Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Obadiah (עובדיה) - Abdia 3


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 אֲנִי הַגֶּבֶר רָאָה עֳנִי בְּשֵׁבֶט עֶבְרָתֹו1 Εγω ειμαι ο ανθρωπος, οστις ειδον θλιψιν απο της ραβδου του θυμου αυτου.
2 אֹותִי נָהַג וַיֹּלַךְ חֹשֶׁךְ וְלֹא־אֹור2 Με ωδηγησε και εφερεν εις σκοτος και ουχι εις φως.
3 אַךְ בִּי יָשֻׁב יַהֲפֹךְ יָדֹו כָּל־הַיֹּום׃ ס3 Ναι, κατ' εμου εστραφη? κατ' εμου εστρεψε την χειρα αυτου ολην την ημεραν.
4 בִּלָּה בְשָׂרִי וְעֹורִי שִׁבַּר עַצְמֹותָי4 Επαλαιωσε την σαρκα μου και το δερμα μου? συνετριψε τα οστα μου.
5 בָּנָה עָלַי וַיַּקַּף רֹאשׁ וּתְלָאָה5 Ωικοδομησε κατ' εμου και με περιεκυκλωσε χολην και μοχθον.
6 בְּמַחֲשַׁכִּים הֹושִׁיבַנִי כְּמֵתֵי עֹולָם׃ ס6 Με εκαθισεν εν σκοτεινοις ως νεκρους αιωνιους.
7 גָּדַר בַּעֲדִי וְלֹא אֵצֵא הִכְבִּיד נְחָשְׁתִּי7 Με περιεφραξε, δια να μη εξελθω? εβαρυνε τας αλυσεις μου.
8 גַּם כִּי אֶזְעַק וַאֲשַׁוֵּעַ שָׂתַם תְּפִלָּתִי8 Ετι και οταν κραζω και αναβοω, αποκλειει την προσευχην μου.
9 גָּדַר דְּרָכַי בְּגָזִית נְתִיבֹתַי עִוָּה׃ ס9 Περιεφραξε με πελεκητους λιθους τας οδους μου, εστρεβλωσε τας τριβους μου.
10 דֹּב אֹרֵב הוּא לִי [אַרְיֵה כ] (אֲרִי ק) בְּמִסְתָּרִים10 Εγεινεν εις εμε αρκτος ενεδρευουσα, λεων εν αποκρυφοις.
11 דְּרָכַי סֹורֵר וַיְפַשְּׁחֵנִי שָׂמַנִי שֹׁמֵם11 Παρετρεψε τας οδους μου και με κατεσπαραξε, με κατεστηαεν ηφανισμενην.
12 דָּרַךְ קַשְׁתֹּו וַיַּצִּיבֵנִי כַּמַּטָּרָא לַחֵץ׃ ס12 Ενετεινε το τοξον αυτου και με εστησεν ως σκοπον εις βελος.
13 הֵבִיא בְּכִלְיֹותָי בְּנֵי אַשְׁפָּתֹו13 Ενεπηξεν εις τα νεφρα μου τα βελη της φαρετρας αυτου.
14 הָיִיתִי שְּׂחֹק לְכָל־עַמִּי נְגִינָתָם כָּל־הַיֹּום14 Εγεινα γελως εις παντα τον λαον μου, ασμα αυτων ολην την ημεραν.
15 הִשְׂבִּיעַנִי בַמְּרֹורִים הִרְוַנִי לַעֲנָה׃ ס15 Με εχορτασε πικριαν? με εμεθυσεν αψινθιον.
16 וַיַּגְרֵס בֶּחָצָץ שִׁנָּי הִכְפִּישַׁנִי בָּאֵפֶר16 Και συνετριψε τους οδοντας μου με χαλικας? με εκαλυψε με σποδον.
17 וַתִּזְנַח מִשָּׁלֹום נַפְשִׁי נָשִׁיתִי טֹובָה17 Και απεσπρωξα, απο ειρηνης την ψυχην μου? ελησμονησα το αγαθον.
18 וָאֹמַר אָבַד נִצְחִי וְתֹוחַלְתִּי מֵיְהוָה׃ ס18 Και ειπα, Απωλεσθη η δυναμις μου και η ελπις μου υπο του Κυριου.
19 זְכָר־עָנְיִי וּמְרוּדִי לַעֲנָה וָרֹאשׁ19 Ενθυμηθητι την θλιψιν μου και την εξωσιν μου, το αψινθιον και την χολην.
20 זָכֹור תִּזְכֹּור [וְתָשִׁיחַ כ] (וְתָשֹׁוחַ ק) עָלַי נַפְשִׁי20 Η ψυχη μου ενθυμειται ταυτα ακαταπαυστως και ειναι τεταπεινωμενη εν εμοι.
21 זֹאת אָשִׁיב אֶל־לִבִּי עַל־כֵּן אֹוחִיל׃ ס21 Τουτο ανακαλω εις την καρδιαν μου, οθεν εχω ελπιδα?
22 חַסְדֵי יְהוָה כִּי לֹא־תָמְנוּ כִּי לֹא־כָלוּ רַחֲמָיו22 Ελεος του Κυριου ειναι, οτι δεν συνετελεσθημεν, επειδη δεν εξελιπον οι οικτιρμοι αυτου.
23 חֲדָשִׁים לַבְּקָרִים רַבָּה אֱמוּנָתֶךָ23 Ανανεονονται εν ταις πρωιαις? μεγαλη ειναι η πιστοτης σου.
24 חֶלְקִי יְהוָה אָמְרָה נַפְשִׁי עַל־כֵּן אֹוחִיל לֹו׃ ס24 Ο Κυριος ειναι η μερις μου, ειπεν η ψυχη μου? δια τουτο θελω ελπιζει επ' αυτον.
25 טֹוב יְהוָה לְקֹוָו לְנֶפֶשׁ תִּדְרְשֶׁנּוּ25 Αγαθος ο Κυριος εις τους προσμενοντας αυτον, εις την ψυχην την εκζητουσαν αυτον.
26 טֹוב וְיָחִיל וְדוּמָם לִתְשׁוּעַת יְהוָה26 Καλον ειναι και να ελπιζη τις και να εφησυχαζη εις την σωτηριαν του Κυριου.
27 טֹוב לַגֶּבֶר כִּי־יִשָּׂא עֹל בִּנְעוּרָיו׃ ס27 Καλον εις τον ανθρωπον να βασταζη ζυγον εν τη νεοτητι αυτου.
28 יֵשֵׁב בָּדָד וְיִדֹּם כִּי נָטַל עָלָיו28 Θελει καθησθαι κατα μονας και σιωπα, επειδη ο Θεος επεβαλε φορτιον επ' αυτον.
29 יִתֵּן בֶּעָפָר פִּיהוּ אוּלַי יֵשׁ תִּקְוָה29 Θελει βαλει το στομα αυτου εις το χωμα, ισως ηναι ελπις.
30 יִתֵּן לְמַכֵּהוּ לֶחִי יִשְׂבַּע בְּחֶרְפָּה׃ ס30 Θελει δωσει την σιαγονα εις τον ραπιζοντα αυτον? θελει χορτασθη απο ονειδισμου.
31 כִּי לֹא יִזְנַח לְעֹולָם אֲדֹנָי31 Διοτι ο Κυριος δεν απορριπτει εις τον αιωνα?
32 כִּי אִם־הֹוגָה וְרִחַם כְּרֹב [חַסְדֹּו כ] (חֲסָדָיו׃ ק)32 Αλλ' εαν και θλιψη, θελει ομως και οικτειρησει κατα το πληθος του ελεους αυτου.
33 כִּי לֹא עִנָּה מִלִּבֹּו וַיַּגֶּה בְּנֵי־אִישׁ׃ ס33 Διοτι δεν θλιβει εκ καρδιας αυτου ουδε καταθλιβει τους υιους των ανθρωπων.
34 לְדַכֵּא תַּחַת רַגְלָיו כֹּל אֲסִירֵי אָרֶץ34 Το να καταπατη τις υπο τους ποδας αυτου παντας τους δεσμιους της γης.
35 לְהַטֹּות מִשְׁפַּט־גָּבֶר נֶגֶד פְּנֵי עֶלְיֹון35 Το να διαστρεφη κρισιν ανθρωπου κατεναντι του προσωπου του Υψιστου?
36 לְעַוֵּת אָדָם בְּרִיבֹו אֲדֹנָי לֹא רָאָה׃ ס36 Το να αδικη ανθρωπον εν τη δικη αυτου? ο Κυριος δεν βλεπει ταυτα.
37 מִי זֶה אָמַר וַתֶּהִי אֲדֹנָי לֹא צִוָּה37 Τις λεγει τι και γινεται, χωρις να προσταξη αυτο ο Κυριος;
38 מִפִּי עֶלְיֹון לֹא תֵצֵא הָרָעֹות וְהַטֹּוב38 Εκ του στοματος του Υψιστου δεν εξερχονται τα κακα και τα αγαθα;
39 מַה־יִּתְאֹונֵן אָדָם חָי גֶּבֶר עַל־ [חֶטְאֹו כ] (חֲטָאָיו׃ ק) ס39 Δια τι ηθελε γογγυσει ανθρωπος ζων, ανθρωπος, δια την ποινην της αμαρτιας αυτου;
40 נַחְפְּשָׂה דְרָכֵינוּ וְנַחְקֹרָה וְנָשׁוּבָה עַד־יְהוָה40 Ας ερευνησωμεν τας οδους ημων και ας εξετασωμεν και ας επιστρεψωμεν εις τον Κυριον.
41 נִשָּׂא לְבָבֵנוּ אֶל־כַּפָּיִם אֶל־אֵל בַּשָּׁמָיִם41 Ας υψωσωμεν τας καρδιας ημων και τας χειρας προς τον Θεον τον εν τοις ουρανοις, λεγοντες,
42 נַחְנוּ פָשַׁעְנוּ וּמָרִינוּ אַתָּה לֹא סָלָחְתָּ׃ ס42 Ημαρτησαμεν και απεστατησαμεν? συ δεν μας συνεχωρησας.
43 סַכֹּתָה בָאַף וַתִּרְדְּפֵנוּ הָרַגְתָּ לֹא חָמָלְתָּ43 Περιεκαλυψας με θυμον και κατεδιωξας ημας? εφονευσας, δεν εφεισθης.
44 סַכֹּותָה בֶעָנָן לָךְ מֵעֲבֹור תְּפִלָּה44 Εκαλυψας σεαυτον με νεφος, δια να μη διαβαινη η προσευχη ημων.
45 סְחִי וּמָאֹוס תְּשִׂימֵנוּ בְּקֶרֶב הָעַמִּים׃ ס45 Μας εκαμες σκυβαλον και βδελυγμα εν μεσω των λαων.
46 פָּצוּ עָלֵינוּ פִּיהֶם כָּל־אֹיְבֵינוּ46 Παντες οι εχθροι ημων ηνοιξαν το στομα αυτων εφ' ημας.
47 פַּחַד וָפַחַת הָיָה לָנוּ הַשֵּׁאת וְהַשָּׁבֶר47 Φοβος και λακκος ηλθον εφ' ημας, ερημωσις και συντριμμος.
48 פַּלְגֵי־מַיִם תֵּרַד עֵינִי עַל־שֶׁבֶר בַּת־עַמִּי׃ ס48 Ρυακας υδατων καταβιβαζει ο οφθαλμος μου δια τον συντριμμον της θυγατρος του λαου μου.
49 עֵינִי נִגְּרָה וְלֹא תִדְמֶה מֵאֵין הֲפֻגֹות49 Ο οφθαλμος μου σταλαζει και δεν σιωπα, διοτι δεν εχει ανεσιν,
50 עַד־יַשְׁקִיף וְיֵרֶא יְהוָה מִשָּׁמָיִם50 Εωσου ο Κυριος διακυψη και ιδη εξ ουρανου.
51 עֵינִי עֹולְלָה לְנַפְשִׁי מִכֹּל בְּנֹות עִירִי׃ ס51 Ο οφθαλμος μου καταθλιβει την ψυχην μου, εκ πασων των θυγατερων της πολεως μου.
52 צֹוד צָדוּנִי כַּצִּפֹּור אֹיְבַי חִנָּם52 Οι εχθρευομενοι με αναιτιως με εκυνηγησαν ακαταπαυστως ως στρουθιον.
53 צָמְתוּ בַבֹּור חַיָּי וַיַּדּוּ־אֶבֶן בִּי53 Εκοψαν την ζωην μου εν τω λακκω και ερριψαν λιθον επ' εμε.
54 צָפוּ־מַיִם עַל־רֹאשִׁי אָמַרְתִּי נִגְזָרְתִּי׃ ס54 Τα υδατα επλημμυρησαν υπερανω της κεφαλης μου? ειπα, Απερριφθην.
55 קָרָאתִי שִׁמְךָ יְהוָה מִבֹּור תַּחְתִּיֹּות55 Επεκαλεσθην το ονομα σου, Κυριε, εκ λακκου κατωτατου.
56 קֹולִי שָׁמָעְתָּ אַל־תַּעְלֵם אָזְנְךָ לְרַוְחָתִי לְשַׁוְעָתִי56 Ηκουσας την φωνην μου? μη κλεισης το ωτιον σου εις τον στεναγμον μου, εις την κραυγην μου.
57 קָרַבְתָּ בְּיֹום אֶקְרָאֶךָּ אָמַרְתָּ אַל־תִּירָא׃ ס57 Επλησιασας καθ' ην ημεραν σε επεκαλεσθην? ειπας, Μη φοβου.
58 רַבְתָּ אֲדֹנָי רִיבֵי נַפְשִׁי גָּאַלְתָּ חַיָּי58 Εδικασας, Κυριε, την δικην της ψυχης μου? ελυτρωσας την ζωην μου.
59 רָאִיתָה יְהוָה עַוָּתָתִי שָׁפְטָה מִשְׁפָּטִי59 Ειδες, Κυριε, το προς εμε αδικον? κρινον την κρισιν μου.
60 רָאִיתָה כָּל־נִקְמָתָם כָּל־מַחְשְׁבֹתָם לִי׃ ס60 Ειδες πασας τας εκδικησεις αυτων, παντας τους διαλογισμους αυτων κατ' εμου.
61 שָׁמַעְתָּ חֶרְפָּתָם יְהוָה כָּל־מַחְשְׁבֹתָם עָלָי61 Ηκουσας, Κυριε, τον ονειδισμον αυτων, παντας τους διαλογισμους αυτων κατ' εμου?
62 שִׂפְתֵי קָמַי וְהֶגְיֹונָם עָלַי כָּל־הַיֹּום62 Τους λογους των επανισταμενων επ' εμε και τας μελετας αυτων κατ' εμου ολην την ημεραν.
63 שִׁבְתָּם וְקִימָתָם הַבִּיטָה אֲנִי מַנְגִּינָתָם׃ ס63 Ιδε, οταν καθηνται και οταν σηκονωνται? εγω ειμαι το ασμα αυτων.
64 תָּשִׁיב לָהֶם גְּמוּל יְהוָה כְּמַעֲשֵׂה יְדֵיהֶם64 Καμε, Κυριε, εις αυτους ανταποδοσιν κατα τα εργα των χειρων αυτων.
65 תִּתֵּן לָהֶם מְגִנַּת־לֵב תַּאֲלָתְךָ לָהֶם65 Δος εις αυτους πωρωσιν καρδιας, την καταραν? σου επ' αυτους.
66 תִּרְדֹּף בְּאַף וְתַשְׁמִידֵם מִתַּחַת שְׁמֵי יְהוָה׃ פ66 Καταδιωξον εν οργη και αφανισον αυτους υποκατωθεν των ουρανων του Κυριου.