Scrutatio

Venerdi, 10 maggio 2024 - San Giobbe ( Letture di oggi)

Apocalisse 6


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 E vidi che l'Agnello aveva aperto uno dei sette sigilli, e sentii uno dei quattro animali che diceva con voce di tuono: Vieni e vedi.1 Και ειδον, οτε ηνοιξε το Αρνιον μιαν εκ των σφραγιδων, και ηκουσα εν εκ των τεσσαρων ζωων λεγον ως φωνην βροντης? Ερχου και βλεπε.
2 E mirai: ed ecco un cavallo bianco, e colui che v'era sopra aveva un arco, e gli fu donata una corona, e partì vincitore per vincere.2 Και ειδον, και ιδου, ιππος λευκος? και ο καθημενος επ' αυτον ειχε τοξον? και εδοθη εις αυτον στεφανος, και εξηλθε νικων και δια να νικηση.
3 Quando aperse il secondo sigillo, sentii il secondo animale che diceva: Vieni e vedi.3 Και οτε ηνοιξε την δευτεραν σφραγιδα, ηκουσα το δευτερον ζωον λεγον? Ερχου και βλεπε.
4 Ed uscì un altro cavallo che era rosso, e a colui che v'era sopra fu dato di togliere la pace dalla terra, affinchè gli uomini s'ammazzassero fra di loro, e gli fu data una grande spada.4 Και εξηλθεν αλλος ιππος κοκκινος, και εις τον καθημενον επ' αυτον εδοθη να σηκωση την ειρηνην απο της γης, και να σφαξωσιν αλληλους, και εδοθη εις αυτον μαχαιρα μεγαλη.
5 Quando aperse il terzo sigillo, sentii il terzo animale che diceva: Vieni e vedi. Ed ecco un cavallo nero, e chi v'era sopra aveva in mano una bilancia.5 Και οτε ηνοιξε την τριτην σφραγιδα, ηκουσα το τριτον ζωον λεγον? Ερχου και βλεπε. Και ειδον, και ιδου, ιππος μελας, και ο καθημενος επ' αυτον ειχε ζυγαριαν εν τη χειρι αυτου.
6 E in mezzo ai quattro animali udii come una voce che diceva: Una misura di grano per un denaro, e tre misure d'orzo per un denaro; e non toccare l'olio e il vino.6 Και ηκουσα φωνην εν μεσω των τεσσαρων ζωων λεγουσαν? Μια χοινιξ σιτου δι' εν δηναριον και τρεις χοινικες κριθης δι' εν δηναριον, και το ελαιον και τον οινον μη βλαψης.
7 E quando aperse il quarto sigillo, sentii la voce del quarto animale che diceva: Vieni e vedi.7 Και οτε ηνοιξε την σφραγιδα την τεταρτην, ηκουσα φωνην του τεταρτου ζωου λεγουσαν? Ερχου και βλεπε.
8 Ed ecco un cavallo pallido, e chi vi stava sopra si chiamava « morte » e gli teneva dietro l'inferno, e gli fu data potestà soprale quattro parti della terra per uccidere colla spada, colla fame, colla mortalità e colle bestie feroci.8 Και ειδον, και ιδου, ιππος ωχρος, και ο καθημενος επανω αυτου ωνομαζετο θανατος, και ο Αιδης ηκολουθει μετ' αυτου? και εδοθη εις αυτους εξουσια επι το τεταρτον της γης, να θανατωσωσι με ρομφαιαν και με πειναν και με θανατον και με τα θηρια της γης.
9 E quando aperse il quinto sigillo vidi sotto l'altare le anime di quelli che erano stati uccisi per la parola di Dio e per la testimonianza che avevan resa.9 Και οτε ηνοιξε την πεμπτην σφραγιδα, ειδον υποκατω του θυσιαστηριου τας ψυχας των εσφαγμενων δια τον λογον του Θεου και δια την μαρτυριαν, την οποιαν ειχον.
10 Ed essi gridarono a gran voce, dicendo: Fino a quando, o Signore santo e verace, indugerai a far giustizia e a vendicare il nostro sangue sopra coloro che abitano la terra?10 Και εκραξαν μετα φωνης μεγαλης, λεγοντες? Εως ποτε, ω Δεσποτα αγιε και αληθινε, δεν κρινεις και εκδικεις το αιμα ημων απο των κατοικουντων επι της γης;
11 E fu data a ciascuno di essi una veste bianca, e fu detto loro di darsi pace per un altro poco di tempo, fino a tanto che non fosse compito il numero dei loro conservi e dei loro fratelli che dovevano essere come loro trucidati.11 Και εδοθησαν εις εκαστον στολαι λευκαι, και ερρεθη προς αυτους να αναπαυθωσιν ετι ολιγον καιρον, εωσου συμπληρωθωσι και οι συνδουλοι αυτων και οι αδελφοι αυτων οι μελλοντες να φονευθωσιν ως και αυτοι.
12 E quando vidi aprire il sesto sigillo, ecco venire un gran terremoto, e il sole diventò nero come un sacco di Cilicia; e la luna diventò tutta come di sangue;12 Και ειδον, οτε ηνοιξε την σφραγιδα την εκτην, και ιδου, εγεινε σεισμος μεγας, και ο ηλιος εγεινε μελας ως σακκος τριχινος και η σεληνη εγεινεν ως αιμα,
13 e le stelle dal cielo caddero sulla terra, come i fichi acerbi dal fico scosso da gran vento.13 και οι αστερες του ουρανου επεσαν εις την γην, καθως η συκη ριπτει τα αωρα συκα αυτης, σειομενη υπο μεγαλου ανεμου,
14 E il cielo si ritirò come un libro quando si ravvolge, ed ogni monte e le isole furono spostate.14 και ο ουρανος απεχωρισθη ως βιβλιον τυλιγμενον, και παν ορος και νησος εκινηθησαν εκ των τοπων αυτων?
15 E i re della terra, e i principi, e i tribuni, e i ricchi, e i potenti, e tutti quanti servi e liberi, si nascosero nelle spelonche e tra i massi delle montagne.15 και οι βασιλεις της γης και οι μεγιστανες και οι πλουσιοι και οι χιλιαρχοι και οι δυνατοι και πας δουλος και πας ελευθερος εκρυψαν εαυτους εις τα σπηλαια και εις τας πετρας των ορεων,
16 E dicono ai monti e ai massi: Cadeteci addosso: nascondeteci dalla faccia dell'assiso sul trono e dall'ira dell'Agnello;16 και λεγουσι προς τα ορη και προς τας πετρας? Πεσατε εφ' ημας και κρυψατε ημας απο προσωπου του καθημενου επι του θρονου και απο της οργης του Αρνιου,
17 perché è venuto il gran giorno della loro ira, e chi potrà reggervi?17 διοτι ηλθεν η ημερα η μεγαλη της οργης αυτου, και τις δυναται να σταθη;