Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 38


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Τοτε απεκριθη ο Κυριος προς τον Ιωβ εκ του ανεμοστροβιλου και ειπε?1 Yahvé répondit à Job, du cœur de la tempête il lui dit:
2 Τις ουτος, οστις σκοτιζει την βουλην μου δια λογων ασυνετων;2 Qui est cet homme qui obscurcit mes décisions et parle de ce qu’il ne sait pas?
3 Ζωσον ηδη την οσφυν σου ως ανηρ? διοτι θελω σε ερωτησει, και φανερωσον μοι.3 Allons, prends tes armes comme un brave: je vais t’interroger et tu m’instruiras.
4 Που ησο οτε εθεμελιονον την γην; απαγγειλον, εαν εχης συνεσιν.4 Où étais-tu, quand je fondais la terre? Parle, si ta science est exacte.
5 Τις εθεσε τα μετρα αυτης, εαν εξευρης; η τις ηπλωσε σταθμην επ' αυτην;5 Qui en a fixé les mesures, le sais-tu? qui a tendu sur elle le cordeau du maçon?
6 Επι τινος ειναι εστηριγμενα τα θεμελια αυτης; η τις εθεσε τον ακρογωνιαιον λιθον αυτης,6 Sais-tu sur quoi reposent ses bases, et qui en a posé la pierre angulaire?
7 οτε τα αστρα της αυγης εψαλλον ομου και παντες οι υιοι του Θεου ηλαλαζον;7 Les étoiles du matin, pour elle, chantèrent en chœur: tous les fils de Dieu poussaient des acclamations.
8 η τις συνεκλεισε την θαλασσαν με θυρας, οτε εξορμωσα εξηλθεν εκ μητρας;8 Qui enferma la mer à deux battants, lorsqu’elle jaillissait, sortant du sein,
9 οτε περιεβαλον αυτην με νεφελην και με ομιχλην εσπαργανωσα αυτην,9 lorsque je lui donnais, pour la couvrir, les nuées, et pour langes, des nuages sombres;
10 και περιωρισα αυτην δια προσταγματος μου, και εβαλον μοχλους και πυλας,10 lorsque je lui fixais ses frontières et la contenais avec portes et verrous?
11 και ειπα, Εως αυτου θελεις ερχεσθαι και δεν θελεις υπερβη? και εδω θελει συντριβεσθαι η υπερηφανια των κυματων σου;11 Je lui ai dit alors: “Tu n’iras pas plus loin; ici se courbera l’orgueil de tes flots!”
12 Προσεταξας συ την πρωιαν επι των ημερων σου; εδειξας εις την αυγην τον τοπον αυτης,12 Mais toi, as-tu jamais commandé au matin, indiqué à l’aurore le lieu de son lever,
13 δια να πιαση τα εσχατα της γης, ωστε οι κακουργοι να εκτιναχθωσιν απ' αυτης;13 lorsqu’elle conquiert la terre par les ailes, et met en fuite les méchants?
14 Αυτη μεταμορφουται ως πηλος σφραγιζομενος? και τα παντα παρουσιαζονται ως στολη.14 Le sol alors prend une couleur d’argile, et se teinte de rose comme un vêtement:
15 Και το φως των ασεβων αφαιρειται απ' αυτων, ο δε βραχιων των υπερηφανων συντριβεται.15 elle fait perdre aux méchants leur lumière, et le bras menaçant est brisé.
16 Εισηλθες εως των πηγων της θαλασσης; η περιεπατησας εις εξιχνιασιν της αβυσσου;16 Es-tu allé jusqu’aux sources des mers, as-tu parcouru le fond de l’océan?
17 Ηνοιχθησαν εις σε του θανατου αι πυλαι; η ειδες τας θυρας της σκιας του θανατου;17 Est-ce qu’on t’a montré les portes de la Mort, ainsi que les gardiens du Pays des Ombres?
18 Εγνωρισας το πλατος της γης; απαγγειλον, εαν ενοησας παντα ταυτα.18 As-tu quelque idée de l’étendue du monde? Raconte, puisque tu as tout vu.
19 Που ειναι η οδος της κατοικιας του φωτος; και του σκοτους, που ειναι ο τοπος αυτου,19 Où prend-on le chemin du palais de la lumière, et les ténèbres, viennent-elles de quelque endroit?
20 δια να συλλαβης αυτο εις το οριον αυτου και να γνωρισης τας τριβους της οικιας αυτου;20 Si tu sais aller jusqu’à leur maison, peut-être pourrais-tu les reconduire chez elles?
21 Γνωριζεις αυτο, διοτι τοτε εγεννηθης; η διοτι ο αριθμος των ημερων σου ειναι πολυς;21 Tu le sais, bien sûr, tu es né avant elles, tu as beaucoup, beaucoup d’années!
22 Εισηλθες εις τους θησαυρους της χιονος; η ειδες τους θησαυρους της χαλαζης,22 Et les réserves de neige, y es-tu allé? As-tu visité les dépôts de la grêle
23 τους οποιους φυλαττω δια τον καιρον της θλιψεως δια την ημεραν της μαχης και του πολεμου;23 que je tiens en réserve pour les temps difficiles, pour les jours de rencontre et de guerre?
24 Δια τινος οδου διαδιδεται το φως, η ο ανατολικος ανεμος διαχεεται επι την γην;24 D’où sort, d’où se diffuse la lumière, et d’où, le vent qui de l’orient balaye la terre?
25 Τις ηνοιξε ρυακας δια τας ραγδαιας βροχας, η δρομον δια την αστραπην της βροντης,25 Qui ouvre un passage aux averses de l’orage, un chemin aux grondements du tonnerre,
26 δια να φερη βροχην επι γην ακατοικητον, εις ερημον, οπου ανθρωπος δεν υπαρχει,26 amenant la pluie sur les terres sans hommes, sur le désert où nul ne s’arrête,
27 δια να χορταση την αβατον και ακατοικητον, και να αναβλαστηση τον βλαστον της χλοης;27 irriguant un sol aride et désolé, pour que germe sur la steppe l’herbe verte?
28 Εχει πατερα η βροχη; η τις εγεννησε τας σταγονας της δροσου;28 La pluie a-t-elle un père? Qui engendre les gouttes de rosée?
29 Απο μητρας τινος εξερχεται ο παγος; και την παχνην του ουρανου, τις εγεννησε;29 Et la glace, est-elle sortie d’un sein maternel? Qui enfante le givre des cieux,
30 Τα υδατα σκληρυνονται ως λιθος, και το προσωπον της αβυσσου πηγνυεται.30 lorsque les eaux ont durci comme la pierre, et que se prend toute l’étendue des mers?
31 Δυνασαι να δεσμευσης τας γλυκειας επιρροας της Πλειαδος η να λυσης τα δεσμα τον Ωριωνος;31 Est-ce toi qui as noué les liens des Pléiades ou qui élargiras les chaînes d’Orion?
32 Δυνασαι να εκβαλης τα Ζωδια εις τον καιρον αυτων; η δυνασαι να οδηγησης τον Αρκτουρον μετα των υιων αυτου;32 Est-ce toi qui fais sortir la Couronne en son temps, et conduis la Grande Ourse avec ses petits?
33 Γνωριζεις τους νομους του ουρανου; δυνασαι να διαταξης τας επιρροας αυτου επι την γην;33 Connais-tu les lois astrales, fais-tu venir sur terre ce qui y est écrit?
34 Δυνασαι να υψωσης την φωνην σου εις τα νεφη, δια να σε σκεπαση αφθονια υδατων;34 Vas-tu crier bien fort vers les nuages, pour qu’un déluge tombe sur toi?
35 Δυνασαι να αποστειλης αστραπας, ωστε να εξελθωσι και να ειπωσι προς σε, Ιδου, ημεις;35 Les éclairs partent-ils parce que tu les lâches, est-ce à toi qu’ils diront: “Nous voici”?
36 Τις εβαλε σοφιαν εντος του ανθρωπου; η τις εδωκε συνεσιν εις την καρδιαν αυτου;36 Qui a mis dans l’ibis la sagesse, et donné au coq de l’intelligence?
37 Τις δυναται να αριθμηση τα νεφη δια σοφιας; η τις δυναται να κενονη τα δοχεια του ουρανου,37 Qui est sage au point de compter les nuages? qui sait déverser les eaux de leurs réserves,
38 δια να χωνευθη το χωμα εις συμπηξιν και οι βωλοι να συγκολλωνται;38 faisant que la poussière se fasse masse et que les mottes s’agglomèrent?
39 Θελεις κυνηγησει θηραμα δια τον λεοντα; η χορτασει την ορεξιν των σκυμνων,39 Est-ce toi qui rabats vers la lionne sa proie, et qui apaises la faim des lionceaux,
40 οταν κοιτωνται εν τοις σπηλαιοις και καθηνται εις τους κρυπτηρας δια να ενεδρευωσι;40 quand ils sont tapis dans leurs tanières ou se tiennent à l’aguet sous les buissons?
41 Τις ετοιμαζει εις τον κορακα την τροφην αυτου, οταν οι νεοσσοι αυτου κραζωσι προς τον Θεον, περιπλανωμενοι δι' ελλειψιν τροφης;41 Qui prépare au corbeau son manger, quand ses petits crient vers Dieu et s’agitent le ventre vide?