Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Daniele 4


font
BIBBIA CEI 1974GREEK BIBLE
1 Io Nabucodònosor ero tranquillo in casa e felice nella reggia,1 Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς, προς παντας τους λαους, εθνη και γλωσσας τους κατοικουντας επι πασης της γης? Ειρηνη ας πληθυνθη εις εσας.
2 quando ebbi un sogno che mi spaventò. Le immaginazioni che mi vennero mentre ero nel mio letto e le visioni che mi passarono per la mente mi turbarono.2 Τα σημεια και τα θαυμασια, τα οποια εκαμεν εις εμε ο Θεος ο Υψιστος, ηρεσεν ενωπιον μου να αναγγειλω.
3 Feci un decreto con cui ordinavo che tutti i saggi di Babilonia fossero condotti davanti a me, per farmi conoscere la spiegazione del sogno.
3 Ποσον ειναι μεγαλα τα σημεια αυτου? και ποσον ισχυρα τα θαυμασια αυτου? η βασιλεια αυτου ειναι βασιλεια αιωνιος και η εξουσια αυτου εις γενεαν και γενεαν.
4 Allora vennero i maghi, gli astrologi, i caldei e gli indovini, ai quali esposi il sogno, ma non me ne potevano dare la spiegazione.4 Εγω ο Ναβουχοδονοσορ ημην αναπαυομενος εν τω οικω μου και ακμαζων εν τω παλατιω μου.
5 Infine mi si presentò Daniele, chiamato Baltazzàr dal nome del mio dio, un uomo in cui è lo spirito degli dèi santi, e gli raccontai il sogno5 Ειδον ενυπνιον, το οποιον με κατεπληξε, και οι διαλογισμοι μου επι της κλινης μου και αι ορασεις της κεφαλης μου με εταραξαν.
6 dicendo: "Baltazzàr, principe dei maghi, poiché io so che lo spirito degli dèi santi è in te e che nessun segreto ti è difficile, ecco le visioni che ho avuto in sogno: tu dammene la spiegazione".
6 Δια τουτο εξεδωκα προσταγμα να εισαχθωσιν ενωπιον μου παντες οι σοφοι της Βαβυλωνος, δια να φανερωσωσιν εις εμε την ερμηνειαν του ενυπνιου.
7 Le visioni che mi passarono per la mente, mentre stavo a letto, erano queste:

Io stavo guardando
ed ecco un albero di grande altezza in mezzo alla terra.
7 Τοτε εισηλθον οι μαγοι, οι επαοιδοι, οι Χαλδαιοι και οι μαντεις? και εγω ειπα το ενυπνιον εμπροσθεν αυτων, αλλα δεν μοι εφανερωσαν την ερμηνειαν αυτου.
8 Quell'albero era grande, robusto,
la sua cima giungeva al cielo
e si poteva vedere fin dall'estremità della terra.
8 Υστερον δε ηλθεν ο Δανιηλ ενωπιον μου, του οποιου το ονομα ητο Βαλτασασαρ κατα το ονομα του Θεου μου, και εις τον οποιον ειναι το πνευμα των αγιων θεων? και εμπροσθεν τουτου ειπα το ενυπνιον, λεγων,
9 I suoi rami erano belli e i suoi frutti abbondanti
e vi era in esso da mangiare per tutti.
Le bestie della terra si riparavano alla sua ombra
e gli uccelli del cielo facevano il nido fra i suoi rami;
di lui si nutriva ogni vivente.
9 Βαλτασασαρ, αρχων των μαγων, επειδη εγνωρισα οτι το πνευμα των αγιων θεων ειναι εν σοι, και ουδεν κρυπτον ειναι δυσκολον εις σε, ειπε τας ορασεις του ενυπνιου μου, το οποιον ειδον, και την ερμηνειαν αυτου.
10 Mentre nel mio letto stavo osservando
le visioni che mi passavano per la mente,
ecco un vigilante, un santo, scese dal cielo
10 Ιδου αι ορασεις της κεφαλης μου επι της κλινης μου? Εβλεπον και ιδου, δενδρον εν μεσω της γης και το υψος αυτου μεγα.
11 e gridò a voce alta:
"Tagliate l'albero e stroncate i suoi rami:
scuotete le foglie, disperdetene i frutti:
fuggano le bestie di sotto e gli uccelli dai suoi rami.
11 Το δενδρον εμεγαλυνθη και ενεδυναμωθη και το υψος αυτου εφθανεν εως του ουρανου, και η θεα αυτου εως των περατων πασης της γης.
12 Lasciate però nella terra il ceppo con le radici,
legato con catene di ferro e di bronzo
fra l'erba della campagna.
Sia bagnato dalla rugiada del cielo
e la sua sorte sia insieme con le bestie sui prati.
12 Τα φυλλα αυτου ησαν ωραια και ο καρπος αυτου πολυς και εν αυτω ητο τροφη παντων? υπο την σκιαν αυτου ανεπαυοντο τα θηρια του αγρου, και εν τοις κλαδοις αυτου κατεσκηνουν τα πετεινα του ουρανου, και εξ αυτου ετρεφετο πασα σαρξ.
13 Si muti il suo cuore e invece di un cuore umano
gli sia dato un cuore di bestia:
sette tempi passeranno su di lui.
13 Ειδον εν ταις ορασεσι της κεφαλης μου επι της κλινης μου και ιδου, φυλαξ και αγιος κατεβη εκ του ουρανου,
14 Così è deciso per sentenza dei vigilanti
e secondo la parola dei santi.

Così i viventi sappiano che l'Altissimo domina sul regno degli uomini e che egli lo può dare a chi vuole e insediarvi anche il più piccolo degli uomini".
14 και εφωνησε μεγαλοφωνως και ειπεν ουτω? Κοψατε το δενδρον και αποκοψατε τους κλαδους αυτου? εκτιναξατε τα φυλλα αυτου και διασκορπισατε τον καρπον αυτου? ας φυγωσι τα θηρια υποκατωθεν αυτου και τα πετεινα απο των κλαδων αυτου?
15 Questo è il sogno, che io, re Nabucodònosor, ho fatto. Ora tu, Baltazzàr, dammene la spiegazione. Tu puoi darmela, perché, mentre fra tutti i saggi del mio regno nessuno me ne spiega il significato, in te è lo spirito degli dèi santi.

15 το στελεχος ομως των ριζων αυτου αφησατε εν τη γη, και τουτο με δεσμον σιδηρουν και χαλκουν, εν τω τρυφερω χορτω του αγρου? και θελει βρεχεσθαι με την δροσον του ουρανου και η μερις αυτου θελει εισθαι μετα των θηριων εν τω χορτω της γης?
16 Allora Daniele, chiamato Baltazzàr, rimase per qualche tempo confuso e turbato dai suoi pensieri. Ma il re gli si rivolse: "Baltazzàr, il sogno non ti turbi e neppure la sua spiegazione". Rispose Baltazzàr: "Signor mio, valga il sogno per i tuoi nemici e la sua spiegazione per i tuoi avversari.16 η καρδια αυτου θελει μεταβληθη εκ της ανθρωπινης και θελει δοθη εις αυτον καρδια θηριου? και επτα καιροι θελουσι παρελθει επ' αυτον.
17 L'albero che tu hai visto, grande e robusto, la cui cima giungeva fino al cielo e si poteva vedere da tutta la terra17 Το πραγμα τουτο ειναι δια προσταγματος των φυλακων και η υποθεσις δια του λογου των αγιων? ωστε να γνωρισωσιν οι ζωντες, οτι ο Υψιστος ειναι Κυριος της βασιλειας των ανθρωπων, και εις οντινα θελει διδει αυτην, και το εξουθενημα των ανθρωπων καθιστα επ' αυτην.
18 e le cui foglie erano belle e i suoi frutti abbondanti e in cui c'era da mangiare per tutti e sotto il quale dimoravano le bestie della terra e sui cui rami facevano il nido gli uccelli del cielo,18 Τουτο το ενυπνιον ειδον εγω ο Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς? και συ, Βαλτασασαρ, ειπε την ερμηνειαν αυτου? διοτι παντες οι σοφοι του βασιλειου μου δεν ειναι ικανοι να φανερωσωσι προς εμε την ερμηνειαν? συ δε εισαι ικανος? διοτι το πνευμα των αγιων θεων ειναι εν σοι.
19 sei tu, re, che sei diventato grande e forte; la tua grandezza è cresciuta, è giunta al cielo e il tuo dominio si è esteso sino ai confini della terra.
19 Τοτε ο Δανιηλ, του οποιου το ονομα ητο Βαλτασασαρ, εμεινεν εκστατικος εως μιας ωρας, και οι διαλογισμοι αυτου εταραττον αυτον. Ο βασιλευς ελαλησε και ειπε, Βαλτασασαρ, ας μη σε ταραττη το ενυπνιον η η ερμηνεια αυτου. Ο Βαλτασασαρ απεκριθη και ειπε, Κυριε μου, το ενυπνιον ας επελθη επι τους μισουντας σε και η ερμηνεια αυτου επι τους εχθρους σου.
20 Che il re abbia visto un vigilante, un santo che scendeva dal cielo e diceva: Tagliate l'albero, spezzatelo, però lasciate nella terra il ceppo delle sue radici legato con catene di ferro e di bronzo fra l'erba della campagna e sia bagnato dalla rugiada del cielo e abbia sorte comune con le bestie della terra, finché sette tempi siano passati su di lui,20 Το δενδρον, το οποιον ειδες, το αυξηθεν και ενδυναμωθεν, του οποιου το υψος εφθανεν εως του ουρανου και η θεα αυτου επι πασαν την γην,
21 questa, o re, ne è la spiegazione e questo è il decreto dell'Altissimo, che deve essere eseguito sopra il re, mio signore:21 και τα φυλλα αυτου ησαν ωραια και ο καρπος αυτου πολυς, και τροφη παντων ητο εν αυτω, και υποκατω αυτου κατωκουν τα θηρια του αγρου, εν δε τοις κλαδοις αυτου κατεσκηνουν τα πετεινα του ουρανου,
22 Tu sarai cacciato dal consorzio umano e la tua dimora sarà con le bestie della terra; ti pascerai d'erba come i buoi e sarai bagnato dalla rugiada del cielo; sette tempi passeranno su di te, finché tu riconosca che l'Altissimo domina sul regno degli uomini e che egli lo da' a chi vuole.
22 συ εισαι το δενδρον τουτο, βασιλευ, οστις εμεγαλυνθης και ενεδυναμωθης? και η μεγαλωσυνη σου υψωθη και εφθασεν εως του ουρανου και η εξουσια σου εως των περατων της γης.
23 L'ordine che è stato dato di lasciare il ceppo con le radici dell'albero significa che il tuo regno ti sarà ristabilito, quando avrai riconosciuto che al Cielo appartiene il dominio.23 Περι δε του οτι ειδεν ο βασιλευς φυλακα και αγιον καταβαινοντα εκ του ουρανου και λεγοντα, Κοψατε το δενδρον και καταστρεψατε αυτο? μονον το στελεχος των ριζων αυτου αφησατε εν τη γη, και τουτο με δεσμον σιδηρουν και χαλκουν, εν τω τρυφερω χορτω του αγρου? και ας βρεχηται υπο της δροσου του ουρανου και μετα των θηριων του αγρου ας ηναι η μερις αυτου, εωσου παρελθωσιν επτα καιροι επ' αυτο?
24 Perciò, re, accetta il mio consiglio: sconta i tuoi peccati con l'elemosina e le tue iniquità con atti di misericordia verso gli afflitti, perché tu possa godere lunga prosperità".

24 αυτη ειναι η ερμηνεια, βασιλευ, και αυτη η αποφασις του Υψιστου, ητις εφθασεν επι τον κυριον μου τον βασιλεα?
25 Tutte queste cose avvennero al re Nabucodònosor.
25 και θελεις διωχθη εκ των ανθρωπων και μετα των θηριων του αγρου θελει εισθαι η κατοικια σου, και θελεις τρωγει χορτον ως οι βοες και υπο της δροσου του ουρανου θελεις βρεχεσθαι? και επτα καιροι θελουσι παρελθει επι σε, εωσου γνωρισης οτι ο Υψιστος ειναι Κυριος της βασιλειας των ανθρωπων και εις οντινα θελει, διδει αυτην.
26 Dodici mesi dopo, passeggiando sopra la terrazza della reggia di Babilonia,26 Περι δε του οτι προσεταχθη να αφησωσι το στελεχος των ριζων του δενδρου? το βασιλειον σου θελει στερεωθη εν σοι, αφου γνωρισης την ουρανιον εξουσιαν.
27 il re prese a dire: "Non è questa la grande Babilonia che io ho costruito come reggia per la gloria della mia maestà, con la forza della mia potenza?".
27 Δια τουτο, βασιλευ, ας γεινη δεκτη η συμβουλη μου προς σε, και εκκοψον τας αμαρτιας σου δια δικαιοσυνης και τας ανομιας σου δια οικτιρμων πενητων? ισως και διαρκεση η ευημερια σου.
28 Queste parole erano ancora sulle labbra del re, quando una voce venne dal cielo: "A te io parlo, re Nabucodònosor: il regno ti è tolto!28 Παντα ταυτα ηλθον επι τον Ναβουχοδονοσορ τον βασιλεα.
29 Sarai cacciato dal consorzio umano e la tua dimora sarà con le bestie della terra; ti pascerai d'erba come i buoi e passeranno sette tempi su di te, finché tu riconosca che l'Altissimo domina sul regno degli uomini e che egli lo da' a chi vuole".
29 Εν τω τελει δωδεκα μηνων, ενω περιεπατει επι του βασιλικου παλατιου της Βαβυλωνος,
30 In quel momento stesso si adempì la parola sopra Nabucodònosor. Egli fu cacciato dal consorzio umano, mangiò l'erba come i buoi e il suo corpo fu bagnato dalla rugiada del cielo: il pelo gli crebbe come le penne alle aquile e le unghie come agli uccelli.
30 ελαλησεν ο βασιλευς και ειπε, Δεν ειναι αυτη η Βαβυλων η μεγαλη, την οποιαν εγω ωκοδομησα δια καθεδραν του βασιλειου με την ισχυν της δυναμεως μου και εις τιμην της δοξης μου;
31 "Ma finito quel tempo, io Nabucodònosor alzai gli occhi al cielo e la ragione tornò in me e benedissi l'Altissimo; lodai e glorificai colui che vive in eterno,

la cui potenza è potenza eterna
e il cui regno è di generazione in generazione.
31 Ο λογος ητο ετι εν τω στοματι του βασιλεως και εγεινε φωνη εξ ουρανου λεγουσα, Προς σε αναγγελλεται, Ναβουχοδονοσορ βασιλευ? η βασιλεια παρηλθεν απο σου?
32 Tutti gli abitanti della terra
sono, davanti a lui, come un nulla;
egli dispone come gli piace delle schiere del cielo
e degli abitanti della terra.
Nessuno può fermargli la mano e dirgli: Che cosa fai?

32 και θελεις εκδιωχθη εκ των ανθρωπων και μετα των θηριων του αγρου θελει εισθαι η κατοικια σου? χορτον ως οι βοες θελεις τρωγει, και επτα καιροι θελουσι παρελθει επι σε, εωσου γνωρισης οτι ο Υψιστος ειναι Κυριος της βασιλειας των ανθρωπων, και εις οντινα θελει, διδει αυτην.
33 In quel tempo tornò in me la conoscenza e con la gloria del regno mi fu restituita la mia maestà e il mio splendore: i miei ministri e i miei prìncipi mi ricercarono e io fui ristabilito nel mio regno e mi fu concesso un potere anche più grande.33 Εν αυτη τη ωρα ο λογος εξετελεσθη επι τον Ναβουχοδονοσορ? και εξεδιωχθη εκ των ανθρωπων και χορτον ως οι βοες ετρωγε και υπο της δροσου του ουρανου το σωμα αυτου εβρεχετο, εωσου αι τριχες αυτου ηυξηνθησαν ως αετων πτερα και οι ονυχες αυτου ως ορνεων.
34 Ora io, Nabucodònosor, lodo, esalto e glorifico il Re del cielo: tutte le sue opere sono verità e le sue vie giustizia; egli può umiliare coloro che camminano nella superbia".34 Και εν τελει των ημερων, εγω ο Ναβουχοδονοσορ εσηκωσα τους οφθαλμους μου προς τον ουρανον και αι φρενες μου επεστρεψαν εις εμε και ευλογησα τον Υψιστον και ηνεσα και εδοξασα τον ζωντα εις τον αιωνα, του οποιου η εξουσια ειναι εξουσια αιωνιος και η βασιλεια αυτου εις γενεαν και γενεαν,
35 και παντες οι κατοικοι της γης λογιζονται ενωπιον αυτου ως ουδεν, και κατα την θελησιν αυτου πραττει εις το στρατευμα του ουρανου και εις τους κατοικους της γης, και δεν υπαρχει ο εμποδιζων την χειρα αυτου η ο λεγων προς αυτον, Τι εκαμες;
36 Εν τω αυτω καιρω αι φρενες μου επεστρεψαν εις εμε? και προς δοξαν της βασιλειας μου επανηλθεν εις εμε η λαμπροτης μου και η μορφη μου και οι αυλικοι μου και οι μεγιστανες μου με εζητουν, και εστερεωθην εν τη βασιλεια μου και μεγαλειοτης περισσοτερα προσετεθη εις εμε.
37 Τωρα εγω ο Ναβουχοδονοσορ αινω και υπερυψω και δοξαζω τον βασιλεα του ουρανου, διοτι παντα τα εργα αυτου ειναι αληθεια και αι οδοι αυτου κρισις, και τους περιπατουντας εν τη υπερηφανια δυναται να ταπεινωση.