον, θελομεν υπακουσει εις την φωνην Κυριου του Θεου ημων, προς τον οποιον ημεις σε αποστελλομεν, δια να γεινη καλον εις ημας, οταν υπακουσωμεν εις την φωνην Κυριου του Θεου ημων. |
7 Zehn Tage später erging das Wort des Herrn an Jeremia. | 7 Και μετα δεκα ημερας εγεινε λογος Κυριου προς τον Ιερεμιαν. |
8 Daraufhin rief er Johanan, den Sohn Kareachs, und alle Truppenführer, die bei ihm waren, sowie das ganze Volk, Klein und Groß, zusammen | 8 Και εκαλεσε τον Ιωαναν τον υιον του Καρηα και παντας τους αρχηγους των στρατευματων τους μετ' αυτου και παντα τον λαον, απο μικρου εως μεγαλου, |
9 und sagte zu ihnen: So spricht der Herr, der Gott Israels, zu dem ihr mich gesandt habt, um ihm eure Bitte vorzutragen: | 9 και ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ, προς τον οποιον με απεστειλατε δια να υποβαλω την δεησιν υμων ενωπιον αυτου? |
10 Wenn ihr in diesem Land wohnen bleibt, so werde ich euch aufbauen und nicht niederreißen, euch einpflanzen und nicht ausreißen; ja, ich bereue das Unheil, das ich euch angetan habe. | 10 Εαν εξακολουθητε να κατοικητε εν τη γη ταυτη, τοτε θελω σας οικοδομησει και δεν θελω σας κατακρημνισει, και θελω σας φυτευσει και δεν θελω σας εκριζωσει, διοτι μετενοησα δια το κακον το οποιον εκαμα εις εσας. |
11 Fürchtet euch nicht vor dem König von Babel, vor dem ihr Angst habt. Fürchtet euch nicht vor ihm - Spruch des Herrn -; denn ich bin mit euch, um euch zu retten und seiner Hand zu entreißen. | 11 Μη φοβηθητε απο του βασιλεως της Βαβυλωνος, απο του οποιου τωρα φοβεισθε? μη φοβηθητε απ' αυτου, λεγει Κυριος, διοτι εγω ειμαι μεθ' υμων, δια να σωσω υμας και να ελευθερωσω υμας εκ της χειρος αυτου. |
12 Ich bewirke Erbarmen für euch; er wird sich euer erbarmen und euch in eure Heimat zurückkehren lassen. | 12 Και θελω δωσει οικτιρμους εις υμας, δια να οικτειρη υμας και να επιστρεψη υμας εις την γην υμων. |
13 Wenn ihr aber sagt: Wir bleiben nicht in diesem Land!, und auf die Stimme des Herrn, eures Gottes, nicht hört, | 13 Αλλ' εαν σεις λεγητε, δεν θελομεν κατοικησει εν τη γη ταυτη, μη υπακουοντες εις την φωνην Κυριου του Θεου υμων, |
14 sondern sagt: Nein, nach Ägypten wollen wir ziehen, wo wir weder Krieg sehen noch Trompetenschall hören, noch nach Brot hungern werden, und dort wollen wir bleiben!, | 14 λεγοντες, Ουχι? αλλα θελομεν εισελθει εις την γην της Αιγυπτου, οπου δεν θελομεν βλεπει πολεμον, και ηχον σαλπιγγος δεν θελομεν ακουει, και απο αρτον δεν θελομεν πεινασει, και εκει θελομεν κατοικησει? |
15 nun, dann hört das Wort des Herrn, ihr, der Rest Judas: So spricht der Herr der Heere, der Gott Israels: Wenn ihr darauf besteht, nach Ägypten zu ziehen, und auswandert, um euch dort niederzulassen, | 15 δια τουτο, ακουσατε τωρα τον λογον του Κυριου, σεις οι υπολοιποι του Ιουδα? ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ? Εαν σεις προσηλωσητε το προσωπον σας εις το να εισελθητε εις την Αιγυπτον και υπαγητε να παροικησητε εκει, |
16 dann wird euch das Schwert, das ihr fürchtet, dort in Ägypten erreichen und der Hunger, vor dem euch bangt, wird euch dort in Ägypten verfolgen und ihr werdet dort umkommen. | 16 τοτε η μαχαιρα, την οποιαν σεις φοβεισθε, θελει σας φθασει εκει εν τη γη της Αιγυπτου? και η πεινα, απο της οποιας σεις τρομαζετε, θελει εισθαι προσκεκολλημενη οπισω σας εκει εν τη Αιγυπτω, και εκει θελετε αποθανει? |
17 Ja, alle, die darauf bestehen, nach Ägypten zu ziehen, um sich dort niederzulassen, werden durch Schwert, Hunger und Pest umkommen. Keiner von ihnen wird entkommen, keiner dem Unheil entrinnen, das ich über sie bringe. | 17 και παντες οι ανδρες οι προσηλωσαντες το προσωπον αυτων εις το να υπαγωσιν εις την Αιγυπτον δια να παροικησωσιν εκει, θελουσιν αποθανει εν μαχαιρα, εν πεινη και εν λοιμω? και ουδεις εξ αυτων θελει μεινει η εκφυγει απο του κακου, το οποιον εγω θελω φερει επ' αυτους. |
18 Denn so spricht der Herr der Heere, der Gott Israels: Wie sich mein Zorn und Grimm über die Einwohner Jerusalems ergossen hat, so wird sich mein Grimm auch über euch ergießen, wenn ihr nach Ägypten zieht. Ihr werdet zum Fluch und zu einem Bild des Entsetzens, zur Verwünschung und zur Schmach werden. Dieses Land aber werdet ihr nie wieder sehen. | 18 Διοτι ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ? Καθως ο θυμος μου και η οργη μου εξεχυθησαν επι τους κατοικους της Ιερουσαλημ, ουτως η οργη μου θελει εκχυθη εφ' υμας, οταν εισελθητε εις την Αιγυπτον? και θελετε εισθαι εις βδελυγμα και εις θαμβος και εις καταραν και εις ονειδος? και δεν θελετε ιδει πλεον τον τοπον τουτον. |
19 Der Herr hat zu euch gesprochen, Rest Judas: Zieht nicht nach Ägypten! Ihr sollt genau wissen: Ich warne euch heute. | 19 Ο Κυριος ειπε περι υμων, ω υπολοιποι του Ιουδα, Μη υπαγητε εις την Αιγυπτον? γνωρισατε καλως οτι σημερον διεμαρτυρηθην εναντιον σας. |
20 Denn ihr gebt euch einer gefährlichen Täuschung hin. Ihr selbst habt mich ja zum Herrn, eurem Gott, gesandt mit den Worten: Bete für uns zum Herrn, unserem Gott, und ganz wie der Herr, unser Gott, spricht, gib uns Bescheid und wir werden danach handeln. | 20 Διοτι σεις εδολιευθητε εν ταις ψυχαις υμων, οτε με απεστειλατε προς Κυριον τον Θεον υμων, λεγοντες, Δεηθητι υπερ ημων προς Κυριον τον Θεον ημων? και κατα παντα οσα λαληση Κυριος ο Θεος ημων, ουτως απαγγειλον προς ημας και θελομεν καμει. |
21 Heute nun habe ich euch den Bescheid gegeben, aber ihr habt auf die Stimme des Herrn, eures Gottes, nicht gehört, auf nichts von dem, womit er mich zu euch gesandt hat. | 21 Και απηγγειλα σημερον προς εσας? και δεν υπηκουσατε εις την φωνην Κυριου του Θεου υμων ουδε εις παντα, δια τα οποια με απεστειλε προς εσας. |
22 Jetzt aber sollt ihr wissen: Durch Schwert, Hunger und Pest werdet ihr umkommen an dem Ort, wohin ihr ziehen wollt, um euch dort niederzulassen. | 22 Τωρα λοιπον εξευρετε βεβαιως, οτι θελετε αποθανει εν μαχαιρα, εν πεινη και εν λοιμω, εν τω τοπω οπου επιθυμειτε να υπαγητε δια να παροικησητε εκει. |