Scrutatio

Sabato, 15 giugno 2024 - Santa Germana ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 11


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 υπολαβων δε σωφαρ ο μιναιος λεγει1 És felelt a naámai Szófár, és ezt mondta:
2 ο τα πολλα λεγων και αντακουσεται η και ο ευλαλος οιεται ειναι δικαιος ευλογημενος γεννητος γυναικος ολιγοβιος2 »Válasz nélkül maradjon-e a bőbeszédű, vagy a fecsegőnek legyen-e igaza?
3 μη πολυς εν ρημασιν γινου ου γαρ εστιν ο αντικρινομενος σοι3 Egyedül előtted hallgassanak az emberek, s amikor gúnyolod a többieket, senki se utasítson rendre?
4 μη γαρ λεγε οτι καθαρος ειμι τοις εργοις και αμεμπτος εναντιον αυτου4 Úgy mondtad: ‘Szavaim kifogástalanok, és szeplő nélkül állok Előtted!’
5 αλλα πως αν ο κυριος λαλησαι προς σε και ανοιξει χειλη αυτου μετα σου5 Bár csak beszélne Isten veled, és nyitná meg ajkait ellened,
6 ειτα αναγγελει σοι δυναμιν σοφιας οτι διπλους εσται των κατα σε και τοτε γνωση οτι αξια σοι απεβη απο κυριου ων ημαρτηκας6 és mutatná meg neked a bölcsesség titkait – mert sokféle az ő törvénye –, akkor belátnád, hogy sokkal kevesebbet szenvedsz el tőle, mint ahogy bűnöd megérdemli.
7 η ιχνος κυριου ευρησεις η εις τα εσχατα αφικου α εποιησεν ο παντοκρατωρ7 Talán megérted Isten lábnyomait, és elérsz a Mindenható tökéletességéig?
8 υψηλος ο ουρανος και τι ποιησεις βαθυτερα δε των εν αδου τι οιδας8 Magasabb az az égnél – mit is tehetnél? Mélyebb az alvilágnál – hogy ismernéd meg?
9 η μακροτερα μετρου γης η ευρους θαλασσης9 Mértéke hosszabb a földnél és szélesebb a tengernél.
10 εαν δε καταστρεψη τα παντα τις ερει αυτω τι εποιησας10 Ha felborít, bezár vagy kényszerít, ki tud vele szembeszállni?
11 αυτος γαρ οιδεν εργα ανομων ιδων δε ατοπα ου παροψεται11 Mert ő ismeri az emberek hitványságát, és látva a bűnt, nemde tekintetbe veszi!
12 ανθρωπος δε αλλως νηχεται λογοις βροτος δε γεννητος γυναικος ισα ονω ερημιτη12 A balga férfi felfuvalkodik kevélységében, s azt hiszi, hogy mint a vadszamár csikója, szabadnak született!
13 ει γαρ συ καθαραν εθου την καρδιαν σου υπτιαζεις δε χειρας προς αυτον13 Te pedig, ha megerősíted szívedet és kitárod hozzá kezedet,
14 ει ανομον τι εστιν εν χερσιν σου πορρω ποιησον αυτο απο σου αδικια δε εν διαιτη σου μη αυλισθητω14 és ha bűn tapad kezedhez, elveted magadtól, és nem tűrsz sátradban jogtalanságot:
15 ουτως γαρ αναλαμψει σου το προσωπον ωσπερ υδωρ καθαρον εκδυση δε ρυπον και ου μη φοβηθης15 akkor szeplőtelenül emelheted fel arcodat, állhatsz szilárdan és nem kell félned.
16 και τον κοπον επιληση ωσπερ κυμα παρελθον και ου πτοηθηση16 Akkor elfelejtheted nyomorúságodat, úgy gondolsz majd rá, mint az elfolyt vizekre.
17 η δε ευχη σου ωσπερ εωσφορος εκ δε μεσημβριας ανατελει σοι ζωη17 Ragyogó lesz estéd, mintha dél lenne, s amikor azt hiszed, hogy elenyésztél, feltámadsz, mint a hajnali csillag;
18 πεποιθως τε εση οτι εστιν σοι ελπις εκ δε μεριμνης και φροντιδος αναφανειται σοι ειρηνη18 és jó kedvvel leszel, remény lesz előtted, körültekintesz és nyugton térhetsz pihenőre.
19 ησυχασεις γαρ και ουκ εσται ο πολεμων σε μεταβαλομενοι δε πολλοι σου δεηθησονται19 Lefekhetsz és senki sem riaszt, és sokan keresik majd kegyedet.
20 σωτηρια δε αυτους απολειψει η γαρ ελπις αυτων απωλεια οφθαλμοι δε ασεβων τακησονται20 A gonoszok szemei azonban elepednek, és menedékük elvész tőlük; a reményük pedig olyasvalami, amitől a lélek visszariad.«