Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Ezechiel 20


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 Im fünften Monat des siebten Jahres kamen am zehnten Tag des Monats einige von den Ältesten Israels, um den Herrn zu befragen. Sie setzten sich vor mir nieder.1 Και εν τω εβδομω ετει, τω πεμπτω μηνι, τη δεκατη του μηνος, ηλθον τινες εκ των πρεσβυτερων του Ισραηλ δια να επερωτησωσι τον Κυριον, και εκαθησαν εμπροσθεν μου.
2 Da erging das Wort des Herrn an mich:2 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
3 Menschensohn, rede mit den Ältesten Israels und sag zu ihnen: So spricht Gott, der Herr: Seid ihr gekommen, um mich zu befragen? So wahr ich lebe, ich lasse mich von euch nicht befragen - Spruch Gottes, des Herrn.3 Υιε ανθρωπου, λαλησον προς τους πρεσβυτερους του Ισραηλ και ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ηλθετε δια να με επερωτησητε; Ζω εγω, λεγει Κυριος ο Θεος, δεν θελω επερωτηθη απο σας.
4 Willst du nicht über sie Gericht halten, Menschensohn, willst nicht du Gericht halten? Mach ihnen die Gräueltaten ihrer Väter bewusst4 Θελεις κρινει αυτους; υιε ανθρωπου, θελεις κρινει; δειξον εις αυτους τα βδελυγματα των πατερων αυτων?
5 und sag zu ihnen: So spricht Gott, der Herr: An dem Tag, als ich Israel erwählt habe, erhob ich meine Hand, (um) den Nachkommen des Hauses Jakob (einen Eid zu leisten). Ich offenbarte mich ihnen in Ägypten. Ich erhob meine Hand (zum Schwur) und sprach: Ich bin der Herr, euer Gott.5 και ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Εν τη ημερα καθ' ην εξελεξα τον Ισραηλ και υψωσα την χειρα μου προς το σπερμα του οικου Ιακωβ και εγνωρισθην εις αυτους εν Αιγυπτω και υψωσα την χειρα μου προς αυτους, λεγων, Εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας,
6 An jenem Tag erhob ich meine Hand (zum Schwur), dass ich sie aus Ägypten herausführe in ein Land, das ich für sie erkundete, in dem Milch und Honig fließen, ein Schmuckstück unter allen Ländern.6 εν εκεινη τη ημερα υψωσα την χειρα μου προς αυτους οτι θελω εξαγαγει αυτους εκ γης Αιγυπτου εις γην την οποιαν προεβλεψα δι' αυτους, γην ρεουσαν γαλα και μελι, ητις ειναι η δοξα πασων των γαιων.
7 Und ich sagte zu ihnen: Ihr alle, werft die Götzen weg, an denen eure Augen hängen. Macht euch nicht unrein durch die Gräueltaten Ägyptens! Ich bin der Herr, euer Gott.7 Και ειπα προς αυτους, Απορριψατε εκαστος τα βδελυγματα των οφθαλμων αυτου και μη μιαινεσθε με τα ειδωλα της Αιγυπτου? εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας.
8 Sie aber widersetzten sich mir und wollten nicht auf mich hören. Keiner warf die Götzen weg, an denen seine Augen hingen, und sie sagten sich nicht los von den Götzen Ägyptens. Da sagte ich: Ich will meinen Zorn über sie ausgießen und meinen Grimm an ihnen auslassen, mitten in Ägypten.8 Αυτοι ομως απεστατησαν απ' εμου και δεν ηθελησαν να μου ακουσωσι? δεν απερριψαν εκαστος τα βδελυγματα των οφθαλμων αυτων και δεν εγκατελιπον τα ειδωλα της Αιγυπτου. Τοτε ειπα να εκχεω τον θυμον μου επ' αυτους, δια να συντελεσω την οργην μου εναντιον αυτων εν μεσω της γης Αιγυπτου.
9 Aber dann handelte ich um meines Namens willen anders; ich wollte ihn nicht entweihen vor den Augen der Völker, in deren Mitte sie lebten und vor deren Augen ich mich ihnen offenbarte, als ich sie aus Ägypten herausführte.9 Πλην ενεκεν του ονοματος μου, δια να μη βεβηλωθη ενωπιον των εθνων, μεταξυ των οποιων ησαν και εμπροσθεν των οποιων εγνωρισθην εις αυτους, εκαμον τουτο, να εξαγαγω αυτους εκ γης Αιγυπτου.
10 Ich führte sie aus Ägypten heraus, brachte sie in die Wüste10 Και εξηγαγον αυτους εκ γης Αιγυπτου και εφερα αυτους εις την ερημον?
11 und gab ihnen meine Gesetze. Ich gab ihnen meine Rechtsvorschriften bekannt, die der Mensch befolgen muss, damit er durch sie am Leben bleibt.11 και εδωκα εις αυτους τα διαταγματα μου και εκαμον εις αυτους γνωστας τας κρισεις μου, τας οποιας καμνων ο ανθρωπος θελει ζησει δι' αυτων.
12 Auch meine Sabbat-Tage gab ich ihnen zum Zeichen (des Bundes) zwischen mir und ihnen. Daran sollte man erkennen, dass ich, der Herr, Israel heilige.12 Και τα σαββατα μου εδωκα ετι εις αυτους, δια να ηναι μεταξυ εμου και αυτων σημειον, ωστε να γνωριζωσιν οτι εγω ειμαι ο Κυριος ο αγιαζων αυτους.
13 Aber das Haus Israel widersetzte sich mir in der Wüste. Sie lebten nicht nach meinen Gesetzen und wiesen meine Rechtsvorschriften zurück, die der Mensch befolgen muss, damit er durch sie am Leben bleibt. Auch meine Sabbat-Tage entweihten sie völlig. Da sagte ich: Ich will in der Wüste über sie meinen Zorn ausgießen und sie vernichten.13 Αλλ' ο οικος Ισραηλ απεστατησεν απ' εμου εν τη ερημω? εν τοις διαταγμασι μου δεν περιεπατησαν και τας κρισεις μου απερριψαν, τας οποιας καμνων ο ανθρωπος θελει ζησει δι' αυτων? και τα σαββατα μου εβεβηλωσαν σφοδρα? τοτε ειπα να εκχεω τον θυμον μου επ' αυτους εν τη ερημω, δια να εξολοθρευσω αυτους.
14 Aber ich handelte anders um meines Namens willen; ich wollte ihn nicht entweihen vor den Völkern, vor deren Augen ich sie (aus Ägypten) herausgeführt hatte.14 Πλην εκαμον τουτο ενεκεν του ονοματος μου, δια να μη βεβηλωθη ενωπιον των εθνων, εμπροσθεν των οποιων εξηγαγον αυτους.
15 Doch in der Wüste erhob ich meine Hand (zum Schwur), dass ich sie nicht in das Land bringe, das ich für sie bestimmt hatte, in das Land, wo Milch und Honig fließen, das Schmuckstück unter allen Ländern.15 Και εγω υψωσα οτι προς αυτους την χειρα μου εν τη ερημω, οτι δεν θελω φερει αυτους εις την γην, την οποιαν εδωκα εις αυτους, γην ρεουσαν γαλα και μελι, ητις ειναι δοξα πασων των γαιων?
16 Denn sie wiesen meine Rechtsvorschriften zurück, sie lebten nicht nach meinen Gesetzen und entweihten meine Sabbat-Tage, weil ihr Herz hinter den Götzen her war.16 διοτι τας κρισεις μου απερριψαν και εν τοις διαταγμασι μου δεν περιεπατησαν και τα σαββατα μου εβεβηλωσαν? διοτι αι καρδιαι αυτων επορευοντο κατοπιν των ειδωλων αυτων.
17 Aber mein Auge zeigte Mitleid mit ihnen: Ich rottete sie nicht völlig aus in der Wüste.17 Και εφεισθη ο οφθαλμος μου επ' αυτους, ωστε να μη εξαλειψω αυτους, και δεν συνετελεσα αυτους εν τη ερημω.
18 Zu ihren Söhnen sagte ich in der Wüste: Lebt nicht nach den Gesetzen eurer Väter, achtet nicht auf ihre Rechtsvorschriften und macht euch nicht unrein an ihren Götzen!18 Αλλ' ειπα προς τα τεκνα αυτων εν τη ερημω, Μη περιπατειτε εν τοις διαταγμασι των πατερων σας και μη φυλαττετε τας κρισεις αυτων και μη μιαινεσθε με τα ειδωλα αυτων?
19 Ich bin der Herr, euer Gott. Lebt nach meinen Gesetzen, achtet auf meine Rechtsvorschriften und befolgt sie!19 εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας? εν τοις διαταγμασι μου περιπατειτε? και τας κρισεις μου φυλαττετε και εκτελειτε αυτας?
20 Haltet meine Sabbat-Tage heilig; sie sollen das Zeichen (des Bundes) zwischen mir und euch sein. Daran wird man erkennen, dass ich, der Herr, euer Gott bin.20 και αγιαζετε τα σαββατα μου, και ας ηναι μεταξυ εμου και υμων σημειον, ωστε να γνωριζητε οτι εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σας.
21 Aber die Söhne widersetzten sich mir. Sie lebten nicht nach meinen Gesetzen und sie beachteten und befolgten meine Rechtsvorschriften nicht, die der Mensch befolgen muss, damit er durch sie am Leben bleibt. Meine Sabbat-Tage entweihten sie. Da sagte ich: Ich werde in der Wüste meinen Zorn über sie ausgießen und meinen Grimm an ihnen auslassen.21 Τα τεκνα ομως απεστατησαν απ' εμου? εν τοις διαταγμασι μου δεν περιεπατησαν και τας κρισεις μου δεν εφυλαξαν, ωστε να εκτελωσιν αυτας, τας οποιας καμνων ο ανθρωπος θελει ζησει δι' αυτων? τα σαββατα μου εβεβηλωσαν? τοτε ειπα να εκχεω τον θυμον μου επ' αυτους, δια να συντελεσω την οργην μου εναντιον αυτων εν τη ερημω.
22 Aber ich zog meine Hand zurück und handelte anders, um meines Namens willen; ich wollte ihn nicht vor all den Völkern entweihen, vor deren Augen ich sie (aus Ägypten) herausgeführt hatte.22 Και απεστρεψα την χειρα μου και εκαμον τουτο ενεκεν του ονοματος μου, δια να μη βεβηλωθη ενωπιον των εθνων, εμπροσθεν των οποιων εξηγαγον αυτους.
23 Doch ich erhob in der Wüste meine Hand (zum Schwur), dass ich sie unter die Völker zerstreuen und in alle Länder vertreiben werde,23 Υψωσα ετι εγω την χειρα μου προς αυτους εν τη ερημω, οτι ηθελον διασκορπισει αυτους μεταξυ των εθνων και διασπειρει αυτους εις τους τοπους?
24 weil sie meine Rechtsvorschriften nicht befolgten, meine Gesetze ablehnten und meine Sabbat-Tage entweihten und weil ihre Augen hinter den Götzen ihrer Väter her waren.24 διοτι τας κρισεις μου δεν εξετελεσαν και τα διαταγματα μου απερριψαν και τα σαββατα μου εβεβηλωσαν, και οι οφθαλμοι αυτων ησαν κατοπιν των ειδωλων των πατερων αυτων.
25 Auch gab ich ihnen Gesetze, die nicht gut waren, und Rechtsvorschriften, die es ihnen unmöglich machten, am Leben zu bleiben.25 Δια τουτο και εγω εδωκα εις αυτους διαταγματα ουχι καλα και κρισεις, δια των οποιων δεν ηθελον ζησει?
26 Ich machte sie unrein durch ihre Opfergaben; sie ließen nämlich alle Erstgeborenen durch das Feuer gehen. Ich wollte ihnen Entsetzen einjagen; denn sie sollten erkennen, dass ich der Herr bin.26 και εμιανα αυτους εις τας προσφορας αυτων, εις το οτι διεβιβαζον δια του πυρος παν διανοιγον μητραν, δια να ερημωσω αυτους, ωστε να γνωρισωσιν οτι εγω ειμαι ο Κυριος.
27 Darum sprich zum Haus Israel, Menschensohn, und sag zu ihnen: So spricht Gott, der Herr: Eure Väter haben mich auch dadurch verhöhnt, dass sie mir untreu wurden.27 Δια τουτο, υιε ανθρωπου, λαλησον προς τον οικον Ισραηλ και ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? κατα τουτο οτι οι πατερες σας υβρισαν εις εμε, καμνοντες παραβασιν εναντιον μου.
28 Als ich sie in das Land gebracht hatte - ich hatte ja meine Hand erhoben (und geschworen), es ihnen zu geben -, schlachteten sie, sobald sie irgendeinen hohen Hügel und einen dichtbelaubten Baum sahen, dort ihre Opfer; dort brachten sie ihre ärgerlichen Gaben dar, legten ihre duftenden Spenden nieder, um mich zu beruhigen, und gossen dort ihre Trankopfer aus.28 Διοτι αφου εφερα αυτους εις την γην, περι της οποιας υψωσα την χειρα μου οτι θελω δωσει αυτην εις αυτους, τοτε ενεβλεψαν εις παντα λοφον υψηλον και εις παν δενδρον κατασκιον, και εκει προσεφεραν τας θυσιας αυτων και εστησαν εκει τας παροργιστικας προσφορας αυτων, και εθεσαν εκει οσμην ευωδιας αυτων και εκαμον εκει τας σπονδας αυτων.
29 Da sagte ich zu ihnen: Was ist das schon, die Höhe, zu der ihr kommt? - Deshalb wird ein solcher Platz bis zum heutigen Tag Kulthöhe genannt.29 Και ειπα προς αυτους, Τι δηλοι ο υψηλος τοπος, εις τον οποιον σεις υπαγετε; και το ονομα αυτου εκληθη Βαμα, εως της σημερον.
30 Darum sag zum Haus Israel: So spricht Gott, der Herr: Wie schon eure Väter, so macht auch ihr euch unrein und lauft in eurer Untreue ihren Götzen nach.30 Δια τουτο ειπε προς τον οικον Ισραηλ, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ενω σεις μιαινεσθε εν τη οδω των πατερων σας και εκπορνευετε κατοπιν των βδελυγματων αυτων
31 Wenn ihr eure Gaben darbringt, eure Söhne durch das Feuer gehen lasst, wenn ihr euch bis zum heutigen Tag immer wieder unrein macht mit all euren Götzen, soll ich mich dann von euch befragen lassen, ihr vom Haus Israel? So wahr ich lebe - Spruch Gottes, des Herrn -, ich lasse mich von euch nicht befragen.31 και μιαινεσθε με παντα τα ειδωλα σας εως της σημερον, προσφεροντες τα δωρα σας, διαβιβαζοντες τους υιους σας δια του πυρος, και εγω θελω επερωτηθη απο σας, οικος Ισραηλ; Ζω εγω, λεγει Κυριος ο Θεος, δεν θελω επερωτηθη απο σας.
32 Niemals soll geschehen, was euch eingefallen ist, als ihr sagtet: Wir wollen wie die anderen Völker sein, wie die Völkerstämme in anderen Ländern, und wollen Holz und Stein verehren.32 Και εκεινο το οποιον διαβουλευεσθε, ουδολως θελει γεινει? διοτι σεις λεγετε, Θελομεν εισθαι ως τα εθνη, ως αι οικογενειαι των τοπων, εις το να λατρευωμεν ξυλα και λιθους.
33 So wahr ich lebe - Spruch Gottes, des Herrn: Ich will mit starker Hand und hoch erhobenem Arm über euch als König herrschen und dabei meinen Zorn über euch ausgießen.33 Ζω εγω, λεγει Κυριος ο Θεος, εξαπαντος εν χειρι κραταια και εν βραχιονι εξηπλωμενω και εν θυμω εκχεομενω θελω βασιλευσει εφ' υμας.
34 Ich will euch mit starker Hand und hoch erhobenem Arm aus den Völkern herausführen und aus den Ländern, in die ihr zerstreut seid, sammeln und dabei meinen Zorn über euch ausgießen.34 Και θελω σας εξαγαγει εκ των λαων και θελω σας συναξει εκ των τοπων, εις τους οποιους εισθε διεσκορπισμενοι, εν χειρι κραταια και εν βραχιονι εξηπλωμενω και εν θυμω εκχεομενω.
35 Ich bringe euch in die Wüste der Völker; dort trete ich euch von Angesicht zu Angesicht als Richter gegenüber.35 Και θελω σας φερει εις την ερημον των λαων και εκει θελω κριθη με σας προσωπον προς προσωπον?
36 Wie ich mit euren Vätern in der Wüste Ägyptens ins Gericht gegangen bin, so will ich auch mit euch ins Gericht gehen - Spruch Gottes, des Herrn.36 καθως εκριθην με τους πατερας σας εν τη ερημω της γης Αιγυπτου, ουτω θελω σας κρινει, λεγει Κυριος ο Θεος.
37 Ich lasse euch unter dem Hirtenstab an mir vorbeiziehen und zähle euch ab.37 Και θελω σας περασει υπο την ραβδον και θελω σας φερει εις τους δεσμους της διαθηκης.
38 Die Abtrünnigen und alle, die sich gegen mich auflehnten, sondere ich von euch ab. Ich führe sie zwar aus dem Land, in dem sie als Fremde leben, heraus, in das Land Israel aber werden sie nicht kommen; dann werdet ihr erkennen, dass ich der Herr bin.38 Και θελω εκκαθαρισει εκ μεσου υμων τους αποστατας και τους ασεβησαντας εις εμε? θελω εκβαλει αυτους εκ της γης της παροικιας αυτων και δεν θελουσιν εισελθει εις γην Ισραηλ, και θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος.
39 Ihr aber vom Haus Israel - so spricht Gott, der Herr -, geht doch alle und dient euren Götzen! Doch später werdet ihr auf mich hören und meinen heiligen Namen nicht mehr mit euren Opfergaben und mit euren Götzen entweihen.39 Σεις δε, οικος Ισραηλ, ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Υπαγετε, λατρευετε εκαστος τα ειδωλα αυτου, και του λοιπου, εαν δεν θελητε να μου ακουητε? και μη βεβηλονετε πλεον το ονομα μου το αγιον με τα δωρα σας και με τα ειδωλα σας.
40 Denn auf meinem heiligen Berg, auf dem hohen Berg Israels - Spruch Gottes, des Herrn -, dort im Land wird mir das ganze Haus Israel dienen. Dort will ich sie gnädig annehmen und dort fordere ich eure Abgaben und Erstlingsopfer mit all euren heiligen Gaben.40 Διοτι επι του ορους του αγιου μου, επι του υψηλου ορους του Ισραηλ, λεγει Κυριος ο Θεος, εκει πας ο οικος του Ισραηλ, παντες οι εν τη γη θελουσι με λατρευσει? εκει θελω δεχθη αυτους και εκει θελω ζητησει τας προσφορας σας και τας απαρχας των δωρων σας με παντα τα αγια σας.
41 Beim beruhigenden Duft eurer Opfer will ich euch gnädig annehmen. Wenn ich euch aus den Völkern herausführe und aus den Ländern sammle, in die ihr zerstreut seid, werde ich mich vor den Augen der Völker an euch als heilig erweisen.41 Θελω σας δεχθη με οσμην ευωδιας, οταν σας εξαγαγω εκ των λαων και σας συναξω εκ των τοπων εις τους οποιους διεσκορπισθητε? και θελω αγιασθη εις εσας ενωπιον των εθνων.
42 Ihr sollt erkennen, dass ich der Herr bin, wenn ich euch in das Land Israel bringe; denn ich habe meine Hand erhoben (zum Schwur), dieses Land euren Vätern zu geben.42 Και θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος, οταν σας φερω εις γην Ισραηλ, εις γην περι της οποιας υψωσα την χειρα μου οτι θελω δωσει αυτην εις τους πατερας σας.
43 Dort werdet ihr euch an euer Verhalten und an all eure Taten erinnern, durch die ihr euch unrein gemacht habt, und es wird euch ekeln vor euch selbst wegen all der bösen Taten, die ihr begangen habt.43 Και εκει θελετε ενθυμηθη τας οδους σας και παντα τα εργα σας, εις τα οποια εμιανθητε? και θελετε αποστραφη αυτοι εαυτους εμπροσθεν των οφθαλμων σας, δια παντα τα κακα σας οσα επραξατε.
44 Ihr werdet erkennen, dass ich der Herr bin, wenn ich um meines Namens willen so an euch handle und nicht nach eurem verkehrten Verhalten und nach euren verwerflichen Taten, ihr vom Haus Israel - Spruch Gottes, des Herrn.44 Και θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος, οταν καμω ουτως εις εσας ενεκεν του ονοματος μου, ουχι κατα τας πονηρας οδους σας ουδε κατα τα διεφθαρμενα εργα σας, οικος Ισραηλ, λεγει Κυριος ο Θεος.
45 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
46 Υιε ανθρωπου, στηριξον το προσωπον σου προς μεσημβριαν και σταλαξον λογον προς μεσημβριαν και προφητευσον κατα του δασους της μεσημβρινης πεδιαδος?
47 και ειπε προς το δασος της μεσημβριας, Ακουσον τον λογον του Κυριου? Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ιδου, εγω θελω αναψει πυρ εν σοι, και θελει καταφαγει εν σοι παν δενδρον χλωρον και παν δενδρον ξηρον? η φλοξ η εξαφθεισα δεν θελει σβεσθη, και παν προσωπον απο μεσημβριας μεχρι βορρα θελει καυθη εν αυτω.
48 Και πασα σαρξ θελει ιδει, οτι εγω ο Κυριος εξεκαυσα αυτο? δεν θελει σβεσθη.
49 Και εγω ειπα, Φευ Κυριε Θεε αυτοι λεγουσι περι εμου, δεν λαλει ουτος παροιμιας;