1 Mon fils, si tu t'es porté garant envers ton prochain, si tu as topé dans la main en faveur d'unétranger,
| 1 Υιε μου, εαν εγεινας εγγυητης δια τον φιλον σου, εαν εδωκας την χειρα σου εις ξενον, |
2 si tu t'es lié par les paroles de ta bouche, si tu es pris aux paroles de ta bouche,
| 2 επαγιδευθης δια των λογων του στοματος σου, επιασθης δια των λογων του στοματος σου? |
3 fais donc ceci, mon fils, pour te tirer d'affaire, puisque tu es tombé aux mains de ton prochain: va,prosterne-toi, importune ton prochain,
| 3 Καμε λοιπον τουτο, υιε μου, και σωζου, επειδη ηλθες εις τας χειρας του φιλου σου? υπαγε, μη αποκαμης, και βιαζε τον φιλον σου. |
4 n'accorde ni sommeil à tes yeux ni repos à tes paupières,
| 4 Μη δωσης υπνον εις τους οφθαλμους σου, μηδε νυσταγμον εις τα βλεφαρα σου? |
5 dégage-toi, comme du filet la gazelle, ou comme l'oiseau de la main de l'oiseleur.
| 5 Σωζου, ως δορκαδιον εκ χειρος του κυνηγου και ως πτηνον εκ χειρος του ιξευτου. |
6 Va voir la fourmi, paresseux! Observe ses moeurs et deviens sage:
| 6 Υπαγε προς τον μυρμηκα, ω οκνηρε? παρατηρησον τας οδους αυτου και γινου σοφος? |
7 elle qui n'a ni magistrat, ni surveillant ni chef,
| 7 οστις μη εχων αρχοντα, επιστατην η κυβερνητην, |
8 durant l'été elle assure sa provende et amasse, au temps de la moisson, sa nourriture.
| 8 ετοιμαζει την τροφην αυτου το θερος, συναγει τας τροφας αυτου εν τω θερισμω. |
9 Jusques à quand, paresseux, resteras-tu couché? Quand te lèveras-tu de ton sommeil?
| 9 Εως ποτε θελεις κοιμασθαι, οκνηρε; ποτε θελεις σηκωθη εκ του υπνου σου; |
10 Un peu dormir, un peu s'assoupir, un peu croiser les bras en s'allongeant,
| 10 Ολιγος υπνος, ολιγος νυσταγμος, ολιγη συμπλοκη των χειρων εις τον υπνον? |
11 et, tel un rôdeur, viendra l'indigence, et la disette comme un mendiant.
| 11 Επειτα η πτωχεια σου ερχεται ως ταχυδρομος, και η ενδεια σου ως ανηρ ενοπλος. |
12 Un vaurien, un homme inique, il va, la bouche torse,
| 12 Ο αχρειος ανθρωπος, ο κακοτροπος ανθρωπος, περιπατει με στομα διεστραμμενον? |
13 clignant de l'oeil, traînant les pieds, faisant signe des doigts.
| 13 Καμνει νευμα δια των οφθαλμων αυτου, σημαινει δια των ποδων αυτου, διδασκει δια των δακτυλων αυτου? |
14 La fourberie au coeur, méditant le mal en toute saison, il suscite des querelles.
| 14 μετα διεστραμμενης καρδιας μηχαναται κακα εν παντι καιρω? εγειρει εριδας? |
15 Aussi, soudain viendra sa ruine, à l'instant il sera brisé, sans remède.
| 15 δια τουτο εξαιφνης θελει επελθει η απωλεια αυτου? εξαιφνης θελει συντριφθη ανιατως. |
16 Il y a six choses que hait Yahvé, sept qui lui sont en abomination:
| 16 Ταυτα τα εξ μισει ο Κυριος, επτα μαλιστα βδελυττεται η ψυχη αυτου? |
17 des yeux hautains, une langue menteuse, des mains qui répandent le sang innocent,
| 17 οφθαλμους υπερηφανους, γλωσσαν ψευδη και χειρας εκχεουσας αιμα αθωον, |
18 un coeur qui médite des projets coupables, des pieds empressés à courir au mal,
| 18 καρδιαν μηχανευομενην λογισμους κακους, ποδας τρεχοντας ταχεως εις το κακοποιειν, |
19 un faux témoin qui profère des mensonges, le semeur de querelles entre frères.
| 19 μαρτυρα ψευδη λαλουντα ψευδος και τον εμβαλλοντα εριδας μεταξυ αδελφων. |
20 Garde, mon fils, le précepte de ton père, ne rejette pas l'enseignement de ta mère.
| 20 Υιε μου, φυλαττε την εντολην του πατρος σου, και μη απορριψης τον νομον της μητρος σου. |
21 Fixe-les constamment dans ton coeur, noue-les à ton cou.
| 21 Περιαψον αυτα διαπαντος επι της καρδιας σου, περιδεσον αυτα περι τον τραχηλον σου. |
22 Dans tes démarches ils te guideront, dans ton repos ils te garderont, à ton réveil ilss'entretiendront avec toi.
| 22 Οταν περιπατης, θελει σε οδηγει? οταν κοιμασαι, θελει σε φυλαττει? και οταν εξυπνησης, θελει συνομιλει μετα σου. |
23 Car le précepte est une lampe, l'enseignement une lumière; les exhortations de la discipline sontle chemin de la vie,
| 23 Διοτι λυχνος ειναι η εντολη και φως ο νομος, και οι ελεγχοι της παιδειας οδος ζωης? |
24 pour te préserver de la femme mauvaise, de la langue doucereuse d'une étrangère.
| 24 δια να σε φυλαττωσιν απο κακης γυναικος, απο κολακειας γλωσσης γυναικος αλλοτριας. |
25 Ne convoite pas dans ton coeur sa beauté, ne te laisse pas prendre à ses oeillades,
| 25 Μη ορεχθης το καλλος αυτης εν τη καρδια σου? και ας μη σε θηρευση δια των βλεφαρων αυτης. |
26 car à la prostituée suffit un quignon de pain, mais la femme mariée en veut à une vie précieuse.
| 26 Διοτι εξ αιτιας γυναικος πορνης καταντα τις εως τμηματος αρτου, η δε μοιχαλις θηρευει την πολυτιμον ψυχην. |
27 Peut-on porter du feu dans son sein sans enflammer ses vêtements?
| 27 Δυναται τις να βαλη πυρ εις τον κολπον αυτου, και τα ιματια αυτου να μη καωσι; |
28 Peut-on marcher sur des charbons ardents sans se brûler les pieds?
| 28 Δυναται τις να περιπατηση επ' ανθρακων πυρος, και οι ποδες αυτου να μη κατακαωσιν; |
29 Ainsi celui qui court après la femme de son prochain: qui s'y essaie ne s'en tirera pas indemne.
| 29 Ουτω και ο εισερχομενος προς την γυναικα του πλησιον αυτου? οστις εγγιζει αυτην, δεν θελει αθωωθη. |
30 On ne méprise pas le voleur qui vole pour s'emplir l'estomac quand il a faim;
| 30 Τον κλεπτην δεν αποστρεφονται, εαν κλεπτη δια να χορταση την ψυχην αυτου, οταν πεινα? |
31 pourtant, s'il est pris, il rendra au septuple, il donnera toutes les ressources de sa maison.
| 31 αλλ' εαν πιασθη, θελει αποδωσει επταπλασια? θελει δωσει παντα τα υπαρχοντα της οικιας αυτου. |
32 Mais l'adultère est privé de sens, qui veut sa propre perte agit ainsi!
| 32 Οστις ομως μοιχευει με γυναικα, ειναι ενδεης φρενων? απωλειαν φερει εις την ψυχην αυτου, οστις πραττει τουτο. |
33 Il récolte coups et mépris, jamais ne s'effacera son opprobre.
| 33 Πληγας και ατιμιαν θελει υποφερει? και το ονειδος αυτου δεν θελει εξαλειφθη. |
34 Car la jalousie excite la rage du mari, au jour de la vengeance il sera sans pitié,
| 34 Διοτι η ζηλοτυπια ειναι μανια του ανδρος, και δεν θελει δειξει ελεος εις την ημεραν της εκδικησεως. |
35 il n'aura égard à aucune compensation, il ne consentira à rien, même si tu multiplies les présents.
| 35 Δεν θελει δεχθη ουδεν λυτρον? ουδε θελει εξιλεωθη, και αν πολλαπλασιασης τα δωρα. |