Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Salmi 105


font
DIODATIGREEK BIBLE
1 CELEBRATE il Signore; predicate il suo Nome; Fate assapere i suoi fatti fra i popoli.1 Δοξολογειτε τον Κυριον? επικαλεισθε το ονομα αυτου? καμετε γνωστα εν τοις λαοις τα εργα αυτου.
2 Cantategli, salmeggiategli, Ragionate di tutte le sue maraviglie.2 Ψαλλετε εις αυτον? ψαλμωδειτε εις αυτον? λαλειτε περι παντων των θαυμασιων αυτου.
3 Gloriatevi nel Nome della sua santità; Rallegrisi il cuor di coloro che cercano il Signore.3 Καυχασθε εις το αγιον αυτου ονομα? ας ευφραινεται η καρδια των εκζητουντων τον Κυριον.
4 Cercate il Signore, e la sua forza; Cercate del continuo la sua faccia.4 Ζητειτε τον Κυριον και την δυναμιν αυτου? εκζητειτε το προσωπον αυτου διαπαντος.
5 Ricordate le sue maraviglie ch’egli ha fatte; I suoi miracoli e i giudicii della sua bocca;5 Μνημονευετε των θαυμασιων αυτου τα οποια εκαμε? των τεραστιων αυτου και των κρισεων του στοματος αυτου?
6 O voi, progenie d’Abrahamo, suo servitore; Figliuoli di Giacobbe, suoi eletti.6 Σπερμα Αβρααμ του δουλου αυτου, υιοι Ιακωβ, οι εκλεκτοι αυτου.
7 Egli è il Signore Iddio nostro; I suoi giudicii son per tutta la terra7 Αυτος ειναι Κυριος ο Θεος ημων? εν παση τη γη ειναι αι κρισεις αυτου.
8 Egli si ricorda in eterno del suo patto, E in mille generazioni della parola ch’egli ha comandata;8 Μνημονευετε παντοτε της διαθηκης αυτου, του λογου, τον οποιον προσεταξεν εις χιλιας γενεας,
9 Del suo patto, ch’egli fece con Abrahamo; E del suo giuramento, ch’egli fece ad Isacco;9 της διαθηκης, την οποιαν εκαμε προς τον Αβρααμ, και του ορκου αυτου προς τον Ισαακ?
10 Il quale egli confermò a Giacobbe per istatuto, E ad Israele per patto eterno;10 και εβεβαιωσεν αυτον προς τον Ιακωβ δια νομου, προς τον Ισραηλ δια διαθηκην αιωνιον,
11 Dicendo: Io ti darò il paese di Canaan, Per sorte della vostra eredità.11 λεγων, Εις σε θελω δωσει την γην Χανααν, μεριδα της κληρονομιας σας.
12 Quantunque fosser ben poca gente, E forestieri in esso.12 Ενω ησαν αυτοι ολιγοστοι τον αριθμον, ολιγοι, και παροικοι εν αυτη,
13 E mentre essi andavano da una gente ad un’altra, Da un regno ad un altro popolo,13 και διηρχοντο απο εθνους εις εθνος, απο βασιλειου εις αλλον λαον,
14 Egli non permise che alcuno li oppressasse; Anzi gastigò eziandio dei re per amor loro,14 δεν αφηκεν ανθρωπον να αδικηση αυτους? μαλιστα υπερ αυτων ηλεγξε βασιλεις,
15 E disse: Non toccate i miei unti, E non fate alcun male a’ miei profeti.15 λεγων, μη εγγισητε τους κεχρισμενους μου και μη κακοποιησητε τους προφητας μου.
16 Poi egli chiamò la fame sopra la terra; E ruppe tutto il sostegno del pane.16 Και εκαλεσε πειναν επι την γην? συνετριψε παν στηριγμα αρτου.
17 Egli aveva mandato dinanzi a loro un uomo, Cioè Giuseppe, che fu venduto per servo;17 Απεστειλεν εμπροσθεν αυτων ανθρωπον, Ιωσηφ τον πωληθεντα ως δουλον?
18 I cui piedi furono serrati ne’ ceppi; La cui persona fu messa ne’ ferri.18 του οποιου τους ποδας εσφιγξαν εν δεσμοις? εβαλον αυτον εις τα σιδηρα?
19 La parola del Signore lo tenne al cimento, Fino al tempo che venne ciò ch’egli aveva detto.19 εωσου ελθη ο λογος αυτου? ο λογος του Κυριου εδοκιμασεν αυτον.
20 Allora il re mandò a farlo sciorre; Il dominator di popoli mandò a largheggiarlo.20 Απεστειλεν ο βασιλευς και ελυσεν αυτον? ο αρχων των λαων, και ηλευθερωσεν αυτον.
21 Egli lo costituì padrone sopra la sua casa, E rettore sopra tutto il suo stato;21 Κατεστησεν αυτον κυριον του οικου αυτου, και αρχοντα επι παντων των κτηματων αυτου?
22 Per tenere a freno i suoi principi a suo senno; E per dare ammaestramento a’ suoi anziani.22 δια να παιδευη τους αρχοντας αυτου κατα την αρεσκειαν αυτου, και να διδαξη σοφιαν τους πρεσβυτερους αυτου.
23 Poi Israele entrò in Egitto; E Giacobbe dimorò come forestiere nel paese di Cam.23 Τοτε ηλθεν ο Ισραηλ εις την Αιγυπτον, και ο Ιακωβ παρωκησεν εν γη Χαμ.
24 E Iddio fece grandemente moltiplicare il suo popolo; E lo rendè più possente che i suoi nemici24 Και ο Κυριος ηυξησε σφοδρα τον λαον αυτου, και εκραταιωσεν αυτον υπερ τους εχθρους αυτου.
25 Egli rivolse il cuor loro a odiare il suo popolo, A macchinar frode contro a’ suoi servitori.25 Εστραφη η καρδια αυτων εις το να μισωσι τον λαον αυτου, εις το να δολιευωνται εναντιον των δουλων αυτου.
26 Egli mandò Mosè, suo servitore; Ed Aaronne, il quale egli aveva eletto.26 Εξαπεστειλε Μωυσην τον δουλον αυτου, και Ααρων, τον οποιον εξελεξεν.
27 Essi eseguirono fra loro i miracoli ch’egli aveva loro detti, E i suoi prodigi nella terra di Cam.27 Εξετελεσαν εν μεσω αυτων τους λογους των σημειων αυτου και τα θαυμασια αυτου εν γη Χαμ.
28 Egli mandò le tenebre, e fece oscurar l’aria; Ed essi non furono ribelli alle sue parole.28 Εξαπεστειλε σκοτος, και εσκοτασε? και δεν ηπειθησαν εις τους λογους αυτου.
29 Egli cangiò le acque loro in sangue, E fece morire il lor pesce.29 Μετεβαλε τα υδατα αυτων εις αιμα και εθανατωσε τους ιχθυας αυτων.
30 La terra loro produsse rane, Ch’entrarono fin nelle camere de’ loro re.30 Η γη αυτων ανεβρυσε βατραχους, εως των ταμειων των βασιλεων αυτων.
31 Alla sua parola venne una mischia d’insetti, E pidocchi in tutte le lor contrade.31 Ειπε, και ηλθε κυνομυια, και σκνιπες εις παντα τα ορια αυτων.
32 Egli mutò le lor pioggie in gragnuola, E in fuoco divampante nel lor paese;32 Εδωκεν εις αυτους χαλαζαν αντι βροχης, και πυρ φλογερον εις την γην αυτων?
33 E percosse le lor vigne, e i lor fichi; E fracassò gli alberi della lor contrada.33 και επαταξε τας αμπελους αυτων και τας συκεας αυτων, και συνετριψε τα δενδρα των οριων αυτων.
34 Alla sua parola vennero locuste, E bruchi senza numero;34 Ειπε, και ηλθεν ακρις, και βρουχος αναριθμητος?
35 Che rosero tutta l’erba nel lor paese, E mangiarono il frutto della lor terra.35 και κατεφαγε παντα τον χορτον εν τη γη αυτων, και κατεφαγε τον καρπον της γης αυτων.
36 Poi egli percosse ogni primogenito nel lor paese, Le primizie d’ogni lor forza.36 Και επαταξε παν πρωτοτοκον εν τη γη αυτων, την απαρχην πασης δυναμεως αυτων.
37 E condusse fuori Israele con oro e con argento; E non vi fu alcuno, fra le sue tribù, che fosse fiacco.37 Και εξηγαγεν αυτους μετα αργυριου και χρυσιου, και δεν υπηρχεν ασθενης εν ταις φυλαις αυτων.
38 Gli Egizi si rallegrarono della lor partita; Perciocchè lo spavento di essi era caduto sopra loro.38 Ευφρανθη η Αιγυπτος εις την εξοδον αυτων? διοτι ο φοβος αυτων ειχεν επιπεσει επ' αυτους.
39 Egli distese la nuvola, per coverta; Ed accese un fuoco, per alluminarli di notte.39 Εξηπλωσε νεφελην δια να σκεπαζη αυτους, και πυρ δια να φεγγη την νυκτα.
40 Alla lor richiesta egli addusse delle quaglie, E li saziò del pane del cielo.40 Εζητησαν, και εφερεν ορτυκια? και αρτον ουρανου εχορτασεν αυτους.
41 Egli aperse la roccia, e ne colarono acque; Rivi corsero per i luoghi aridi.41 Διηνοιξε την πετραν, και ανεβλυσαν υδατα, και διερρευσαν ποταμοι εν τοποις ανυδροις.
42 Perciocchè egli si ricordò della parola della sua santità, Detta ad Abrahamo, suo servitore;42 Διοτι ενεθυμηθη τον λογον τον αγιον αυτου, τον προς Αβρααμ τον δουλον αυτου.
43 E trasse fuori il suo popolo con allegrezza, E i suoi eletti con giubilo;43 Και εξηγαγε τον λαον αυτου εν αγαλλιασει, τους εκλεκτους αυτου εν χαρα?
44 E diede loro i paesi delle genti; Ed essi possedettero le fatiche de’ popoli;44 και εδωκεν εις αυτους τας γαιας των εθνων, και εκληρονομησαν τους κοπους των λαων?
45 Acciocchè osservassero i suoi statuti, E guardassero le sue leggi. Alleluia45 δια να φυλαττωσι τα διαταγματα αυτου, και να εκτελωσι τους νομους αυτου. Αλληλουια.