Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 17


font
GREEK BIBLEBIBLIA
1 Το πνευμα μου φθειρεται, αι ημεραι μου σβυνονται, οι ταφοι ειναι ετοιμοι δι' εμε.1 Mi aliento se agota, mis días se apagan sólo me queda el cementerio.
2 Δεν ειναι χλευασται πλησιον μου; και δεν διανυκτερευει ο οφθαλμος μου εν ταις πικριαις αυτων;2 ¿No estoy a merced de las burlas, y en amarguras pasan mis ojos las noches?
3 Ασφαλισον με, δεομαι? γενου εις εμε εγγυητης πλησιον σου? τις ηθελεν εγγυηθη εις εμε;3 Coloca, pues, mi fianza junto a ti, ¿quién, si no, querrá chocar mi mano?
4 Διοτι συ εκρυψας την καρδιαν αυτων απο συνεσεως? δια τουτο δεν θελεις υψωσει αυτους.4 Tú has cerrado su mente a la razón, por eso ninguna mano se levanta
5 Του λαλουντος με απατην προς τους φιλους, και οι οφθαλμοι των τεκνων αυτου θελουσι τηκεσθαι.5 Como el que anuncia a sus amigos un reparto, cuando languidecen los ojos de sus hijos,
6 Και με κατεστησε παροιμιαν των λαων? και ενωπιον αυτων κατεσταθην ονειδος.6 me he hecho yo proverbio de las gentes, alguien a quien escupen en la cara.
7 Και ο οφθαλμος μου εμαρανθη υπο της θλιψεως, και παντα τα μελη μου εγειναν ως σκια.7 Mis ojos se apagan de pesar, mis miembros se desvanecen como sombra.
8 Οι ευθεις θελουσι θαυμασει εις τουτο, και ο αθωος θελει διεγερθη κατα του υποκριτου.8 Los hombres rectos quedan de ello asombrados, contra el impío se indigna el inocente;
9 Ο δε δικαιος θελει κρατει την οδον αυτου, και ο καθαρος τας χειρας θελει επαυξησει την δυναμιν αυτου.9 el justo se afianza en su camino, y el de manos puras redobla su energía.
10 σεις δε παντες επιστραφητε, και ελθετε τωρα? διοτι ουδενα συνετον θελω ευρει μεταξυ σας.10 Pero, vosotros todos, volved otra vez, ¡no hallaré un solo sabio entre vosotros!
11 Αι ημεραι μου παρηλθον, εκοπησαν οι σκοποι μου, αι επιθυμιαι της καρδιας μου.11 Mis días han pasado con mis planes, se han deshecho los deseos de mi corazón.
12 Την νυκτα μετεβαλον εις ημεραν? το φως ειναι πλησιον του σκοτους.12 Algunos hacen de la noche día: se acercaría la luz que ahuyenta las tinieblas.
13 Εαν προσμενω, ο ταφος ειναι η κατοικια μου? εστρωσα την κλινην μου εν τω σκοτει.13 Mas ¿qué espero? Mi casa es el seol, en las tinieblas extendí mi lecho.
14 Εβοησα προς την φθοραν, Εισαι, πατηρ μου? προς τον σκωληκα, Μητηρ μου και αδελφη μου εισαι.14 Y grito a la fosa: «¡Tú mi padre!», a los gusanos: «¡Mi madre y mis hermanos!»
15 Και που τωρα η ελπις μου; και την ελπιδα μου τις θελει ιδει;15 ¿Dónde está, pues, mi esperanza? y mi felicidad ¿quién la divisa?
16 εις το βαθος του αδου θελει καταβη? βεβαιως θελει αναπαυθη μετ' εμου εν τω χωματι.16 ¿Van a bajar conmigo hasta el seol? ¿Nos hundiremos juntos en el polvo?