ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 73
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150151
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
LXX | NOVA VULGATA |
---|---|
1 συνεσεως τω ασαφ ινα τι απωσω ο θεος εις τελος ωργισθη ο θυμος σου επι προβατα νομης σου | 1 Psalmus. Asaph. Quam bonus rectis est Deus, Deus his, qui mundo sunt corde! |
2 μνησθητι της συναγωγης σου ης εκτησω απ' αρχης ελυτρωσω ραβδον κληρονομιας σου ορος σιων τουτο ο κατεσκηνωσας εν αυτω | 2 Mei autem paene moti sunt pedes, paene effusi sunt gressus mei, |
3 επαρον τας χειρας σου επι τας υπερηφανιας αυτων εις τελος οσα επονηρευσατο ο εχθρος εν τοις αγιοις σου | 3 quia zelavi super gloriantes, pacem peccatorum videns. |
4 και ενεκαυχησαντο οι μισουντες σε εν μεσω της εορτης σου εθεντο τα σημεια αυτων σημεια και ουκ εγνωσαν | 4 Quia non sunt eis impedimenta, sanus et pinguis est venter eorum. |
5 ως εις την εισοδον υπερανω | 5 In labore mortalium non sunt et cum hominibus non flagellantur. |
6 ως εν δρυμω ξυλων αξιναις εξεκοψαν τας θυρας αυτης επι το αυτο εν πελεκει και λαξευτηριω κατερραξαν αυτην | 6 Ideo quasi torques est eis superbia, et tamquam indumentum operuit eos violentia. |
7 ενεπυρισαν εν πυρι το αγιαστηριον σου εις την γην εβεβηλωσαν το σκηνωμα του ονοματος σου | 7 Prodit quasi ex adipe iniquitas eorum, erumpunt cogitationes cordis. |
8 ειπαν εν τη καρδια αυτων η συγγενεια αυτων επι το αυτο δευτε και κατακαυσωμεν πασας τας εορτας του θεου απο της γης | 8 Subsannaverunt et locuti sunt nequitiam, iniquitatem ab excelso locuti sunt. |
9 τα σημεια ημων ουκ ειδομεν ουκ εστιν ετι προφητης και ημας ου γνωσεται ετι | 9 Posuerunt in caelo os suum, et lingua eorum transivit in terra. |
10 εως ποτε ο θεος ονειδιει ο εχθρος παροξυνει ο υπεναντιος το ονομα σου εις τελος | 10 Ideo in alto sedent, et aquae plenae non pervenient ad eos. |
11 ινα τι αποστρεφεις την χειρα σου και την δεξιαν σου εκ μεσου του κολπου σου εις τελος | 11 Et dixerunt: “ Quomodo scit Deus, et si est scientia in Excelso? ”. |
12 ο δε θεος βασιλευς ημων προ αιωνος ειργασατο σωτηριαν εν μεσω της γης | 12 Ecce ipsi peccatores et abundantes in saeculo multiplicaverunt divitias. |
13 συ εκραταιωσας εν τη δυναμει σου την θαλασσαν συ συνετριψας τας κεφαλας των δρακοντων επι του υδατος | 13 Et dixi: “ Ergo sine causa mundavi cor meum et lavi in innocentia manus meas; |
14 συ συνεθλασας τας κεφαλας του δρακοντος εδωκας αυτον βρωμα λαοις τοις αιθιοψιν | 14 et fui flagellatus tota die, et castigatio mea in matutinis ”. |
15 συ διερρηξας πηγας και χειμαρρους συ εξηρανας ποταμους ηθαμ | 15 Si dixissem: “ Loquar ut illi ”, ecce generationem filiorum tuorum prodidissem. |
16 ση εστιν η ημερα και ση εστιν η νυξ συ κατηρτισω φαυσιν και ηλιον | 16 Et cogitabam, ut cognoscerem hoc; labor erat in oculis meis, |
17 συ εποιησας παντα τα ορια της γης θερος και εαρ συ επλασας αυτα | 17 donec intravi in sanctuarium Dei et intellexi novissima eorum. |
18 μνησθητι ταυτης εχθρος ωνειδισεν τον κυριον και λαος αφρων παρωξυνεν το ονομα σου | 18 Verumtamen in lubrico posuisti eos, deiecisti eos in ruinas. |
19 μη παραδως τοις θηριοις ψυχην εξομολογουμενην σοι των ψυχων των πενητων σου μη επιλαθη εις τελος | 19 Quomodo facti sunt in desolationem! Subito defecerunt, perierunt prae horrore. |
20 επιβλεψον εις την διαθηκην σου οτι επληρωθησαν οι εσκοτισμενοι της γης οικων ανομιων | 20 Velut somnium evigilantis, Domine, surgens imaginem ipsorum contemnes. |
21 μη αποστραφητω τεταπεινωμενος κατησχυμμενος πτωχος και πενης αινεσουσιν το ονομα σου | 21 Quia exacerbatum est cor meum, et renes mei compuncti sunt; |
22 αναστα ο θεος δικασον την δικην σου μνησθητι των ονειδισμων σου των υπο αφρονος ολην την ημεραν | 22 et ego insipiens factus sum et nescivi: ut iumentum factus sum apud te. |
23 μη επιλαθη της φωνης των ικετων σου η υπερηφανια των μισουντων σε ανεβη δια παντος προς σε | 23 Ego autem semper tecum; tenuisti manum dexteram meam. |
24 In consilio tuo deduces me et postea cum gloria suscipies me. | |
25 Quis enim mihi est in caelo? Et tecum nihil volui super terram. | |
26 Defecit caro mea et cor meum; Deus cordis mei, et pars mea Deus in aeternum. | |
27 Quia ecce, qui elongant se a te, peribunt; perdidisti omnes, qui fornicantur abs te. | |
28 Mihi autem adhaerere Deo bonum est, ponere in Domino Deo spem meam, ut annuntiem omnes operationes tuas in portis filiae Sion. |