1 οι εμοι λογοι ειρηνται υπο θεου βασιλεως χρηματισμος ον επαιδευσεν η μητηρ αυτου | 1 Mint a hó a nyárhoz, az eső az aratáshoz, éppúgy nem illik a balgához a megtiszteltetés. |
2 τι τεκνον τηρησεις τι ρησεις θεου πρωτογενες σοι λεγω υιε τι τεκνον εμης κοιλιας τι τεκνον εμων ευχων | 2 Ahogy a madár tovaszáll s a fecske elrepül, az ok nélkül kimondott átok sem talál. |
3 μη δως γυναιξι σον πλουτον και τον σον νουν και βιον εις υστεροβουλιαν | 3 A lónak ostor kell, a szamárnak zabola, a balgák hátának pedig vessző. |
4 μετα βουλης παντα ποιει μετα βουλης οινοποτει οι δυνασται θυμωδεις εισιν οινον δε μη πινετωσαν | 4 Ne felelj az ostobának balgasága szerint, hogy ne légy te is hozzá hasonló. |
5 ινα μη πιοντες επιλαθωνται της σοφιας και ορθα κριναι ου μη δυνωνται τους ασθενεις | 5 Felelj az ostobának balgasága szerint, hogy ne higgye magát bölcsnek. |
6 διδοτε μεθην τοις εν λυπαις και οινον πινειν τοις εν οδυναις | 6 A saját lábát vágja el, és kárvallást szenved, aki balga útján küld üzenetet. |
7 ινα επιλαθωνται της πενιας και των πονων μη μνησθωσιν ετι | 7 A sántának hiába van formás lábszára, éppígy nem illik bölcs mondás a balga szájába. |
8 ανοιγε σον στομα λογω θεου και κρινε παντας υγιως | 8 Mint aki kőrakásról követ tesz tarsolyába, olyan az, aki balgát tiszteletben részesít. |
9 ανοιγε σον στομα και κρινε δικαιως διακρινε δε πενητα και ασθενη | 9 Mintha tövis nőne a részeg kezében, olyan a bölcs mondás bolondok szájában. |
10 γυναικα ανδρειαν τις ευρησει τιμιωτερα δε εστιν λιθων πολυτελων η τοιαυτη | 10 Az ítélet véget vet a pöröknek, s aki elhallgattatja a bolondot, haragot enyhít. |
11 θαρσει επ' αυτη η καρδια του ανδρος αυτης η τοιαυτη καλων σκυλων ουκ απορησει | 11 Amint a kutya visszatér arra, amit kihányt, úgy a balga is megismétli a bolondságát. |
12 ενεργει γαρ τω ανδρι αγαθα παντα τον βιον | 12 Láttál-e embert, aki bölcsnek tartja magát? A bolondtól többet lehet remélni, mint tőle! |
13 μηρυομενη ερια και λινον εποιησεν ευχρηστον ταις χερσιν αυτης | 13 A lusta így szól: »Oroszlán van az úton! Oroszlán van az utcán!« |
14 εγενετο ωσει ναυς εμπορευομενη μακροθεν συναγει δε αυτη τον βιον | 14 Ahogy az ajtó a sarkán, úgy forog a lusta az ágyán. |
15 και ανισταται εκ νυκτων και εδωκεν βρωματα τω οικω και εργα ταις θεραπαιναις | 15 Ha kezét a tálba mártja a lusta, még azt is sokallja, hogy szájához emelje. |
16 θεωρησασα γεωργιον επριατο απο δε καρπων χειρων αυτης κατεφυτευσεν κτημα | 16 A lusta bölcsebbnek tartja magát hét olyannál, aki okosan tud megfelelni. |
17 αναζωσαμενη ισχυρως την οσφυν αυτης ηρεισεν τους βραχιονας αυτης εις εργον | 17 Mint aki kutyát fülön fog, olyan az izgága, aki más pörébe ártja magát. |
18 εγευσατο οτι καλον εστιν το εργαζεσθαι και ουκ αποσβεννυται ολην την νυκτα ο λυχνος αυτης | 18 Miként ártalmas az, aki vaktában lövöldöz nyilat és halálos dárdát, |
19 τους πηχεις αυτης εκτεινει επι τα συμφεροντα τας δε χειρας αυτης ερειδει εις ατρακτον | 19 úgy tesz az is, aki álnokul árt társának, és ha rajtakapják, azt mondja: »Ó, csak tréfálni akartam!« |
20 χειρας δε αυτης διηνοιξεν πενητι καρπον δε εξετεινεν πτωχω | 20 Ha kifogy a fa, a tűz elalszik, ha nincsen besúgó, a perpatvar is megszűnik. |
21 ου φροντιζει των εν οικω ο ανηρ αυτης οταν που χρονιζη παντες γαρ οι παρ' αυτης ενδιδυσκονται | 21 Parázshoz szén és a tűzhöz fa kell, a viszály szításához pedig izgága ember. |
22 δισσας χλαινας εποιησεν τω ανδρι αυτης εκ δε βυσσου και πορφυρας εαυτη ενδυματα | 22 A besúgó szavai olyanok, mint a csemege, s a gyomor belsejébe hatolnak. |
23 περιβλεπτος δε γινεται εν πυλαις ο ανηρ αυτης ηνικα αν καθιση εν συνεδριω μετα των γεροντων κατοικων της γης | 23 Silány ezüsttel bevont cserépedény: ilyen a sima száj a gonosz szív mellett. |
24 σινδονας εποιησεν και απεδοτο περιζωματα δε τοις χαναναιοις | 24 Ajkáról ismerhető fel az ellenség, amikor fondorlatot sző magában; |
25 στομα αυτης διηνοιξεν προσεχοντως και εννομως και ταξιν εστειλατο τη γλωσση αυτης | 25 ha szavát édesre fordítja, ne higgy neki, mert hét aljasság van szívében! |
26 ισχυν και ευπρεπειαν ενεδυσατο και ευφρανθη εν ημεραις εσχαταις | 26 Gyűlöletét ravaszul rejtegeti, de gazsága elárulja magát a közösségben. |
27 στεγναι διατριβαι οικων αυτης σιτα δε οκνηρα ουκ εφαγεν | 27 Aki másnak vermet ás, maga esik bele, s aki másra követ hengerít, visszagurul az arra. |
28 το στομα δε ανοιγει σοφως και νομοθεσμως η δε ελεημοσυνη αυτης ανεστησεν τα τεκνα αυτης και επλουτησαν και ο ανηρ αυτης ηνεσεν αυτην | 28 A hamis nyelv utálja az igazságot, és a sima száj romlást szerez. |
29 πολλαι θυγατερες εκτησαντο πλουτον πολλαι εποιησαν δυνατα συ δε υπερκεισαι και υπερηρας πασας | |
30 ψευδεις αρεσκειαι και ματαιον καλλος γυναικος γυνη γαρ συνετη ευλογειται φοβον δε κυριου αυτη αινειτω | |
31 δοτε αυτη απο καρπων χειρων αυτης και αινεισθω εν πυλαις ο ανηρ αυτης . | |