Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 33


font
LXXVULGATA
1 ου μην δε αλλα ακουσον ιωβ τα ρηματα μου και λαλιαν ενωτιζου μου1 Audi igitur, Job, eloquia mea,
et omnes sermones meos ausculta.
2 ιδου γαρ ηνοιξα το στομα μου και ελαλησεν η γλωσσα μου2 Ecce aperui os meum :
loquatur lingua mea in faucibus meis.
3 καθαρα μου η καρδια ρημασιν συνεσις δε χειλεων μου καθαρα νοησει3 Simplici corde meo sermones mei,
et sententiam puram labia mea loquentur.
4 πνευμα θειον το ποιησαν με πνοη δε παντοκρατορος η διδασκουσα με4 Spiritus Dei fecit me,
et spiraculum Omnipotentis vivificavit me.
5 εαν δυνη δος μοι αποκρισιν προς ταυτα υπομεινον στηθι κατ' εμε και εγω κατα σε5 Si potes, responde mihi,
et adversus faciem meam consiste.
6 εκ πηλου διηρτισαι συ ως και εγω εκ του αυτου διηρτισμεθα6 Ecce, et me sicut et te fecit Deus,
et de eodem luto ego quoque formatus sum.
7 ουχ ο φοβος μου σε στροβησει ουδε η χειρ μου βαρεια εσται επι σοι7 Verumtamen miraculum meum non te terreat,
et eloquentia mea non sit tibi gravis.
8 πλην ειπας εν ωσιν μου φωνην ρηματων σου ακηκοα8 Dixisti ergo in auribus meis,
et vocem verborum tuorum audivi :
9 διοτι λεγεις καθαρος ειμι ουχ αμαρτων αμεμπτος δε ειμι ου γαρ ηνομησα9 Mundus sum ego, et absque delicto :
immaculatus, et non est iniquitas in me.
10 μεμψιν δε κατ' εμου ευρεν ηγηται δε με ωσπερ υπεναντιον10 Quia querelas in me reperit,
ideo arbitratus est me inimicum sibi.
11 εθετο δε εν ξυλω τον ποδα μου εφυλαξεν δε μου πασας τας οδους11 Posuit in nervo pedes meos ;
custodivit omnes semitas meas.
12 πως γαρ λεγεις δικαιος ειμι και ουκ επακηκοεν μου αιωνιος γαρ εστιν ο επανω βροτων12 Hoc est ergo in quo non es justificatus :
respondebo tibi, quia major sit Deus homine.
13 λεγεις δε δια τι της δικης μου ουκ επακηκοεν παν ρημα13 Adversus eum contendis,
quod non ad omnia verba responderit tibi ?
14 εν γαρ τω απαξ λαλησαι ο κυριος εν δε τω δευτερω ενυπνιον14 Semel loquitur Deus,
et secundo idipsum non repetit.
15 η εν μελετη νυκτερινη ως οταν επιπιπτη δεινος φοβος επ' ανθρωπους επι νυσταγματων επι κοιτης15 Per somnium, in visione nocturna,
quando irruit sopor super homines,
et dormiunt in lectulo,
16 τοτε ανακαλυπτει νουν ανθρωπων εν ειδεσιν φοβου τοιουτοις αυτους εξεφοβησεν16 tunc aperit aures virorum,
et erudiens eos instruit disciplina,
17 αποστρεψαι ανθρωπον εξ αδικιας το δε σωμα αυτου απο πτωματος ερρυσατο17 ut avertat hominem ab his quæ facit,
et liberet eum de superbia,
18 εφεισατο δε της ψυχης αυτου απο θανατου και μη πεσειν αυτον εν πολεμω18 eruens animam ejus a corruptione,
et vitam illius ut non transeat in gladium.
19 παλιν δε ηλεγξεν αυτον εν μαλακια επι κοιτης και πληθος οστων αυτου εναρκησεν19 Increpat quoque per dolorem in lectulo,
et omnia ossa ejus marcescere facit.
20 παν δε βρωτον σιτου ου μη δυνηται προσδεξασθαι και η ψυχη αυτου βρωσιν επιθυμησει20 Abominabilis ei fit in vita sua panis,
et animæ illius cibus ante desiderabilis.
21 εως αν σαπωσιν αυτου αι σαρκες και αποδειξη τα οστα αυτου κενα21 Tabescet caro ejus,
et ossa, quæ tecta fuerant, nudabuntur.
22 ηγγισεν δε εις θανατον η ψυχη αυτου η δε ζωη αυτου εν αδη22 Appropinquavit corruptioni anima ejus,
et vita illius mortiferis.
23 εαν ωσιν χιλιοι αγγελοι θανατηφοροι εις αυτων ου μη τρωση αυτον εαν νοηση τη καρδια επιστραφηναι επι κυριον αναγγειλη δε ανθρωπω την εαυτου μεμψιν την δε ανοιαν αυτου δειξη23 Si fuerit pro eo angelus loquens,
unus de millibus, ut annuntiet hominis æquitatem,
24 ανθεξεται του μη πεσειν αυτον εις θανατον ανανεωσει δε αυτου το σωμα ωσπερ αλοιφην επι τοιχου τα δε οστα αυτου εμπλησει μυελου24 miserebitur ejus, et dicet :
Libera eum, ut non descendat in corruptionem :
inveni in quo ei propitier.
25 απαλυνει δε αυτου τας σαρκας ωσπερ νηπιου αποκαταστησει δε αυτον ανδρωθεντα εν ανθρωποις25 Consumpta est caro ejus a suppliciis :
revertatur ad dies adolescentiæ suæ.
26 ευξαμενος δε προς κυριον και δεκτα αυτω εσται εισελευσεται δε προσωπω καθαρω συν εξηγορια αποδωσει δε ανθρωποις δικαιοσυνην26 Deprecabitur Deum, et placabilis ei erit :
et videbit faciem ejus in jubilo,
et reddet homini justitiam suam.
27 ειτα τοτε απομεμψεται ανθρωπος αυτος εαυτω λεγων οια συνετελουν και ουκ αξια ητασεν με ων ημαρτον27 Respiciet homines, et dicet : Peccavi,
et vere deliqui, et ut eram dignus, non recepi.
28 σωσον ψυχην μου του μη ελθειν εις διαφθοραν και η ζωη μου φως οψεται28 Liberavit animam suam, ne pergeret in interitum,
sed vivens lucem videret.
29 ιδου παντα ταυτα εργαται ο ισχυρος οδους τρεις μετα ανδρος29 Ecce hæc omnia operatur Deus
tribus vicibus per singulos,
30 αλλ' ερρυσατο την ψυχην μου εκ θανατου ινα η ζωη μου εν φωτι αινη αυτον30 ut revocet animas eorum a corruptione,
et illuminet luce viventium.
31 ενωτιζου ιωβ και ακουε μου κωφευσον και εγω ειμι λαλησω31 Attende, Job, et audi me :
et tace, dum ego loquor.
32 ει εισιν λογοι αποκριθητι μοι λαλησον θελω γαρ δικαιωθηναι σε32 Si autem habes quod loquaris, responde mihi :
loquere, volo enim te apparere justum.
33 ει μη συ ακουσον μου κωφευσον και διδαξω σε σοφιαν33 Quod si non habes, audi me :
tace, et docebo te sapientiam.