Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Jeremia 17


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 Judas Sünde ist aufgeschrieben mit eisernem Griffel,
mit diamantenem Stift eingegraben in die Tafel ihres Herzens
und in die Hörner ihrer Altäre,
1 Η αμαρτια του Ιουδα ειναι γεγραμμενη με γραφιδα σιδηραν, με ονυχα αδαμαντινον, ενεχαραχθη επι της πλακος της καρδιας αυτων και επι των κερατων των θυσιαστηριων υμων?
2 damit auch ihre Söhne noch denken an ihre Altäre und Kultpfähle
bei den üppigen Bäumen und auf den hohen Hügeln des Berglands.
2 ωστε οι υιοι αυτων ενθυμουνται τα θυσιαστηρια αυτων και τα αλση αυτων, μετα των πρασινων δενδρων επι τους υψηλους λοφους.
3 Dein Vermögen und alle deine Schätze
gebe ich zur Plünderung preis als Lohn für all deine Sünden
in deinem ganzen Gebiet.
3 Ω ορος μου εν τη πεδιαδι, θελω δωσει την περιουσιαν σου και παντας τους θησαυρους σου εις διαρπαγην και τους υψηλους σου τοπους κατα παντα τα ορια σου, δια την αμαρτιαν.
4 Du musst von deinem Erbteil lassen,
das ich dir gegeben habe. Ich mache dich zum Sklaven deiner Feinde
in einem Land, das du nicht kennst. Denn Feuer lodert auf in meinem Zorn,
für immer ist es entbrannt.
4 Και συ, μαλιστα αυτη συ, θελεις εκβληθη απο της κληρονομιας σου, την οποιαν εδωκα εις σε, και θελω σε καταδουλωσει εις τους εχθρους σου, εν γη την οποιαν δεν εγνωρισας? διοτι πυρ εξηψατε εν τω θυμω μου, το οποιον θελει καιεσθαι εις τον αιωνα.
5 [So spricht der Herr:]Verflucht der Mann, der auf Menschen vertraut,
auf schwaches Fleisch sich stützt
und dessen Herz sich abwendet vom Herrn.
5 Ουτω λεγει Κυριος? Επικαταρατος ο ανθρωπος, οστις ελπιζει επι ανθρωπον και καμνει σαρκα βραχιονα αυτου και του οποιου η καρδια απομακρυνεται απο του Κυριου.
6 Er ist wie ein kahler Strauch in der Steppe,
der nie einen Regen kommen sieht; er bleibt auf dürrem Wüstenboden,
im salzigen Land, wo niemand wohnt.
6 Διοτι θελει εισθαι ως η αγριομυρικη εν ερημω, και δεν θελει ιδει οταν ελθη το αγαθον? αλλα θελει κατοικει τοπους ξηρους εν ερημω, γην αλμυραν και ακατοικητον.
7 Gesegnet der Mann, der auf den Herrn sich verlässt
und dessen Hoffnung der Herr ist.
7 Ευλογημενος ο ανθρωπος ο ελπιζων επι Κυριον και του οποιου ο Κυριος ειναι η ελπις.
8 Er ist wie ein Baum, der am Wasser gepflanzt ist
und am Bach seine Wurzeln ausstreckt:Er hat nichts zu fürchten, wenn Hitze kommt;
seine Blätter bleiben grün; auch in einem trockenen Jahr ist er ohne Sorge,
unablässig bringt er seine Früchte.
8 Διοτι θελει εισθαι ως δενδρον πεφυτευμενον πλησιον των υδατων, το οποιον εξαπλονει τας ριζας αυτου πλησιον του ποταμου, και δεν θελει ιδει οταν ερχηται το καυμα αλλα το φυλλον αυτου θελει θαλλει? και δεν θελει μεριμνησει εν τω ετει της ανομβριας ουδε θελει παυσει απο του να καμνη καρπον.
9 Arglistig ohnegleichen ist das Herz und unverbesserlich.
Wer kann es ergründen?
9 Η καρδια ειναι απατηλη υπερ παντα και σφοδρα διεφθαρμενη? τις δυναται να γνωριση αυτην;
10 Ich, der Herr, erforsche das Herz
und prüfe die Nieren, um jedem zu vergelten, wie es sein Verhalten verdient,
entsprechend der Frucht seiner Taten.
10 Εγω ο Κυριος εξεταζω την καρδιαν, δοκιμαζω τους νεφρους, δια να δωσω εις εκαστον κατα τας οδους αυτου, κατα τον καρπον των εργων αυτου.
11 Wie ein Rebhuhn, das ausbrütet,
was es nicht gelegt hat,so ist ein Mensch,
der Reichtum durch Unrecht erwirbt. In der Mitte seiner Tage muss er ihn verlassen
und am Ende steht er als Narr da.
11 Καθως η περδιξ η επωαζουσα και μη νεοσσευουσα, ουτως ο αποκτων πλουτη αδικως θελει αφησει αυτα εις το ημισυ των ημερων αυτου και εις τα εσχατα αυτου θελει εισθαι αφρων.
12 Ein Thron der Herrlichkeit, erhaben von Anbeginn,
ist die Stätte unsres Heiligtums.
12 Θρονος δοξης υψωμενος εξ αρχης ειναι ο τοπος του αγιαστηριου ημων.
13 Du Hoffnung Israels, Herr!
Alle, die dich verlassen, werden zuschanden, die sich von dir abwenden,
werden in den Staub geschrieben; denn sie haben den Herrn verlassen,
den Quell lebendigen Wassers.
13 Κυριε, η ελπις του Ισραηλ, παντες οι εγκαταλειποντες σε θελουσι καταισχυνθη και οι αποσταται εμου θελουσι γραφθη εν τη γη? διοτι εγκατελιπον τον Κυριον, την πηγην των ζωντων υδατων.
14 Heile mich, Herr, so bin ich heil,
hilf mir, so ist mir geholfen;
ja, mein Lobpreis bist du.
14 Ιασαι με, Κυριε, και θελω ιαθη? σωσον με και θελω σωθη? διοτι συ εισαι το καυχημα μου?
15 Jene sagen zu mir:
Wo bleibt denn das Wort des Herrn?
Soll es doch eintreffen!
15 Ιδου, ουτοι λεγουσι προς εμε, Που ο λογος του Κυριου; ας ελθη τωρα.
16 Ich aber habe dich nie gedrängt wegen des Unheils
und habe den Unglückstag nicht herbeigewünscht. Du weißt es selbst;
was mir über die Lippen kam,
liegt dir offen vor Augen.
16 Αλλ' εγω δεν απεσυρθην απο του να σε ακολουθω ως ποιμην, ουδε επεθυμησα την ημεραν της θλιψεως? συ εξευρεις τουτο? τα εξελθοντα εκ των χειλεων μου ησαν ενωπιον σου.
17 Werde nicht zum Schrecken für mich,
du meine Zuflucht am Tag des Unheils!
17 Μη γεινης εις εμε τρομος? συ εισαι η ελπις μου εν ημερα συμφορας?
18 Meine Verfolger sollen zuschanden werden,
nicht aber ich. Sie sollen erschrecken,
nicht aber ich.Bring über sie den Tag des Unheils,
zerbrich sie im verdienten Zusammenbruch!
18 Ας καταισχυνθωσιν οι καταδιωκοντες με, εγω δε ας μη καταισχυνθω? ας τρομαξωσιν εκεινοι αλλ' ας μη τρομαξω εγω? φερε επ' αυτους ημεραν συμφορας και συντριψον αυτους διπλουν συντριμμα.
19 So sprach der Herr zu mir: Geh und stell dich in das Tor der Söhne des Volkes, durch das die Könige von Juda aus- und einziehen, und in alle Tore Jerusalems.19 Ουτως ειπε Κυριος προς εμε? Υπαγε και στηθι εν τη πυλη των υιων του λαου σου, δι' ης εισερχονται οι βασιλεις Ιουδα και δι' ης εξερχονται, και εν πασαις ταις πυλαις της Ιερουσαλημ?
20 Sag zu ihnen: Hört das Wort des Herrn, ihr Könige von Juda, ganz Juda und alle Einwohner Jerusalems, die ihr durch diese Tore kommt.20 και ειπε προς αυτους, Ακουσατε τον λογον του Κυριου, βασιλεις Ιουδα και, πας ο Ιουδας και παντες οι κατοικοι της Ιερουσαλημ, οι εισερχομενοι δια των πυλων τουτων?
21 So spricht der Herr: Hütet euch um eures Lebens willen, am Tag des Sabbats eine Last zu tragen und durch die Tore Jerusalems hereinzubringen.21 ουτω λεγει Κυριος? Προσεχετε εις εαυτους, και μη βασταζετε φορτιον την ημεραν του σαββατου μηδε εμβιβαζετε δια των πυλων της Ιερουσαλημ?
22 Auch dürft ihr am Sabbat keine Last aus euren Häusern hinaustragen und keinerlei Arbeit verrichten. Vielmehr sollt ihr den Sabbat heiligen, wie ich es euren Vätern geboten habe.22 μηδε εκφερετε φορτιον εκ των οικιων σας την ημεραν του σαββατου και μη καμνετε μηδεμιαν εργασιαν? αλλα αγιαζετε την ημεραν του σαββατου, καθως προσεταξα εις τους πατερας υμων?
23 Doch sie haben nicht gehört und ihr Ohr mir nicht zugeneigt, sondern ihren Nacken versteift, ohne zu gehorchen und ohne Zucht anzunehmen.23 δεν υπηκουσαν ομως ουδε εκλιναν το ωτιον αυτων, αλλ' εσκληρυναν τον τραχηλον αυτων δια να μη ακουσωσι και δια να μη δεχθωσι νουθεσιαν.
24 Ihr aber, wenn ihr bereitwillig auf mich hört - Spruch des Herrn - und am Sabbat keine Last durch die Tore dieser Stadt bringt, sondern den Sabbat heiligt und an ihm keinerlei Arbeit verrichtet,24 Αλλ' εαν υπακουσητε εις εμε, λεγει Κυριος, ωστε να μη εμβιβαζητε φορτιον δια των πυλων της πολεως ταυτης την ημεραν του σαββατου, αλλα να αγιαζητε την ημεραν του σαββατου μη καμνοντες εν αυτη μηδεμιαν εργασιαν?
25 dann werden durch die Tore dieser Stadt Könige einziehen, die auf dem Thron Davids sitzen; mit Wagen und Rossen werden sie fahren, sie und ihre Beamten, die Männer von Juda und die Einwohner Jerusalems, und diese Stadt wird für immer bewohnt sein.25 τοτε θελουσιν εισελθει δια των πυλων της πολεως ταυτης βασιλεις και αρχοντες καθημενοι επι του θρονου του Δαβιδ, εποχουμενοι επι αμαξας και ιππους, αυτοι και οι αρχοντες αυτων, οι ανδρες Ιουδα και οι κατοικοι της Ιερουσαλημ? και η πολις αυτη θελει κατοικεισθαι εις τον αιωνα.
26 Dann kommen von den Städten Judas und aus der Umgebung Jerusalems, vom Land Benjamin, von der Schefela, vom Gebirge und vom Negeb her Wallfahrer, die Brandopfer, Schlachtopfer und Speiseopfer samt Weihrauch bringen; auch Dankopfer bringen sie dar im Haus des Herrn.26 Και θελουσιν ελθει εκ των πολεων Ιουδα και εκ των περιξ της Ιερουσαλημ και εκ της γης Βενιαμιν και εκ της πεδινης και εκ των ορεων και εκ του νοτου, φεροντες ολοκαυτωματα και θυσιας και προσφορας εξ αλφιτων και λιβανον, φεροντες ετι και προσφορας ευχαριστηριους εις τον οικον του Κυριου.
27 Wenn ihr aber nicht auf mein Gebot hört, den Sabbat zu heiligen, keine Last zu tragen und am Sabbat durch die Tore Jerusalems zu bringen, dann lege ich Feuer an seine Tore, das Jerusalems Paläste verzehrt und nie mehr erlischt.27 Αλλ' εαν δεν μου υπακουσητε, ωστε να αγιαζητε την ημεραν του σαββατου και να μη βασταζητε φορτιον και εμβιβαζητε εις τας πυλας της Ιερουσαλημ την ημεραν του σαββατου, τοτε θελω αναψει πυρ εν ταις πυλαις αυτης και θελει καταφαγει τα παλατια της Ιερουσαλημ και δεν θελει σβεσθη.