Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Ezechielis 23


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Et factus est sermo Domini ad me, dicens :1 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
2 Fili hominis, duæ mulieres filiæ matris unius fuerunt :
2 Υιε ανθρωπου, ησαν δυο γυναικες, θυγατερες της αυτης μητρος?
3 et fornicatæ sunt in Ægypto,
in adolescentia sua fornicatæ sunt :
ibi subacta sunt ubera earum,
et fractæ sunt mammæ pubertatis earum.
3 και εξεπορνευθησαν εν Αιγυπτω? εξεπορνευθησαν εν τη νεοτητι αυτων? εκει επιεσθησαν τα στηθη αυτων και εκει συνεθλιβησαν οι παρθενικοι αυτων μαστοι.
4 Nomina autem earum,
Oolla major, et Ooliba soror ejus minor :
et habui eas, et pepererunt filios et filias.
Porro earum nomina,
Samaria Oolla, et Jerusalem Ooliba.
4 Τα δε ονοματα αυτων ησαν, Οολα η πρεσβυτερα και Οολιβα η αδελφη αυτης? και αυται εγειναν εμου και εγεννησαν υιους και θυγατερας. Ησαν λοιπον τα ονοματα αυτων Σαμαρεια η Οολα και Ιερουσαλημ η Οολιβα.
5 Fornicata est igitur super me Oolla,
et insanivit in amatores suos,
in Assyrios propinquantes,
5 Και η Οολα εξεπορνευθη, ενω ητο εμου, και παρεφρονησε δια τους εραστας αυτης, τους Ασσυριους τους γειτονας αυτης,
6 vestitos hyacintho,
principes et magistratus,
juvenes cupidinis,
universos equites, ascensores equorum.
6 ενδεδυμενους κυανα, ταξιαρχους και αρχοντας, παντας ερασμιους νεους, ιππεις ιππευοντας εφ' ιππων.
7 Et dedit fornicationes suas super eos electos,
filios Assyriorum universos :
et in omnibus in quos insanivit,
in immunditiis eorum polluta est.
7 Και επραξε τας πορνειας αυτης μετ' αυτων, οιτινες παντες ησαν οι εκλεκτοι των Ασσυριων, και μετα παντων εκεινων, δια τους οποιους παρεφρονησεν? εν πασι τοις ειδωλοις αυτων εμιαινετο.
8 Insuper et fornicationes suas, quas habuerat in Ægypto, non reliquit :
nam et illi dormierunt cum ea in adolescentia ejus,
et illi confregerunt ubera pubertatis ejus,
et effuderunt fornicationem suam super eam.
8 Και δεν αφηκε την πορνειαν αυτης την εξ Αιγυπτου? διοτι μετ' αυτης εκοιμωντο εν τη νεοτητι αυτης και ουτοι επιεζον τα παρθενικα αυτης στηθη και εξεχεον την πορνειαν αυτων επ' αυτην.
9 Propterea tradidi eam in manus amatorum suorum,
in manus filiorum Assur,
super quorum insanivit libidine.
9 Δια τουτο παρεδωκα αυτην εις τας χειρας των εραστων αυτης, εις τας χειρας των Ασσυριων, δια τους οποιους παρεφρονησεν.
10 Ipsi discooperuerunt ignominiam ejus,
filios et filias ejus tulerunt,
et ipsam occiderunt gladio :
et factæ sunt famosæ mulieres,
et judicia perpetraverunt in ea.
10 Ουτοι ανεκαλυψαν την αισχυνην αυτης? ελαβον τους υιους αυτης και τας θυγατερας αυτης και αυτην εν ρομφαια απεκτειναν, και εγεινε περιβοητος μεταξυ των γυναικων, και εξετελεσαν κρισιν επ' αυτην.
11 Quod cum vidisset soror ejus Ooliba,
plus quam illa insanivit libidine,
et fornicationem suam super fornicationem sororis suæ :
11 Οτε δε η αδελφη αυτης Οολιβα ειδε τουτο, διεφθαρη εν τη παραφροσυνη αυτης υπερ εκεινην και εν ταις πορνειαις αυτης υπερ τας πορνειας της αδελφης αυτης?
12 ad filios Assyriorum præbuit impudenter,
ducibus et magistratibus ad se venientibus,
indutis veste varia,
equitibus qui vectabantur equis,
et adolescentibus forma cunctis egregia.
12 παρεφρονησε δια τους Ασσυριους τους γειτονας αυτης, ταξιαρχους και αρχοντας ενδεδυμενους πολυτελως, ιππεις ιππευοντας εφ' ιππων, παντας νεους ερασμιους.
13 Et vidi quod polluta esset via una ambarum.
13 Και ειδον οτι εμιανθη? μιαν οδον εχουσιν αμφοτεραι.
14 Et auxit fornicationes suas :
cumque vidisset viros depictos in pariete,
imagines Chaldæorum expressas coloribus,
14 Προσεθεσεν ετι εις τας εαυτης πορνειας? διοτι ως ειδεν ανδρας εζωγραφημενους επι του τοιχου, εικονας Χαλδαιων, οιτινες ησαν εζωγραφημενοι με μιλτον,
15 et accinctos balteis renes,
et tiaras tinctas in capitibus eorum,
formam ducum omnium,
similitudinem filiorum Babylonis,
terræque Chaldæorum, in qua orti sunt,
15 περιεζωσμενους ζωνας επι τας οσφυας αυτων, φορουντας τιαρας βεβαμμενας επι τας κεφαλας αυτων, παντας εχοντας οψιν αρχοντων, ομοιους με τους Βαβυλωνιους της γης των Χαλδαιων, εν η εγεννηθησαν.
16 insanivit super eos concupiscentia oculorum suorum,
et misit nuntios ad eos in Chaldæam.
16 και ως ειδεν αυτους με τους οφθαλμους αυτης, παρεφρονησε δι' αυτους και εξαπεστειλε προς αυτους πρεσβεις εις την Χαλδαιαν.
17 Cumque venissent ad eam filii Babylonis ad cubile mammarum,
polluerunt eam stupris suis :
et polluta est ab eis,
et saturata est anima ejus ab illis.
17 Και οι Βαβυλωνιοι ηλθον προς αυτην εις την κοιτην του ερωτος και εμιαναν αυτην με την πορνειαν αυτων και εμιανθη μετ' αυτων και η ψυχη αυτης απεξενωθη απ' αυτων.
18 Denudavit quoque fornicationes suas,
et discooperuit ignominiam suam :
et recessit anima mea ab ea,
sicut recesserat anima mea a sorore ejus :
18 Και απεκαλυψε τας πορνειας αυτης και εξεσκεπασε την αισχυνην αυτης? τοτε η ψυχη μου απεξενωθη απ' αυτης, καθως η ψυχη μου ειχεν αποξενωθη απο της αδελφης αυτης.
19 multiplicavit enim fornicationes suas,
recordans dies adolescentiæ suæ,
quibus fornicata est in terra Ægypti.
19 Διοτι επληθυνε τας πορνειας αυτης, ανακαλουσα εις μνημην τας ημερας της νεοτητος αυτης, οτε επορνευετο εν γη Αιγυπτου.
20 Et insanivit libidine super concubitum eorum,
quorum carnes sunt ut carnes asinorum,
et sicut fluxus equorum fluxus eorum.
20 Και παρεφρονησε δια τους εραστας αυτης, των οποιων η σαρξ ειναι σαρξ ονων και η ρευσις αυτων ρευσις ιππων.
21 Et visitasti scelus adolescentiæ tuæ,
quando subacta sunt in Ægypto ubera tua,
et confractæ sunt mammæ pubertatis tuæ.
21 Και ενεθυμηθης την ακολασιαν της νεοτητος σου, οτε τα στηθη σου επιεζοντο υπο των Αιγυπτιων, δια τους μαστους της νεοτητος σου.
22 Propterea, Ooliba, hæc dicit Dominus Deus :
Ecce ego suscitabo omnes amatores tuos contra te,
de quibus satiata est anima tua,
et congregabo eos adversum te in circuitu :
22 Δια τουτο, Οολιβα, ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ιδου, εγω θελω εγειρει τους εραστας σου εναντιον σου, αφ' ων η ψυχη σου απεξενωθη, και θελω φερει αυτους εναντιον σου πανταχοθεν?
23 filios Babylonis, et universos Chaldæos,
nobiles, tyrannosque, et principes,
omnes filios Assyriorum,
juvenes forma egregia,
duces et magistratus universos,
principes principum, et nominatos ascensores equorum :
23 τους Βαβυλωνιους και παντας τους Χαλδαιους, Φεκωδ και Σωε και Κωε, παντας τους Ασσυριους μετ' αυτων? οιτινες παντες ειναι ερασμιοι νεοι, ταξιαρχοι και ηγεμονες, στραταρχαι και ονομαστοι, παντες ιππευοντες εφ' ιππων.
24 et venient super te instructi curru et rota,
multitudo populorum :
lorica, et clypeo, et galea armabuntur contra te undique :
et dabo coram eis judicium,
et judicabunt te judiciis suis.
24 Και θελουσιν ελθει εναντιον σου μετα αρματων, μετα αμαξων και τροχων και μετα πληθους λαων, και θελουσι θεσει κυκλω εναντιον σου θυρεους και ασπιδας και περικεφαλαιας? και θελω θεσει ενωπιον αυτων κρισιν και θελουσι σε κρινει κατα τας κρισεις αυτων.
25 Et ponam zelum meum in te,
quem exercent tecum in furore :
nasum tuum et aures tuas præcident,
et quæ remanserint, gladio concident.
Ipsi filios tuos et filias tuas capient,
et novissimum tuum devorabitur igni :
25 Και θελω στησει τον ζηλον μου εναντιον σου και θελουσι φερθη προς σε μετ' οργης? θελουσιν εκκοψει την μυτην σου και τα ωτα σου? και το υπολοιπον σου θελει πεσει εν μαχαιρα? ουτοι θελουσι λαβει τους υιους σου και τας θυγατερας σου? το δε υπολοιπον σου θελει καταφαγωθη υπο πυρος.
26 et denudabunt te vestimentis tuis,
et tollent vasa gloriæ tuæ.
26 Θελουσιν ετι σε εκδυσει τα ιματια σου και αφαιρεσει τους στολισμους της λαμπροτητος σου.
27 Et requiescere faciam scelus tuum de te,
et fornicationem tuam de terra Ægypti :
nec levabis oculos tuos ad eos,
et Ægypti non recordaberis amplius.
27 Και θελω παυσει απο σου την ακολασιαν σου και την πορνειαν σου την εκ γης Αιγυπτου? και δεν θελεις σηκωσει τους οφθαλμους σου προς αυτους, και δεν θελεις ενθυμηθη πλεον την Αιγυπτον.
28 Quia hæc dicit Dominus Deus :
Ecce ego tradam te in manus eorum quos odisti,
in manus de quibus satiata est anima tua.
28 Διοτι ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ιδου, θελω σε παραδωσει εις την χειρα εκεινων τους οποιους μισεις, εις την χειρα εκεινων αφ' ων απεξενωθη η ψυχη σου.
29 Et agent tecum in odio,
et tollent omnes labores tuos,
et dimittent te nudam et ignominia plenam :
et revelabitur ignominia fornicationum tuarum,
scelus tuum, et fornicationes tuæ.
29 Και θελουσι φερθη προς σε με μισος, και θελουσι λαβει παντας τους κοπους σου, και θελουσι σε εγκαταλειψει γυμνην και ασκεπαστον? και η αισχυνη της πορνειας σου θελει αποκαλυφθη και η ακολασια σου και αι πορνειαι σου.
30 Fecerunt hæc tibi,
quia fornicata es post gentes
inter quas polluta es in idolis earum.
30 Ταυτα θελω καμει εις σε, επειδη επορνευθης κατοπιν των εθνων, επειδη εμιανθης εν τοις ειδωλοις αυτων.
31 In via sororis tuæ ambulasti,
et dabo calicem ejus in manu tua.
31 Εν τη οδω της αδελφης σου περιεπατησας? δια τουτο θελω δωσει εις την χειρα σου το ποτηριον αυτης.
32 Hæc dicit Dominus Deus :
Calicem sororis tuæ bibes profundum et latum :
eris in derisum et in subsannationem quæ est capacissima.
32 Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Το ποτηριον της αδελφης σου θελεις πιει, το βαθυ και πλατυ? θελεις εισθαι γελως και παιγνιον? το ποτηριον τουτο χωρει πολυ.
33 Ebrietate et dolore repleberis :
calice mœroris et tristitiæ,
calice sororis tuæ Samariæ.
33 Θελεις εμπλησθη απο μεθης και θλιψεως, με το ποτηριον της εκπληξεως και του αφανισμου, με το ποτηριον της αδελφης σου Σαμαρειας.
34 Et bibes illum, et epotabis usque ad fæces :
et fragmenta ejus devorabis,
et ubera tua lacerabis,
quia ego locutus sum, ait Dominus Deus.
34 Και θελεις πιει αυτο και στραγγισει, και θελεις συντριψει τα οστρακα αυτου, και θελεις διασπαραξει τα στηθη σου? διοτι εγω ελαλησα, λεγει Κυριος ο Θεος.
35 Propterea hæc dicit Dominus Deus :
Quia oblita es mei,
et projecisti me post corpus tuum,
tu quoque porta scelus tuum et fornicationes tuas.
35 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Επειδη με ελησμονησας και με απερριψας οπισω των νωτων σου, βαστασον λοιπον και συ την ακολασιαν σου και τας πορνειας σου.
36 Et ait Dominus ad me, dicens : Fili hominis, numquid judicas Oollam et Oolibam,
et annuntias eis scelera earum ?
36 Και ειπε Κυριος προς εμε? Υιε ανθρωπου, θελεις κρινει την Οολα και την Οολιβα; απαγγειλον λοιπον προς αυτας τα βδελυγματα αυτων?
37 Quia adulteratæ sunt, et sanguis in manibus earum,
et cum idolis suis fornicatæ sunt :
insuper et filios suos quos genuerunt mihi,
obtulerunt eis ad devorandum.
37 οτι εμοιχευοντο, και ειναι αιμα εν ταις χερσιν αυτων, και εμοιχευοντο μετα των ειδωλων αυτων, και οτι διεβιβαζον χαριν αυτων τα τεκνα αυτων, τα οποια εγεννησαν εις εμε, δια του πυρος εις καταναλωσιν.
38 Sed et hoc fecerunt mihi :
polluerunt sanctuarium meum in die illa,
et sabbata mea profanaverunt.
38 Επραξαν ετι τουτο εις εμε? εμιαναν τα αγια μου εν τη αυτη ημερα και εβεβηλωσαν τα σαββατα μου.
39 Cumque immolarent filios suos idolis suis,
et ingrederentur sanctuarium meum in die illa ut polluerent illud,
etiam hæc fecerunt in medio domus meæ.
39 Διοτι οτε εσφαξαν τα τεκνα αυτων εις τα ειδωλα αυτων, τοτε εισηρχοντο την αυτην ημεραν εις τα αγια μου, δια να βεβηλονωσιν αυτα? και ιδου, ουτως επραττον εν μεσω του οικου μου.
40 Miserunt ad viros venientes de longe,
ad quos nuntium miserant :
itaque ecce venerunt quibus te lavisti,
et circumlinisti stibio oculos tuos,
et ornata es mundo muliebri.
40 Και προσετι ειπε οτι σεις επεμψατε προς ανδρας, δια να ελθωσι μακροθεν, προς τους οποιους εσταλη πρεσβυς, και ιδου, ηλθον? δια τους οποιους ελουσθης, βαψας τους οφθαλμους σου και εστολισθης με στολισμους.
41 Sedisti in lecto pulcherrimo,
et mensa ornata est ante te :
thymiama meum et unguentum meum posuisti super eam.
41 Και εκαθησας επι κλινης μεγαλοπρεπους και εμπροσθεν αυτης ητο τραπεζα ητοιμασμενη, εφ' ης εθεσας το θυμιαμα μου και το ελαιον μου.
42 Et vox multitudinis exsultantis erat in ea :
et in viris, qui de multitudine hominum adducebantur,
et veniebant de deserto,
posuerunt armillas in manibus eorum,
et coronas speciosas in capitibus eorum.
42 Και ησαν εν αυτη φωναι πληθους αγαλλομενου? και μετα των ανδρων του οχλου εισηγοντο Σαβαιοι εκ της ερημου, φορουντες βραχιολια επι τας χειρας αυτων και ωραιους στεφανους επι τας κεφαλας αυτων.
43 Et dixi ei, quæ attrita est in adulteriis :
Nunc fornicabitur in fornicatione sua etiam hæc.
43 Τοτε ειπα προς την καταγηρασασαν εν μοιχειαις, Τωρα καμνουσι πορνειας μετ' αυτης και αυτη μετ' εκεινων
44 Et ingressi sunt ad eam quasi ad mulierem meretricem :
sic ingrediebantur ad Oollam et Oolibam, mulieres nefarias.
44 και ουτοι εισηρχοντο προς αυτην, καθως εισερχονται προς γυναικα πορνην? ουτως εισηρχοντο προς την Οολα και προς την Οολιβα, τας ακολαστους γυναικας.
45 Viri ergo justi sunt :
hi judicabunt eas judicio adulterarum,
et judicio effundentium sanguinem :
quia adulteræ sunt,
et sanguis in manibus earum.
45 Δια τουτο ανδρες δικαιοι, ουτοι θελουσι κρινει αυτας, κατα την κρισιν των μοιχαλιδων και κατα την κρισιν των εκχεουσων αιμα? επειδη ειναι μοιχαλιδες και αιμα ειναι εν ταις χερσιν αυτων.
46 Hæc enim dicit Dominus Deus :
Adduc ad eas multitudinem,
et trade eas in tumultum et in rapinam.
46 Οθεν ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Θελω αναβιβασει επ' αυτας οχλον και θελω παραδωσει αυτας εις ταραχην και διαρπαγην.
47 Et lapidentur lapidibus populorum,
et confodiantur gladiis eorum :
filios et filias earum interficient,
et domos earum igne succendent.
47 Και ο οχλος θελει λιθοβολησει αυτας με λιθους και κατακοψει αυτας με τα ξιφη αυτων? θελουσι φονευσει τους υιους αυτων και τας θυγατερας αυτων και τας οικιας αυτων θελουσι κατακαυσει εν πυρι.
48 Et auferam scelus de terra,
et discent omnes mulieres ne faciant secundum scelus earum.
48 Ουτω θελω παυσει την ακολασιαν απο της γης, δια να μαθωσι πασαι αι γυναικες να μη πραττωσι κατα τας ακολασιας σας.
49 Et dabunt scelus vestrum super vos,
et peccata idolorum vestrorum portabitis :
et scietis quia ego Dominus Deus.
49 Και θελουσιν ανταποδωσει τας ακολασιας υμων εφ' υμας, και θελετε βαστασει τας αμαρτιας των ειδωλων σας? και θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι Κυριος ο Θεος.