ΙΩΒ - Giobbe - Job 11
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
LXX | VULGATA |
---|---|
1 υπολαβων δε σωφαρ ο μιναιος λεγει | 1 Respondens autem Sophar Naamathites, dixit : |
2 ο τα πολλα λεγων και αντακουσεται η και ο ευλαλος οιεται ειναι δικαιος ευλογημενος γεννητος γυναικος ολιγοβιος | 2 Numquid qui multa loquitur, non et audiet ? aut vir verbosus justificabitur ? |
3 μη πολυς εν ρημασιν γινου ου γαρ εστιν ο αντικρινομενος σοι | 3 Tibi soli tacebunt homines ? et cum ceteros irriseris, a nullo confutaberis ? |
4 μη γαρ λεγε οτι καθαρος ειμι τοις εργοις και αμεμπτος εναντιον αυτου | 4 Dixisti enim : Purus est sermo meus, et mundus sum in conspectu tuo. |
5 αλλα πως αν ο κυριος λαλησαι προς σε και ανοιξει χειλη αυτου μετα σου | 5 Atque utinam Deus loqueretur tecum, et aperiret labia sua tibi, |
6 ειτα αναγγελει σοι δυναμιν σοφιας οτι διπλους εσται των κατα σε και τοτε γνωση οτι αξια σοι απεβη απο κυριου ων ημαρτηκας | 6 ut ostenderet tibi secreta sapientiæ, et quod multiplex esset lex ejus : et intelligeres quod multo minora exigaris ab eo quam meretur iniquitas tua ! |
7 η ιχνος κυριου ευρησεις η εις τα εσχατα αφικου α εποιησεν ο παντοκρατωρ | 7 Forsitan vestigia Dei comprehendes, et usque ad perfectum Omnipotentem reperies ? |
8 υψηλος ο ουρανος και τι ποιησεις βαθυτερα δε των εν αδου τι οιδας | 8 Excelsior cælo est, et quid facies ? profundior inferno, et unde cognosces ? |
9 η μακροτερα μετρου γης η ευρους θαλασσης | 9 Longior terra mensura ejus, et latior mari. |
10 εαν δε καταστρεψη τα παντα τις ερει αυτω τι εποιησας | 10 Si subverterit omnia, vel in unum coarctaverit, quis contradicet ei ? |
11 αυτος γαρ οιδεν εργα ανομων ιδων δε ατοπα ου παροψεται | 11 Ipse enim novit hominum vanitatem ; et videns iniquitatem, nonne considerat ? |
12 ανθρωπος δε αλλως νηχεται λογοις βροτος δε γεννητος γυναικος ισα ονω ερημιτη | 12 Vir vanus in superbiam erigitur, et tamquam pullum onagri se liberum natum putat. |
13 ει γαρ συ καθαραν εθου την καρδιαν σου υπτιαζεις δε χειρας προς αυτον | 13 Tu autem firmasti cor tuum, et expandisti ad eum manus tuas. |
14 ει ανομον τι εστιν εν χερσιν σου πορρω ποιησον αυτο απο σου αδικια δε εν διαιτη σου μη αυλισθητω | 14 Si iniquitatem quæ est in manu tua abstuleris a te, et non manserit in tabernaculo tuo injustitia, |
15 ουτως γαρ αναλαμψει σου το προσωπον ωσπερ υδωρ καθαρον εκδυση δε ρυπον και ου μη φοβηθης | 15 tunc levare poteris faciem tuam absque macula ; et eris stabilis, et non timebis. |
16 και τον κοπον επιληση ωσπερ κυμα παρελθον και ου πτοηθηση | 16 Miseriæ quoque oblivisceris, et quasi aquarum quæ præterierunt recordaberis. |
17 η δε ευχη σου ωσπερ εωσφορος εκ δε μεσημβριας ανατελει σοι ζωη | 17 Et quasi meridianus fulgor consurget tibi ad vesperam ; et cum te consumptum putaveris, orieris ut lucifer. |
18 πεποιθως τε εση οτι εστιν σοι ελπις εκ δε μεριμνης και φροντιδος αναφανειται σοι ειρηνη | 18 Et habebis fiduciam, proposita tibi spe : et defossus securus dormies. |
19 ησυχασεις γαρ και ουκ εσται ο πολεμων σε μεταβαλομενοι δε πολλοι σου δεηθησονται | 19 Requiesces, et non erit qui te exterreat ; et deprecabuntur faciem tuam plurimi. |
20 σωτηρια δε αυτους απολειψει η γαρ ελπις αυτων απωλεια οφθαλμοι δε ασεβων τακησονται | 20 Oculi autem impiorum deficient, et effugium peribit ab eis : et spes illorum abominatio animæ. |