Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Secondo libro di Samuele 9


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 David disse: « Rimane ancora qualcuno della casa di Saul, che io gli faccia del bene per amore di Gionata? »1 Και ειπεν ο Δαβιδ, Μενει τις ετι εκ του οικου του Σαουλ, δια να καμω ελεος προς αυτον χαριν του Ιωναθαν;
2 Essendovi della casa di Saul un servo chiamato Siba, il re lo chiamò a sè, e gli disse: « Sei tu Siba? » Ed egli rispose: « Sono io tuo servo ».2 Ητο δε δουλος τις εκ του οικου του Σαουλ, ονομαζομενος Σιβα. Και εκαλεσαν αυτον προς τον Δαβιδ, και ειπε προς αυτον ο βασιλευς, Συ εισαι ο Σιβα; Ο δε ειπεν, Ο δουλος σου.
3 E il re a lui: « V'è rimasto nessuno della casa di Saul, che gli usi la misericordia di Dio? » Siba rispose: « E' rimasto un figlio di Gionata, storpio ».3 Και ειπεν ο βασιλευς, Δεν μενει τις ετι εκ του οικου του Σαουλ, δια να καμω προς αυτον ελεος Θεου; Και ειπεν ο Σιβα προς τον βασιλεα, Ετι υπαρχει υιος του Ιωναθαν, βεβλαμμενος τους ποδας.
4 « Dov'è? » disse David. Siba rispose: « Ecco, è a Lodobar, nella casa di Machir figlio di Ammiel ».4 Και ειπε προς αυτον ο βασιλευς, Που ειναι ουτος; Ο δε Σιβα ειπε προς τον βασιλεα, Ιδου, ειναι εν τω οικω του Μαχειρ, υιου του Αμμιηλ, εν Λο-δεβαρ.
5 Allora il re David mandò a Lodobar, a prenderlo dalla casa di Machir, figlio di Ammiel.5 Τοτε εστειλεν ο βασιλευς Δαβιδ και ελαβεν αυτον εκ του οικου του Μαχειρ, υιου του Αμμιηλ, εκ Λο-δεβαρ.
6 Giunto alla presenza di David, Mifiboset, figlio di Gionata figlio di Saul, si prostrò bocconi per terra e lo adorò. E David disse: « Mifiboset ». Egli rispose: « Ecco qui il tuo servo ».6 Και οτε ηλθε προς τον Δαβιδ ο Μεμφιβοσθε, υιος του Ιωναθαν, υιου του Σαουλ, επεσε κατα προσωπον αυτου και προσεκυνησε. Και ειπεν ο Δαβιδ, Μεμφιβοσθε? Ο δε ειπεν, Ιδου, ο δουλος σου.
7 David gli disse: « Non temere, perchè io ti farò grande misericordia per amore di Gionata tuo padre, ti restituirò tutti i poderi di Saul tuo avo, e tu mangerai sempre alla mia mensa ».7 Και ειπεν ο Δαβιδ προς αυτον, Μη φοβου? διοτι βεβαιως θελω καμει προς σε ελεος, χαριν Ιωναθαν του πατρος σου, και θελω αποδωσει εις σε παντα τα κτηματα Σαουλ του πατρος σου? και συ θελεις τρωγει αρτον επι της τραπεζης μου δια παντος.
8 Mifiboset disse, prostrandosi: « Chi sono io tuo servo, perchè ti rivolga ad un cane morto qual sono io? »8 Ο δε προσεκυνησεν αυτον και ειπε, Τις ειναι ο δουλος σου, ωστε να επιβλεψης εις τοιουτον κυνα τεθνηκοτα οποιος εγω;
9 David allora chiamò Siba servo di Saul, e gli disse: « Tutto quello che apparteneva a Saul e tutta la sua casa, l'ho dato al figlio del tuo signore:9 Και εκαλεσεν ο βασιλευς τον Σιβα, τον δουλον του Σαουλ, και ειπε προς αυτον, Παντα οσα ειχεν ο Σαουλ και πας ο οικος αυτου εδωκα εις τον υιον του κυριου σου?
10 lavorate adunque la sua terra per lui, tu, i tuoi figli e i tuoi servi, tu porterai al figlio del tuo signore alimenti per nutrirsi; ma Mifiboset, figlio del tuo signore, mangerà sempre alla mia mensa ». Or Siba aveva quindici figli e venti servi.10 θελεις λοιπον γεωργει την γην δι' αυτον, συ και οι υιοι σου, και οι δουλοι σου, και θελεις φερει τα εισοδηματα, δια να εχη ο υιος του κυριου σου τροφην να τρωγη? πλην ο Μεμφιβοσθε, ο υιος του κυριου σου, θελει τρωγει δια παντος αρτον επι της τραπεζης μου. Ειχε δε ο Σιβα δεκαπεντε υιους και εικοσι δουλους.
11 E Siba disse al re: « Il tuo servo farà, o re mio signore, come tu hai comandato al tuo servo, e Mifiboset mangerà alla mia mensa, come uno dei figli del re ».11 Ο δε Σιβα ειπε προς τον βασιλεα, Κατα παντα οσα προσεταξεν ο κυριος μου ο βασιλευς τον δουλον αυτου, ουτω θελει καμει ο δουλος σου. Ο δε Μεμφιβοσθε, ειπεν ο βασιλευς, θελει τρωγει επι της τραπεζης μου, ως εις των υιων του βασιλεως.
12 Or Mifiboset aveva un figlio piccolo chiamato Mica, e tutta la famiglia della casa di Siba serviva Mifiboset.12 Ειχε δε ο Μεμφιβοσθε υιον μικρον, ονομαζομενον Μιχα. Παντες δε οι κατοικουντες εν τω οικω του Σιβα ησαν δουλοι του Μεμφιβοσθε.
13 Però Mifiboset stava in Gerusalemme, perchè mangiava sempre alla mensa del re, ed era zoppo ai due piedi.13 Και ο Μεμφιβοσθε κατωκει εν Ιερουσαλημ? διοτι ετρωγε δια παντος επι της τραπεζης του βασιλεως? ητο δε χωλος αμφοτερους τους ποδας.