Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Isaiæ 45


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Hæc dicit Dominus christo meo Cyro,
cujus apprehendi dexteram,
ut subjiciam ante faciem ejus gentes,
et dorsa regum vertam,
et aperiam coram eo januas,
et portæ non claudentur :
1 Ουτω λεγει Κυριος προς τον κεχρισμενον αυτου, τον Κυρον, του οποιου την δεξιαν χειρα εκρατησα, δια να υποταξω τα εθνη εμπροσθεν αυτου? και θελω λυσει την οσφυν των βασιλεων, δια να ανοιξω τα διθυρα εμπροθεν αυτου? και αι πυλαι δεν θελουσι κλεισθη.
2 Ego ante te ibo, et gloriosos terræ humiliabo ;
portas æreas conteram,
et vectes ferreos confringam :
2 Εγω θελω υπαγει εμπροθεν σου και εξομαλυνει τας σκολιας οδους? θελω συντριψει τας χαλκινας θυρας και κοψει τους σιδηρους μοχλους.
3 et dabo tibi thesauros absconditos,
et arcana secretorum,
ut scias quia ego Dominus,
qui voco nomen tuum, Deus Israël,
3 Και θελω σοι δωσει θησαυρους φυλαττομενους εν σκοτει και πλουτη κερυμμενα εν αποκρυφοις? δια να γνωρισης οτι εγω ειμαι ο Κυριος ο καλων σε κατ' ονομα, ο Θεος του Ισραηλ.
4 propter servum meum Jacob,
et Israël, electum meum ;
et vocavi te nomine tuo :
assimilavi te, et non cognovisti me.
4 Δια τον Ιακωβ τον δουλον μου και τον Ισραηλ τον εκλεκτον μου σε εκαλεσα μαλιστα με το ονομα σου, σε επωνομασα, αν και δεν με εγνωρισας.
5 Ego Dominus, et non est amplius ;
extra me non est deus ;
accinxi te, et non cognovisti me :
5 Εγω ειμαι ο Κυριος και δεν ειναι αλλος? δεν υπαρχει εκτος εμου Θεος? εγω σε περιεζωσα, αν και δεν με εγνωρισας,
6 ut sciant hi qui ab ortu solis et qui ab occidente,
quoniam absque me non est :
ego Dominus, et non est alter :
6 δια να γνωρισωσιν απο ανατολων ηλιου και απο δυσμων, οτι εκτος εμου δεν υπαρχει ουδεις? εγω ειμαι ο Κυριος και δεν υπαρχει αλλος?
7 formans lucem et creans tenebras,
faciens pacem et creans malum :
ego Dominus faciens omnia hæc.
7 ο κατασκευασας το φως και ποιησας το σκοτος? ο ποιων ειρηνην και κτιζων κακον? εγω ο Κυριος ποιω παντα ταυτα.
8 Rorate, cæli, desuper,
et nubes pluant justum ;
aperiatur terra, et germinet Salvatorem,
et justitia oriatur simul :
ego Dominus creavi eum.
8 Σταλαξατε δροσον ανωθεν, ουρανοι, και ας ρανωσιν αι νεφελαι δικαιοσυνην? ας ανοιξη η γη και ας γεννηση σωτηριαν και ας βλαστηση δικαιοσυνην ομου? εγω ο Κυριος εποιησα τουτο.
9 Væ qui contradicit fictori suo,
testa de samiis terræ !
Numquid dicet lutum figulo suo : Quid facis,
et opus tuum absque manibus est ?
9 Ουαι εις τον αντιμαχομενον προς τον Ποιητην αυτου. Ας αντιμαχεται το οστρακον προς τα οστρακα της γης? ο πηλος θελει ειπει προς τον πλαττοντα αυτον, Τι καμνεις; η το εργον σου, Ουτος δεν εχει χειρας;
10 Væ qui dicit patri : Quid generas ?
et mulieri : Quid parturis ?
10 Ουαι εις τον λεγοντα προς τον πατερα, τι γεννας; προς την γυναικα, τι κοιλοπονεις;
11 Hæc dicit Dominus,
Sanctus Israël, plastes ejus :
Ventura interrogate me ;
super filios meos et super opus manuum mearum mandate mihi.
11 Ουτω λεγει Κυριος, ο Αγιος του Ισραηλ και ο Πλαστης αυτου? Ερωτατε με δια τα μελλοντα περι των υιων μου και περι του εργου των χειρων μου προσταξατε με.
12 Ego feci terram,
et hominem super eam creavi ego :
manus meæ tetenderunt cælos,
et omni militiæ eorum mandavi.
12 Εγω εκτισα την γην και εποιησα ανθρωπον επ' αυτης? εγω δια των χειρων μου εξετεινα τους ουρανους και εδωκα διαταγας εις πασαν την στρατιαν αυτων.
13 Ego suscitavi eum ad justitiam,
et omnes vias ejus dirigam ;
ipse ædificabit civitatem meam,
et captivitatem meam dimittet,
non in pretio neque in muneribus,
dicit Dominus Deus exercituum.
13 Εγω εξηγειρα εκεινον εις δικαιοσυνην και θελω διευθυνει πασας τας οδους αυτου? αυτος θελει οικοδομησει την πολιν μου και θελει επιστρεψει τους αιχμαλωτους μου, ουχι με λυτρον ουδε με δωρα, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
14 Hæc dicit Dominus :
Labor Ægypti, et negotiatio Æthiopiæ,
et Sabaim viri sublimes
ad te transibunt, et tui erunt ;
post te ambulabunt,
vincti manicis pergent, et te adorabunt,
teque deprecabuntur.
Tantum in te est Deus,
et non est absque te deus.
14 Ουτω λεγει Κυριος? Ο κοπος της Αιγυπτου και το εμποριον της Αιθιοπιας και των Σαβαιων, ανδρων μεγαλοσωμων, θελουσι περασει εις σε και σου θελουσιν εισθαι? οπισω σου θελουσιν ακολουθει? με αλυσεις θελουσι περασει και θελουσι σε προσκυνησει, θελουσι σε ικετευσει, λεγοντες, Βεβαιως ο Θεος ειναι εν σοι, και δεν υπαρχει ουδεις αλλος Θεος.
15 Vere tu es Deus absconditus,
Deus Israël, salvator.
15 Τωοντι συ εισαι Θεος κρυπτομενος, Θεε του Ισραηλ, ο Σωτηρ.
16 Confusi sunt, et erubuerunt omnes :
simul abierunt in confusionem fabricatores errorum.
16 Παντες ουτοι θελουσιν αισχυνθη και εντραπη? οι εργαται των ειδωλων θελουσι φυγει εν καταισχυνη παντες ομου.
17 Israël salvatus est in Domino salute æterna ;
non confundemini, et non erubescetis usque in sæculum sæculi.
17 Ο δε Ισραηλ θελει σωθη δια του Κυριου σωτηριαν αιωνιον? δεν θελετε αισχυνθη ουδε εντραπη αιωνιως.
18 Quia hæc dicit Dominus
creans cælos,
ipse Deus formans terram
et faciens eam, ipse plastes ejus ;
non in vanum creavit eam :
ut habitaretur formavit eam :
Ego Dominus, et non est alius.
18 Διοτι ουτω λεγει Κυριος, ο ποιησας τους ουρανους? αυτος ο Θεος, ο πλασας την γην και ποιησας αυτην? οστις αυτος εστερεωσεν αυτην, εκτισεν αυτην ουχι ματαιως αλλ' επλασεν αυτην δια να κατοικηται? Εγω ειμαι ο Κυριος και δεν υπαρχει αλλος.
19 Non in abscondito locutus sum,
in loco terræ tenebroso ;
non dixi semini Jacob frustra :
Quærite me :
ego Dominus loquens justitiam,
annuntians recta.
19 Δεν ελαλησα εν κρυπτω ουδε εν σκοτεινω τοπω της γης? δεν ειπα προς το σπερμα του Ιακωβ, Ζητησατε με ματαιως? εγω ειμαι ο Κυριος, ο λαλων δικαιοσυνην, ο αναγγελλων ευθυτητα.
20 Congregamini, et venite, et accedite simul
qui salvati estis ex gentibus :
nescierunt qui levant lignum sculpturæ suæ,
et rogant deum non salvantem.
20 Συναχθητε και ελθετε? πλησιασατε ομου, οι σεσωσμενοι των εθνων? δεν εχουσι νοησιν, οσοι σηκονουσι το γλυπτον ξυλον αυτων και προσευχονται εις θεον μη δυναμενον να σωση.
21 Annuntiate, et venite,
et consiliamini simul.
Quis auditum fecit hoc ab initio,
ex tunc prædixit illud ?
numquid non ego Dominus,
et non est ultra deus absque me ?
Deus justus, et salvans non est præter me.
21 Απαγγειλατε και φερετε αυτους πλησιον? μαλιστα, ας συμβουλευθωσιν ομου? τις ανηγγειλε τουτο απ' αρχης; τις εφανερωσε τουτο εξ εκεινου του καιρου; ουχι εγω ο Κυριος; και δεν υπαρχει εκτος εμου αλλος Θεος? Θεος δικαιος και Σωτηρ? δεν υπαρχει εκτος εμου.
22 Convertimini ad me, et salvi eritis,
omnes fines terræ,
quia ego Deus, et non est alius.
22 Εις εμε βλεψατε και σωθητε, παντα τα περατα της γης? διοτι εγω ειμαι ο Θεος και δεν υπαρχει αλλος.
23 In memetipso juravi ;
egredietur de ore meo justitiæ verbum,
et non revertetur :
quia mihi curvabitur omne genu,
et jurabit omnis lingua.
23 Ωμοσα εις εμαυτον? ο λογος εξηλθεν εκ του στοματος μου εν δικαιοσυνη και δεν θελει επιστραφη, Οτι παν γονυ θελει καμψει εις εμε, πασα γλωσσα θελει ομνυει εις εμε.
24 Ergo in Domino, dicet,
meæ sunt justitiæ et imperium ;
ad eum venient, et confundentur
omnes qui repugnant ei.
24 Βεβαιως θελουσιν ειπει περι εμου, Εν τω Κυριω ειναι η δικαιοσυνη και η δυναμις? εις αυτον θελουσι προσελθει και θελουσι καταισχυνθη παντες οι οργιζομενοι εναντιον αυτου.
25 In Domino justificabitur, et laudabitur
omne semen Israël.
25 Εν τω Κυριω θελει δικαιωθη απαν το σπερμα του Ισραηλ.