Scrutatio

Giovedi, 2 maggio 2024 - Sant´ Atanasio ( Letture di oggi)

Job 31


font
NEW AMERICAN BIBLEGREEK BIBLE
1 If I have made an agreement with my eyes and entertained any thoughts against a maiden;1 Εκαμον συνθηκην μετα των οφθαλμων μου? και πως να εχω τον στοχασμον μου επι παρθενον;
2 But what is man's lot from God above, his inheritance from the Almighty on high?2 και τι το μεριδιον παρα Θεου ανωθεν; και η κληρονομια του Παντοδυναμου εκ των υψηλων;
3 Is it not calamity for the unrighteous, and woe for evildoers?3 Ουχι αφανισμος δια τον ασεβη; και ταλαιπωρια δια τους εργατας της ανομιας;
4 Does he not see my ways, and number all my steps?4 δεν βλεπει αυτος τας οδους μου και απαριθμει παντα τα βηματα μου;
5 If I have walked in falsehood and my foot has hastened to deceit;5 Εαν περιεπατησα με ψευδος, η ο πους μου εσπευσεν εις δολον,
6 Let God weigh me in the scales of justice; thus will he know my innocence!6 ας με ζυγιση δια της σταθμης της δικαιοσυνης και ας γνωριση ο Θεος την ακεραιοτητα μου?
7 If my steps have turned out of the way, and my heart has followed my eyes, or any stain clings to my hands,7 αν το βημα μου εξετραπη απο της οδου και η καρδια μου επηκολουθησε τους οφθαλμους μου, και αν κηλις προσεκολληθη εις τας χειρας μου?
8 Then may I sow, but another eat of it, or may my planting be rooted up!8 να σπειρω, και αλλος να φαγη? και να εκριζωθωσιν οι εκγονοι μου.
9 If my heart has been enticed toward a woman, and I have lain in wait at my neighbor's door;9 Αν η καρδια μου ηπατηθη υπο γυναικος, η παρεμονευσα εις την θυραν του πλησιον μου,
10 Then may my wife grind for another, and may others cohabit with her!10 η γυνη μου να αλεση δι' αλλον, και αλλοι να πεσωσιν επ' αυτην.
11 For that would be heinous, a crime to be condemned;11 Διοτι μιαρον ανομημα τουτο και αμαρτημα καταδικον?
12 A fire that should burn down to the abyss till it consumed all my possessions to the roots.12 διοτι ειναι πυρ κατατρωγον μεχρις αφανισμου, και ηθελεν εκριζωσει παντα τα γεννηματα μου.
13 Had I refused justice to my manservant or to my maid, when they had a claim against me,13 Αν κατεφρονησα την κρισιν του δουλου μου η της δουλης μου, οτε διεφεροντο προς εμε,
14 What then should I do when God rose up; what could I answer when he demanded an account?14 τι θελω καμει τοτε, οταν εγερθη ο Θεος; και οταν επισκεφθη, τι θελω αποκριθη προς αυτον;
15 Did not he who made me in the womb make him? Did not the same One fashion us before our birth?15 Ο ποιησας εμε εν τη κοιλια, δεν εποιησε και εκεινον; και δεν εμορφωσεν ημας ο αυτος εν τη μητρα;
16 If I have denied anything to the poor, or allowed the eyes of the widow to languish16 Αν ηρνηθην την επιθυμιαν των πτωχων, η εμαρανα τους οφθαλμους της χηρας,
17 While I ate my portion alone, with no share in it for the fatherless,17 η εφαγον μονος τον αρτον μου, και ο ορφανος δεν εφαγεν εξ αυτου?
18 Though like a father God has reared me from my youth, guiding me even from my mother's womb--18 διοτι ο μεν εκ νεοτητος μου ετρεφετο μετ' εμου, ως μετα πατρος, την δε εκ κοιλιας της μητρος μου ωδηγησα?
19 If I have seen a wanderer without clothing, or a poor man without covering,19 αν ειδον τινα απολλυμενον δι' ελλειψιν ενδυματος η πτωχον χωρις σκεπασματος,
20 Whose limbs have not blessed me when warmed with the fleece of my sheep;20 αν οι νεφροι αυτου δεν με ευλογησαν και δεν εθερμανθη με το μαλλιον των προβατων μου,
21 If I have raised my hand against the innocent because I saw that I had supporters at the gate--21 αν εσηκωσα την χειρα μου κατα του ορφανου, βλεπων οτι υπερισχυον εν τη πυλη,
22 Then may my arm fall from the shoulder, my forearm be broken at the elbow!22 να πεση ο βραχιων μου εκ του ωμου, και η χειρ μου να συντριφθη εκ του αγκωνος.
23 For the dread of God will be upon me, and his majesty will overpower me.23 Διοτι ο παρα του Θεου ολεθρος ητο εις εμε φρικη και δια την μεγαλειοτητα αυτου δεν ηθελον δυνηθη να ανθεξω.
24 Had I put my trust in gold or called fine gold my security;24 Αν εθεσα εις το χρυσιον την ελπιδα μου, η ειπα προς το καθαρον χρυσιον, Συ εισαι το θαρρος μου,
25 Or had I rejoiced that my wealth was great, or that my hand had acquired abundance--25 αν ευφρανθην διοτι ο πλουτος μου ητο μεγας και διοτι η χειρ μου ευρηκεν αφθονιαν,
26 Had I looked upon the sun as it shone, or the moon in the splendor of its progress,26 αν εθεωρουν τον ηλιον αναλαμποντα η την σεληνην περιπατουσαν εν τη λαμπροτητι αυτης,
27 And had my heart been secretly enticed to waft them a kiss with my hand;27 και η καρδια μου εθελχθη κρυφιως, η με το στομα μου εφιλησα την χειρα μου,
28 This too would be a crime for condemnation, for I should have denied God above.28 και τουτο ηθελεν εισθαι ανομημα καταδικον? διοτι ηθελον αρνηθη τον Θεον τον Υψιστον.
29 Had I rejoiced at the destruction of my enemy or exulted when evil fell upon him,29 Αν εχαρην εις τον αφανισμον του μισουντος με, η επεχαρην οτε ευρηκεν αυτον κακον?
30 Even though I had not suffered my mouth to sin by uttering a curse against his life--30 διοτι ουδε αφηκα το στομα μου να αμαρτηση, ευχομενος καταραν εις την ψυχην αυτου?
31 Had not the men of my tent exclaimed, "Who has not been fed with his meat!"31 αν οι ανθρωποι της σκηνης μου δεν ειπον, τις θελει δειξει ανθρωπον μη χορτασθεντα απο των κρεατων αυτου;
32 Because no stranger lodged in the street, but I opened my door to wayfarers--32 Ο ξενος δεν διενυκτερευεν εξω? ηνοιγον την θυραν μου εις τον οδοιπορον?
33 Had I, out of human weakness, hidden my sins and buried my guilt in my bosom33 αν εσκεπασα την παραβασιν μου ως ο Αδαμ, κρυπτων την ανομιαν μου εν τω κολπω μου?
34 Because I feared the noisy multitude and the scorn of the tribes terrified me- then I should have remained silent, and not come out of doors!34 διοτι μηπως εφοβουμην μεγα πληθος, η με ετρομαζεν η καταφρονησις των οικογενειων, ωστε να σιωπησω και να μη εκβω εκ της θυρας;
35 Oh, that I had one to hear my case, and that my accuser would write out his indictment!35 Ω να ητο τις να με ηκουεν. Ιδου, η επιθυμια μου ειναι να απεκρινετο ο Παντοδυναμος εις εμε, και ο αντιδικος μου να εγραφε βιβλιον.
36 Surely, I should wear it on my shoulder or put it on me like a diadem;36 Βεβαιως ηθελον βαστασει αυτο επι του ωμου μου, ηθελον περιδεσει αυτο στεφανον επ' εμε?
37 Of all my steps I should give him an account; like a prince I should present myself before him. This is my final plea; let the Almighty answer me! The words of Job are ended.37 ηθελον φανερωσει προς αυτον τον αριθμον των βηματων μου? ως αρχων ηθελον πλησιασει εις αυτον.
38 If my land has cried out against me till its very furrows complained;38 Αν ο αγρος μου καταβοα εναντιον μου και κλαιωσιν ομου οι αυλακες αυτου,
39 If I have eaten its produce without payment and grieved the hearts of its tenants;39 αν εφαγον τον καρπον αυτον χωρις μισθον, η εκαμον να εκβη η ψυχη των γεωργων αυτου,
40 Then let the thistles grow instead of wheat and noxious weeds instead of barley!40 Ας φυτρωσωσι τριβολοι αντι σιτου και ζιζανια αντι κριθης. Ετελειωσαν οι λογοι του Ιωβ.