Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Genesis 27


font
NEW JERUSALEMGREEK BIBLE
1 When Isaac had grown old, and his eyes were so weak that he could no longer see, he summoned hiselder son Esau. 'Son!' he said, and Esau replied, 'Here I am.'1 Και αφου εγηρασεν ο Ισαακ, και οι οφθαλμοι αυτου ημβλυνθησαν, ωστε δεν εβλεπεν, εκαλεσεν Ησαυ τον υιον αυτου τον μεγαλητερον, και ειπε προς αυτον, Υιε μου. Ο δε ειπε προς αυτον, Ιδου, εγω.
2 He then said, 'Look, I am old and do not know when I may die.2 Και εκεινος ειπεν, Ιδου, τωρα, εγω εγηρασα? δεν γνωριζω την ημεραν του θανατου μου?
3 Now take your weapons, your quiver and bow; go out into the country and hunt me some game.3 λαβε λοιπον, παρακαλω, τα οπλα σου, την φαρετραν σου και το τοξον σου, και εξελθε εις την πεδιαδα και κυνηγησον μοι κυνηγιον?
4 Make me the kind of appetising dish I like and bring it to me to eat and I shal give you my specialblessing before I die.'4 και καμε μοι εδεσματα καθως αγαπω, και φερε μοι να φαγω, δια να σε ευλογηση η ψυχη μου πριν αποθανω.
5 Rebekah was listening while Isaac was talking to his son Esau. So when Esau went into the country tohunt game for his father,5 Η δε Ρεβεκκα ηκουσεν ενω ελαλει ο Ισαακ προς Ησαυ τον υιον αυτου. Και υπηγεν ο Ησαυ εις την πεδιαδα δια να κυνηγηση κυνηγιον και να φερη αυτο.
6 Rebekah said to her son Jacob, 'I have just heard your father saying to your brother Esau,6 Και η Ρεβεκκα ελαλησε προς Ιακωβ τον υιον αυτης, λεγουσα, Ιδου, εγω ηκουσα τον πατερα σου λαλουντα προς Ησαυ τον αδελφον και λεγοντα,
7 "Bring me some game and make an appetising dish for me to eat and then I shal bless you inYahweh's presence before I die."7 Φερε μοι κυνηγιον και καμε μοι εδεσματα, δια να φαγω, και να σε ευλογησω ενωπιον του Κυριου πριν αποθανω.
8 Now, son, listen to me and do as I tel you.8 Τωρα λοιπον, υιε μου, ακουσον την φωνην μου εις οσα εγω σοι παραγγελλω?
9 Go to the flock and bring me back two good kids, so that I can make the kind of special dish yourfather likes.9 υπαγε τωρα εις το ποιμνιον, και λαβε μοι εκειθεν δυο καλα εριφια εξ αιγων? δια να καμω αυτα εδεσματα δια τον πατερα σου, καθως αγαπα?
10 Then take it to your father for him to eat, so that he may bless you before he dies.'10 και θελεις φερει αυτα προς τον πατερα σου να φαγη, δια σε ευλογηση πριν αποθανη.
11 Jacob said to his mother Rebekah, 'Look, my brother Esau is hairy, while I am smooth-skinned.11 Και ειπεν ο Ιακωβ προς Ρεβεκκαν την μητερα αυτου, Ιδου, ο Ησαυ ο αδελφος μου ειναι ανηρ δασυτριχος, εγω δε ανηρ ατριχος?
12 If my father happens to touch me, he wil see I am cheating him, and I shall bring a curse down onmyself instead of a blessing.'12 ισως με ψηλαφηση ο πατηρ μου, και θελω φανη εις αυτον ως απατεων, και θελω συρει επ' εμαυτον καταραν και ουχι ευλογιαν.
13 But his mother replied, 'On me be the curse, my son! Just listen to me; go and fetch me the kids.'13 Ειπε δε προς αυτον η μητηρ αυτου, Επ' εμε η καταρα σου, τεκνον μου? μονον υπακουσον εις την φωνην μου και υπαγε, φερε μοι αυτα.
14 So he went to fetch them and brought them to his mother, and she made the kind of special dish hisfather liked.14 Και υπηγε, και ελαβε, και εφερεν αυτα προς την μητερα αυτου? και εκαμεν η μητηρ αυτου εδεσματα καθως ηγαπα ο πατηρ αυτου.
15 Rebekah took her elder son Esau's best clothes, which she had at home, and dressed her youngerson Jacob in them,15 Και λαβουσα η Ρεβεκκα τα καλητερα φορεματα Ησαυ του μεγαλητερου υιου αυτης, τα οποια ειχεν εν τη οικια, ενεδυσε με αυτα Ιακωβ, τον υιον αυτης τον νεωτερον?
16 covering his arms and the smooth part of his neck with the skins of the kids.16 και με τα δερματα των εριφιων εσκεπασε τας χειρας αυτου, και τα γυμνα του τραχηλου αυτου?
17 She then handed the special dish and the bread she had made to her son Jacob.17 και εδωκεν εις τας χειρας Ιακωβ του υιου αυτης τα εδεσματα και τον αρτον, τα οποια ητοιμασε.
18 He went to his father and said, 'Father!' 'Yes?' he replied. 'Which of my sons are you?'18 Και ηλθε προς τον πατερα αυτου? και ειπε, Πατερ μου. Ο δε ειπεν, Ιδου, εγω? τις εισαι, τεκνον μου;
19 Jacob said to his father, 'I am Esau your first-born; I have done as you told me. Please sit up and eatsome of the game I have brought and then give me your soul's blessing.'19 Και ειπεν ο Ιακωβ προς τον πατερα αυτου, Εγω ειμαι Ησαυ ο πρωτοτοκος σου? εκαμα καθως μοι ειπας, σηκωθητι λοιπον, καθισον και φαγε εκ του κυνηγιου μου, δια να με ευλογηση η ψυχη σου.
20 Isaac said to his son, 'Son, how did you succeed so quickly?' He replied, 'Because Yahweh your Godmade things go well for me.'20 Και ειπεν ο Ισαακ προς τον υιον αυτου, Ποθεν τουτο, τεκνον μου, οτι ευρηκας τοσον ταχεως; Ο δε ειπε, Διοτι Κυριος ο Θεος σου εφερεν αυτο εμπροσθεν μου.
21 Isaac said to Jacob, 'Come closer, son, so that I can feel you and be sure whether you real y are myson Esau or not.'21 Και ειπεν ο Ισαακ προς τον Ιακωβ, Πλησιασον, τεκνον μου, δια να σε ψηλαφησω, αν συ ησαι αυτος ο υιος Ησαυ, η ουχι.
22 Jacob went closer to his father Isaac, who felt him and said, 'The voice is Jacob's voice but the armsare the arms of Esau!'22 Και επλησιασεν ο Ιακωβ εις τον Ισαακ τον πατερα αυτου? ο δε εψηλαφησεν αυτον, και ειπεν, Η μεν φωνη ειναι φωνη Ιακωβ, αι δε χειρες, χειρες Ησαυ.
23 He did not recognise him since his arms were hairy like his brother Esau's, and so he blessed him.23 Και δεν εγνωρισεν αυτον, διοτι αι χειρες αυτου ησαν ως αι χειρες Ησαυ αδελφου αυτου, δασυτριχοι και ευλογησεν αυτον.
24 He said, 'Are you real y my son Esau?' And he replied, 'I am.'24 Και ειπε, Συ εισαι αυτος ο υιος μου Ησαυ; Ο δε ειπεν, Εγω.
25 Isaac said, 'Serve it to me, so that I can eat my son's game and give you my special blessing.' Heserved it to him and he ate; he offered him wine, and he drank.25 Και ειπε, Φερε πλησιον μου, και θελω φαγει εκ του κυνηγιου του υιου μου, δια να σε ευλογηση η ψυχη μου. Και εφερε πλησιον αυτου, και εφαγεν? εφερε δε προς αυτον οινον και επιε.
26 His father Isaac said to him, 'Come closer, and kiss me, son.'26 Και ειπε προς αυτον Ισαακ ο πατηρ αυτου, Πλησιασον τωρα, και φιλησον με, τεκνον μου.
27 He went closer and kissed his father, who sniffed the smel of his clothes. Then he blessed him,saying: Ah, the smel of my son is like the smel of a fertile field which Yahweh has blessed.27 Και επλησιασε, και εφιλησεν αυτον? και ωσφρανθη την οσμην των ενδυματων αυτου, και ευλογησεν αυτον και ειπεν, Ιδου, η οσμη του υιου μου ειναι ως οσμη πεδιαδος, την οποιαν ευλογησεν ο Κυριος?
28 May God give you dew from heaven, and the richness of the earth, abundance of grain and wine!28 Λοιπον ο Θεος να σοι δωση απο της δροσου του ουρανου και απο του παχους της γης και αφθονιαν σιτου και οινου?
29 Let peoples serve you and nations bow low before you! Be master of your brothers; let your mother'sother sons bow low before you! Accursed be whoever curses you and blessed be whoever blesses you!29 Λαοι να σε δουλευσωσι και εθνη να σε προσκυνησωσι? να ησαι κυριος των αδελφων σου, και οι υιοι της μητρος σου να σε προσκυνησωσι? κατηραμενος οστις σε καταραται, και ευλογημενος οστις σε ευλογει
30 As soon as Isaac had finished blessing Jacob, and just as Jacob was leaving his father Isaac, hisbrother Esau returned from hunting.30 Και καθως επαυσεν ο Ισαακ ευλογων τον Ιακωβ, μολις ο Ιακωβ ειχεν εξελθει απ' εμπροσθεν του πατρος αυτου Ισαακ? και ηλθεν Ησαυ ο αδελφος αυτου εκ του κυνηγιου αυτου.
31 He too made an appetising dish and brought it to his father, 'Father, please eat some of your son'sgame and then give me your special blessing.'31 Και εκαμε και αυτος εδεσματα και εφερε προς τον πατερα αυτου? και ειπε προς τον πατερα αυτου, Ας σηκωθη ο πατηρ μου, και ας φαγη εκ του κυνηγιου του υιου αυτου, δια να με ευλογηση η ψυχη σου.
32 His father Isaac asked, 'Who are you?' 'I am your first-born son, Esau,' he replied.32 Και ειπε προς αυτον Ισαακ ο πατηρ αυτου, Τις εισαι; Ο δε ειπεν, Ειμαι ο υιος σου, ο πρωτοτοκος σου Ησαυ.
33 At this Isaac was seized with a violent trembling and said, 'Who was it, then, that went hunting andbrought me the game? I finished eating it just before you came; I blessed him, and now blessed he wil remain!'33 Και εξεπλαγη ο Ισαακ εκπληξιν μεγαλην σφοδρα, και ειπε, Ποιος ειναι λοιπον εκεινος, οστις εκυνηγησε κυνηγιον, και μοι εφερε και εφαγον απο παντων πριν εισελθης, και ευλογησα αυτον; και ευλογημενος θελει εισθαι.
34 On hearing his father's words, Esau cried out loudly and bitterly and said to his father, 'Father, blessme too!'34 Οτε ηκουσεν ο Ησαυ τους λογους του πατρος αυτου, ανεκραξε κραυγην μεγαλην και πικραν σφοδρα? και ειπε προς τον πατερα αυτου, Ευλογησον με, και εμε, πατερ μου.
35 But he replied, 'Your brother came by fraud and took your blessing.'35 Ο δε ειπεν, Ηλθεν ο αδελφος σου μετα δολου, και ελαβε την ευλογιαν σου.
36 Esau said, 'His name should be Jacob right enough, for he has now supplanted me twice. First hetook my birthright, and look, now he has gone and taken my blessing! But', he added, 'have you not kept ablessing for me?'36 Και ειπεν ο Ησαυ, Δικαιως εκαλεσθη το ονομα αυτου Ιακωβ, διοτι τωρα δευτεραν ταυτην φοραν με υπεσκελισεν? ελαβε τα πρωτοτοκια μου, και ιδου, τωρα ελαβε και την ευλογιαν μου. Και ειπε, Δεν εφυλαξας δι' εμε ευλογιαν;
37 Isaac replied to Esau, 'I have already made him your master; I have given him al his brothers asservants, I have given him grain and wine to sustain him. So what can I do for you, son?'37 Και, απεκριθη ο Ισαακ, και ειπε προς τον Ησαυ, Ιδου, κυριον σου εκαμα αυτον, και παντας τους αδελφους αυτου εκαμα δουλους αυτου, και εστηριξα αυτον με σιτον και οινον? και τι λοιπον να καμω εις σε, τεκνον μου;
38 Esau said to his father, 'Can you bless only once, father? Father, bless me too.' Isaac remainedsilent, and Esau began to weep aloud.38 Και ειπεν ο Ησαυ προς τον πατερα αυτου, Μηπως ταυτην μονην την ευλογιαν εχεις, πατερ μου; ευλογησον με, και εμε, πατερ μου. και υψωσεν ο Ησαυ την φωνην αυτου, και εκλαυσε.
39 Then his father Isaac spoke again and said: 'Far from the richness of the earth and the dew ofheaven above, your home will be.39 Και απεκριθη Ισαακ ο πατηρ αυτου, και ειπε προς αυτον, Ιδου, η κατοικησις σου θελει εισθαι εις το παχος της γης, και εις την δροσον του ουρανου ανωθεν?
40 By your sword you wil live, and your brother wil you serve. But when you win your freedom, you wilshake his yoke off your neck.'40 και με την μαχαιραν σου θελεις ζη, και εις τον αδελφον σου θελεις δουλευσει, οταν δε υπερισχυσης, θελεις συντριψει τον ζυγον αυτου απο του τραχηλου σου.
41 Esau hated Jacob because of the blessing his father had given him, and Esau said to himself, 'Thetime to mourn for my father wil soon be here. Then I shal kil my brother Jacob.'41 Και εμισει ο Ησαυ τον Ιακωβ, δια την ευλογιαν με την οποιαν ευλογησεν αυτον ο πατηρ αυτου? και ειπεν ο Ησαυ εν τη καρδια αυτου, Πλησιαζουσιν αι ημεραι του πενθους του πατρος μου? τοτε θελω φονευσει Ιακωβ τον αδελφον μου.
42 When the words of Esau, her elder son, were repeated to Rebekah, she sent for her younger sonJacob and said to him, 'Look, your brother Esau means to take revenge and kil you.42 Ανηγγελθησαν, δε προς την Ρεβεκκαν οι λογοι Ησαυ του υιου αυτης του μεγαλητερου? και πεμψασα εκαλεσεν Ιακωβ τον υιον αυτης τον νεωτερον, και ειπε προς αυτον, Ιδου, Ησαυ ο αδελφος σου παρηγορει εαυτον κατα σου, οτι θελει σε φονευσει.
43 Now, son, listen to me; go at once and take refuge with my brother Laban in Haran.43 Τωρα λοιπον, τεκνον μου, ακουσον την φωνην μου? και σηκωθεις, φυγε προς Λαβαν τον αδελφον μου εις Χαρραν?
44 Stay with him a while, until your brother's fury cools,44 και κατοικησον μετ' αυτου ημερας τινας, εωσου παρελθη ο θυμος του αδελφου σου?
45 until your brother's anger is diverted from you and he forgets what you have done to him. Then Ishall send someone to bring you back. I do not want to lose you both on one day!'45 εωσου παυση η κατα σου οργη του αδελφου σου, και λησμονηση τα οσα επραξας εις αυτον? τοτε θελω στειλει, και θελω σε φερει εκειθεν? δια τι να σας στερηθω και τους δυο εν μια ημερα;
46 Rebekah said to Isaac, 'The Hittite women sicken me to death. If Jacob were to marry a Hittitewoman like these, one of the local women, what would there be left in life for me?'46 Και ειπεν η Ρεβεκκα προς τον Ισαακ, Αηδιασα την ζωην μου εξ αιτιας των θυγατερων του Χετ? εαν ο Ιακωβ λαβη γυναικα εκ των θυγατερων του Χετ, καθως ειναι αυται εκ των θυγατερων της γης ταυτης, τι με ωφελει να ζω;