Scrutatio

Mercoledi, 22 maggio 2024 - Santa Rita da Cascia ( Letture di oggi)

ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ - Proverbi - Proverbs 31


font
LXXVULGATA
1 κρεισσων ανηρ ελεγχων ανδρος σκληροτραχηλου εξαπινης γαρ φλεγομενου αυτου ουκ εστιν ιασις1 Verba Lamuelis regis. Visio qua erudivit eum mater sua.
2 εγκωμιαζομενων δικαιων ευφρανθησονται λαοι αρχοντων δε ασεβων στενουσιν ανδρες2 Quid, dilecte mi ? quid, dilecte uteri mei ?
quid, dilecte votorum meorum ?
3 ανδρος φιλουντος σοφιαν ευφραινεται πατηρ αυτου ος δε ποιμαινει πορνας απολει πλουτον3 Ne dederis mulieribus substantiam tuam,
et divitias tuas ad delendos reges.
4 βασιλευς δικαιος ανιστησιν χωραν ανηρ δε παρανομος κατασκαπτει4 Noli regibus, o Lamuel, noli regibus dare vinum,
quia nullum secretum est ubi regnat ebrietas ;
5 ος παρασκευαζεται επι προσωπον του εαυτου φιλου δικτυον περιβαλλει αυτο τοις εαυτου ποσιν5 et ne forte bibant, et obliviscantur judiciorum,
et mutent causam filiorum pauperis.
6 αμαρτανοντι ανδρι μεγαλη παγις δικαιος δε εν χαρα και εν ευφροσυνη εσται6 Date siceram mœrentibus,
et vinum his qui amaro sunt animo.
7 επισταται δικαιος κρινειν πενιχροις ο δε ασεβης ου συνησει γνωσιν και πτωχω ουχ υπαρχει νους επιγνωμων7 Bibant, et obliviscantur egestatis suæ,
et doloris sui non recordentur amplius.
8 ανδρες λοιμοι εξεκαυσαν πολιν σοφοι δε απεστρεψαν οργην8 Aperi os tuum muto,
et causis omnium filiorum qui pertranseunt.
9 ανηρ σοφος κρινει εθνη ανηρ δε φαυλος οργιζομενος καταγελαται και ου καταπτησσει9 Aperi os tuum, decerne quod justum est,
et judica inopem et pauperem.
10 ανδρες αιματων μετοχοι μισησουσιν οσιον οι δε ευθεις εκζητησουσιν ψυχην αυτου10 Mulierem fortem quis inveniet ?
procul et de ultimis finibus pretium ejus.
11 ολον τον θυμον αυτου εκφερει αφρων σοφος δε ταμιευεται κατα μερος11 Confidit in ea cor viri sui,
et spoliis non indigebit.
12 βασιλεως υπακουοντος λογον αδικον παντες οι υπ' αυτον παρανομοι12 Reddet ei bonum, et non malum,
omnibus diebus vitæ suæ.
13 δανιστου και χρεοφειλετου αλληλοις συνελθοντων επισκοπην ποιειται αμφοτερων ο κυριος13 Quæsivit lanam et linum,
et operata est consilia manuum suarum.
14 βασιλεως εν αληθεια κρινοντος πτωχους ο θρονος αυτου εις μαρτυριον κατασταθησεται14 Facta est quasi navis institoris,
de longe portans panem suum.
15 πληγαι και ελεγχοι διδοασιν σοφιαν παις δε πλανωμενος αισχυνει γονεις αυτου15 Et de nocte surrexit,
deditque prædam domesticis suis,
et cibaria ancillis suis.
16 πολλων οντων ασεβων πολλαι γινονται αμαρτιαι οι δε δικαιοι εκεινων πιπτοντων καταφοβοι γινονται16 Consideravit agrum, et emit eum ;
de fructu manuum suarum plantavit vineam.
17 παιδευε υιον σου και αναπαυσει σε και δωσει κοσμον τη ψυχη σου17 Accinxit fortitudine lumbos suos,
et roboravit brachium suum.
18 ου μη υπαρξη εξηγητης εθνει παρανομω ο δε φυλασσων τον νομον μακαριστος18 Gustavit, et vidit quia bona est negotiatio ejus ;
non extinguetur in nocte lucerna ejus.
19 λογοις ου παιδευθησεται οικετης σκληρος εαν γαρ και νοηση αλλ' ουχ υπακουσεται19 Manum suam misit ad fortia,
et digiti ejus apprehenderunt fusum.
20 εαν ιδης ανδρα ταχυν εν λογοις γινωσκε οτι ελπιδα εχει μαλλον αφρων αυτου20 Manum suam aperuit inopi,
et palmas suas extendit ad pauperem.
21 ος κατασπαταλα εκ παιδος οικετης εσται εσχατον δε οδυνηθησεται εφ' εαυτω21 Non timebit domui suæ a frigoribus nivis ;
omnes enim domestici ejus vestiti sunt duplicibus.
22 ανηρ θυμωδης ορυσσει νεικος ανηρ δε οργιλος εξωρυξεν αμαρτιας22 Stragulatam vestem fecit sibi ;
byssus et purpura indumentum ejus.
23 υβρις ανδρα ταπεινοι τους δε ταπεινοφρονας ερειδει δοξη κυριος23 Nobilis in portis vir ejus,
quando sederit cum senatoribus terræ.
24 ος μεριζεται κλεπτη μισει την εαυτου ψυχην εαν δε ορκου προτεθεντος ακουσαντες μη αναγγειλωσιν24 Sindonem fecit, et vendidit,
et cingulum tradidit Chananæo.
25 φοβηθεντες και αισχυνθεντες ανθρωπους υπεσκελισθησαν ο δε πεποιθως επι κυριον ευφρανθησεται ασεβεια ανδρι διδωσιν σφαλμα ος δε πεποιθεν επι τω δεσποτη σωθησεται25 Fortitudo et decor indumentum ejus,
et ridebit in die novissimo.
26 πολλοι θεραπευουσιν προσωπα ηγουμενων παρα δε κυριου γινεται το δικαιον ανδρι26 Os suum aperuit sapientiæ,
et lex clementiæ in lingua ejus.
27 βδελυγμα δικαιοις ανηρ αδικος βδελυγμα δε ανομω κατευθυνουσα οδος27 Consideravit semitas domus suæ,
et panem otiosa non comedit.
28 Surrexerunt filii ejus, et beatissimam prædicaverunt ;
vir ejus, et laudavit eam.
29 Multæ filiæ congregaverunt divitias ;
tu supergressa es universas.
30 Fallax gratia, et vana est pulchritudo :
mulier timens Dominum, ipsa laudabitur.
31 Date ei de fructu manuum suarum,
et laudent eam in portis opera ejus.