Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Ezechielis 36


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Tu autem, fili hominis, propheta super montes Israël, et dices : Montes Israël, audite verbum Domini.
1 Και συ, υιε ανθρωπου, προφητευσον επι τα ορη Ισραηλ και ειπε, Ορη του Ισραηλ, ακουσατε τον λογον του Κυριου?
2 Hæc dicit Dominus Deus :
Eo quod dixerit inimicus de vobis : Euge,
altitudines sempiternæ in hæreditatem datæ sunt nobis :
2 Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Επειδη ο εχθρος ειπεν εναντιον σας, Ευγε, οι αιωνιοι υψηλοι τοποι εγειναν κληρονομια ημων,
3 propterea vaticinare, et dic :
Hæc dicit Dominus Deus :
Pro eo quod desolati estis, et conculcati per circuitum,
et facti in hæreditatem reliquis gentibus,
et ascendistis super labium linguæ et opprobrium populi,
3 δια τουτο προφητευσον και ειπε, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Επειδη ηρημωσαν και κατεπιον εσας κυκλοθεν, δια να γεινητε κληρονομια εις το υπολοιπον των εθνων, και κατεσταθητε λαλημα της γλωσσης και ονειδος των λαων?
4 propterea, montes Israël, audite verbum Domini Dei.
Hæc dicit Dominus Deus montibus et collibus,
torrentibus, vallibusque et desertis,
parietinis et urbibus derelictis,
quæ depopulatæ sunt et subsannatæ a reliquis gentibus per circuitum.
4 δια τουτο, ορη του Ισραηλ, ακουσατε τον λογον Κυριου του Θεου? Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος προς τα ορη και προς τα βουνα, προς τους χειμαρρους και προς τας φαραγγας και προς τους ηρημωμενους και ηφανισμενους τοπους και προς τας εγκαταλελειμμενας πολεις, αιτινες εγειναν λαφυρον και εμπαιγμος εις το υπολοιπον των περιξ εθνων?
5 Propterea hæc dicit Dominus Deus :
Quoniam in igne zeli mei locutus sum de reliquis gentibus,
et de Idumæa universa,
quæ dederunt terram meam sibi in hæreditatem cum gaudio,
et toto corde et ex animo,
et ejecerunt eam ut vastarent :
5 δια τουτο ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Εξαπαντος εν τω πυρι του ζηλου μου ελαλησα κατα του υπολοιπου των εθνων και κατα παντος του Εδωμ, οιτινες εκαμον την γην μου κληρονομιαν εαυτων εν χαρα ολης της καρδιας αυτων και εν περιφρονησει ψυχης, δια να εκθεσωσιν αυτην εις λαφυρον.
6 idcirco vaticinare super humum Israël,
et dices montibus et collibus, jugis et vallibus :
Hæc dicit Dominus Deus :
Ecce ego in zelo meo et in furore meo locutus sum,
eo quod confusionem gentium sustinueritis.
6 Δια τουτο προφητευσον επι την γην Ισραηλ, και ειπε προς τα ορη και προς τα βουνα, προς τους χειμαρρους και προς τας φαραγγας, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ιδου, εγω ελαλησα εν τω ζηλω μου και εν τω θυμω μου, διοτι εβαστασατε την υβριν των εθνων?
7 Idcirco hæc dicit Dominus Deus :
Ego levavi manum meam,
ut gentes quæ in circuitu vestro sunt,
ipsæ confusionem suam portent.
7 δια τουτο ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Εγω υψωσα την χειρα μου? εξαπαντος τα εθνη τα περιξ υμων, αυτα θελουσι βαστασει την αισχυνην αυτων.
8 Vos autem, montes Israël, ramos vestros germinetis,
et fructum vestrum afferatis populo meo Israël :
prope enim est ut veniat.
8 Σεις δε, ορη του Ισραηλ, θελετε εκβλαστησει τους κλαδους σας και θελετε δωσει τον καρπον σας εις τον λαον μου Ισραηλ, διοτι πλησιαζουσι να ελθωσι.
9 Quia ecce ego ad vos, et convertar ad vos :
et arabimini, et accipietis sementem.
9 Διοτι ιδου, εγω επιβλεπω εφ' υμας και θελω στραφη προς υμας, και θελετε αροτριασθη και σπαρθη.
10 Et multiplicabo in vobis homines, omnemque domum Israël :
et habitabuntur civitates, et ruinosa instaurabuntur.
10 Και θελω πληθυνει εφ' υμων ανθρωπους, απαντα τον οικον Ισραηλ, απαντα αυτον? και αι πολεις θελουσι κατοικηθη και αι ερημωσεις θελουσιν οικοδομηθη.
11 Et replebo vos hominibus et jumentis,
et multiplicabuntur, et crescent :
et habitare vos faciam sicut a principio,
bonisque donabo majoribus quam habuistis ab initio :
et scietis quia ego Dominus.
11 Και θελω πληθυνει εφ' υμων ανθρωπους και κτηνη και θελουσιν αυξηθη και καρποφορησει? και θελω σας κατοικισει ως ησθε προτερον και αγαθοποιησει μαλλον παρα τας αρχας σας? και θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος.
12 Et adducam super vos homines, populum meum Israël,
et hæreditate possidebunt te :
et eris eis in hæreditatem,
et non addes ultra ut absque eis sis.
12 Και θελω καμει να περιπατωσιν εφ' υμων ανθρωποι, ο λαος μου Ισραηλ? και θελουσι σας κληρονομησει, και θελετε εισθαι κληρονομια αυτων, και του λοιπου δεν θελετε πλεον ατεκνωσει αυτους.
13 Hæc dicit Dominus Deus :
Pro eo quod dicunt de vobis :
Devoratrix hominum es, et suffocans gentem tuam :
13 Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Επειδη ειπον προς εσας, Συ εισαι γη κατατρωγουσα ανθρωπους και ατεκνονουσα τους λαους σου,
14 propterea homines non comedes amplius,
et gentem tuam non necabis ultra,
ait Dominus Deus.
14 δια τουτο δεν θελεις πλεον κατατρωγει ανθρωπους ουδε ατεκνωσει πλεον τους λαους σου, λεγει Κυριος ο Θεος.
15 Nec auditam faciam in te amplius confusionem gentium,
et opprobrium populorum nequaquam portabis :
et gentem tuam non amittes amplius,
ait Dominus Deus.
15 Και δεν θελω πλεον καμει να ακουσθη εν σοι η υβρις των εθνων, και δεν θελεις φερει πλεον τον ονειδισμον των λαων, και δεν θελεις καμει πλεον τους λαους σου να ατεκνωθωσι, λεγει Κυριος ο Θεος.
16 Et factum est verbum Domini ad me, dicens :16 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
17 Fili hominis, domus Israël habitaverunt in humo sua,
et polluerunt eam in viis suis et in studiis suis :
juxta immunditiam menstruatæ facta est via eorum coram me.
17 Υιε ανθρωπου, οτε ο οικος Ισραηλ κατωκησαν εν τη γη αυτων, εμιαναν αυτην δια της οδου αυτων και δια των πραξεων αυτων? η οδος αυτων ητο εμπροσθεν μου ως ακαθαρσια αποκεχωρισμενης.
18 Et effudi indignationem meam super eos
pro sanguine quem fuderunt super terram,
et in idolis suis polluerunt eam.
18 Δια τουτο εξεχεα τον θυμον μου επ' αυτους, δια το αιμα, το οποιον εχυσαν επι την γην, και δια τα ειδωλα αυτων, με τα οποια εμολυναν αυτην?
19 Et dispersi eos in gentes,
et ventilati sunt in terras :
juxta vias eorum et adinventiones eorum judicavi eos.
19 και διεσπειρα αυτους μεταξυ των εθνων και ησαν διεσκορπισμενοι εν τοις τοποις? κατα την οδον αυτων και κατα τα εργα αυτων εκρινα αυτους.
20 Et ingressi sunt ad gentes ad quas introierunt :
et polluerunt nomen sanctum meum,
cum diceretur de eis : Populus Domini iste est,
et de terra ejus egressi sunt.
20 Και οτε εισηλθον εις τα εθνη, οπου ηλθον, εβεβηλωσαν το ονομα μου το αγιον, ενω ελεγετο περι αυτων, Ουτοι ειναι ο λαος του Κυριου και εκ της γης αυτου εξηλθον.
21 Et peperci nomini sancto meo,
quod polluerat domus Israël in gentibus ad quas ingressi sunt.
21 Εσπλαγχνισθην ομως ενεκεν του αγιου ονοματος μου, το οποιον ο οικος Ισραηλ εβεβηλωσε μεταξυ των εθνων εις τα οποια ηλθον.
22 Idcirco dices domui Israël :
Hæc dicit Dominus Deus :
Non propter vos ego faciam, domus Israël,
sed propter nomen sanctum meum,
quod polluistis in gentibus ad quas intrastis.
22 Δια τουτο ειπε προς τον οικον Ισραηλ, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Εγω δεν καμνω τουτο ενεκεν υμων, οικος Ισραηλ, αλλ' ενεκεν του αγιου ονοματος μου, το οποιον εβεβηλωσατε μεταξυ των εθνων, εις τα οποια ηλθετε.
23 Et sanctificabo nomen meum magnum
quod pollutum est inter gentes,
quod polluistis in medio earum :
ut sciant gentes quia ego Dominus,
ait Dominus exercituum,
cum sanctificatus fuero in vobis coram eis.
23 Και θελω αγιασει το ονομα μου το μεγα, το βεβηλωθεν μεταξυ των εθνων, το οποιον εβεβηλωσατε εν μεσω αυτων? και θελουσι γνωρισει τα εθνη οτι εγω ειμαι ο Κυριος, λεγει Κυριος ο Θεος, οταν αγιασθω εν υμιν εμπροσθεν των οφθαλμων αυτων.
24 Tollam quippe vos de gentibus,
et congregabo vos de universis terris,
et adducam vos in terram vestram.
24 Διοτι θελω σας λαβει εκ μεσου των εθνων και θελω σας συναξει εκ παντων των τοπων και σας φερει εις την γην υμων.
25 Et effundam super vos aquam mundam,
et mundabimini ab omnibus inquinamentis vestris,
et ab universis idolis vestris mundabo vos.
25 Και θελω ρανει εφ' υμων καθαρον υδωρ και θελετε καθαρισθη? απο πασων των ακαθαρσιων σας και απο παντων των ειδωλων σας θελω σας καθαρισει.
26 Et dabo vobis cor novum,
et spiritum novum ponam in medio vestri :
et auferam cor lapideum de carne vestra,
et dabo vobis cor carneum.
26 Και θελω δωσει εις εσας καρδιαν νεαν, και πνευμα νεον θελω εμβαλει εν υμιν, και αποσπασας την λιθινην καρδιαν απο της σαρκος σας θελω δωσει εις εσας καρδιαν σαρκινην.
27 Et spiritum meum ponam in medio vestri :
et faciam ut in præceptis meis ambuletis,
et judicia mea custodiatis et operemini.
27 Και θελω εμβαλει εν υμιν το Πνευμα μου και σας καμει να περιπατητε εν τοις διαταγμασι μου και να φυλαττητε τας κρισεις μου και να εκτελητε αυτας.
28 Et habitabitis in terra quam dedi patribus vestris :
et eritis mihi in populum,
et ego ero vobis in Deum.
28 Και θελετε κατοικησει εν τη γη, την οποιαν εδωκα εις τους πατερας σας? και θελετε εισθαι λαος μου και εγω θελω εισθαι Θεος σας.
29 Et salvabo vos ex universis inquinamentis vestris :
et vocabo frumentum et multiplicabo illud,
et non imponam vobis famem.
29 Και θελω σας σωσει απο πασων των ακαθαρσιων σας? και θελω ανακαλεσει τον σιτον και πληθυνει αυτον, και δεν θελω πλεον επιφερει εις εσας πειναν.
30 Et multiplicabo fructum ligni, et genimina agri,
ut non portetis ultra opprobrium famis in gentibus.
30 Και θελω πληθυνει τον καρπον των δενδρων και τα γεννηματα του αγρου, δια να μη λαβητε πλεον ονειδισμον πεινης μεταξυ των εθνων.
31 Et recordabimini viarum vestrarum pessimarum,
studiorumque non bonorum :
et displicebunt vobis iniquitates vestræ et scelera vestra.
31 Και θελετε ενθυμηθη τας οδους υμων τας πονηρας και τα εργα υμων τα μη αγαθα, και θελετε αποστραφη αυτοι εαυτους εμπροσθεν των οφθαλμων σας δια τας ανομιας σας και δια τα βδελυγματα σας.
32 Non propter vos ego faciam, ait Dominus Deus, notum sit vobis :
confundimini, et erubescite super viis vestris, domus Israël.
32 Εγω δεν καμνω ταυτα ενεκεν υμων, λεγει Κυριος ο Θεος, ας ηναι γνωστον εις εσας? αισχυνθητε και εντραπητε δια τας οδους σας, οικος Ισραηλ.
33 Hæc dicit Dominus Deus :
In die qua mundavero vos ex omnibus iniquitatibus vestris,
et inhabitari fecero urbes,
et instauravero ruinosa,
33 Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Καθ' ην ημεραν σας καθαρισω απο πασων των ανομιων σας, θελω καμει ετι να κατοικηθωσιν αι πολεις, και θελουσιν οικοδομηθη αι ερημωσεις.
34 et terra deserta fuerit exculta,
quæ quondam erat desolata in oculis omnis viatoris,
34 Και η γη η ηφανισμενη θελει γεωργηθη, αντι να κηται ηφανισμενη ενωπιον παντος διαβαινοντος.
35 dicent : Terra illa inculta facta est ut hortus voluptatis :
et civitates desertæ, et destitutæ atque suffossæ, munitæ sederunt.
35 Και θελουσι λεγει, Η γη αυτη, ητις ητο ηφανισμενη, κατεσταθη ως ο παραδεισος της Εδεμ, και αι πολεις αι ηρημωμεναι και ηφανισμεναι και κατηδαφισμεναι ωχυρωθησαν, κατωκισθησαν.
36 Et scient gentes quæcumque derelictæ fuerint in circuitu vestro,
quia ego Dominus ædificavi dissipata, plantavique inculta :
ego Dominus locutus sim, et fecerim.
36 Και τα εθνη τα εναπολειφθεντα κυκλω υμων θελουσι γνωρισει οτι εγω ο Κυριος ωκοδομησα τα κατηδαφισμενα και εφυτευσα τα ηφανισμενα? εγω ο Κυριος ελαλησα, και θελω εκτελεσει.
37 Hæc dicit Dominus Deus :
Adhuc in hoc invenient me domus Israël, ut faciam eis :
multiplicabo eos sicut gregem hominum,
37 Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Και τουτο θελει ζητηθη παρ' εμου εκ του οικου Ισραηλ να καμω εις αυτους, να πληθυνω αυτους με ανθρωπους ως ποιμνιον προβατων.
38 ut gregem sanctum,
ut gregem Jerusalem in solemnitatibus ejus :
sic erunt civitates desertæ, plenæ gregibus hominum :
et scient quia ego Dominus.
38 Ως το αγιον ποιμνιον, ως το ποιμνιον της Ιερουσαλημ εν ταις επισημοις εορταις αυτης, ουτως αι πολεις αι ηρημωμεναι θελουσι γεινει πληρεις ποιμνιων ανθρωπων? και θελουσι γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος.