Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Ezechielis 24


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Et factum est verbum Domini ad me in anno nono, in mense decimo, decima die mensis, dicens :1 Και εν τω εννατω ετει, τω δεκατω μηνι, τη δεκατη του μηνος, εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
2 Fili hominis, scribe tibi nomen diei hujus, in qua confirmatus est rex Babylonis adversum Jerusalem hodie.2 Υιε ανθρωπου, γραψον εις σεαυτον το ονομα της ημερας, αυτης ταυτης της ημερας? διοτι ο βασιλευς της Βαβυλωνος παρεταχθη κατα της Ιερουσαλημ εν αυτη ταυτη τη ημερα.
3 Et dices per proverbium ad domum irritatricem parabolam, et loqueris ad eos : Hæc dicit Dominus Deus : Pone ollam ; pone, inquam, et mitte in eam aquam.3 Και προφερε παραβολην προς τον αποστατην οικον? και ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Στησον τον λεβητα; στησον, και ετι χυσον υδωρ εις αυτον?
4 Congere frusta ejus in eam, omnem partem bonam, femur et armum, electa et ossibus plena.4 συναγαγε εις αυτον τα τμηματα αυτου, παν τμημα καλον, τον μηρον και τον ωμον? γεμισον αυτον απο των εκλεκτων οστεων.
5 Pinguissimum pecus assume, compone quoque strues ossium sub ea : efferbuit coctio ejus, et discocta sunt ossa illius in medio ejus.5 Λαβε εκ των εκλεκτων του ποιμνιου και στιβασον ετι τα οστα κατω αυτου? βρασον αυτα καλως και ας εψηθωσι και αυτα τα οστα αυτου εν αυτω.
6 Propterea hæc dicit Dominus Deus : Væ civitati sanguinum, ollæ cujus rubigo in ea est, et rubigo ejus non exivit de ea ! per partes et per partes suas ejice eam : non cecidit super eam sors.6 Διοτι ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ουαι εις την πολιν των αιματων, εις τον λεβητα, του οποιου η σκωρια ειναι εν αυτω και του οποιου η σκωρια δεν εξηλθεν απ' αυτου. Εκβαλε κατα σειραν τα τμηματα αυτης? κληρος ας μη πεση επ' αυτην.
7 Sanguis enim ejus in medio ejus est ; super limpidissimam petram effudit illum : non effudit illum super terram, ut possit operiri pulvere.7 Διοτι το αιμα αυτης ειναι εν μεσω αυτης? επι λειοπετραν εξεθεσεν αυτο? δεν εχυσεν αυτο επι την γην, ωστε να σκεπασθη με χωμα.
8 Ut superinducerem indignationem meam, et vindicta ulciscerer, dedi sanguinem ejus super petram limpidissimam, ne operiretur.8 Δια να καμω να αναβη θυμος εις εκτελεσιν εκδικησεως, θελω εκθεσει το αιμα αυτης επι λειοπετραν, δια να μη σκεπασθη.
9 Propterea hæc dicit Dominus Deus : Væ civitati sanguinum, cujus ego grandem faciam pyram !9 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ουαι εις την πολιν των αιματων? και εγω θελω μεγαλυνει την πυραν.
10 Congere ossa, quæ igne succendam : consumentur carnes, et coquetur universa compositio, et ossa tabescent.10 Επισωρευσον τα ξυλα, αναψον το πυρ, καταναλωσον τα κρεατα και διαλυσον αυτα, ας καωσι και τα οστα.
11 Pone quoque eam super prunas vacuam, ut incalescat, et liquefiat æs ejus, et confletur in medio ejus inquinamentum ejus, et consumatur rubigo ejus.11 Τοτε στησον αυτον κενον επι τους ανθρακας αυτον, δια να πυρωθη ο χαλκος αυτου και να καη και να λυωση εν αυτω η ακαθαρσια αυτου, να καταναλωθη η σκωρια αυτου.
12 Multo labore sudatum est, et non exivit de ea nimia rubigo ejus, neque per ignem.12 Ματαιως εδοκιμασθη με κοπους, και η μεγαλη αυτης σκωρια δεν εξηλθεν απ' αυτης, η σκωρια αυτης εν τω πυρι.
13 Immunditia tua execrabilis, quia mundare te volui, et non es mundata a sordibus tuis : sed nec mundaberis prius, donec quiescere faciam indignationem meam in te.13 Εν τη ακαθαρσια σου υπαρχει μιαροτης? επειδη εγω σε εκαθαρισα και δεν εκαθαρισθης, δεν θελεις πλεον καθαρισθη απο της ακαθαρσιας σου, εωσου αναπαυσω τον θυμον μου επι σε.
14 Ego Dominus locutus sum : veniet, et faciam : non transeam, nec parcam, nec placabor : juxta vias tuas, et juxta adinventiones tuas judicabo te, dicit Dominus.
14 Εγω ο Κυριος ελαλησα? θελει γεινει και θελω εκτελεσει αυτο? δεν θελω στραφη οπισω και δεν θελω φεισθη και δεν θελω μεταμεληθη? κατα τας οδους σου και κατα τας πραξεις σου θελουσι σε κρινει, λεγει Κυριος ο Θεος.
15 Et factum est verbum Domini ad me, dicens :15 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
16 Fili hominis, ecce ego tollo a te desiderabile oculorum tuorum in plaga : et non planges, neque plorabis, neque fluent lacrimæ tuæ.16 Υιε ανθρωπου, ιδου, εγω θελω αφαιρεσει απο σου δια μιας πληγης το επιθυμημα των οφθαλμων σου? και μη πενθησης και μη κλαυσης και ας μη ρευσωσι τα δακρυα σου?
17 Ingemisce tacens : mortuorum luctum non facies : corona tua circumligata sit tibi, et calceamenta tua erunt in pedibus tuis : nec amictu ora velabis, nec cibos lugentium comedes.17 κρατηθητι απο στεναγμων, μη καμης πενθος νεκρων, δεσον την τιαραν σου επι την κεφαλην σου, και βαλε εις τους ποδας σου τα υποδηματα σου, και μη καλυψης τα χειλη σου, και αρτον ανδρων μη φαγης.
18 Locutus sum ergo ad populum mane, et mortua est uxor mea vespere : fecique mane sicut præceperat mihi.18 Και ελαλησα προς τον λαον το πρωι, και το εσπερας απεθανεν η γυνη μου? και εκαμον το πρωι ως προσεταχθην.
19 Et dixit ad me populus : Quare non indicas nobis quid ista significent quæ tu facis ?19 Και ειπεν ο λαος προς εμε, Δεν θελεις απαγγειλει προς υμας τι δηλουσιν εις υμας ταυτα, τα οποια καμνεις;
20 Et dixi ad eos : Sermo Domini factus est ad me, dicens :20 Και απεκριθην προς αυτους, λογος Κυριου εγεινε προς εμε λεγων,
21 Loquere domui Israël : Hæc dicit Dominus Deus : Ecce ego polluam sanctuarium meum, superbiam imperii vestri, et desiderabile oculorum vestrorum, et super quo pavet anima vestra : filii vestri et filiæ vestræ quas reliquistis, gladio cadent.21 Ειπε προς τον οικον Ισραηλ, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ιδου, θελω βεβηλωσει τα αγια μου, το καυχημα της δυναμεως σας, τα επιθυμηματα των οφθαλμων σας και τα περιποθητα των ψυχων σας? και οι υιοι σας και αι θυγατερες σας, οσους αφηκατε, εν ρομφαια θελουσι πεσει.
22 Et facietis sicut feci : ora amictu non velabitis, et cibos lugentium non comedetis :22 Και θελετε καμει καθως εγω εκαμον? δεν θελετε καλυψει τα χειλη σας και αρτον ανδρων δεν θελετε φαγει.
23 coronas habebitis in capitibus vestris, et calceamenta in pedibus : non plangetis, neque flebitis, sed tabescetis in iniquitatibus vestris, et unusquisque gemet ad fratrem suum.23 Και αι τιαραι σας θελουσιν εισθαι επι των κεφαλων σας και τα υποδηματα σας εις τους ποδας σας? δεν θελετε πενθησει ουδε κλαυσει? αλλα θελετε λυωσει δια τας ανομιας σας και θελετε στεναξει ο εις προς τον αλλον.
24 Eritque Ezechiel vobis in portentum : juxta omnia quæ fecit, facietis cum venerit istud : et scietis quia ego Dominus Deus.24 Και ο Ιεζεκιηλ θελει εισθαι σημειον εις εσας? κατα παντα οσα εκαμε θελετε καμει? οταν τουτο ελθη, τοτε θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι Κυριος ο Θεος.
25 Et tu, fili hominis, ecce in die qua tollam ab eis fortitudinem eorum, et gaudium dignitatis, et desiderium oculorum eorum, super quo requiescunt animæ eorum, filios et filias eorum :25 Περι δε σου, υιε ανθρωπου, εν εκεινη τη ημερα, οταν αφαιρεσω απ' αυτων την ισχυν αυτων, την χαραν της δοξης αυτων, τα επιθυμηματα των οφθαλμων αυτων και το θαρρος των ψυχων αυτων, τους υιους αυτων και τας θυγατερας αυτων,
26 in die illa, cum venerit fugiens ad te ut annuntiet tibi :26 εν τη ημερα εκεινη ο διασωθεις δεν θελει ελθει προς σε, δια να αναγγειλη ταυτα εις τα ωτα σου;
27 in die, inquam illa, aperietur os tuum cum eo qui fugit, et loqueris, et non silebis ultra : erisque eis in portentum, et scietis quia ego Dominus.27 Εν εκεινη τη ημερα το στομα σου θελει ανοιχθη προς τον διασωθεντα και θελεις λαλησει και δεν θελεις εισθαι πλεον αλαλος? και θελεις εισθαι εις αυτους σημειον? και θελουσι γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος.