Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Izajás könyve 5


font
KÁLDI-NEOVULGÁTALXX
1 Hadd énekeljek kedvesemről, szerelmesem énekét szőlőjéről! Szőlője volt kedvesemnek termékeny hegytetőn;1 ασω δη τω ηγαπημενω ασμα του αγαπητου τω αμπελωνι μου αμπελων εγενηθη τω ηγαπημενω εν κερατι εν τοπω πιονι
2 körülásta, és a kövektől megtisztította, majd beültette nemes szőlővel; közepén tornyot épített, sajtót is vájt benne; és várta, hogy szőlőfürtöt teremjen, de vadszőlőt termett.2 και φραγμον περιεθηκα και εχαρακωσα και εφυτευσα αμπελον σωρηχ και ωκοδομησα πυργον εν μεσω αυτου και προληνιον ωρυξα εν αυτω και εμεινα του ποιησαι σταφυλην εποιησεν δε ακανθας
3 Most hát, Jeruzsálem lakói és Júda férfiai, tegyetek igazságot köztem és szőlőm között!3 και νυν ανθρωπος του ιουδα και οι ενοικουντες εν ιερουσαλημ κρινατε εν εμοι και ανα μεσον του αμπελωνος μου
4 Mit kellett volna még tennem szőlőmmel, amit nem tettem meg vele? Amikor azt vártam, hogy szőlőfürtöt teremjen, miért vadszőlőt termett?4 τι ποιησω ετι τω αμπελωνι μου και ουκ εποιησα αυτω διοτι εμεινα του ποιησαι σταφυλην εποιησεν δε ακανθας
5 Most pedig hadd adjam tudtotokra, mit teszek szőlőmmel! Eltávolítom sövényét, hadd pusztítsák el; lerombolom kerítését, hadd tapossák össze.5 νυν δε αναγγελω υμιν τι ποιησω τω αμπελωνι μου αφελω τον φραγμον αυτου και εσται εις διαρπαγην και καθελω τον τοιχον αυτου και εσται εις καταπατημα
6 Pusztává teszem: nem metszik meg többé, és nem kapálják, fölveri a tövis és a tüske; és megparancsolom a felhőknek, hogy esőt ne hullassanak rá.6 και ανησω τον αμπελωνα μου και ου μη τμηθη ουδε μη σκαφη και αναβησεται εις αυτον ως εις χερσον ακανθα και ταις νεφελαις εντελουμαι του μη βρεξαι εις αυτον υετον
7 Bizony, a Seregek Urának szőlője Izrael háza, és Júda férfiai az ő gyönyörű ültetvénye; jogot várt, de íme, csak visszaélés van, igazságot, de íme, csupa jajveszékelés!7 ο γαρ αμπελων κυριου σαβαωθ οικος του ισραηλ εστιν και ανθρωπος του ιουδα νεοφυτον ηγαπημενον εμεινα του ποιησαι κρισιν εποιησεν δε ανομιαν και ου δικαιοσυνην αλλα κραυγην
8 Jaj azoknak, akik házat házhoz kapcsolnak, szántóföldet szántóföldhöz csatolnak, amerre csak terjed a határ! Talán ti laktok csak az országban?8 ουαι οι συναπτοντες οικιαν προς οικιαν και αγρον προς αγρον εγγιζοντες ινα του πλησιον αφελωνται τι μη οικησετε μονοι επι της γης
9 Fülem hallatára megesküdött a Seregek Ura: »Bizony, rommá válik a sok ház, a nagyok és szépek lakatlanokká!«9 ηκουσθη γαρ εις τα ωτα κυριου σαβαωθ ταυτα εαν γαρ γενωνται οικιαι πολλαι εις ερημον εσονται μεγαλαι και καλαι και ουκ εσονται οι ενοικουντες εν αυταις
10 Mert tíz hold szőlő csak egy korsónyit terem, és tíz hómer vetőmag csak egy hómert terem.10 ου γαρ εργωνται δεκα ζευγη βοων ποιησει κεραμιον εν και ο σπειρων αρταβας εξ ποιησει μετρα τρια
11 Jaj azoknak, akik már kora reggel részegítő ital után futnak, és késő estig bor hevíti őket!11 ουαι οι εγειρομενοι το πρωι και το σικερα διωκοντες οι μενοντες το οψε ο γαρ οινος αυτους συγκαυσει
12 Citera és hárfa, dob és fuvola meg bor van lakomáikon, de az Úr cselekedetére nem néznek, és kezének művét nem látják!12 μετα γαρ κιθαρας και ψαλτηριου και τυμπανων και αυλων τον οινον πινουσιν τα δε εργα κυριου ουκ εμβλεπουσιν και τα εργα των χειρων αυτου ου κατανοουσιν
13 Ezért megy fogságba népem, mert semmit sem ért; nemessége éhen pusztul, tömege szomjúságtól eped el.13 τοινυν αιχμαλωτος ο λαος μου εγενηθη δια το μη ειδεναι αυτους τον κυριον και πληθος εγενηθη νεκρων δια λιμον και διψαν υδατος
14 Ezért kitátja torkát az alvilág, és végtelen szélesre nyitja száját; leszáll oda úr és szolganép, mely lármázik és vigad benne.14 και επλατυνεν ο αδης την ψυχην αυτου και διηνοιξεν το στομα αυτου του μη διαλιπειν και καταβησονται οι ενδοξοι και οι μεγαλοι και οι πλουσιοι και οι λοιμοι αυτης
15 Akkor majd meghajlik az ember, és megalázkodik a férfi, s a kevélyek szeme is megtörik.15 και ταπεινωθησεται ανθρωπος και ατιμασθησεται ανηρ και οι οφθαλμοι οι μετεωροι ταπεινωθησονται
16 Felmagasztosul az ítéletben a Seregek Ura, és a Szent Isten szentnek bizonyul igazságban.16 και υψωθησεται κυριος σαβαωθ εν κριματι και ο θεος ο αγιος δοξασθησεται εν δικαιοσυνη
17 Bárányok legelnek majd ott mint legelőjükön, s a termővé lett romokon idegenek dúskálnak.17 και βοσκηθησονται οι διηρπασμενοι ως ταυροι και τας ερημους των απειλημμενων αρνες φαγονται
18 Jaj azoknak, akik a hamisság köteleivel vonszolják a bűnt, és mint a szekér kötelével, a vétket!18 ουαι οι επισπωμενοι τας αμαρτιας ως σχοινιω μακρω και ως ζυγου ιμαντι δαμαλεως τας ανομιας
19 Akik így szólnak: »Siessen az Úr, siettesse művét, hadd lássuk! Közeledjék és jöjjön el Izrael Szentjének terve, hadd ismerjük meg!«19 οι λεγοντες το ταχος εγγισατω α ποιησει ινα ιδωμεν και ελθατω η βουλη του αγιου ισραηλ ινα γνωμεν
20 Jaj azoknak, akik a rosszat jónak mondják, és a jót rossznak; akik a sötétséget világossággá teszik, és a világosságot sötétséggé; akik a keserűt édessé teszik, és az édest keserűvé!20 ουαι οι λεγοντες το πονηρον καλον και το καλον πονηρον οι τιθεντες το σκοτος φως και το φως σκοτος οι τιθεντες το πικρον γλυκυ και το γλυκυ πικρον
21 Jaj azoknak, akik bölcsek a maguk szemében, és önmaguk előtt okosak!21 ουαι οι συνετοι εν εαυτοις και ενωπιον εαυτων επιστημονες
22 Jaj azoknak, akik hősök a borivásban, és vitézek a részegítő ital keverésében;22 ουαι οι ισχυοντες υμων οι τον οινον πινοντες και οι δυνασται οι κεραννυντες το σικερα
23 akik ajándékért fölmentik a gonoszt, és az igaztól elveszik igazát!23 οι δικαιουντες τον ασεβη ενεκεν δωρων και το δικαιον του δικαιου αιροντες
24 Ezért, ahogy felfalja a tarlót a tűz nyelve, és a szénát a láng elemészti, úgy korhad el gyökerük, és virágjuk elszáll, mint a por; mert elvetették a Seregek Urának tanítását, és Izrael Szentjének beszédét meggyalázták.24 δια τουτο ον τροπον καυθησεται καλαμη υπο ανθρακος πυρος και συγκαυθησεται υπο φλογος ανειμενης η ριζα αυτων ως χνους εσται και το ανθος αυτων ως κονιορτος αναβησεται ου γαρ ηθελησαν τον νομον κυριου σαβαωθ αλλα το λογιον του αγιου ισραηλ παρωξυναν
25 Ezért lángolt fel az Úr haragja népe ellen, kinyújtotta kezét fölé, és megverte őt; akkor megrendültek a hegyek, és holttestük annyi lett, mint a szemét az utcák közepén. Mindezzel nem fordult el haragja, hanem keze még ki van nyújtva.25 και εθυμωθη οργη κυριος σαβαωθ επι τον λαον αυτου και επεβαλεν την χειρα αυτου επ' αυτους και επαταξεν αυτους και παρωξυνθη τα ορη και εγενηθη τα θνησιμαια αυτων ως κοπρια εν μεσω οδου και εν πασι τουτοις ουκ απεστραφη ο θυμος αλλ' ετι η χειρ υψηλη
26 Zászlót emel egy távoli nemzetnek, és füttyszóval előhívja a föld végéről, s az íme, sietve, gyorsan eljön.26 τοιγαρουν αρει συσσημον εν τοις εθνεσιν τοις μακραν και συριει αυτοις απ' ακρου της γης και ιδου ταχυ κουφως ερχονται
27 Nincs közte fáradt, és nincs kimerült, nem szunnyad senki, és nem alszik; nem oldódik meg csípőjének öve, és nem szakad el sarujának szíja.27 ου πεινασουσιν ουδε κοπιασουσιν ουδε νυσταξουσιν ουδε κοιμηθησονται ουδε λυσουσιν τας ζωνας αυτων απο της οσφυος αυτων ουδε μη ραγωσιν οι ιμαντες των υποδηματων αυτων
28 Nyilai hegyesek, és minden íja megfeszítve; lovainak patája mintha kova volna, és kerekei mint a szélvihar.28 ων τα βελη οξεια εστιν και τα τοξα αυτων εντεταμενα οι ποδες των ιππων αυτων ως στερεα πετρα ελογισθησαν οι τροχοι των αρματων αυτων ως καταιγις
29 Bömbölése mint az oroszláné, bömböl, mint az oroszlánkölykök; morog, és megragadja a prédát, biztonságba helyezi, és nincs, aki elragadja tőle.29 ορμωσιν ως λεοντες και παρεστηκαν ως σκυμνος λεοντος και επιλημψεται και βοησει ως θηριου και εκβαλει και ουκ εσται ο ρυομενος αυτους
30 Azon a napon dübörög majd nagyon, mint a tenger morajlása. Ha rátekint valaki a földre, íme, ott rémterhes sötétség, még a világosságot is elűzi a homálya.30 και βοησει δι' αυτους εν τη ημερα εκεινη ως φωνη θαλασσης κυμαινουσης και εμβλεψονται εις την γην και ιδου σκοτος σκληρον εν τη απορια αυτων