Scrutatio

Giovedi, 9 maggio 2024 - Beata Maria Teresa di Gesù (Carolina Gerhardinger) ( Letture di oggi)

Kivonulás könyve 4


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 Mózes azt felelte: »Nem hisznek majd nekem, és nem hallgatnak szavamra! Azt fogják mondani: ‘Nem is jelent meg neked az Úr!’«1 Απεκριθη δε ο Μωυσης και ειπε, Αλλ' ιδου, δεν θελουσι πιστευσει εις εμε ουδε θελουσιν εισακουσει εις την φωνην μου? διοτι θελουσιν ειπει, δεν εφανη εις σε ο Κυριος.
2 Ezért az Úr azt mondta neki: »Mi az, amit kezedben tartasz?« Ő azt felelte: »Egy bot.«2 Και ειπε προς αυτον ο Κυριος, Τι ειναι τουτο, το εν τη χειρι σου; Ο δε ειπε, Ραβδος.
3 Az Úr erre azt mondta: »Dobd csak le a földre!« Ő ledobta, s az kígyóvá változott, úgyhogy Mózes elfutott.3 Και ειπε, Ριψον αυτην κατα γης. Και ερριψεν αυτην κατα γης και εγεινεν οφις? και εφυγεν ο Μωυσης απ' εμπροσθεν αυτου.
4 Aztán azt mondta neki az Úr: »Nyújtsd ki a kezedet, és fogd meg a farkát!« Ő kinyújtotta és megfogta, és az bottá változott a kezében.4 Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Εκτεινον την χειρα σου και πιασον αυτον απο της ουρας? και εκτεινας την χειρα αυτου επιασεν αυτον και εγεινε ραβδος εν τη χειρι αυτου?
5 »Hogy elhiggyék – folytatta –, hogy megjelent neked az Úr, atyáik Istene, Ábrahám Istene, Izsák Istene és Jákob Istene!«5 δια να πιστευσωσιν οτι εφανη εις σε Κυριος ο Θεος των πατερων αυτων, ο Θεος του Αβρααμ, ο Θεος του Ισαακ και ο Θεος του Ιακωβ.
6 Azután az Úr azt mondta: »Dugd csak be a kezedet a kebledbe!« Ő bedugta a keblébe, és amikor kihúzta, olyan volt a leprától, mint a hó.6 Και ειπεν ετι προς αυτον ο Κυριος, Βαλε τωρα την χειρα σου εις τον κολπον σου. Και εβαλε την χειρα αυτου εις τον κολπον αυτου? και οτε εξηγαγεν αυτην, ιδου, η χειρ αυτου λεπρα ως χιων.
7 »Dugd vissza a kezedet kebledbe!« – mondta azután. Ő visszadugta, és amikor megint kivette, olyan volt, mint a többi testrésze. –7 Και ειπε, Βαλε παλιν την χειρα σου εις τον κολπον σου. Και εβαλε την χειρα αυτου εις τον κολπον αυτου? και οτε εξηγαγεν αυτην εκ του κολπου αυτου, ιδου, αποκατεσταθη καθως η σαρξ αυτου.
8 »Ha nem hinnének neked – mondta –, és nem hallgatnának az első jel szavára, majd hisznek a második jel szavára.8 Εαν δε, ειπεν ο Κυριος, δεν πιστευσωσιν εις σε μηδε εισακουσωσιν εις την φωνην του σημειου του πρωτου, θελουσι πιστευσει εις την φωνην του σημειου του δευτερου?
9 Ha pedig e két jelre sem hinnének, és nem hallgatnának szavadra, végy vizet a folyóból, öntsd szét a szárazon, és amit a folyóból merítettél, vérré fog változni!«9 εαν δε δεν πιστευσωσι και εις τα δυο ταυτα σημεια μηδε εισακουσωσιν εις την φωνην σου, θελεις λαβει εκ του υδατος του ποταμου και θελεις χυσει αυτο επι της ξηρας? και το υδωρ, το οποιον ηθελες λαβει εκ του ποταμου, θελει γεινει αιμα επι της ξηρας.
10 Mózes erre azt mondta: »Kérlek, Uram, nem vagyok én a szavak embere, sem tegnap, sem tegnapelőtt nem voltam az, sem azelőtt, mielőtt szolgáddal beszéltél volna. Nehéz ajkú, nehéz beszédű ember vagyok én!«10 Και ειπεν ο Μωυσης προς τον Κυριον, Δεομαι, Κυριε? εγω δεν ειμαι ευλαλος ουτε απο χθες ουτε απο προχθες ουτε αφ' ης ωρας ελαλησας προς τον δουλον σου? αλλ' ειμαι βραδυστομος και βραδυγλωσσος.
11 Az Úr azt felelte neki: »Ki teremtett szájat az embernek, vagy ki tesz némává és süketté, látóvá és vakká? Nem én, az Úr?11 Και ειπε προς αυτον ο Κυριος, Τις εδωκε στομα εις τον ανθρωπον; η τις εκαμε τον ευλαλον, η τον κωφον η τον βλεποντα τον τυφλον; ουχι εγω ο Κυριος;
12 Menj tehát, én pedig a száddal leszek, és megtanítalak arra, hogy mit beszélj!«12 υπαγε λοιπον τωρα και εγω θελω εισθαι μετα του στοματος σου και θελω σε διδαξει ο, τι μελλεις να λαλησης.
13 De ő ellenvetette: »Kérlek, Uram, küldj mást, ha valakit küldeni akarsz!«13 Ο δε ειπε, Δεομαι, Κυριε, αποστειλον οντινα εχεις να αποστειλης.
14 Megharagudott ezért az Úr Mózesre, és így szólt: »Tudom, hogy Áron, a te levita bátyád ékesen szóló. Íme, ő eléd fog jönni, és ha meglát, szívből fog örülni.14 Και εξηφθη ο θυμος του Κυριου κατα του Μωυσεως? και ειπε, Δεν ειναι Ααρων ο αδελφος σου ο Λευιτης; εξευρω οτι αυτος δυναται να λαλη καλως? και μαλιστα, ιδου, εξερχεται εις συναντησιν σου και οταν σε ιδη, θελει χαρη εν τη καρδια αυτου?
15 Beszélj majd vele, add szájába szavaimat, és én a te száddal és az ő szájával leszek, s megmutatom nektek, mit kell tennetek!15 συ λοιπον θελεις λαλει προς αυτον και θελεις βαλλει τους λογους εις το στομα αυτου? εγω δε θελω εισθαι μετα του στοματος σου και μετα του στοματος εκεινου και θελω σας διδαξει ο, τι πρεπει να πραξητε?
16 Ő beszél majd helyetted a néphez, ő lesz a te szád, te meg olyan leszel neki, mint az Isten.16 και αυτος θελει λαλει αντι σου προς τον λαον? και αυτος θελει εισθαι εις σε αντι στοματος, συ δε θελεις εισθαι εις αυτον αντι Θεου?
17 Vedd kezedbe ezt a botot is, s vidd végbe vele a jeleket!«17 λαβε δε εις την χειρα σου την ραβδον ταυτην, με την οποιαν θελεις καμνει τα σημεια.
18 Elment tehát Mózes, és visszatért apósához, Jetróhoz. Azt mondta neki: »Elmegyek, visszatérek testvéreimhez Egyiptomba, hogy lássam, élnek-e még.« Jetró azt felelte neki: »Menj békességgel!«18 Και ανεχωρησεν ο Μωυσης και επεστρεψε προς τον Ιοθορ τον πενθερον αυτου και ειπε προς αυτον, Ας υπαγω, παρακαλω, και ας επιστρεψω προς τους αδελφους μου, τους εν Αιγυπτω, και ας ιδω αν ζωσιν ετι. Και ειπεν ο Ιοθορ προς τον Μωυσην, Υπαγε εν ειρηνη.
19 Az Úr ugyanis ezt mondta Mózesnek Mádiánban: »Menj, térj vissza Egyiptomba, mert meghaltak mindazok, akik életedre törtek!«19 Ο δε Κυριος ειπε προς τον Μωυσην εν Μαδιαμ, Υπαγε, επιστρεψον εις Αιγυπτον? διοτι απεθανον παντες οι ανθρωποι οι ζητουντες την ψυχην σου.
20 Mózes tehát fogta feleségét és fiait, szamárra ültette őket, és visszatért Egyiptomba, kezében Isten botjával.20 Τοτε παραλαβων ο Μωυσης την γυναικα αυτου και τα τεκνα αυτου και καθισας αυτα επι ονους επεστρεψεν εις την γην της Αιγυπτου? ελαβε δε ο Μωυσης την ραβδον του Θεου εν τη χειρι αυτου.
21 Miközben úton volt Egyiptomba, az Úr azt mondta neki: »Vigyázz, hogy minden csodát, amelyet a kezedbe adtam, véghez vígy a fáraó előtt! Én azonban megkeményítem az ő szívét, s ő nem fogja elengedni a népet.21 Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Οταν υπαγης και επιστρεψης εις Αιγυπτον, ιδε να καμης εμπροσθεν του Φαραω παντα τα θαυμασια, τα οποια εδωκα εις την χειρα σου? πλην εγω θελω σκληρυνει την καρδιαν αυτου, και δεν θελει εξαποστειλει τον λαον?
22 Mondd azért majd azt neki: Ezt üzeni az Úr: Izrael elsőszülött fiam nekem.22 και θελεις ειπει προς τον Φαραω, Ουτω λεγει Κυριος? Υιος μου ειναι, πρωτοτοκος μου, ο Ισραηλ?
23 Megmondtam ezért neked: Engedd el fiamat, hogy szolgáljon nekem, de te nem akartad elengedni! Íme, én megölöm a te elsőszülött fiadat!«23 και προς σε λεγω, Εξαποστειλον τον υιον μου, δια να με λατρευση? και εαν δεν θελης να εξαποστειλης αυτον, ιδου, εγω θελω θανατωσει τον υιον σου, τον πρωτοτοκον σου.
24 Amikor úton volt, a szálláson eléje állt az Úr, és meg akarta őt ölni.24 Ενω δε ο Μωυσης ητο εν τη οδω, εν τω καταλυματι, συνηντησεν αυτον ο Κυριος και εζητει να θανατωση αυτον.
25 Cippóra azonban mindjárt fogott egy jó éles követ, körülmetélte a fia előbőrét, aztán megérintette azzal a lábát, és így szólt: »Vérvőlegényem vagy te nekem!«25 Και λαβουσα η Σεπφωρα λιθαριον κοπτερον, περιετεμε την ακροβυστιαν του υιου αυτης, και ερριψεν εις τους ποδας αυτου, λεγουσα, Βεβαιως νυμφιος αιματων εισαι εις εμε.
26 Alighogy kimondta az asszony, hogy »Vérvőlegényem vagy a körülmetélés miatt«, az Úr eltávozott tőle.26 Και απηλθεν απ' αυτου? η δε ειπε, Νυμφιος αιματων εισαι ενεκα της περιτομης.
27 Áronhoz pedig így szólt az Úr: »Menj Mózes elé a pusztába!« Ő elment, Isten hegyénél találkozott vele, és megcsókolta.27 Ειπε δε Κυριος προς τον Ααρων, Υπαγε προς συναντησιν του Μωυσεως εις την ερημον. Και υπηγε και συνηντησεν αυτον εν τω ορει του Θεου και ησπασθη αυτον.
28 Erre Mózes elbeszélte Áronnak az Úr minden szavát, amellyel őt küldte, és mindazokat a jeleket, amelyeket rendelt.28 Και απηγγειλεν ο Μωυσης προς τον Ααρων παντας τους λογους του Κυριου, τους οποιους παρηγγειλεν εις αυτον, και παντα τα σημεια, τα οποια προσεταξεν εις αυτον.
29 Aztán elmentek együtt, és összegyűjtötték Izrael fiainak valamennyi vénjét.29 Υπηγαν λοιπον ο Μωυσης και ο Ααρων και συνηγαγον παντας τους πρεσβυτερους των υιων Ισραηλ?
30 Áron elmondta mindazokat a szavakat, amelyeket az Úr Mózesnek mondott, ő pedig véghezvitte a jeleket a nép előtt.30 και ελαλησεν ο Ααρων παντας τους λογους, τους οποιους ο Κυριος ελαλησε προς τον Μωυσην, και εκαμε τα σημεια ενωπιον του λαου.
31 Hitt erre a nép, és amikor meghallották, hogy az Úr megemlékezett Izrael fiairól, és rátekintett nyomorúságukra, meghajoltak és leborultak.31 Και επιστευσεν ο λαος? και οτε ηκουσεν οτι ο Κυριος επεσκεφθη τους υιους Ισραηλ και οτι επεβλεψεν επι την ταλαιπωριαν αυτων, κυψαντες προσεκυνησαν.