Salmi 106
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
LA SACRA BIBBIA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Lodate il Signore, poiché è buono, poiché in eterno è la sua misericordia. | 1 Αλληλουια. Αινειτε τον Κυριον, διοτι ειναι αγαθος? διοτι το ελεος αυτου μενει εις τον αιωνα. |
2 Chi può narrare le gesta del Signore e far risuonare tutta la sua lode? | 2 Τις δυναται να κηρυξη τα κραταια εργα του Κυριου, να καμη ακουστας πασας τας αινεσεις αυτου; |
3 Beati quelli che osservano il diritto e agiscono con giustizia in ogni tempo. | 3 Μακαριοι οι φυλαττοντες κρισιν, οι πραττοντες δικαιοσυνην εν παντι καιρω. |
4 Ricòrdati di noi, o Signore, per amore del tuo popolo, vìsitaci con la tua salvezza, | 4 Μνησθητι μου, Κυριε, εν τη ευμενεια τη προς τον λαον σου? επισκεφθητι με εν τη σωτηρια σου? |
5 affinché vediamo la felicità dei tuoi eletti, ci rallegriamo della gioia del tuo popolo e ci gloriamo con la tua eredità. | 5 δια να βλεπω το καλον των εκλεκτων σου, δια να ευφραινωμαι εν τη ευφροσυνη του εθνους σου, δια να καυχωμαι μετα της κληρονομιας σου. |
6 Abbiamo peccato, come i nostri padri; abbiamo operato il male, abbiamo agito con empietà. | 6 Ημαρτησαμεν μετα των πατερων ημων? ηνομησαμεν, ησεβησαμεν. |
7 I nostri padri in Egitto non compresero i tuoi prodigi; non si ricordarono di tanti tuoi benefici; si ribellarono contro l'Eccelso presso il Mar Rosso. | 7 Οι πατερες ημων εν Αιγυπτω δεν ενοησαν τα θαυμασια σου? δεν ενεθυμηθησαν το πληθος του ελεους σου, και σε παρωργισαν εν τη θαλασση, εν τη Ερυθρα θαλασση. |
8 Ma Dio li salvò in grazia del suo nome, per rendere manifesta la sua potenza. | 8 Και ομως εσωσεν αυτους δια το ονομα αυτου, δια να καμη γνωστα τα κραταια εργα αυτου. |
9 Minacciò il Mar Rosso e si seccò; li condusse negli abissi, come in un deserto. | 9 Και επετιμησε την Ερυθραν θαλασσαν, και εξηρανθη? και διεβιβασεν αυτους δια των αβυσσων ως δι' ερημου? |
10 Li strappò dal potere di chi li odiava, li riscattò dal potere del nemico. | 10 και εσωσεν αυτους εκ της χειρος του μισουντος αυτους, και ελυτρωσεν αυτους εκ της χειρος του εχθρου. |
11 Le acque sommersero i loro avversari, non sopravvisse di loro neppure uno. | 11 Και τα υδατα κατεκαλυψαν τους εχθρους αυτων? δεν απελειφθη ουδε εις εξ αυτων. |
12 Allora credettero alle sue parole, e cantarono la sua lode. | 12 Τοτε επιστευσαν εις τους λογους αυτου? εψαλαν την αινεσιν αυτου. |
13 Ma dimenticarono presto le sue opere, non prestarono fede al suo disegno. | 13 Πλην ταχεως ελησμονησαν τα εργα αυτου? δεν περιεμειναν την βουλην αυτου? |
14 Si accesero le loro brame nel deserto, e tentarono Dio nella steppa. | 14 Αλλ' επεθυμησαν επιθυμιαν εν τη ερημω, και επειρασαν τον Θεον εν τη ανυδρω. |
15 Ed egli concesse quanto chiedevano e soddisfece la loro ingordigia. | 15 Και εδωκεν εις αυτους την αιτησιν αυτων? απεστειλεν ομως εις αυτους νοσον θανατηφορον. |
16 Si mostrarono gelosi contro Mosè negli accampamenti, contro Aronne, il santo del Signore. | 16 Εφθονησαν ετι τον Μωυσην εν τω στρατοπεδω και τον Ααρων τον αγιον του Κυριου. |
17 Allora si aprì la terra e inghiottì Datan, e seppellì il gruppo di Abiram. | 17 Η γη ηνοιξε και κατεπιε τον Δαθαν, και εσκεπασε την συναγωγην του Αβειρων? |
18 Divampò il fuoco nella sua fazione, e la fiamma divorò i ribelli. | 18 και πυρ εξηφθη εν τη συναγωγη αυτων? η φλοξ κατεκαυσε τους ασεβεις. |
19 Fecero un vitello sull'Oreb e si prostrarono davanti a un metallo fuso; | 19 Κατεσκευασαν μοσχον εν Χωρηβ, και προσεκυνησαν το χωνευτον? |
20 scambiarono la loro gloria con la figura di un toro che mangia fieno. | 20 και μετηλλαξαν την δοξαν αυτων εις ομοιωμα βοος τρωγοντος χορτον. |
21 Si erano dimenticati di Dio che li aveva salvati, che aveva operato in Egitto cose grandi: | 21 Ελησμονησαν τον Θεον τον σωτηρα αυτων τον ποιησαντα μεγαλεια εν Αιγυπτω, |
22 prodigi nella terra di Cam, portenti presso il Mar Rosso. | 22 θαυμασια εν γη Χαμ, φοβερα εν τη Ερυθρα θαλασση. |
23 Allora pensò di sterminarli, se Mosè, suo eletto, non si fosse eretto sulla breccia, davanti a lui, per stornare la sua ira dallo sterminio. | 23 Και ειπε να εξολοθρευση αυτους, αν ο Μωυσης ο εκλεκτος αυτου δεν ιστατο εν τη θραυσει ενωπιον αυτου, δια να αποστρεψη την οργην αυτου, ωστε να μη αφανιση αυτους. |
24 Rifiutarono un paese delizioso, non credettero alla sua parola. | 24 Κατεφρονησαν ετι την γην την επιθυμητην? δεν επιστευσαν εις τον λογον αυτου? |
25 Mormorarono nelle loro tende, non diedero ascolto alla voce del Signore. | 25 και εγογγυσαν εν ταις σκηναις αυτων? δεν εισηκουσαν της φωνης του Κυριου. |
26 Allora egli alzò su di loro la mano che li avrebbe abbattuti nel deserto | 26 Δια τουτο εσηκωσε την χειρα αυτου κατ' αυτων, δια να καταστρεψη αυτους εν τη ερημω. |
27 e avrebbe disperso fra le genti la loro progenie, li avrebbe disseminati per le regioni. | 27 και να στρεψη το σπερμα αυτων μεταξυ των εθνων και να διασκορπιση αυτους εις τους τοπους. |
28 Si asservirono a Baal di Peor, mangiarono sacrifici di morti. | 28 Και προσεκολληθησαν εις τον Βεελ-φεγωρ, και εφαγον θυσιας νεκρων? |
29 Lo provocarono con le loro azioni e scoppiò fra essi una pestilenza. | 29 και παρωξυναν αυτον εν τοις εργοις αυτων, ωστε εφωρμησεν επ' αυτους η πληγη. |
30 Intervenne Finees e agì da giudice e cessò la pestilenza; | 30 Αλλα σταθεις ο Φινεες εκαμε κρισιν? και η πληγη επαυσε? |
31 ciò gli fu imputato a giustizia, di generazione in generazione, per sempre. | 31 και ελογισθη εις αυτον δια δικαιοσυνην, εις γενεαν και γενεαν εως αιωνος. |
32 Lo irritarono presso le acque di Meriba e fu punito Mosè per causa loro; | 32 Και παρωξυναν αυτον εν τοις υδασι της αντιλογιας, και επαθε κακως ο Μωυσης δι' αυτους? |
33 poiché avevano amareggiato il suo animo e disse cose insensate con la sua bocca. | 33 διοτι παρωργισαν το πνευμα αυτου, ωστε ελαλησεν αστοχαστως δια των χειλεων αυτου. |
34 Non sterminarono i popoli, come aveva loro ordinato il Signore, | 34 Δεν εξωλοθρευσαν τα εθνη τα οποια ο Κυριος προσεταξεν εις αυτους? |
35 si mescolarono con le nazioni e appresero a compiere le loro opere; | 35 αλλ' εσμιχθησαν μετα των εθνων και εμαθον τα εργα αυτων? |
36 prestarono culto ai loro idoli che diventarono per loro un tranello. | 36 και ελατρευσαν τα γλυπτα αυτων, τα οποια εγειναν παγις εις αυτους? |
37 Immolarono i loro figli e le loro figlie ai falsi dèi. | 37 και εθυσιασαν τους υιους αυτων και τας θυγατερας αυτων εις τα δαιμονια? |
38 Versarono il sangue innocente, il sangue dei loro figli e figlie che immolarono agli idoli di Canaan, e fu profanata la terra con delitti di sangue. | 38 Και εχυσαν αιμα αθωον, το αιμα των υιων αυτων και των θυγατερων αυτων τους οποιους εθυσιασαν εις τα γλυπτα της Χανααν? και εμιανθη η γη εξ αιματων. |
39 Si resero impuri con le loro azioni e si prostituirono con i loro misfatti. | 39 Και εμολυνθησαν με τα εργα αυτων, και επορνευσαν με τας πραξεις αυτων. |
40 Allora scoppiò l'ira del Signore contro il suo popolo ed ebbe in orrore la sua eredità. | 40 Δια τουτο η οργη του Κυριου εξηφθη κατα του λαου αυτου, και εβδελυχθη την κληρονομιαν αυτου, |
41 Li consegnò in potere delle genti e li dominarono i loro avversari; | 41 Και παρεδωκεν αυτους εις τας χειρας των εθνων? και εκυριευσαν αυτους οι μισουντες αυτους. |
42 li oppressero i loro nemici e dovettero piegarsi sotto il loro dominio. | 42 Και εθλιψαν αυτους οι εχθροι αυτων, και εταπεινωθησαν υπο τας χειρας αυτων. |
43 Molte volte li aveva salvati, ma essi si ostinarono nei loro disegni e furono abbattuti per le loro iniquità. | 43 Πολλακις ελυτρωσεν αυτους, αλλ' αυτοι παρωργισαν αυτον με τας βουλας αυτων? διο εταπεινωθησαν δια την ανομιαν αυτων. |
44 Allora Dio guardò con favore sulla loro sventura, quando udì la loro implorazione. | 44 Πλην επεβλεψεν επι την θλιψιν αυτων, οτε ηκουσε την κραυγην αυτων? |
45 Si ricordò della sua alleanza e si mosse a pietà di loro per la sua grande misericordia; | 45 και ενεθυμηθη την προς αυτους διαθηκην αυτου και μετεμεληθη κατα το πληθος του ελεους αυτου. |
46 fece sì che trovassero favore presso coloro che li avevano deportati. | 46 Και εκαμεν αυτους να ευρωσιν ελεος ενωπιον παντων των αιχμαλωτισαντων αυτους. |
47 Salvaci, Signore nostro Dio, e radunaci dalle nazioni, perché possiamo lodare il tuo santo nome e allietarci della tua lode. | 47 Σωσον ημας, Κυριε ο Θεος ημων, και συναγαγε ημας απο των εθνων, δια να δοξολογωμεν το ονομα σου το αγιον και να καυχωμεθα εις την αινεσιν σου. |
48 Benedetto il Signore, Dio d'Israele, da sempre e per sempre. E dirà tutto il popolo: Amen! Alleluia. | 48 Ευλογητος Κυριος ο Θεος του Ισραηλ, απο του αιωνος και εως του αιωνος? και ας λεγη πας ο λαος, Αμην. Αλληλουια. |