Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 21


font
LXXSAGRADA BIBLIA
1 υπολαβων δε ιωβ λεγει1 Jó tomou então a palavra nestes termos:
2 ακουσατε ακουσατε μου των λογων ινα μη η μοι παρ' υμων αυτη η παρακλησις2 Ouvi, ouvi minhas palavras, que eu tenha pelo menos esse consolo de vossa parte.
3 αρατε με εγω δε λαλησω ειτ' ου καταγελασετε μου3 Permiti que eu fale; quando tiver falado, zombai à vontade.
4 τι γαρ μη ανθρωπου μου η ελεγξις η δια τι ου θυμωθησομαι4 É de um homem que me queixo? E como não hei de perder a paciência?
5 εισβλεψαντες εις εμε θαυμασατε χειρα θεντες επι σιαγονι5 Olhai para mim; ireis ficar estupefactos, e poreis a mão sobre a boca.
6 εαν τε γαρ μνησθω εσπουδακα εχουσιν δε μου τας σαρκας οδυναι6 Quando penso nisso, fico estarrecido, e todo o meu corpo treme.
7 δια τι ασεβεις ζωσιν πεπαλαιωνται δε και εν πλουτω7 Como é que os maus vivem, envelhecem, e cresce o seu vigor?
8 ο σπορος αυτων κατα ψυχην τα δε τεκνα αυτων εν οφθαλμοις8 Sua posteridade prospera diante deles, e seus descendentes sob seus olhos;
9 οι οικοι αυτων ευθηνουσιν φοβος δε ουδαμου μαστιξ δε παρα κυριου ουκ εστιν επ' αυτοις9 sua casa é tranqüila, sem alarmes, a vara de Deus não os atinge.
10 η βους αυτων ουκ ωμοτοκησεν διεσωθη δε αυτων εν γαστρι εχουσα και ουκ εσφαλεν10 Seu touro é cada vez mais fecundo, sua vaca dá cria sem nunca abortar.
11 μενουσιν δε ως προβατα αιωνια τα δε παιδια αυτων προσπαιζουσιν11 Deixam os filhos correr como carneiros, e os seus pequenos saltam e brincam.
12 αναλαβοντες ψαλτηριον και κιθαραν και ευφραινονται φωνη ψαλμου12 Cantam ao som do pandeiro e da cítara, divertem-se ao som da flauta.
13 συνετελεσαν δε εν αγαθοις τον βιον αυτων εν δε αναπαυσει αδου εκοιμηθησαν13 Passam os dias na alegria, e descem tranqüilamente à região dos mortos.
14 λεγει δε κυριω αποστα απ' εμου οδους σου ειδεναι ου βουλομαι14 Ora, dizem a Deus: Afasta-te de nós, não queremos conhecer os teus caminhos;
15 τι ικανος οτι δουλευσομεν αυτω και τις ωφελεια οτι απαντησομεν αυτω15 quem é o Todo-poderoso para que o sirvamos? Que vantagem temos em lhe fazer orações?
16 εν χερσιν γαρ ην αυτων τα αγαθα εργα δε ασεβων ουκ εφορα16 A felicidade não está em suas mãos? Contudo, longe de mim esteja o modo de pensar dos ímpios!
17 ου μην δε αλλα και ασεβων λυχνος σβεσθησεται επελευσεται δε αυτοις η καταστροφη ωδινες δε αυτους εξουσιν απο οργης17 Quantas vezes vemos apagar-se a lâmpada dos ímpios, e a ruína desabar sobre eles?
18 εσονται δε ωσπερ αχυρα προ ανεμου η ωσπερ κονιορτος ον υφειλατο λαιλαψ18 São eles como a palha ao sopro do vento, como a cinza tragada pelo turbilhão?
19 εκλιποι υιους τα υπαρχοντα αυτου ανταποδωσει προς αυτον και γνωσεται19 Deus {assim dizem}, reserva para os filhos o castigo do pai. Que ele mesmo o puna, para que o sinta!
20 ιδοισαν οι οφθαλμοι αυτου την εαυτου σφαγην απο δε κυριου μη διασωθειη20 Que veja com os próprios olhos a sua ruína, e ele mesmo beba da cólera do Todo-poderoso!
21 οτι τι θελημα αυτου εν οικω αυτου μετ' αυτον και αριθμοι μηνων αυτου διηρεθησαν21 Que se lhe dá do que será feito de sua casa depois dele, se o número de seus meses já está contado?
22 ποτερον ουχι ο κυριος εστιν ο διδασκων συνεσιν και επιστημην αυτος δε φονους διακρινει22 É a Deus, que se irá ensinar a sabedoria, a ele, que julga os seres superiores?
23 ουτος αποθανειται εν κρατει απλοσυνης αυτου ολος δε ευπαθων και ευθηνων23 Um morre no seio da prosperidade, plenamente feliz e tranqüilo,
24 τα δε εγκατα αυτου πληρη στεατος μυελος δε αυτου διαχειται24 os flancos cobertos de gordura, e a medula dos ossos cheia de seiva;
25 ο δε τελευτα υπο πικριας ψυχης ου φαγων ουδεν αγαθον25 o outro morre com a amargura na alma, sem ter gozado a felicidade;
26 ομοθυμαδον δε επι γης κοιμωνται σαπρια δε αυτους εκαλυψεν26 juntos se deitam na terra, e os vermes recobrem a ambos.
27 ωστε οιδα υμας οτι τολμη επικεισθε μοι27 Ah! conheço vossos pensamentos, os julgamentos iníquos que fazeis de mim.
28 οτι ερειτε που εστιν οικος αρχοντος και που εστιν η σκεπη των σκηνωματων των ασεβων28 Dizeis: Onde está a casa do tirano, onde está a tenda em que habitavam os ímpios?
29 ερωτησατε παραπορευομενους οδον και τα σημεια αυτων ουκ απαλλοτριωσετε29 Não interrogastes os viajantes? Contestaríeis seus testemunhos?
30 οτι εις ημεραν απωλειας κουφιζεται ο πονηρος εις ημεραν οργης αυτου απαχθησονται30 No dia da infelicidade o ímpio é poupado, no dia da cólera ele escapa.
31 τις απαγγελει επι προσωπου αυτου την οδον αυτου και αυτος εποιησεν τις ανταποδωσει αυτω31 Quem reprova diante dele o seu proceder, e lhe pede contas de seus atos?
32 και αυτος εις ταφους απηνεχθη και επι σορω ηγρυπνησεν32 Levam-no ao sepulcro, ficarão de vigília em sua câmara funerária.
33 εγλυκανθησαν αυτω χαλικες χειμαρρου και οπισω αυτου πας ανθρωπος απελευσεται και εμπροσθεν αυτου αναριθμητοι33 Os torrões do vale são-lhe leves; todos os homens irão em sua companhia, e foram inumeráveis seus predecessores.
34 πως δε παρακαλειτε με κενα το δε εμε καταπαυσασθαι αφ' υμων ουδεν34 Que significam, pois, essas vãs consolações? Todas as vossas respostas são apenas perfídia.