A zsoltárok könyve 52
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 A karvezetőnek. Maszkíl Dávidtól, | 1 Εις τον πρωτον μουσικον, Μασχιλ του Δαβιδ, οτε ηλθε Δωηκ ο Ιδουμαιος και ανηγγειλε προς τον Σαουλ, και ειπε προς αυτον, Ηλθεν ο Δαβιδ εις την οικιαν του Αχιμελεχ.>> Τι καυχασαι εις την κακιαν, δυνατε; το ελεος του Θεου διαμενει εις τον αιωνα. |
2 amikor az edomi Dóeg elment Saulhoz és hírül adta neki: »Dávid Ahimelek házába ment be.« | 2 Η γλωσσα σου μελετα κακιας? ως ξυραφιον ηκονημενον εργαζεται δολον. |
3 Mit kérkedsz a gonoszsággal, aki hatalmas vagy az igazságtalanságban? | 3 Ηγαπησας το κακον μαλλον παρα το αγαθον, το ψευδος παρα να λαλης δικαιοσυνην. Διαψαλμα. |
4 Álnokságot tervelsz egész nap, nyelved, mint az éles borotva, és gonoszságot művelsz. | 4 Ηγαπησας παντας τους λογους του αφανισμου, γλωσσαν δολιαν. |
5 Jobban szereted a rosszat, mint a jót, hazugságot szívesebben szólsz, mint igazat. | 5 Δια τουτο ο Θεος θελει σε εξολοθρευσει διαπαντος? θελει σε αποσπασει και σε μετατοπισει εκ της σκηνης σου, και θελει σε εκριζωσει εκ γης ζωντων. Διαψαλμα. |
6 Szeretsz minden ártó beszédet, te álnok nyelv! | 6 Και οι δικαιοι θελουσιν ιδει και φοβηθη? και θελουσι γελασει επ' αυτον λεγοντες, |
7 El is pusztít érte Isten végleg, hajlékodból kiköltöztet téged és kigyomlál, kitépi gyökeredet az élők földjéből. | 7 Ιδου, ο ανθρωπος, οστις δεν εθεσε τον Θεον δυναμιν αυτου. αλλ' ηλπισεν επι το πληθος του πλουτου αυτου και επεστηριζετο επι την πονηριαν αυτου. |
8 Félve látják majd ezt az igazak, nevetnek rajta és ezt mondják: | 8 Εγω δε θελω εισθαι ως ελαια ακμαζουσα εν τω οικω του Θεου? ελπιζω επι το ελεος του Θεου εις τον αιωνα του αιωνος. |
9 »Így jár az az ember, aki nem Istent választotta segítőjének, hanem gazdagsága sokaságában bízott, és felfuvalkodott hiúságában.« | 9 Θελω σε δοξολογει παντοτε, διοτι εκαμες ουτω? και θελω ελπιζει επι το ονομα σου, διοτι ειναι αγαθον εμπροσθεν των οσιων σου. |
10 Én azonban olyan vagyok, mint a termékeny olajfa Isten házában, bízom Isten irgalmában, mindörökkön örökké. | |
11 Áldalak téged mindörökké, hogy így cselekszel; remélek nevedben, mert jó vagy Szentjeid színe előtt. |