Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Ioannes 11


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Erat autem quidam languens Lazarus a Bethania, de castello Mariæ et Marthæ sororis ejus.1 Ητο δε τις ασθενης Λαζαρος απο Βηθανιας, εκ της κωμης της Μαριας και Μαρθας της αδελφης αυτης.
2 (Maria autem erat quæ unxit Dominum unguento, et extersit pedes ejus capillis suis : cujus frater Lazarus infirmabatur.)2 Η δε Μαρια ητο η αλειψασα τον Κυριον με μυρον και σπογγισασα τους ποδας αυτου με τας τριχας αυτης, της οποιας ο αδελφος Λαζαρος ησθενει.
3 Miserunt ergo sorores ejus ad eum dicentes : Domine, ecce quem amas infirmatur.3 Απεστειλαν λοιπον αι αδελφαι προς αυτον, λεγουσαι? Κυριε, ιδου, εκεινος τον οποιον αγαπας, ασθενει.
4 Audiens autem Jesus dixit eis : Infirmitas hæc non est ad mortem, sed pro gloria Dei, ut glorificetur Filius Dei per eam.4 Και ακουσας ο Ιησους ειπεν? Αυτη η ασθενεια δεν ειναι προς θανατον, αλλ' υπερ της δοξης του Θεου, δια να δοξασθη ο Υιος του Θεου δι' αυτης.
5 Diligebat autem Jesus Martham, et sororem ejus Mariam, et Lazarum.5 Ηγαπα δε ο Ιησους την Μαρθαν και την αδελφην αυτης και τον Λαζαρον.
6 Ut ergo audivit quia infirmabatur, tunc quidem mansit in eodem loco duobus diebus ;6 Καθως λοιπον ηκουσεν οτι ασθενει, τοτε μεν εμεινε δυο ημερας εν τω τοπω οπου ητο?
7 deinde post hæc dixit discipulis suis : Eamus in Judæam iterum.7 επειτα μετα τουτο λεγει προς τους μαθητας? Ας υπαγωμεν εις την Ιουδαιαν παλιν.
8 Dicunt ei discipuli : Rabbi, nunc quærebant te Judæi lapidare, et iterum vadis illuc ?8 Λεγουσι προς αυτον οι μαθηται? Ραββι, τωρα εζητουν να σε λιθοβολησωσιν οι Ιουδαιοι, και παλιν υπαγεις εκει;
9 Respondit Jesus : Nonne duodecim sunt horæ diei ? Si quis ambulaverit in die, non offendit, quia lucem hujus mundi videt :9 Απεκριθη ο Ιησους? Δεν ειναι δωδεκα αι ωραι της ημερας; εαν τις περιπατη εν τη ημερα, δεν προσκοπτει, διοτι βλεπει το φως του κοσμου τουτου?
10 si autem ambulaverit in nocte, offendit, quia lux non est in eo.10 εαν τις ομως περιπατη εν τη νυκτι, προσκοπτει, διοτι το φως δεν ειναι εν αυτω.
11 Hæc ait, et post hæc dixit eis : Lazarus amicus noster dormit : sed vado ut a somno excitem eum.11 Ταυτα ειπε, και μετα τουτο λεγει προς αυτους? Λαζαρος ο φιλος ημων εκοιμηθη? αλλα υπαγω δια να εξυπνησω αυτον.
12 Dixerunt ergo discipuli ejus : Domine, si dormit, salvus erit.12 Ειπον λοιπον οι μαθηται αυτου? Κυριε, αν εκοιμηθη, θελει σωθη.
13 Dixerat autem Jesus de morte ejus : illi autem putaverunt quia de dormitione somni diceret.13 Αλλ' ο Ιησους ειχεν ειπει περι του θανατου αυτου? εκεινοι ομως ενομισαν οτι λεγει περι της κοιμησεως του υπνου.
14 Tunc ergo Jesus dixit eis manifeste : Lazarus mortuus est :14 Τοτε λοιπον ειπε προς αυτους ο Ιησους παρρησια? Ο Λαζαρος απεθανε.
15 et gaudeo propter vos, ut credatis, quoniam non eram ibi, sed eamus ad eum.15 Και χαιρω δια σας, δια να πιστευσητε, διοτι δεν ημην εκει? αλλ' ας υπαγωμεν προς αυτον.
16 Dixit ergo Thomas, qui dicitur Didymus, ad condiscipulos : Eamus et nos, ut moriamur cum eo.16 Ειπε δε ο Θωμας, ο λεγομενος Διδυμος προς τους συμμαθητας? Ας υπαγωμεν και ημεις, δια να αποθανωμεν μετ' αυτου.
17 Venit itaque Jesus : et invenit eum quatuor dies jam in monumento habentem.17 Ελθων λοιπον ο Ιησους ευρεν αυτον τεσσαρας ημερας εχοντα ηδη εν τω μνημειω.
18 (Erat autem Bethania juxta Jerosolymam quasi stadiis quindecim.)18 Ητο δε η Βηθανια πλησιον των Ιεροσολυμων, απεχουσα ως δεκαπεντε σταδια.
19 Multi autem ex Judæis venerant ad Martham et Mariam, ut consolarentur eas de fratre suo.19 Και πολλοι εκ των Ιουδαιων ειχον ελθει προς την Μαρθαν και Μαριαν, δια να παρηγορησωσιν αυτας περι του αδελφου αυτων.
20 Martha ergo ut audivit quia Jesus venit, occurrit illi : Maria autem domi sedebat.20 Η Μαρθα λοιπον, καθως ηκουσεν οτι ο Ιησους ερχεται, υπηντησεν αυτον? η δε Μαρια εκαθητο εν τω οικω.
21 Dixit ergo Martha ad Jesum : Domine, si fuisses hic, frater meus non fuisset mortuus :21 Ειπε λοιπον η Μαρθα προς τον Ιησουν? Κυριε, εαν ησο εδω, ο αδελφος μου δεν ηθελεν αποθανει.
22 sed et nunc scio quia quæcumque poposceris a Deo, dabit tibi Deus.22 Πλην και τωρα εξευρω οτι οσα ζητησης παρα του Θεου, θελει σοι δωσει ο Θεος.
23 Dicit illi Jesus : Resurget frater tuus.23 Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Ο αδελφος σου θελει αναστηθη.
24 Dicit ei Martha : Scio quia resurget in resurrectione in novissimo die.24 Λεγει προς αυτον η Μαρθα? Εξευρω οτι θελει αναστηθη εν τη αναστασει εν τη εσχατη ημερα.
25 Dixit ei Jesus : Ego sum resurrectio et vita : qui credit in me, etiam si mortuus fuerit, vivet :25 Ειπε προς αυτην ο Ιησους? Εγω ειμαι η αναστασις και η ζωη? ο πιστευων εις εμε, και αν αποθανη, θελει ζησει?
26 et omnis qui vivit et credit in me, non morietur in æternum. Credis hoc ?26 και πας οστις ζη και πιστευει εις εμε δεν θελει αποθανει εις τον αιωνα. Πιστευεις τουτο;
27 Ait illi : Utique Domine, ego credidi quia tu es Christus, Filius Dei vivi, qui in hunc mundum venisti.27 Λεγει προς αυτον? Ναι, Κυριε, εγω επιστευσα οτι συ εισαι ο Χριστος, ο Υιος του Θεου, ο ερχομενος εις τον κοσμον.
28 Et cum hæc dixisset, abiit, et vocavit Mariam sororem suam silentio, dicens : Magister adest, et vocat te.28 Και αφου ειπε ταυτα, υπηγε και εφωναξε Μαριαν την αδελφην αυτης κρυφιως και ειπεν? Ο Διδασκαλος ηλθε και σε κραζει.
29 Illa ut audivit, surgit cito, et venit ad eum ;29 Εκεινη, καθως ηκουσε, σηκονεται ταχεως και ερχεται προς αυτον.
30 nondum enim venerat Jesus in castellum : sed erat adhuc in illo loco, ubi occurrerat ei Martha.30 Δεν ειχε δε ελθει ο Ιησους ετι εις την κωμην, αλλ' ητο εν τω τοπω, οπου υπηντησεν αυτον η Μαρθα.
31 Judæi ergo, qui erant cum ea in domo, et consolabantur eam, cum vidissent Mariam quia cito surrexit, et exiit, secuti sunt eam dicentes : Quia vadit ad monumentum, ut ploret ibi.31 Οι Ιουδαιοι λοιπον, οι οντες μετ' αυτης εν τη οικια και παρηγορουντες αυτην, ιδοντες την Μαριαν οτι εσηκωθη ταχεως και εξηλθεν, ηκολουθησαν αυτην, λεγοντες οτι υπαγει εις το μνημειον, δια να κλαυση εκει.
32 Maria ergo, cum venisset ubi erat Jesus, videns eum, cecidit ad pedes ejus, et dicit ei : Domine, si fuisses hic, non esset mortuus frater meus.32 Η Μαρια λοιπον καθως ηλθεν οπου ητο ο Ιησους, ιδουσα αυτον επεσεν εις τους ποδας αυτου, λεγουσα προς αυτον? Κυριε, εαν ησο εδω, ο αδελφος μου δεν ηθελεν αποθανει.
33 Jesus ergo, ut vidit eam plorantem, et Judæos, qui venerant cum ea, plorantes, infremuit spiritu, et turbavit seipsum,33 Ο δε Ιησους, καθως ειδεν αυτην κλαιουσαν και τους ελθοντας μετ' αυτης Ιουδαιους κλαιοντας, εστεναξεν εν τη ψυχη αυτου και εταραχθη,
34 et dixit : Ubi posuistis eum ? Dicunt ei : Domine, veni, et vide.34 και ειπε? Που εβαλετε αυτον; Λεγουσι προς αυτον? Κυριε, ελθε και ιδε.
35 Et lacrimatus est Jesus.35 Εδακρυσεν ο Ιησους.
36 Dixerunt ergo Judæi : Ecce quomodo amabat eum.36 Ελεγον λοιπον οι Ιουδαιοι? Ιδε ποσον ηγαπα αυτον.
37 Quidam autem ex ipsis dixerunt : Non poterat hic, qui aperuit oculos cæci nati, facere ut hic non moreretur ?37 Τινες δε εξ αυτων ειπον? Δεν ηδυνατο ουτος, οστις ηνοιξε τους οφθαλμους του τυφλου, να καμη ωστε και ουτος να μη αποθανη;
38 Jesus ergo rursum fremens in semetipso, venit ad monumentum. Erat autem spelunca, et lapis superpositus erat ei.38 Ο Ιησους λοιπον, παλιν στεναζων εν εαυτω, ερχεται εις το μνημειον? ητο δε σπηλαιον, και εκειτο λιθος επ' αυτου.
39 Ait Jesus : Tollite lapidem. Dicit ei Martha, soror ejus qui mortuus fuerat : Domine, jam fœtet, quatriduanus est enim.39 Λεγει ο Ιησους? Σηκωσατε τον λιθον. Λεγει προς αυτον η αδελφη του αποθανοντος η Μαρθα? Κυριε, οζει ηδη? διοτι ειναι τεσσαρων ημερων.
40 Dicit ei Jesus : Nonne dixi tibi quoniam si credideris, videbis gloriam Dei ?40 Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Δεν σοι ειπον οτι εαν πιστευσης, θελεις ιδει την δοξαν του Θεου;
41 Tulerunt ergo lapidem : Jesus autem, elevatis sursum oculis, dixit : Pater, gratias ago tibi quoniam audisti me.41 Εσηκωσαν λοιπον τον λιθον, οπου εκειτο ο αποθανων. Ο δε Ιησους, υψωσας τους οφθαλμους ανω, ειπε? Πατερ, ευχαριστω σοι οτι μου ηκουσας.
42 Ego autem sciebam quia semper me audis, sed propter populum qui circumstat, dixi : ut credant quia tu me misisti.42 Και εγω εγνωριζον οτι παντοτε μου ακουεις? αλλα δια τον οχλον τον περιεστωτα ειπον τουτο, δια να πιστευσωσιν οτι συ με απεστειλας.
43 Hæc cum dixisset, voce magna clamavit : Lazare, veni foras.43 Και ταυτα ειπων, μετα φωνης μεγαλης εκραυγασε? Λαζαρε, ελθε εξω.
44 Et statim prodiit qui fuerat mortuus, ligatus pedes, et manus institis, et facies illius sudario erat ligata. Dixit eis Jesus : Solvite eum et sinite abire.44 Και εξηλθεν ο τεθνηκως, δεδεμενος τους ποδας και τας χειρας με τα σαβανα, και το προσωπον αυτου ητο περιδεδεμενον με σουδαριον. Λεγει προς αυτους ο Ιησους? Λυσατε αυτον και αφησατε να υπαγη.
45 Multi ergo ex Judæis, qui venerant ad Mariam, et Martham, et viderant quæ fecit Jesus, crediderunt in eum.45 Πολλοι λοιπον εκ των Ιουδαιων, οιτινες ειχον ελθει εις την Μαριαν και ειδον οσα εκαμεν ο Ιησους, επιστευσαν εις αυτον.
46 Quidam autem ex ipsis abierunt ad pharisæos, et dixerunt eis quæ fecit Jesus.
46 Τινες δε εξ αυτων απηλθον προς τους Φαρισαιους και ειπον προς αυτους οσα εκαμεν ο Ιησους.
47 Collegerunt ergo pontifices et pharisæi concilium, et dicebant : Quid facimus, quia hic homo multa signa facit ?47 Συνεκροτησαν λοιπον συνεδριον οι αρχιερεις και οι Φαρισαιοι και ελεγον? Τι καμνομεν, διοτι ουτος ο ανθρωπος πολλα θαυματα καμνει.
48 Si dimittimus eum sic, omnes credent in eum, et venient Romani, et tollent nostrum locum, et gentem.48 Εαν αφησωμεν αυτον ουτω, παντες θελουσι πιστευσει εις αυτον, και θελουσιν ελθει οι Ρωμαιοι και αφανισει και τον τοπον ημων και το εθνος.
49 Unus autem ex ipsis, Caiphas nomine, cum esset pontifex anni illius, dixit eis : Vos nescitis quidquam,49 Εις δε τις εξ αυτων, ο Καιαφας, οστις ητο αρχιερευς του ενιαυτου εκεινου, ειπε προς αυτους? Σεις δεν εξευρετε τιποτε,
50 nec cogitatis quia expedit vobis ut unus moriatur homo pro populo, et non tota gens pereat.50 ουδε συλλογιζεσθε οτι μας συμφερει να αποθανη εις ανθρωπος υπερ του λαου και να μη απολεσθη ολον το εθνος.
51 Hoc autem a semetipso non dixit : sed cum esset pontifex anni illius, prophetavit, quod Jesus moriturus erat pro gente,51 Τουτο δε αφ' εαυτου δεν ειπεν, αλλ' αρχιερευς ων του ενιαυτου εκεινου προεφητευσεν οτι εμελλεν ο Ιησους να αποθανη υπερ του εθνους,
52 et non tantum pro gente, sed ut filios Dei, qui erant dispersi, congregaret in unum.52 και ουχι μονον υπερ του εθνους, αλλα και δια να συναξη εις εν τα τεκνα του Θεου τα διεσκορπισμενα.
53 Ab illo ergo die cogitaverunt ut interficerent eum.
53 Απ' εκεινης λοιπον της ημερας συνεβουλευθησαν, δια να θανατωσωσιν αυτον.
54 Jesus ergo jam non in palam ambulabat apud Judæos, sed abiit in regionem juxta desertum, in civitatem quæ dicitur Ephrem, et ibi morabatur cum discipulis suis.54 Οθεν ο Ιησους δεν περιεπατει πλεον παρρησια μεταξυ των Ιουδαιων, αλλ' ανεχωρησεν εκειθεν εις τον τοπον πλησιον της ερημου, εις πολιν λεγομενην Εφραιμ, και εκει διετριβε μετα των μαθητων αυτου.
55 Proximum autem erat Pascha Judæorum, et ascenderunt multi Jerosolymam de regione ante Pascha, ut sanctificarent seipsos.55 Επλησιαζε δε το πασχα των Ιουδαιων, και πολλοι ανεβησαν εκ του τοπου εκεινου εις Ιεροσολυμα προ του πασχα, δια να καθαρισωσιν εαυτους.
56 Quærebant ergo Jesum, et colloquebantur ad invicem, in templo stantes : Quid putatis, quia non venit ad diem festum ? Dederant autem pontifices et pharisæi mandatum ut si quis cognoverit ubi sit, indicet, ut apprehendant eum.56 Εζητουν λοιπον τον Ιησουν και ελεγον προς αλληλους ισταμενοι εν τω ιερω? Τι σας φαινεται οτι δεν θελει ελθει εις την εορτην;
57 Ειχον δε δωσει προσταγην και οι αρχιερεις και οι Φαρισαιοι, εαν τις μαθη που ειναι, να μηνυση, δια να πιασωσιν αυτον.