Лука 12
123456789101112131415161718192021222324
Буття
Вихід
Левіт
Числа
Второзаконня
Ісуса Навина
Суддів
Рути
І Самуїла
ІІ Самуїла
І Царів
ІІ Царів
І Хронік
ІІ Хронік
Езри
Неємії
Товита
Юдити
Естери
1Mac
2Mac
Йова
Псалмів
Приповідок
Проповідник
Пісня Пісень
Мудрости
Сирах
Ісая
Єремія
Плач Єремії
Лист Єремії
Єзекиїл
Даниїл
Осій
Йоіл
Амос
Авдій
Йона
Міхей
Наум
Авакум
Софонія
Аггей
Захарій
Малахія
Матей
Марко
Лука
Іван
Діяння Апостолів
Римлян
І Корінтян
ІІ Корінтян
Галатів
Ефесян
Филип’ян
Колосян
І Солунян
І Солунян
І Тимотея
ІI Тимотея
Тита
Филимона
Євреїв
Якова
І Петра
ІI Петра
І Івана
ІІ Івана
ІІІ Івана
Юди
Одкровення
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
Біблія | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Тим часом, як зібралася тьма народу, так що одне одного топтало, він почав говорити перш до своїх учнів «Остерігайтесь фарисейської закваски, тобто лицемірства. | 1 Εν τω μεταξυ αφου συνηθροισθησαν αι μυριαδες του οχλου, ωστε κατεπατουν αλληλους, ηρχισε να λεγη προς τους μαθητας αυτου πρωτον? Προσεχετε εις εαυτους απο της ζυμης των Φαρισαιων, ητις ειναι υποκρισις. |
2 Нічого бо нема захованого, що б не відкрилося, і скритого, що б не виявилось. | 2 Αλλα δεν ειναι ουδεν κεκαλυμμενον, το οποιον δεν θελει ανακαλυφθη, και κρυπτον, το οποιον δεν θελει γνωρισθη? |
3 Ось чому те, що ви потемки сказали, почується при світлі; і те, що на вухо ви говорили десь по сховках, оголоситься на крівлях. | 3 οθεν οσα ειπετε εν τω σκοτει εν τω φωτι θελουσιν ακουσθη, και ο, τι ελαλησατε προς το ωτιον εν τοις ταμειοις θελει κηρυχθη επι των δωματων. |
4 Кажу вам, моїм друзям Не бійтесь тих, що убивають тіло, а потім більш нічого заподіяти не можуть. | 4 Λεγω δε προς εσας τους φιλους μου? Μη φοβηθητε απο των αποκτεινοντων το σωμα και μετα ταυτα μη δυναμενων περισσοτερον τι να πραξωσι. |
5 Я покажу вам, кого треба боятись бійтеся того, що, вбивши, має владу вкинути в пекло. Так, кажу вам Того бійтесь. | 5 Θελω δε σας δειξει ποιον να φοβηθητε? Φοβηθητε εκεινον, οστις αφου αποκτεινη, εχει εξουσιαν να ριψη εις την γεενναν? ναι, σας λεγω, τουτον φοβηθητε. |
6 Хіба п’ять горобців не продаються за два шаги А ні один з них не забутий у Бога. | 6 Δεν πωλουνται πεντε στρουθια δια δυο ασσαρια; και εν εξ αυτων δεν ειναι λελησμονημενον ενωπιον του Θεου? |
7 Ба навіть і волосся на голові у вас усе пораховане. Не бійтесь ви вартісніші за багатьох горобців! | 7 αλλα και αι τριχες της κεφαλης υμων ειναι πασαι ηριθμημεναι. Μη φοβεισθε λοιπον? απο πολλων στρουθιων διαφερετε. |
8 Кажу вам Кожен, хто визнає мене перед людьми, і Син Чоловічий визнає такого перед ангелами Божими. | 8 Σας λεγω δε? Πας οστις με ομολογηση εμπροσθεν των ανθρωπων, και ο Υιος του ανθρωπου θελει ομολογησει αυτον εμπροσθεν των αγγελων του Θεου? |
9 Хто ж мене відречеться перед людьми, того і я відречуся перед ангелами Божими. | 9 οστις δε με αρνηθη ενωπιον των ανθρωπων, και ο Υιος του ανθρωπου θελει αρνηθη αυτον ενωπιον των αγγελων του Θεου. |
10 І всякому, хто скаже слово проти Сина Чоловічого, воно проститься йому; а тому, хто хулитиме Святого Духа, не проститься. | 10 Και πας οστις θελει ειπει λογον κατα του Υιου του ανθρωπου, θελει συγχωρηθη εις αυτον? οστις ομως βλασφημηση κατα του Αγιου Πνευματος, εις αυτον δεν θελει συγχωρηθη. |
11 Коли вас приведуть у синагоги, до урядів та до влади, не клопочіться тим, як або що вам відповісти, або що казати, | 11 Οταν δε σας φερωσιν εις τας συναγωγας και τας αρχας και τας εξουσιας, μη μεριμνατε πως η τι να απολογηθητε, η τι να ειπητε? |
12 бо Дух Святий навчить вас тієї години, що треба говорити.» | 12 διοτι το Αγιον Πνευμα θελει σας διδαξει εν αυτη τη ωρα τι πρεπει να ειπητε. |
13 Відізвався до нього хтось із народу «Скажи братові моєму, щоб поділився зо мною спадщиною.» | 13 Ειπε δε τις προς αυτον εκ του οχλου? Διδασκαλε, ειπε προς τον αδελφον μου να μοιρασθη μετ' εμου την κληρονομιαν. |
14 Ісус промовив до нього «Чоловіче, хто настановив мене суддею або подільником над вами» | 14 Ο δε ειπε προς αυτον? Ανθρωπε, τις με κατεστησε δικαστην η μεριστην εφ' υμας; |
15 Далі промовив до них «Глядіть і бережіться всякої зажерливости, бо не від надміру того, що хто має, залежить його життя.» | 15 Και ειπε προς αυτους? Προσεχετε και φυλαττεσθε απο της πλεονεξιας? διοτι εαν τις εχη περισσα, η ζωη αυτου δεν συνισταται εκ των υπαρχοντων αυτου. |
16 І він розповів їм цю притчу: «В одного багача земля вродила гарно. | 16 Ειπε δε προς αυτους παραβολην, λεγων? Ανθρωπου τινος πλουσιου ηυτυχησαν τα χωραφια? |
17 І почав він міркувати, кажучи сам до себе Що мені робити Не маю де звезти врожай мій! | 17 Και διελογιζετο εν εαυτω λεγων? Τι να καμω, διοτι δεν εχω που να συναξω τους καρπους μου; |
18 І каже Ось що я зроблю розберу мої стодоли, більші побудую і зберу туди все збіжжя і ввесь мій достаток | 18 Και ειπε? Τουτο θελω καμει? θελω χαλασει τας αποθηκας μου και θελω οικοδομησει μεγαλητερας και συναξει εκει παντα τα γεννηματα μου και τα αγαθα μου, |
19 та й скажу душі своїй Душе моя! Маєш добра багато в запасі на багато років! Спочивай собі, їж, пий і веселися! | 19 και θελω ειπει προς την ψυχην μου? Ψυχη, εχεις πολλα αγαθα εναποτεταμιευμενα δι' ετη πολλα? αναπαυου, φαγε, πιε, ευφραινου. |
20 А Бог сказав до нього Безумний! Цієї ж ночі душу твою заберуть у тебе, а те, що ти зібрав, кому воно буде | 20 Ειπε δε προς αυτον ο Θεος? Αφρον, ταυτην την νυκτα την ψυχην σου απαιτουσιν απο σου? οσα δε ητοιμασας, τινος θελουσιν εισθαι; |
21 Отак воно з тим, хто збирає для себе, замість щоб багатіти в Бога.» | 21 Ουτω θελει εισθαι οστις θησαυριζει εις εαυτον και δεν πλουτει εις Θεον. |
22 Далі сказав до своїх учнів «Тому кажу вам Не журіться про життя ваше, що їстимете, ані про тіло, в що вдягнетеся; | 22 Ειπε δε προς τους μαθητας αυτου? Δια τουτο λεγω προς εσας, Μη μεριμνατε δια την ζωην σας, τι να φαγητε, μηδε δια το σωμα, τι να ενδυθητε. |
23 бо життя більше від їжі й тіло від одежі. | 23 Η ζωη ειναι τιμιωτερον της τροφης και το σωμα του ενδυματος. |
24 Гляньте на круків, що не сіють, ні жнуть; нема в них ні комори, ні стодоли, а проте Бог їх годує. Оскільки більше варті ви від птахів! | 24 Παρατηρησατε τους κορακας, οτι δεν σπειρουσιν ουδε θεριζουσιν, οιτινες δεν εχουσι ταμειον ουδε αποθηκην, και ο Θεος τρεφει αυτους? ποσω μαλλον σεις διαφερετε των πτηνων. |
25 Хто з вас, трудившись, може додати до віку свого хоча б один лікоть | 25 Και τις εξ υμων μεριμνων δυναται να προσθεση εις το αναστημα αυτου μιαν πηχυν; |
26 коли, отже, і це найменше понад вашу силу, чому клопочетесь про інше | 26 Εαν λοιπον ουδε το ελαχιστον δυνασθε, τι μεριμνατε περι των λοιπων; |
27 Погляньте на лілеї як ростуть не працюють і не прядуть, а, кажу вам, що навіть Соломон у своїй славі не вдягався так, як одна з них. | 27 Παρατηρησατε τα κρινα πως αυξανουσι? δεν κοπιαζουσιν ουδε κλωθουσι? σας λεγω ομως, ουδε ο Σολομων εν παση τη δοξη αυτου ενεδυθη ως εν τουτων. |
28 Коли, отже, траву на полі, що сьогодні стоїть, а завтра буде кинута до печі, Бог отак одягає, то скільки більше вас, маловіри! | 28 Αλλ' εαν τον χορτον, οστις σημερον ειναι εν τω αγρω και αυριον ριπτεται εις κλιβανον, ο Θεος ενδυη ουτω, ποσω μαλλον εσας, ολιγοπιστοι. |
29 І не побивайтесь, що вам їсти та що пити, і не клопочіться! | 29 Και σεις μη ζητειτε τι να φαγητε η τι να πιητε, και μη ησθε μετεωροι? |
30 Бо того всього шукають народи цього світу; Отець же ваш знає, що вам воно потрібне. | 30 διοτι ταυτα παντα ζητουσι τα εθνη του κοσμου? υμων δε ο Πατηρ εξευρει οτι εχετε χρειαν τουτων? |
31 Отож, шукайте його Царства, а це вам додасться. | 31 πλην ζητειτε την βασιλειαν του Θεου, και ταυτα παντα θελουσι σας προστεθη. |
32 Не бійсь, маленьке стадо, бо вашому Отцеві вподобалося дати вам Царство. | 32 Μη φοβου, μικρον ποιμνιον? διοτι ο Πατηρ σας ηυδοκησε να σας δωση την βασιλειαν. |
33 Продайте ваше майно й дайте милостиню. Зробіть собі гамани, що не старіються; невичерпаний скарб на небі, де злодій приступу не має, ні міль не точить. | 33 Πωλησατε τα υπαρχοντα σας και δοτε ελεημοσυνην. Καμετε εις εαυτους βαλαντια τα οποια δεν παλαιουνται, θησαυρον εν τοις ουρανοις οστις δεν εκλειπει, οπου κλεπτης δεν πλησιαζει ουδε ο σκωληξ διαφθειρει? |
34 Бо де скарб ваш, там буде й ваше серце. | 34 διοτι οπου ειναι ο θησαυρος σας, εκει θελει εισθαι και η καρδια σας. |
35 Нехай ваш стан буде підперезаний, і світла засвічені. | 35 Ας ηναι αι οσφυες σας περιεζωσμεναι και οι λυχνοι καιομενοι? |
36 Будьте подібні до людей, що чекають на пана свого, коли він повернеться з весілля, щоб йому негайно відчинити, як прийде й застукає. | 36 και σεις ομοιοι με ανθρωπους, οιτινες προσμενουσι τον κυριον αυτων, ποτε θελει επιστρεψει εκ των γαμων, δια να ανοιξωσιν ευθυς εις αυτον οταν ελθη και κρουση. |
37 Щасливі ті слуги, що їх він, прийшовши, застане невсипущими! Істинно кажу вам Він підпережеться, посадить їх за стіл і, приступивши, почне їм служити. | 37 Μακαριοι οι δουλοι εκεινοι, τους οποιους ελθων ο κυριος θελει ευρει αγρυπνουντας. Αληθως σας λεγω, οτι θελει περιζωσθη και καθισει αυτους εις την τραπεζαν, και ελθων εις το μεσον θελει υπηρετησει αυτους. |
38 І як прийде о другій чи о третій сторожі й так усе знайде, щасливі вони. | 38 Και εαν ελθη εν τη δευτερα φυλακη και εν τη τριτη φυλακη ελθη και ευρη ουτω, μακαριοι ειναι οι δουλοι εκεινοι. |
39 Збагніть це добре коли б господар знав, о котрій годині прийде злодій, пильнував би й не дав би проламати стіни у своїм домі. | 39 Τουτο δε γινωσκετε, οτι εαν ηξευρεν ο οικοδεσποτης ποιαν ωραν ο κλεπτης ερχεται, ηθελεν αγρυπνησει και δεν ηθελεν αφησει να διορυχθη ο οικος αυτου. |
40 І ви також будьте готові, бо не знаєте, о котрій годині Син Чоловічий прийде.» | 40 Και σεις λοιπον γινεσθε ετοιμοι? διοτι καθ' ην ωραν δεν στοχαζεσθε, ερχεται ο Υιος του ανθρωπου. |
41 Тут Петро озвався «Господи, чи ти до нас кажеш цю притчу, чи й до всіх» | 41 Ειπε δε προς αυτον ο Πετρος? Κυριε, προς ημας λεγεις την παραβολην ταυτην η και προς παντας; |
42 А Господь відповів «Хто ж це той вірний і кмітливий управитель, якого пан настановить над челяддю своєю, щоб дати їй у визначену пору мірку пшениці | 42 Και ο Κυριος ειπε? Τις λοιπον ειναι ο πιστος οικονομος και φρονιμος, τον οποιον θελει καταστησει ο κυριος αυτου επι των υπηρετων αυτου, δια να διδη εν καιρω την διωρισμενην τροφην; |
43 Щасливий той слуга, пан якого, прийшовши, знайде, що він так робить. | 43 Μακαριος ο δουλος εκεινος, τον οποιον ελθων ο κυριος αυτου θελει ευρει πραττοντα ουτως. |
44 Істинно кажу вам, що він його поставить над своїм маєтком. | 44 Αληθως σας λεγω, οτι θελει καταστησει αυτον επι παντων των υπαρχοντων αυτου. |
45 Коли ж слуга той скаже в своїм серці Бариться мій пан, не приходить, — і почне бити слуг та служниць, їсти і пити та й упиватись, | 45 Εαν δε ειπη ο δουλος εκεινος εν τη καρδια αυτου, Βραδυνει να ελθη ο κυριος μου? και αρχιση να δερη τους δουλους και τας δουλας, και να τρωγη και να πινη και να μεθυη, |
46 то пан того слуги прийде дня, якого він не сподіється, й години, якої він не знає, і відлучить його та й між невірними призначить йому долю. | 46 θελει ελθει ο κυριος του δουλου εκεινου, καθ' ην ημεραν δεν προσμενει και καθ' ην ωραν δεν εξευρει, και θελει αποχωρισει αυτον, και το μερος αυτου θελει θεσει μετα των απιστων. |
47 Той, що, знавши волю свого пана, не приготував, ані не зробив по його волі, буде тяжко битий. | 47 Εκεινος δε ο δουλος, οστις γνωρισας το θελημα του κυριου αυτου δεν ητοιμασεν ουδε εκαμε κατα το θελημα αυτου, θελει δαρθη πολυ? |
48 А той, що її не знав і зробив каригідне, буде мало битий. Від усякого, кому дано багато, багато від нього й вимагатимуть; а кому повірено багато, від того більше зажадають. | 48 οστις ομως μη γνωρισας επραξεν αξια δαρμων, θελει δαρθη ολιγον? εις παντα δε, εις τον οποιον εδοθη πολυ, πολυ θελει ζητηθη παρ' αυτου, και εις οντινα ενεπιστευθη πολυ, περισσοτερον θελουσιν απαιτησει παρ' αυτου. |
49 Вогонь прийшов я кинути на землю — і як я прагну, щоб він вже розгорівся! | 49 Πυρ ηλθον να βαλω εις την γην, και τι θελω, εαν ηδη ανηφθη; |
50 Хрищення маю я прийняти й як мені важко, докіль воно не здійсниться. | 50 Βαπτισμα δε εχω να βαπτισθω, και πως στενοχωρουμαι εωσου εκτελεσθη. |
51 Гадаєте, що я прийшов мир дати на землі Ні бо, кажу вам, — але розділ. | 51 Νομιζετε οτι ηλθον να δωσω ειρηνην εν τη γη; ουχι, σας λεγω, αλλα διαχωρισμον. |
52 Віднині бо в одній хаті, де п’ятеро, і ті будуть розділені троє проти двох і двоє проти трьох. | 52 Διοτι απο του νυν θελουσιν εισθαι πεντε εν οικω ενι διακεχωρισμενοι, οι τρεις κατα των δυο και οι δυο κατα των τριων? |
53 Будуть розділені батько проти сина й син проти батька; мати проти дочки й дочка проти матері, свекруха проти невістки й невістка проти свекрухи.» | 53 Θελει διαχωρισθη πατηρ κατα υιου και υιος κατα πατρος, μητηρ κατα θυγατρος και θυγατηρ κατα μητρος, πενθερα κατα της νυμφης αυτης και νυμφη κατα της πενθερας αυτης. |
54 А промовив він ще до народу «Коли ви бачите хмару, що виступає на заході, ви зараз кажете Дощ буде, — і так воно буває. | 54 Ελεγε και προς τους οχλους? Οταν ιδητε την νεφελην ανυψουμενην απο δυσμων, ευθυς λεγετε, Βροχη ερχεται, και γινεται ουτω? |
55 І коли дме південний вітер, ви кажете Спека буде, — і так буває. | 55 και οταν νοτον πνεοντα, λεγετε οτι καυσων θελει εισθαι, και γινεται. |
56 Лицеміри, вигляд землі й неба ви вмієте розпізнавати; як же воно, що не розпізнаєте часу цього? | 56 Υποκριται, το προσωπον της γης και του ουρανου εξευρετε να διακρινητε, τον δε καιρον τουτον πως δεν διακρινετε; |
57 Чому самі з себе ви не судите, що справедливе? | 57 Δια τι δε και αφ' εαυτων δεν κρινετε το δικαιον; |
58 Бо коли, отже, йдеш з противником своїм до уряду, намагайся визволитися від нього в дорозі, щоб не потяг тебе до судді, і суддя не видав тебе возному, а возний щоб не кинув тебе до в’язниці. | 58 Ενω λοιπον υπαγεις μετα του αντιδικου σου προς τον αρχοντα, προσπαθησον καθ' οδον να απαλλαχθης απ' αυτου, μηποτε σε συρη προς τον κριτην, και ο κριτης σε παραδωση εις τον υπηρετην, και ο υπηρετης σε βαλη εις φυλακην. |
59 Кажу тобі Не вийдеш звідти, аж поки не віддаси останнього шага.» | 59 Σοι λεγω, δεν θελεις εξελθει εκειθεν, εωσου αποδωσης και το εσχατον λεπτον. |