Scrutatio

Mercoledi, 1 maggio 2024 - San Giuseppe Lavoratore ( Letture di oggi)

Ezequiel 17


font
BIBLIAGREEK BIBLE
1 La palabra de Yahveh me fue dirigida en estos términos:1 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
2 Hijo de hombre, propón un enigma, presenta una parábola a la casa de Israel.2 Υιε ανθρωπου, προβαλε αινιγμα και παροιμιασθητι παροιμιαν προς τον οικον Ισραηλ?
3 Dirás: Así dice el Señor Yahveh: El águila grande, de grandes alas, de enorme envergadura, de espeso plumaje abigarrado, vino al Líbano y cortó la cima del cedro;3 και ειπε, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ο αετος ο μεγας ο μεγαλοπτερυγος, ο μακρος εις την εκτασιν, ο πληρης πτερων ποικιλοχροων, ηλθεν εις τον Λιβανον και ελαβε τον υψηλοτερον κλαδον της κεδρου?
4 arrancó la punta más alta de sus ramas, la llevó a un país de mercaderes y la colocó en una ciudad de comerciantes.4 απεκοψε τα ακρα των τρυφερων αυτου κλαδων και εφερεν αυτα εις γην εμπορικην? εθεσεν αυτα εις πολιν εμπορων.
5 Luego, tomó de la semilla de la tierra y la puso en un campo de siembra; junto a una corriente de agua abundante la colocó como un sauce.5 Και ελαβεν απο του σπερματος της γης και εθεσεν αυτο εις πεδιον σποριμον? πλησιον πολλων υδατων εφερεν αυτο? ως ιτεαν εθεσεν αυτο.
6 Y brotó y se hizo una vid desbordante, de pequeña talla, que volvió sus ramas hacia el águila, mientras sus raíces estaban bajo ella. Se hizo una vid, echó cepas y alargó sarmientos.6 Και εβλαστησε και εγεινεν αμπελος πλατεια, χαμηλη εις το αναστημα, της οποιας τα κληματα εστρεφοντο προς αυτον και αι ριζαι αυτης ησαν υποκατω αυτου? και εγεινεν αμπελος και εκαμε κληματα και εξεδωκε βλαστους.
7 Había otra águila grande, de grandes alas, de abundante plumaje, y he aquí que esta vid tendió sus raíces hacia ella, hacia ella alargó sus ramas, para que la regase desde el terreno donde estaba plantada.7 Ητο και αλλος αετος μεγας, ο μεγαλοπτερυγος και πολυπτερος? και ιδου, η αμπελος αυτη εξετεινε τας ριζας αυτης προς αυτον, και ηπλωσε τους κλαδους αυτης προς αυτον, δια να ποτιση αυτην δια των αυλακιων της φυτευσεως αυτης.
8 En campo fértil, junto a una corriente de agua abundante, estaba plantada, para echar ramaje y dar fruto, para hacerse una vid magnífica.8 Ητο πεφυτευμενη εν γη καλη πλησιον υδατων πολλων, δια να καμη βλαστους και να φερη καρπον, ωστε να γεινη αμπελος αγαθη.
9 Di: Así dice el Señor Yahveh: ¿Le saldrá bien acaso? ¿No arrancará sus raíces el águila, no cortará sus frutos, de suerte que se sequen todos los brotes tiernos que eche, sin que sea menester brazo grande ni pueblo numeroso para arrancarla de raíz?9 Ειπε, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? θελει ευοδωθη; δεν θελει ανασπασει αυτος τας ριζας αυτης και κοψει τον καρπον αυτης, ωστε να ξηρανθη; θελει ξηρανθη κατα παντα τα φυλλα του βλαστηματος αυτης, χωρις μαλιστα μεγαλης δυναμεως η πολλου λαου, δια να εκσπαση αυτην εκ των ριζων αυτης.
10 Vedla ahí plantada, ¿prosperará tal vez? Al soplar el viento del este, ¿no se secará totalmente? En el terreno en que brotó, se secará.10 Ναι, ιδου, φυτευθεισα θελει ευοδωθη; δεν θελει ξηρανθη ολοκληρως, ως οταν εγγιση αυτην ο ανατολικος ανεμος; θελει ξηρανθη εν ταις αυλαξιν οπου εβλαστησε.
11 La palabra de Yahveh me fue dirigida en estos términos:11 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
12 Di a esa casa de rebeldía: ¿No sabéis lo que significa esto? Di: Mirad, el rey de Babilonia vino a Jerusalén; tomó al rey y a los príncipes y los llevó con él a Babilonia.12 Ειπε τωρα προς τον οικον τον αποστατην? δεν εννοειτε τι δηλουσι ταυτα; ειπε, Ιδου, ο βασιλευς της Βαβυλωνος ηλθεν εις Ιερουσαλημ, και ελαβε τον βασιλεα αυτης και τους αρχοντας αυτης, και εφερεν αυτους μεθ' εαυτου εις Βαβυλωνα?
13 Escogió luego a uno de estirpe real, concluyó un pacto con él y le hizo prestar juramento, después de haberse llevado a los grandes del país,13 και ελαβεν απο του σπερματος του βασιλικου και εκαμε συνθηκην μετ' αυτου και εκαμεν αυτον να ορκισθη? ελαβε και τους δυνατους του τοπου,
14 a fin de que el reino quedase modesto y sin ambición, para guardar su alianza y mantenerla.14 δια να ταπεινωθη το βασιλειον, ωστε να μη ανορθωθη, δια να φυλαττη την συνθηκην αυτου, ωστε να στηριζη αυτην.
15 Pero este príncipe se ha rebelado contra él enviando mensajeros a Egipto en busca de caballos y tropas en gran número. ¿Le saldrá bien? ¿Se salvará el que ha hecho esto? Ha roto el pacto ¡y va a salvarse!15 Απεστατησεν ομως απ' αυτου, εξαποστειλας πρεσβεις εαυτου εις την Αιγυπτον, δια να δωσωσιν εις αυτον ιππους και λαον πολυν. Θελει ευοδωθη; θελει διασωθη ο πραττων ταυτα; η παραβαινων την συνθηκην θελει διασωθη;
16 Por mi vida, oráculo del Señor Yahveh, que en el lugar del rey que le puso en el trono, cuyo juramento despreció y cuyo pacto rompió, allí en medio de Babilonia morirá.16 Ζω εγω, λεγει Κυριος ο Θεος, βεβαιως εν τω τοπω του βασιλεως του βασιλευσαντος αυτον, του οποιου τον ορκον κατεφρονησε και του οποιου την συνθηκην παρεβη, μετ' αυτου εν μεσω της Βαβυλωνος θελει τελευτησει.
17 Ni con su gran ejército y sus numerosas tropas le salvará Faraón en la guerra, cuando se levanten terraplenes y se hagan trincheras para exterminar muchas vidas humanas.17 Και δεν θελει καμει υπερ αυτου ουδεν εν τω πολεμω ο Φαραω, με το δυνατον στρατευμα και με το μεγα πληθος, υψονων προχωματα και οικοδομων προμαχωνας, δια να απολεση πολλας ψυχας.
18 Ha despreciado el juramento, rompiendo el pacto; aun después de haber dado su mano, ha hecho todo esto: ¡no tendrá remedio!18 Διοτι κατεφρονησε τον ορκον παραβαινων την συνθηκην? και ιδου, επειδη, αφου εδωκε την χειρα αυτου, επραξε παντα ταυτα, δεν θελει διασωθη.
19 Por eso, así dice el Señor Yahveh: Por mi vida que el juramento mío que ha despreciado, mi alianza que ha roto, lo haré recaer sobre su cabeza.19 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ζω εγω, βεβαιως τον ορκον μου τον οποιον κατεφρονησε, και την συνθηκην μου την οποιαν παρεβη, κατα της κεφαλης αυτου θελω ανταποδωσει αυτα.
20 Extenderé mi lazo sobre él y quedará preso en mi red; le llevaré a Babilonia y allí le pediré cuentas de la infidelidad que ha cometido contra mí.20 Και θελω εξαπλωσει το δικτυον μου επ' αυτον και θελει πιασθη εις τα βροχια μου? και θελω φερει αυτον εις Βαβυλωνα, και εκει θελω κριθη μετ' αυτου περι της ανομιας αυτου, την οποιαν ηνομησεν εις εμε.
21 Lo más selecto, entre todas sus tropas, caerá a espada, y los que queden serán dispersados a todos los vientos. Y sabréis que yo, Yahveh, he hablado.21 Και παντες οι φυγαδες αυτου μετα παντων των ταγματων αυτου θελουσι πεσει εν μαχαιρα, και οι εναπολειφθεντες θελουσι διασκορπισθη εις παντα ανεμον? και θελετε γνωρισει οτι εγω ο Κυριος ελαλησα.
22 Así dice el Señor Yahveh: También yo tomaré de la copa del alto cedro, de la punta de sus ramas escogeré un ramo y lo plantaré yo mismo en una montaña elevada y excelsa:22 Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Και θελω λαβει εγω εκ του υψηλοτερου κλαδου της υψηλης κεδρου και φυτευσει? θελω κοψει εγω εκ της κορυφης των νεων αυτου κλωνων ενα τρυφερον και φυτευσει επι ορους υψηλου και εξοχου?
23 en la alta montaña de Israel lo plantaré. Echará ramaje y producirá fruto, y se hará un cedro magnífico. Debajo de él habitarán toda clase de pájaros, toda clase de aves morarán a la sombra de sus ramas.23 επι του υψηλου ορους του Ισραηλ θελω φυτευσει αυτον, και θελει εκφερει κλαδους και καρποφορησει και θελει γεινει κεδρος μεγαλη και υποκατω αυτης θελουσι κατασκηνωσει παν ορνεον και παν πτηνον? υπο την σκιαν των κλαδων αυτης θελουσι κατασκηνωσει.
24 Y todos los árboles del campo sabrán que yo, Yahveh, humillo al árbol elevado y elevo al árbol humilde, hago secarse al árbol verde y reverdecer al árbol seco. Yo, Yahveh, he hablado y lo haré.24 Και παντα τα δενδρα του αγρου θελουσι γνωρισει, οτι εγω ο Κυριος εταπεινωσα το δενδρον το υψηλον, υψωσα το δενδρον το ταπεινον, κατεξηρανα το δενδρον το χλωρον, και εκαμον το δενδρον το ξηρον να αναθαλλη. Εγω ο Κυριος ελαλησα και εξετελεσα.