Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

Jób könyve 9


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Felelt Jób, és így szólt:1 Και απεκριθη ο Ιωβ και ειπεν?
2 »Bizony tudom, hogy úgy van, és hogy nem lehet igaza az embernek Istennel szemben;2 Αληθως εξευρω οτι ουτως εχει? αλλα πως ο ανθρωπος θελει δικαιωθη ενωπιον του Θεου;
3 ha vele pörbe szállni kíván, ezer közül egyre sem tud neki megfelelni.3 Εαν θεληση να διαδικασθη μετ' αυτου δεν δυναται να αποκριθη προς αυτον εν εκ χιλιων.
4 Bölcs szívű ő és hatalmas erejű; ki maradhat bántódás nélkül, ha ellene szegül?4 Ειναι σοφος την καρδιαν και κραταιος την δυναμιν? τις εσκληρυνθη εναντιον αυτου και ευτυχησεν;
5 Elmozdít ő hegyeket, úgyhogy észre sem veszik, felforgatja őket haragjában;5 Αυτος μετακινει τα ορη, και δεν γνωριζουσι τις εστρεψεν αυτα εν τη οργη αυτου.
6 kimozdítja helyéből a földet, úgyhogy megrendülnek oszlopai;6 Αυτος σειει την γην απο του τοπου αυτης, και οι στυλοι αυτης σαλευονται.
7 meghagyja a napnak és fel nem kel, és pecsét alá helyezi a csillagokat;7 Αυτος προσταζει τον ηλιον, και δεν ανατελλει? και κρυπτει υπο σφραγιδα τα αστρα.
8 egyedül feszítette ki az égboltot és taposott a tenger hullámain;8 Αυτος μονος εκτεινει τους ουρανους και πατει επι τα υψη της θαλασσης.
9 ő teremtette a Göncölszekeret és a Kaszást, a Fiastyúkot és a Dél Csillagát;9 Αυτος καμνει τον Αρκτουρον, τον Ωριωνα και την Πλειαδα και τα ταμεια του νοτου.
10 nagyokat cselekszik, amiket nem lehet kifürkészni, csodás dolgokat, amelyeket nem lehet megszámlálni.10 Αυτος καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα και θαυμασια αναριθμητα.
11 Ha eljön hozzám, nem látom; ha elmegy, nem veszem észre.11 Ιδου, διαβαινει πλησιον μου, και δεν βλεπω αυτον? διερχεται, και δεν εννοω αυτον.
12 Ha hirtelen számon kér, ki tud neki megfelelni? Vagy ki mondhatja neki: ‘Ezt miért teszed?’12 Ιδου, αφαιρει? τις θελει εμποδισει αυτον; τις θελει ειπει προς αυτον, Τι καμνεις;
13 Isten nem vonja vissza haragját, és alatta meghajolnak Rahab szolgái.13 Εαν ο Θεος δεν συρη την οργην αυτου, οι επηρμενοι βοηθοι καταβαλλονται υποκατω αυτου.
14 Mi vagyok tehát én, hogy megfelelhetnék neki, és szavakat találhatnék vele szemben?14 Ποσον ολιγωτερον εγω ηθελον αποκριθη προς αυτον, εκλεγων τους προς αυτον λογους μου;
15 Ha igazam volna, sem tudnék neki megfelelni, hanem inkább kérlelnem kellene bírámat.15 προς τον οποιον, και αν ημην δικαιος, δεν ηθελον αποκριθη, αλλ' ηθελον ζητησει ελεος παρα του Κριτου μου.
16 Ha pedig velem, aki hozzá kiáltok, szóba állna, nem hinném, hogy hallgatna szavamra;16 Εαν κραξω, και μοι αποκριθη, δεν ηθελον πιστευσει οτι εισηκουσε της φωνης μου.
17 mert fergeteggel zúz össze engem, és sokasítja sebeimet ok nélkül is;17 Διοτι με κατασυντριβει με ανεμοστροβιλον και πληθυνει τας πληγας μου αναιτιως.
18 nem enged lélegzethez jutni, és betölt engem keservekkel.18 Δεν με αφινει να αναπνευσω, αλλα με χορταζει απο πικριας.
19 Ha erőről van szó: ő a legerősebb, ha az ítélet igazságáról: senki sem mer mellettem tanúskodni.19 Εαν προκηται περι δυναμεως, ιδου, ειναι δυνατος? και εαν περι κρισεως, τις θελει μαρτυρησει υπερ εμου;
20 Ha igazolni akarnám magamat, saját szám kárhoztatna, ha megmutatnám ártatlanságomat, engem bűnösnek bizonyítana.20 Εαν ηθελον να δικαιωσω εμαυτον, το στομα μου ηθελε με καταδικασει? εαν ηθελον ειπει, ειμαι αμεμπτος, ηθελε με αποδειξει διεφθαρμενον.
21 Ha ártatlan is vagyok, nem veszek erről tudomást. Meguntam életemet!21 Και αν ημην αμεμπτος, δεν ηθελον φροντισει περι εμαυτου? ηθελον καταφρονησει την ζωην μου.
22 Egyre megy! mondom ezért magamban, ő jámbort és bűnöst egyaránt elemészt!22 Εν τουτο ειναι, δια τουτο ειπα, αυτος αφανιζει τον αμεμπτον και τον ασεβη.
23 Ha ostorral sújt, öljön meg egyszerre, és ne nevessen ártatlanok bűnhődésén!23 Και αν η μαστιξ αυτου θανατονη ευθυς, γελα ομως εις την δοκιμασιαν των αθωων.
24 Bűnös kézre került a föld, bírái arcát betakarja; kicsoda tenné ezt, ha nem ő?24 Η γη παρεδοθη εις τας χειρας του ασεβους? αυτος σκεπαζει τα προσωπα των κριτων αυτης? αν ουχι αυτος, που και τις ειναι;
25 Napjaim futárnál is gyorsabbak voltak, elrohantak és nem láttak boldogságot!25 Αι δε ημεραι μου ειναι ταχυδρομου ταχυτεραι? φευγουσι και δεν βλεπουσι καλον.
26 Repülnek, mint a nádcsónak, mint a sas, amely lecsap étkére.26 Παρηλθον ως πλοια σπευδοντα? ως αετος πετωμενος επι το θηραμα.
27 Ha felteszem magamban: Dehogy beszélek így! Más arcot öltök és vidám leszek:27 Εαν ειπω, Θελω λησμονησει το παραπονον μου, θελω παραιτησει το πενθος μου και παρηγορηθη?
28 akkor is iszonnyal gondolok minden kínomra, és tudom, hogy nem kíméled a bűnöst.28 τρομαζω δια πασας τας θλιψεις μου, γνωριζων οτι δεν θελεις με αθωωσει.
29 Ha úgyis bűnösnek kell lennem, miért fáradok hiába?29 Ειμαι ασεβης? δια τι λοιπον να κοπιαζω εις ματην;
30 Mosakodnám bár a hó levében, és még oly tisztán ragyogna is kezem,30 Εαν λουσθω εν υδατι χιονος και επιμελως αποκαθαρισω τας χειρας μου?
31 akkor is szennybe mártanál, úgyhogy ruháim undorodnának tőlem.31 συ ομως θελεις με βυθισει εις τον βορβορον, ωστε και αυτα μου τα ιματια θελουσι με βδελυττεσθαι.
32 Mert nem ember ő, mint én, akinek megfelelnék, sem olyan, hogy velem egy sorban mehetne törvény elé;32 Διοτι δεν ειναι ανθρωπος ως εγω, δια να αποκριθω προς αυτον, και να ελθωμεν εις κρισιν ομου.
33 nincs, aki mindegyikünket felelősségre vonja, aki kezét tehetné mindkettőnkre.33 Δεν υπαρχει μεσιτης μεταξυ ημων, δια να βαλη την χειρα αυτου επ' αμφοτερους ημας.
34 Távoztassa csak tőlem pálcáját, hogy félelme ne rémítsen,34 Ας απομακρυνη απ' εμου την ραβδον αυτου, και ο φοβος αυτου ας μη με εκπληττη?
35 akkor beszélnék én és nem félnék tőle, mert félelem közepette nem tudok felelni.35 τοτε θελω λαλησει και δεν θελω φοβηθη αυτον? διοτι ουτω δεν ειμαι εν εμαυτω.