Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Jeremiæ 5


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Circuite vias Jerusalem,
et aspicite, et considerate,
et quærite in plateis ejus,
an inveniatis virum facientem judicium,
et quærentem fidem :
et propitius ero ei.
1 Περιελθετε εν ταις οδοις της Ιερουσαλημ και ιδετε τωρα και μαθετε και ζητησατε εν ταις πλατειαις αυτης, εαν δυνασθε να ευρητε ανθρωπον, εαν υπαρχη ο ποιων κρισιν, ο ζητων αληθειαν? και θελω συγχωρησει εις αυτην.
2 Quod si etiam : Vivit Dominus, dixerint,
et hoc falso jurabunt.
2 Και αν λεγωσι, Ζη ο Κυριος, ψευδως τωοντι ομνυουσι.
3 Domine, oculi tui respiciunt fidem :
percussisti eos, et non doluerunt ;
attrivisti eos, et renuerunt accipere disciplinam :
induraverunt facies suas supra petram,
et noluerunt reverti.
3 Κυριε, δεν επιβλεπουσιν οι οφθαλμοι σου επι την αληθειαν; εμαστιγωσας αυτους και δεν επονεσαν? κατηναλωσας αυτους και δεν ηθελησαν να δεχθωσι διορθωσιν εσκληρυναν τα προσωπα αυτων υπερ τον βραχον? δεν ηθελησαν να επιστρεψωσι.
4 Ego autem dixi : Forsitan pauperes sunt et stulti,
ignorantes viam Domini,
judicium Dei sui.
4 Τοτε εγω ειπα, Ουτοι βεβαιως ειναι πτωχοι? ειναι αφρονες? διοτι δεν γνωριζουσι την οδον του Κυριου, την κρισιν του Θεου αυτων?
5 Ibo igitur ad optimates, et loquar eis :
ipsi enim cognoverunt viam Domini,
judicium Dei sui :
et ecce magis hi simul confregerunt jugum ;
ruperunt vincula.
5 θελω υπαγει προς τους μεγαλους και θελω λαλησει προς αυτους? διοτι αυτοι εγνωρισαν την οδον του Κυριου, την κρισιν του Θεου αυτων? αλλα και ουτοι παντες ομου συνετριψαν τον ζυγον, εκοψαν τους δεσμους.
6 Idcirco percussit eos leo de silva ;
lupus ad vesperam vastavit eos :
pardus vigilans super civitates eorum :
omnis qui egressus fuerit ex eis capietur :
quia multiplicatæ sunt prævaricationes eorum ;
confortatæ sunt aversiones eorum.
6 Δια τουτο λεων εκ του δασους θελει φονευσει αυτους, λυκος της ερημου θελει εξολοθρευσει αυτους, παρδαλις θελει κατασκοπευσει επι τας πολεις αυτων? πας οστις εξελθη εκειθεν, θελει κατασπαραχθη? διοτι επληθυνθησαν αι παραβασεις αυτων, ηυξηνθησαν αι αποστασιαι αυτων.
7 Super quo propitius tibi esse potero ?
filii tui dereliquerunt me,
et jurant in his qui non sunt dii.
Saturavi eos, et mœchati sunt,
et in domo meretricis luxuriabantur.
7 Πως θελω συγχωρησει εις σε δια τουτο; οι υιοι σου με εγκατελιπον και ωμνυον εις τους μη θεους? αφου εχορτασα αυτους, τοτε εμοιχευον και συνεσωρευοντο εις οικον πορνης.
8 Equi amatores et emissarii facti sunt :
unusquisque ad uxorem proximi sui hinniebat.
8 Ησαν ως οι κεχορτασμενοι ιπποι το πρωι? εκαστος εχρεμετιζε κατοπιν της γυναικος του πλησιον αυτου.
9 Numquid super his non visitabo, dicit Dominus,
et in gente tali non ulciscetur anima mea ?
9 Δεν θελω καμει δια ταυτα επισκεψιν; λεγει Κυριος? και η ψυχη μου δεν θελει εκδικηθη εναντιον εθνους τοιουτου;
10 Ascendite muros ejus, et dissipate :
consummationem autem nolite facere :
auferte propagines ejus,
quia non sunt Domini.
10 Αναβητε επι τα τειχη αυτης και κρημνιζετε, πλην μη καμητε συντελειαν? αφαιρεσατε τας επαλξεις αυτης, διοτι δεν ειναι του Κυριου?
11 Prævaricatione enim prævaricata est in me
domus Israël, et domus Juda, ait Dominus.
11 διοτι ο οικος Ισραηλ και ο οικος Ιουδα εφερθησαν πολλα απιστως προς εμε, λεγει Κυριος.
12 Negaverunt Dominum, et dixerunt :
Non est ipse : neque veniet super nos malum :
gladium et famem non videbimus.
12 Ηρνηθησαν τον Κυριον και ειπον, Δεν ειναι αυτος, και δεν θελει ελθει κακον εφ' ημας, ουδε θελομεν ιδει μαχαιραν η πειναν?
13 Prophetæ fuerunt in ventum locuti,
et responsum non fuit in eis :
hæc ergo evenient illis.
13 και οι προφηται ειναι ανεμος και ο λογος δεν υπαρχει εν αυτοις? εις αυτους θελει γεινει ουτω.
14 Hæc dicit Dominus Deus exercituum :
Quia locuti estis verbum istud,
ecce ego do verba mea in ore tuo in ignem,
et populum istum in ligna,
et vorabit eos.
14 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος ο Θεος των δυναμεων? Επειδη λαλειτε τον λογον τουτον, ιδου, εγω θελω καμει τους λογους μου εν τω στοματι σου πυρ και τον λαον τουτον ξυλα και θελει καταφαγει αυτους.
15 Ecce ego adducam super vos gentem de longinquo,
domus Israël, ait Dominus :
gentem robustam,
gentem antiquam,
gentem cujus ignorabis linguam,
nec intelliges quid loquatur.
15 Ιδου, εγω θελω φερει εφ' υμας εθνος μακροθεν, οικος Ισραηλ, λεγει Κυριος? ειναι εθνος ισχυρον, ειναι εθνος αρχαιον, εθνος του οποιου δεν γνωριζεις την γλωσσαν ουδε καταλαμβανεις τι λεγουσιν.
16 Pharetra ejus quasi sepulchrum patens ;
universi fortes.
16 Η φαρετρα αυτων ειναι ως ταφος ανεωγμενος? ειναι παντες ισχυροι.
17 Et comedet segetes tuas et panem tuum ;
devorabit filios tuos et filias tuas ;
comedet gregem tuum et armenta tua ;
comedet vineam tuam et ficum tuam :
et conteret urbes munitas tuas,
in quibus tu habes fiduciam, gladio.
17 Και θελουσι κατατρωγει τον θερισμον σου και τον αρτον σου, τον οποιον οι υιοι σου και αι θυγατερες σου ηθελον τρωγει? θελουσι κατατρωγει τα ποιμνια σου και τας αγελας σου? θελουσι κατατρωγει τους αμπελωνας σου και τας συκεας σου? θελουσιν εξολοθρευσει δια της ρομφαιας τας οχυρας πολεις σου, επι τας οποιας συ ηλπιζες.
18 Verumtamen in diebus illis, ait Dominus,
non faciam vos in consummationem.
18 Και ομως, εν ταις ημεραις εκειναις, λεγει Κυριος, δεν θελω καμει συντελειαν εις εσας.
19 Quod si dixeritis :
Quare fecit nobis Dominus Deus noster hæc omnia ?
dices ad eos :
Sicut dereliquistis me,
et servistis deo alieno in terra vestra,
sic servietis alienis in terra non vestra.
19 Και οταν ειπητε, Δια τι εκαμε Κυριος ο Θεος ημων παντα ταυτα εις ημας; τοτε θελεις ειπει προς αυτους, Καθως με εγκατελιπετε και εδουλευσατε θεους ξενους εν τη γη υμων, ουτω θελετε δουλευσει ξενους εν γη ουχι υμων.
20 Annuntiate hoc domui Jacob,
et auditum facite in Juda, dicentes :
20 Αναγγειλατε τουτο προς τον οικον Ιακωβ και κηρυξατε αυτο εν Ιουδα, λεγοντες;
21 Audi, popule stulte, qui non habes cor :
qui habentes oculos, non videtis ;
et aures, et non auditis.
21 Ακουσατε τωρα τουτο, λαε μωρε και ασυνετε? οιτινες οφθαλμους εχετε και δεν βλεπετε? ωτα εχετε και δεν ακουετε?
22 Me ergo non timebitis, ait Dominus,
et a facie mea non dolebitis ?
qui posui arenam terminum mari,
præceptum sempiternum quod non præteribit :
et commovebuntur, et non poterunt ;
et intumescent fluctus ejus, et non transibunt illud.
22 εμε δεν φοβεισθε; λεγει Κυριος? δεν θελετε τρεμει ενωπιον μου, οστις εθεσα την αμμον οριον της θαλασσης κατα προσταγμα αιωνιον, και δεν θελει υπερβη αυτο? και τα κυματα αυτης συνταρασσονται, ομως δεν θελουσιν υπερισχυσει? και ηχουσιν, ομως δεν θελουσιν υπερβη αυτο;
23 Populo autem huic factum est cor incredulum et exasperans :
recesserunt, et abierunt.
23 Αλλ' ουτος ο λαος εχει καρδιαν στασιαστικην και απειθη? απεστατησαν και απηλθον.
24 Et non dixerunt in corde suo :
Metuamus Dominum Deum nostrum,
qui dat nobis pluviam temporaneam et serotinam in tempore suo,
plenitudinem annuæ messis custodientem nobis.
24 Και δεν ειπον εν τη καρδια αυτων, Ας φοβηθωμεν τωρα Κυριον τον Θεον ημων, οστις διδει βροχην πρωιμον και οψιμον εν τω καιρω αυτης? φυλαττει δι' ημας τας διωρισμενας εβδομαδας του θερισμου.
25 Iniquitates vestræ declinaverunt hæc,
et peccata vestra prohibuerunt bonum a vobis :
25 Αι ανομιαι σας απεστρεψαν ταυτα και αι αμαρτιαι σας εμποδισαν το αγαθον απο σας.
26 quia inventi sunt in populo meo impii insidiantes quasi aucupes,
laqueos ponentes et pedicas ad capiendos viros.
26 Διοτι ευρεθησαν εν τω λαω μου ασεβεις? εστησαν ενεδραν, καθως ο στηνων βροχια? θετουσι παγιδα, συλλαμβανουσιν ανθρωπους.
27 Sicut decipula plena avibus,
sic domus eorum plenæ dolo :
ideo magnificati sunt et ditati.
27 Καθως το κλωβιον ειναι πληρες πτηνων, ουτως οι οικοι αυτων ειναι πληρεις δολου? δια τουτο εμεγαλυνθησαν και επλουτησαν.
28 Incrassati sunt et impinguati,
et præterierunt sermones meos pessime.
Causam viduæ non judicaverunt,
causam pupilli non direxerunt,
et judicium pauperum non judicaverunt.
28 Επαχυνθησαν, αποστιλβουσιν? υπερεβησαν μαλιστα τας πραξεις των ασεβων? δεν κρινουσι την κρισιν, την κρισιν του ορφανου, και ευημερουσι? και το δικαιον των πενητων δεν κρινουσι.
29 Numquid super his non visitabo, dicit Dominus,
aut super gentem hujuscemodi non ulciscetur anima mea ?
29 Δεν θελω καμει δια ταυτα επισκεψιν; λεγει Κυριος? η ψυχη μου δεν θελει εκδικηθη εναντιον εθνους, τοιουτου;
30 Stupor et mirabilia facta sunt in terra :
30 Εκπληξις και φρικη εγειναν εν τη γη.
31 prophetæ prophetabant mendacium,
et sacerdotes applaudebant manibus suis,
et populus meus dilexit talia.
Quid igitur fiet in novissimo ejus ?
31 Οι προφηται προφητευουσι ψευδως και οι ιερεις δεσποζουσι δια μεσου αυτων? και ο λαος μου αγαπα ουτω? και τι θελετε καμει εις το μετα ταυτα;