Scrutatio

Mercoledi, 1 maggio 2024 - San Giuseppe Lavoratore ( Letture di oggi)

Hohelied 8


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 Ach, wärst du doch mein Bruder,
genährt an der Brust meiner Mutter.Träfe ich dich dann draußen,
ich würde dich küssen;
niemand dürfte mich deshalb verachten.
1 Ειθε να ησο ως αδελφος μου, θηλασας τους μαστους της μητρος μου. Ευρισκουσα σε εξω ηθελον σε φιλησει, και δεν ηθελον με καταφρονησει.
2 Führen wollte ich dich,
in das Haus meiner Mutter dich bringen,
die mich erzogen hat.Würzwein gäbe ich dir zu trinken,
Granatapfelmost.
2 Ηθελον σε συρει και σε εισαξει εις τον οικον της μητρος μου, δια να με διδαξης? ηθελον σε ποτισει οινον αρωματικον και χυμον του ροιδιου μου.
3 Seine Linke liegt unter meinem Kopf,
seine Rechte umfängt mich.
3 Η αριστερα αυτου ηθελεν εισθαι υπο την κεφαλην μου, και η δεξια αυτου ηθελε με εναγκαλισθη.
4 Ich beschwöre euch, Jerusalems Töchter:
Was stört ihr die Liebe auf,
warum weckt ihr sie,
ehe ihr selbst es gefällt?
4 Σας ορκιζω, θυγατερες Ιερουσαλημ, να μη εξεγειρητε μηδε να εξυπνησητε την αγαπην μου, εωσου θεληση.
5 Wer ist sie,
die aus der Steppe heraufsteigt,
auf ihren Geliebten gestützt? Unter dem Apfelbaum hab ich dich geweckt,
dort, wo deine Mutter dich empfing,
wo deine Gebärerin in Wehen lag.
5 Τις αυτη η αναβαινουσα απο της ερημου, επιστηριζομενη επι τον αγαπητον αυτης; Εγω σε εξυπνησα υπο την μηλεαν? εκει σε εκοιλοπονησεν η μητηρ σου? εκει σε εγεννησεν η τεκουσα σε.
6 Leg mich wie ein Siegel auf dein Herz,
wie ein Siegel an deinen Arm! Stark wie der Tod ist die Liebe,
die Leidenschaft ist hart wie die Unterwelt. Ihre Gluten sind Feuergluten,
gewaltige Flammen.
6 Θεσον με, ως σφραγιδα, επι την καρδιαν σου, ως σφραγιδα επι τον βραχιονα σου? διοτι η αγαπη ειναι ισχυρα ως ο θανατος? η ζηλοτυπια σκληρα ως ο αδης? αι φλογες αυτης φλογες πυρος, αναφλεξις ορμητικωτατη.
7 Auch mächtige Wasser können die Liebe nicht löschen;
auch Ströme schwemmen sie nicht weg. Böte einer für die Liebe den ganzen Reichtum seines Hauses,
nur verachten würde man ihn.
7 Υδατα πολλα δεν δυνανται να σβεσωσι την αγαπην, ουδε ποταμοι δυνανται να πνιξωσιν αυτην? εαν τις δωση παντα τα υπαρχοντα του οικου αυτου δια την αγαπην, παντελως θελουσι καταφρονησει αυτα.
8 Wir haben eine kleine Schwester,
noch ohne Brüste. Was tun wir mit unsrer Schwester,
wenn jemand um sie wirbt?
8 Ημεις εχομεν αδελφην μικραν, και μαστους δεν εχει? τι θελομεν καμει εις την αδελφην ημων την ημεραν καθ' ην γεινη λογος περι αυτης;
9 Ist sie eine Mauer,
bauen wir silberne Zinnen auf ihr. Ist sie eine Tür,
versperren wir sie mit einem Zedernbrett.
9 Εαν ηναι τειχος, θελομεν οικοδομησει επ' αυτην παλατιον αργυρουν? και εαν ηναι θυρα, θελομεν περιασφαλισει αυτην με σανιδας κεδρινας.
10 Ich bin eine Mauer,
meine Brüste gleichen Türmen. Da hab ich in seinen Augen
Gefallen gefunden.
10 Εγω ειμαι τειχος, και οι μαστοι μου ως πυργοι? τοτε ημην εις τους οφθαλμους αυτου ως ευρισκουσα ειρηνην.
11 Salomo besaß einen Weinberg in Baal-Hamon;
den Weinberg übergab er Hütern. Für seine Frucht würde jeder
tausend Silberstücke bezahlen.
11 Ο Σολομων ειχεν αμπελωνα εν Βααλ-χαμων? εδωκε τον αμπελωνα εις φυλακας? εκαστος επρεπε να φερη δια τον καρπον αυτου χιλια αργυρια.
12 Mein eigener Weinberg liegt vor mir.
Die tausend lass ich dir, Salomo,
und zweihundert noch denen,
die seine Früchte hüten.
12 Ο αμπελων εμου ειναι εμπροσθεν μου? τα χιλια ας ηναι δια σε, Σολομων, και διακοσια δια τους φυλαττοντας τον καρπον αυτου.
13 Die du in den Gärten weilst,
auf deine Stimme lauschen die Freunde;
lass sie mich hören!
13 Ω συ η καθημενη εν τοις κηποις, οι συντροφοι προσεχουσιν εις την φωνην σου? καμε με να ακουσω αυτην.
14 Fort, fort, mein Geliebter,
der Gazelle gleich, dem jungen Hirsch
auf den Balsambergen.
14 Φευγε, αγαπητε μου, και γινου ομοιος με δορκαδα η με σκυμνον ελαφου επι τα ορη των αρωματων.