1 Tornai-vos os meus imitadores, como eu o sou de Cristo. | 1 Μιμηται μου γινεσθε, καθως και εγω του Χριστου. |
2 Eu vos felicito, porque em tudo vos lembrais de mim, e guardais as minhas instruções, tais como eu vo-las transmiti. | 2 Σας επαινω δε, αδελφοι, οτι εις παντα με ενθυμεισθε, και κρατειτε τας παραδοσεις, καθως παρεδωκα εις εσας. |
3 Mas quero que saibais que senhor de todo homem é Cristo, senhor da mulher é o homem, senhor de Cristo é Deus. | 3 Θελω δε να εξευρητε, οτι η κεφαλη παντος ανδρος ειναι ο Χριστος, κεφαλη δε της γυναικος ο ανηρ, κεφαλη δε του Χριστου ο Θεος. |
4 Todo homem que ora ou profetiza com a cabeça coberta falta ao respeito ao seu senhor. | 4 Πας ανηρ προσευχομενος η προφητευων, εαν εχη κεκαλυμμενην την κεφαλην, καταισχυνει την κεφαλην αυτου. |
5 E toda mulher que ora ou profetiza, não tendo coberta a cabeça, falta ao respeito ao seu senhor, porque é como se estivesse rapada. | 5 Πασα δε γυνη προσευχομενη η προφητευουσα με την κεφαλην ασκεπη καταισχυνει την κεφαλην εαυτης? διοτι εν και το αυτο ειναι με την εξυρισμενην. |
6 Se uma mulher não se cobre com um véu, então corte o cabelo. Ora, se é vergonhoso para a mulher ter os cabelos cortados ou a cabeça rapada, então que se cubra com um véu. | 6 Επειδη αν δεν καλυπτηται η γυνη, ας κουρευση και τα μαλλια αυτης? αλλ' εαν ηναι αισχρον εις γυναικα να κουρευη τα μαλλια αυτης η να ξυριζηται, ας καλυπτηται. |
7 Quanto ao homem, não deve cobrir sua cabeça, porque é imagem e esplendor de Deus; a mulher é o reflexo do homem. | 7 Διοτι ο μεν ανηρ δεν χρεωστει να καλυπτη την κεφαλην αυτου, επειδη ειναι εικων και δοξα του Θεου? η δε γυνη ειναι δοξα του ανδρος. |
8 Com efeito, o homem não foi tirado da mulher, mas a mulher do homem; | 8 Διοτι ο ανηρ δεν ειναι εκ της γυναικος, αλλ' η γυνη εκ του ανδρος? |
9 nem foi o homem criado para a mulher, mas sim a mulher para o homem. | 9 επειδη δεν εκτισθη ο ανηρ δια την γυναικα, αλλ' η γυνη δια τον ανδρα. |
10 Por isso a mulher deve trazer o sinal da submissão sobre sua cabeça, por causa dos anjos. | 10 Δια τουτο η γυνη χρεωστει να εχη εξουσιαν επι της κεφαλης αυτης δια τους αγγελους. |
11 Com tudo isso, aos olhos do Senhor, nem o homem existe sem a mulher, nem a mulher sem o homem. | 11 Πλην ουτε ο ανηρ χωρις της γυναικος ουτε η γυνη χωρις του ανδρος υπαρχει εν Κυριω. |
12 Pois a mulher foi tirada do homem, porém o homem nasce da mulher, e ambos vêm de Deus. | 12 Διοτι καθως η γυνη ειναι εκ του ανδρος, ουτω και ο ανηρ ειναι δια της γυναικος, τα παντα δε εκ του Θεου. |
13 Julgai vós mesmos: é decente que uma mulher reze a Deus sem estar coberta com véu? | 13 Κρινατε σεις καθ' εαυτους? ειναι πρεπον γυνη να προσευχηται εις τον Θεον ασκεπης; |
14 A própria natureza não vos ensina que é uma desonra para o homem usar cabelo comprido? | 14 Η ουδε αυτη η φυσις δεν σας διδασκει, οτι ανηρ μεν εαν εχη κομην ειναι εις αυτον ατιμια, |
15 Ao passo que é glória para a mulher uma longa cabeleira, porque lhe foi dada como um véu. | 15 γυνη δε εαν εχη κομην, ειναι δοξα εις αυτην; διοτι η κομη εδοθη εις αυτην αντι καλυμματος. |
16 Se, no entanto, alguém quiser contestar, nós não temos tal costume e nem as igrejas de Deus. | 16 Εαν τις ομως φαινηται οτι ειναι φιλονεικος, ημεις τοιαυτην συνηθειαν δεν εχομεν, ουδε αι εκκλησιαι του Θεου. |
17 Fazendo-vos essas advertências, não vos posso louvar a respeito de vossas assembléias que causam mais prejuízo que proveito. | 17 Ενω δε παραγγελλω τουτο, δεν επαινω οτι συνερχεσθε ουχι δια το καλητερον αλλα δια το χειροτερον. |
18 Em primeiro lugar, ouço dizer que, quando se reúne a vossa assembléia, há desarmonias entre vós. {E em parte eu acredito. | 18 Διοτι πρωτον μεν οταν συνερχησθε εις την εκκλησιαν, ακουω οτι υπαρχουσι σχισματα μεταξυ σας, και μερος τι πιστευω? |
19 É necessário que entre vós haja partidos para que possam manifestar-se os que são realmente virtuosos.} | 19 διοτι ειναι αναγκη να υπαρχωσι και αιρεσεις μεταξυ σας, δια να γεινωσι φανεροι μεταξυ σας οι δοκιμοι. |
20 Desse modo, quando vos reunis, já não é para comer a ceia do Senhor, | 20 Οταν λοιπον συνερχησθε επι το αυτο, τουτο δεν ειναι να φαγητε Κυριακον δειπνον? |
21 porquanto, mal vos pondes à mesa, cada um se apressa a tomar sua própria refeição; e enquanto uns têm fome, outros se fartam. | 21 διοτι εκαστος λαμβανει προ του αλλου το ιδιον εαυτου δειπνον εν τω καιρω του τρωγειν, και αλλος μεν πεινα, αλλος δε μεθυει. |
22 Porventura não tendes casa onde comer e beber? Ou menosprezais a Igreja de Deus, e quereis envergonhar aqueles que nada têm? Que vos direi? Devo louvar-vos? Não! Nisto não vos louvo... | 22 Μη δεν εχετε οικιας δια να τρωγητε και να πινητε; η την εκκλησιαν του Θεου καταφρονειτε, και καταισχυνετε τους μη εχοντας; τι να σας ειπω; να σας επαινεσω εις τουτο; δεν σας επαινω. |
23 Eu recebi do Senhor o que vos transmiti: que o Senhor Jesus, na noite em que foi traído, tomou o pão | 23 Διοτι εγω παρελαβον απο του Κυριου εκεινο, το οποιον και παρεδωκα εις εσας, οτι ο Κυριος Ιησους εν τη νυκτι καθ' ην παρεδιδετο ελαβεν αρτον, |
24 e, depois de ter dado graças, partiu-o e disse: Isto é o meu corpo, que é entregue por vós; fazei isto em memória de mim. | 24 και ευχαριστησας εκοψε και ειπε? Λαβετε, φαγετε? τουτο ειναι το σωμα μου το υπερ υμων κλωμενον? τουτο καμνετε εις την αναμνησιν μου. |
25 Do mesmo modo, depois de haver ceado, tomou também o cálice, dizendo: Este cálice é a Nova Aliança no meu sangue; todas as vezes que o beberdes, fazei-o em memória de mim. | 25 Ομοιως και το ποτηριον, αφου εδειπνησε, λεγων? Τουτο το ποτηριον ειναι η καινη διαθηκη εν τω αιματι μου? τουτο καμνετε, οσακις πινητε, εις την αναμνησιν μου. |
26 Assim, todas as vezes que comeis desse pão e bebeis desse cálice lembrais a morte do Senhor, até que venha. | 26 Διοτι οσακις αν τρωγητε τον αρτον τουτον και πινητε το ποτηριον τουτο, τον θανατον του Κυριου καταγγελλετε, μεχρι της ελευσεως αυτου. |
27 Portanto, todo aquele que comer o pão ou beber o cálice do Senhor indignamente será culpável do corpo e do sangue do Senhor. | 27 Ωστε οστις τρωγη τον αρτον τουτον η πινη το ποτηριον του Κυριου αναξιως, ενοχος θελει εισθαι του σωματος και αιματος του Κυριου. |
28 Que cada um se examine a si mesmo, e assim coma desse pão e beba desse cálice. | 28 Ας δοκιμαζη δε εαυτον ο ανθρωπος, και ουτως ας τρωγη εκ του αρτου και ας πινη εκ του ποτηριου? |
29 Aquele que o come e o bebe sem distinguir o corpo do Senhor, come e bebe a sua própria condenação. | 29 διοτι ο τρωγων και πινων αναξιως τρωγει και πινει κατακρισιν εις εαυτον, μη διακρινων το σωμα του Κυριου. |
30 Esta é a razão por que entre vós há muitos adoentados e fracos, e muitos mortos. | 30 Δια τουτο υπαρχουσι μεταξυ σας πολλοι ασθενεις και αρρωστοι, και αποθνησκουσιν ικανοι. |
31 Se nos examinássemos a nós mesmos, não seríamos julgados. | 31 Διοτι εαν διεκρινομεν εαυτους, δεν ηθελομεν κρινεσθαι? |
32 Mas, sendo julgados pelo Senhor, ele nos castiga para não sermos condenados com o mundo. | 32 αλλ' οταν κρινωμεθα, παιδευομεθα υπο του Κυριου, δια να μη κατακριθωμεν μετα του κοσμου. |
33 Portanto, irmãos meus, quando vos reunis para a ceia, esperai uns pelos outros. | 33 Ωστε αδελφοι μου, οταν συνερχησθε δια να φαγητε, περιμενετε αλληλους? |
34 Se alguém tem fome, coma em casa. Assim vossas reuniões não vos atrairão a condenação. As demais coisas eu determinarei quando for ter convosco. | 34 εαν δε τις πεινα, ας τρωγη εν τη οικια αυτου, δια να μη συνερχησθε προς κατακρισιν. Τα δε λοιπα, οταν ελθω, θελω διαταξει. |