Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Secondo libro delle Cronache 8


font
BIBBIA CEI 1974GREEK BIBLE
1 Passati i vent'anni durante i quali aveva edificato il tempio e la reggia,1 Εν δε τω τελει των εικοσι ετων, καθ' α ο Σολομων ωκοδομησε τον οικον του Κυριου και τον οικον εαυτου,
2 Salomone ricostruì le città che Curam gli aveva dato e vi stabilì gli Israeliti.2 τας πολεις τας οποιας ο Χουραμ ειχε δωσει εις τον Σολομωντα, ο Σολομων ωκοδομησεν αυτας και κατωκισεν εκει τους υιους Ισραηλ.
3 Salomone andò ad Amat di Zoba e l'occupò.3 Και υπηγεν ο Σολομων εις Αιμαθ-σωβα και υπερισχυσεν εναντιον αυτης.
4 Egli ricostruì Palmira nel deserto e tutte le città di rifornimento, che aveva costruito in Amat.4 Και ωκοδομησε την Θαδμωρ εν τη ερημω και πασας τας πολεις των αποθηκων, τας οποιας ωκοδομησεν εν Αιμαθ.
5 Ricostruì Bet-Coròn superiore e Bet-Coròn inferiore, fortezze con mura, battenti e catenacci.5 Ωικοδομησεν ετι την Βαιθ-ωρων την ανω και την Βαιθ-ωρων την κατω, πολεις ωχυρωμενας με τειχη, πυλας και μοχλους?
6 Lo stesso fece con Baalat, con tutte le città di rifornimento di sua proprietà e con tutte le città dei carri e dei cavalli; insomma eseguì tutto ciò che gli piacque di costruire in Gerusalemme, nel Libano e in tutto il territorio del suo dominio.
6 και την Βααλαθ και πασας τας πολεις των αποθηκων, τας οποιας ειχεν ο Σολομων, και πασας τας πολεις των αμαξων και τας πολεις των ιππεων και παν ο, τι επεθυμησεν ο Σολομων να οικοδομηση εν Ιερουσαλημ και εν τω Λιβανω και εν παση τη γη της επικρατειας αυτου.
7 Quanti rimanevano degli Hittiti, degli Amorrei, dei Perizziti, degli Evei e dei Gebusei, che non erano Israeliti,7 Παντα δε τον λαον τον εναπολειφθεντα εκ των Χετταιων και των Αμορραιων και των Φερεζαιων και των Ευαιων και των Ιεβουσαιων, οιτινες δεν ησαν εκ του Ισραηλ,
8 cioè i loro discendenti, sopravvissuti dopo di loro nel paese, quanti non erano stati sterminati dagli Israeliti, Salomone li rese tributari, come lo sono fino ad oggi.8 αλλ' εκ των τεκνων εκεινων, των εναπολειφθεντων εν τη γη μετ' αυτους, τους οποιους οι υιοι Ισραηλ δεν εξωλοθρευσαν, επι τουτους ο Σολομων επεβαλε φορον εως της ημερας ταυτης.
9 Ma degli Israeliti Salomone non impiegò nessuno come schiavo per i suoi lavori, perché essi erano guerrieri, capi dei suoi scudieri, capi dei suoi carri e dei suoi cavalieri.9 Εκ δε των υιων Ισραηλ ο Σολομων δεν εκαμε δουλους δια το εργον αυτου, διοτι ησαν ανδρες πολεμισται, και πρωταρχοι και αρχοντες των αμαξων αυτου και των ιππεων αυτου.
10 Questi capi di prefetti, eletti dal re Salomone, erano duecentocinquanta e avevano la sorveglianza sul popolo.
10 Εκ τουτων ησαν οι αρχηγοι των επιστατων, τους οποιους ειχεν ο βασιλευς Σολομων, διακοσιοι πεντηκοντα, εξουσιαζοντες επι τον λαον.
11 Salomone trasferì la figlia del faraone dalla città di Davide alla casa che aveva costruita per lei, perché aveva stabilito: "Una donna non deve abitare per me nella casa di Davide, re di Israele, perché è sacro ogni luogo in cui ha sostato l'arca del Signore".
11 Και ανεβιβασεν ο Σολομων την θυγατερα του Φαραω εκ της πολεως Δαβιδ, εις τον οικον τον οποιον ωκοδομησε δι' αυτην? διοτι ειπεν, Η γυνη μου δεν θελει κατοικει εν τω οικω Δαβιδ του βασιλεως του Ισραηλ, επειδη το μερος, οπου η κιβωτος του Κυριου εισηλθεν, ειναι αγιον.
12 In quel tempo Salomone offrì olocausti al Signore sull'altare del Signore, che aveva costruito di fronte al vestibolo.12 Τοτε προσεφερεν ο Σολομων ολοκαυτωματα εις τον Κυριον επι του θυσιαστηριου του Κυριου, το οποιον ωκοδομησε κατ' εμπροσθεν του προναου,
13 Ogni giorno offriva olocausti secondo il comando di Mosè, nei sabati, nei noviluni e nelle tre feste dell'anno, cioè nella festa degli azzimi, nella festa delle settimane e nella festa delle capanne.13 κατα το απαιτουμενον εκαστης ημερας του να προσφερωσι κατα τας εντολας του Μωυσεως, εν τοις σαββασι και εν ταις νεομηνιαις και εν ταις επισημοις εορταις ταις γινομεναις τρις του ενιαυτου, εν τη εορτη των αζυμων και εν τη εορτη των εβδομαδων και εν τη εορτη των σκηνων.
14 Secondo le disposizioni di Davide suo padre, stabilì le classi dei sacerdoti per il loro servizio; anche per i leviti dispose che nel loro ufficio lodassero Dio e assistessero i sacerdoti ogni giorno; ai portieri nelle loro classi assegnò le singole porte, perché così aveva comandato Davide, uomo di Dio.14 Και κατεστησε, κατα την διαταξιν Δαβιδ του πατρος αυτου, τας διαιρεσεις των ιερεων εις την υπηρεσιαν αυτων, και τους Λευιτας εις τας φυλακας αυτων δια να υμνωσι και να λειτουργωσι κατεναντι των ιερεων, κατα το απαιτουμενον εκαστης ημερας? και τους πυλωρους κατα τας διαιρεσεις αυτων εις εκαστην πυλην? διοτι τοιαυτη ητο η εντολη Δαβιδ του ανθρωπου του Θεου.
15 Non si allontanarono in nulla dalle disposizioni del re Davide riguardo ai sacerdoti e ai leviti; lo stesso avvenne riguardo ai tesori.15 Και δεν παρεδρομησαν απο της εντολης του βασιλεως περι των ιερεων και Λευιτων εις ουδεν πραγμα ουδε εις τα περι των θησαυρων.
16 Così fu realizzata tutta l'opera di Salomone da quando si gettarono le fondamenta del tempio fino al suo compimento definitivo.
16 Ητο δε ετοιμασια δι' απαν το εργον του Σολομωντος, αφ' ης ημερας εθεμελιωθη ο οικος του Κυριου, εωσου εξετελεσθη. Ουτως ετελειωθη ο οικος του Κυριου.
17 Allora Salomone andò ad Ezion-Ghèber e ad Elat sulla riva del mare, nella regione di Edom.17 Τοτε υπηγεν ο Σολομων εις Εσιων-γαβερ και εις Αιλωθ, επι το χειλος της θαλασσης εν τη γη Εδωμ.
18 Curam gli mandò alcune navi con propri equipaggi e uomini esperti del mare. Costoro, insieme con i marinai di Salomone, andarono in Ofir e di là presero quattrocentocinquanta talenti d'oro e li portarono al re Salomone.18 Και απεστειλεν ο Χουραμ προς αυτον, δια χειρος των δουλων αυτου πλοια και δουλους ειδημονας της θαλασσης? και υπηγαν μετα των δουλων του Σολομωντος εις Οφειρ, και ελαβον εκειθεν τετρακοσια πεντηκοντα ταλαντα χρυσιου και εφεραν αυτα προς τον βασιλεα Σολομωντα.