1 Elihú tomó la palabra y dijo: | 1 Και ο Ελιου εξηκολουθησε και ειπεν? |
2 Sopórtame un poco, y yo te instruiré: aún queda algo por decir en defensa de Dios. | 2 Υπομεινον με ολιγον, και θελω σε διδαξει? διοτι εχω ετι λογους υπερ του Θεου. |
3 Traeré de lejos mi saber para justificar a mi Creador | 3 Θελω λαβει τα επιχειρηματα μου μακροθεν, και θελω αποδωσει δικαιοσυνην εις τον Ποιητην μου? |
4 No, mis palabras no mienten: es un maestro consumado el que está junto a ti. | 4 διοτι οι λογοι μου επ' αληθειας δεν θελουσιν εισθαι ψευδεις? πλησιον σου ειναι ο τελειος κατα την γνωσιν. |
5 Dios es grande y no se retracta, él es grande por la firmeza de sus decisiones. | 5 Ιδου, ο Θεος ειναι ισχυρος, ομως δεν καταφρονει ουδενα? ισχυρος εις δυναμιν σοφιας. |
6 El no deja vivir al malvado y hace justicia a los oprimidos | 6 Δεν θελει ζωοποιησει τον ασεβη? εις δε τους πτωχους διδει το δικαιον. |
7 No retira sus ojos de los justos, los sienta en el trono con los reyes y los exalta para siempre. | 7 Δεν αποσυρει τους οφθαλμους αυτου απο των δικαιων, αλλα και μετα βασιλεων βαλλει αυτους επι θρονου? μαλιστα καθιζει αυτους διαπαντος, και ειναι υψωμενοι. |
8 Si a veces están atados con cadenas, o prisioneros en los lazos de opresión, | 8 Και εαν ηθελον εισθαι δεδεμενοι με δεσμα και πιασθη με σχοινια θλιψεως, |
9 es para denunciarles sus acciones y las rebeldías que cometieron en su arrogancia. | 9 τοτε φανερονει εις αυτους τα εργα αυτων και τας παραβασεις αυτων, οτι υπερηυξησαν, |
10 El les abre el oído para que se corrijan y los exhorta a convertirse de la maldad. | 10 και ανοιγει το ωτιον αυτων εις διδασκαλιαν, και απο της ανομιας προσταζει να επιστρεψωσιν. |
11 Si ellos escuchan y se someten, acaban sus días prósperamente y sus años en medio de delicias; | 11 Εαν υπακουσωσι και δουλευσωσι, θελουσι τελειωσει τας ημερας αυτων εν αγαθοις και τα ετη αυτων εν ευφροσυναις. |
12 pero si no escuchan, atraviesan el Canal y perecen a causa de su ignorancia. | 12 Αλλ' εαν δεν υπακουσωσι, θελουσι διαπερασθη υπο ρομφαιας και θελουσι τελευτησει εν αγνωσια. |
13 Los de corazón impío, que acumulan rencor y no piden auxilio cuando él los encadena, | 13 Οι δε υποκριται την καρδιαν επισωρευουσιν οργην? δεν θελουσι βοησει οταν δεση αυτους? |
14 mueren en plena juventud, como se consumen los de vida licenciosa. | 14 αυτοι αποθνησκουσιν εν τη νεοτητι, και η ζωη αυτων τελειονει μεταξυ των ασελγων. |
15 Con la opresión, él salva al oprimido y le abre el oído por medio de la aflicción. | 15 Λυτρονει τον τεθλιμμενον εν τη θλιψει αυτου και ανοιγει τα ωτα αυτων εν συμφορα? |
16 También a ti te invita a pasar de la angustia a un lugar espacioso y sin estrechez, donde tu mesa, bien servida, estará llena de manjares. | 16 και ουτως ηθελε σε εκβαλει απο της στενοχωριας εις ευρυχωριαν, οπου δεν υπαρχει στενοχωρια? και το παρατιθεμενον επι της τραπεζης σου θελει εισθαι πληρες παχους. |
17 Pero si tu medida está colmada para el juicio condenatorio, el juicio y la sentencia te arrastrarán. | 17 Αλλα συ εξεπληρωσας δικην ασεβους? δικη και κρισις θελουσι σε καταλαβει. |
18 Que el furor no te incite a la rebeldía ni te extravíe la magnitud de la expiación. | 18 Επειδη υπαρχει θυμος, προσεχε μη σε εξαφανιση δια της προσβολης αυτου? τοτε ουδε μεγα λυτρον ηθελε σε λυτρωσει. |
19 ¿Acaso en el peligro valdrán ante Dios tus riquezas y todos los alardes de la fuerza? | 19 Θελει αποβλεψει εις τα πλουτη σου, ουτε εις χρυσιον ουτε εις πασαν την ισχυν της δυναμεως; |
20 No suspires por aquella noche en que los pueblos serán arrancados de su sitio, | 20 Μη επιποθει την νυκτα, καθ' ην οι λαοι εκκοπτονται εν τω τοπω αυτων. |
21 ¡Cuídate de volverte hacia la maldad, ya que por eso fuiste probado con la desgracia! | 21 Προσεχε, μη στραφης προς την ανομιαν? διοτι συ προεκρινας τουτο μαλλον παρα την θλιψιν. |
22 Sí, Dios es sublime por la fuerza: ¿quién instruye como él? | 22 Ιδου, ο Θεος ειναι υψωμενος δια της δυναμεως αυτου? τις διδασκει ως αυτος; |
23 ¿Quién inspecciona su conducta? ¿Quién puede decirle: «Has obrado mal»? | 23 Τις διωρισεν εις αυτον την οδον αυτου; η τις δυναται να ειπη, Επραξας ανομιαν; |
24 Acuérdate más bien de exaltar su obra, que otros hombres celebren con sus cantos. | 24 Ενθυμου να μεγαλυνης το εργον αυτου, το οποιον θεωρουσιν οι ανθρωποι. |
25 Todo el mundo la contempla, el hombre la percibe desde lejos. | 25 Πας ανθρωπος βλεπει αυτο? ο ανθρωπος θεωρει αυτο μακροθεν. |
26 Sí, Dios es tan grande que no podemos comprenderlo, el número de sus años es insondable. | 26 Ιδου, ο Θεος ειναι μεγας και ακατανοητος εις ημας, και ο αριθμος των ετων αυτου ανεξερευνητος. |
27 El atrae hacia lo alto las gotas de agua y destila la lluvia que alimenta las vertientes: | 27 Οταν ανασυρη τας ρανιδας του υδατος, αυται καταχεουσιν εκ των ατμων αυτου βροχην, |
28 la lluvia que derraman las nubes y que cae a raudales sobre el suelo. | 28 την οποιαν τα νεφη ραινουσιν? αφθονως σταλαζουσιν επι τον ανθρωπον. |
29 ¿Quién comprenderá el desplazamiento de las nubes y el fragor que sale de su morada? | 29 Δυναται τις ετι να εννοηση τας εφαπλωσεις των νεφελων, τον κροτον της σκηνης αυτου; |
30 El extiende su luz a su alrededor y sumerge las profundidades del océano. | 30 Ιδου, εφαπλονει το φως αυτου επ' αυτην και σκεπαζει τους πυθμενας της θαλασσης? |
31 Así él sustenta a los pueblos y les da alimento en abundancia. | 31 επειδη δι' αυτων δικαζει τους λαους και διδει τροφην αφθονως. |
32 Cubre de rayos la palma de sus manos y le señala un blanco seguro. | 32 Εν ταις παλαμαις αυτου κρυπτει την αστραπην? και προσταζει αυτην εις ο, τι εχει να απαντηση. |
33 Su trueno anuncia su llegada, y en su ira, él crea la tempestad. | 33 Παραγγελλει εις αυτην υπερ του φιλου αυτου, κατα δε του ασεβους ετοιμαζει οργην. |