Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Ezechielis 13


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Et factus est sermo Domini ad me, dicens :1 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
2 Fili hominis, vaticinare ad prophetas Israël qui prophetant, et dices prophetantibus de corde suo : Audite verbum Domini.
2 Υιε ανθρωπου, προφητευσον επι τους προφητας του Ισραηλ τους προφητευοντας και ειπε προς τους προφητευοντας εξ ιδιας αυτων καρδιας, Ακουσατε τον λογον του Κυριου.
3 Hæc dicit Dominus Deus :
Væ prophetis insipientibus,
qui sequuntur spiritum suum,
et nihil vident !
3 Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ουαι εις τους προφητας τους μωρους, τους περιπατουντας οπισω του πνευματος αυτων, και δεν ειδον ουδεμιαν ορασιν.
4 Quasi vulpes in desertis prophetæ tui, Israël, erant.
4 Ισραηλ, οι προφηται σου ειναι ως αι αλωπεκες εν ταις ερημοις.
5 Non ascendistis ex adverso,
neque opposuistis murum pro domo Israël,
ut staretis in prælio in die Domini.
5 Δεν ανεβητε εις τας χαλαστρας ουδε ανεγειρατε τα περιφραγματα υπερ του οικου Ισραηλ, δια να σταθη εν τη μαχη την ημεραν του Κυριου.
6 Vident vana, et divinant mendacium,
dicentes : Ait Dominus,
cum Dominus non miserit eos :
et perseveraverunt confirmare sermonem.
6 Ειδον ματαιοτητας και μαντειας ψευδεις, αιτινες λεγουσιν, Ο Κυριος λεγει? και ο Κυριος δεν απεστειλεν αυτους? και εκαμον τους ανθρωπους να ελπιζωσιν οτι ο λογος αυτων ηθελε πληρωθη.
7 Numquid non visionem cassam vidistis,
et divinationem mendacem locuti estis,
et dicitis : Ait Dominus,
cum ego non sim locutus ?
7 Δεν ειδετε ορασεις ματαιας και ελαλησατε μαντειας ψευδεις και λεγετε, Ο Κυριος ειπεν, ενω εγω δεν ελαλησα;
8 Propterea hæc dicit Dominus Deus :
Quia locuti estis vana, et vidistis mendacium,
ideo ecce ego ad vos, dicit Dominus Deus.
8 Οθεν ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Επειδη ελαλησατε ματαιοτητας και ειδετε ψευδη, δια τουτο, ιδου, εγω ειμαι εναντιον σας, λεγει Κυριος ο Θεος.
9 Et erit manus mea super prophetas
qui vident vana, et divinant mendacium :
in consilio populi mei non erunt,
et in scriptura domus Israël non scribentur,
nec in terram Israël ingredientur,
et scietis quia ego Dominus Deus :
9 Και η χειρ μου θελει εισθαι επι τους προφητας τους βλεποντας ματαιοτητας και μαντευοντας ψευδη? δεν θελουσιν εισθαι εν τη βουλη του λαου μου και εν τη καταγραφη του οικου του Ισραηλ δεν θελουσι καταγραφη ουδε θελουσιν εισελθει εις γην Ισραηλ, και θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι Κυριος ο Θεος.
10 eo quod deceperint populum meum,
dicentes : Pax, et non est pax :
et ipse ædificabat parietem,
illi autem liniebant eum luto absque paleis.
10 Επειδη, ναι, επειδη επλανησαν τον λαον μου, λεγοντες, Ειρηνη? και δεν υπαρχει ειρηνη? και ο εις εκτιζε τοιχον και ιδου, οι αλλοι περιηλειφον αυτον με πηλον αμαλακτον?
11 Dic ad eos qui liniunt absque temperatura, quod casurus sit :
erit enim imber inundans,
et dabo lapides prægrandes desuper irruentes,
et ventum procellæ dissipantem.
11 ειπε προς τους αλειφοντας με πηλον αμαλακτον, οτι θελει πεσει? θελει γεινει βροχη κατακλυζουσα? και σεις, λιθοι χαλαζης, θελετε πεσει κατ' αυτου και ανεμος θυελλωδης θελει σχισει αυτον.
12 Siquidem ecce cecidit paries :
numquid non dicetur vobis :
Ubi est litura quam linistis ?
12 Ιδου, οταν ο τοιχος πεση, δεν θελουσιν ειπει προς εσας, Που ειναι αλοιφη, με την οποιαν ηλειψατε αυτον;
13 Propterea hæc dicit Dominus Deus :
Et erumpere faciam spiritum tempestatum in indignatione mea,
et imber inundans in furore meo erit,
et lapides grandes in ira in consumptionem.
13 Δια τουτο, ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? θελω εξαπαντος σχισει αυτον εν τη οργη μου δι' ανεμου θυελλωδους? και εν τω θυμω μου θελει γεινει βροχη κατακλυζουσα και εν τη οργη μου λιθοι φοβερας χαλαζης, δια να καταστρεψωσιν αυτον.
14 Et destruam parietem quem linistis absque temperamento,
et adæquabo eum terræ,
et revelabitur fundamentum ejus :
et cadet, et consumetur in medio ejus,
et scietis quia ego sum Dominus.
14 Και θελω ανατρεψει τον τοιχον, τον οποιον ηλειψατε με πηλον αμαλακτον και θελω κατεδαφισει αυτον, και θελουσιν ανακαλυφθη τα θεμελια αυτου, και θελει πεσει και σεις θελετε συναπολεσθη εν μεσω αυτου, και θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος.
15 Et complebo indignationem meam in pariete,
et in his qui liniunt eum absque temperamento :
dicamque vobis : Non est paries,
et non sunt qui liniunt eum :
15 Και θελω συντελεσει τον θυμον μου επι τον τοιχον και επι τους αλειψαντας αυτον με πηλον αμαλακτον, και θελω ειπει προς εσας, Ο τοιχος δεν υπαρχει ουδε οι αλειψαντες αυτον,
16 prophetæ Israël, qui prophetant ad Jerusalem,
et vident ei visionem pacis, et non est pax,
ait Dominus Deus.
16 οι προφηται του Ισραηλ, οι προφητευοντες περι της Ιερουσαλημ και βλεποντες οραματα ειρηνης περι αυτης, και δεν υπαρχει ειρηνη, λεγει Κυριος ο Θεος.
17 Et tu, fili hominis, pone faciem tuam contra filias populi tui quæ prophetant de corde suo : et vaticinare super eas,17 Και συ, υιε ανθρωπου, στηριξον το προσωπον σου επι τας θυγατερας του λαου σου, τας προφητευουσας εξ ιδιας αυτων καρδιας? και προφητευσον κατ' αυτων,
18 et dic : Hæc dicit Dominus Deus :
Væ quæ consuunt pulvillos sub omni cubito manus,
et faciunt cervicalia sub capite universæ ætatis
ad capiendas animas :
et cum caperent animas populi mei,
vivificabant animas eorum !
18 και ειπε, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ουαι εις εκεινας, αιτινες συρραπτουσι προσκεφαλαια δια παντα αγκωνα χειρος και καμνουσι καλυπτρας επι την κεφαλην πασης ηλικιας, δια να δελεαζωσι ψυχας. Τας ψυχας του λαου μου δελεαζετε και θελετε σωσει τας εαυτων ψυχας;
19 Et violabant me ad populum meum
propter pugillum hordei, et fragmen panis,
ut interficerent animas quæ non moriuntur,
et vivificarent animas quæ non vivunt,
mentientes populo meo credenti mendaciis.
19 Και θελετε με βεβηλονει μεταξυ του λαου μου δια μιαν δρακα κριθης και δια κομματια αρτου, ωστε να θανατονητε ψυχας αιτινες δεν επρεπε να αποθανωσι, και να σωζητε ψυχας αιτινες δεν επρεπε να ζωσι, ψευδομεναι προς τον λαον μου, τον ακουοντα ψευδη;
20 Propter hoc hæc dicit Dominus Deus :
Ecce ego ad pulvillos vestros,
quibus vos capitis animas volantes :
et dirumpam eos de brachiis vestris,
et dimittam animas quas vos capitis,
animas ad volandum.
20 δια τουτο ουτω λεγει Κυριος ο Θεος? Ιδου, εγω ειμαι εναντιον εις τα προσκεφαλαια σας, με τα οποια δελεαζετε τας ψυχας, δια να πετωσι προς εσας, και θελω διαρρηξει αυτα απο των βραχιονων σας, και θελω αφησει τας ψυχας να φυγωσι, τας ψυχας τας οποιας σεις δελεαζετε δια να πετωσι προς εσας.
21 Et dirumpam cervicalia vestra,
et liberabo populum meum de manu vestra,
neque erunt ultra in manibus vestris ad prædandum :
et scietis quia ego Dominus.
21 Και θελω διαρρηξει τας καλυπτρας σας και ελευθερωσει τον λαον μου εκ της χειρος σας, και δεν θελουσιν εισθαι πλεον εις την χειρα σας δια να δελεαζωνται? και θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος.
22 Pro eo quod mœrere fecistis cor justi mendaciter,
quem ego non contristavi,
et confortastis manus impii,
ut non reverteretur a via sua mala, et viveret :
22 Διοτι με τα ψευδη εθλιψατε την καρδιαν του δικαιου, τον οποιον εγω δεν ελυπησα? και ενισχυσατε τας χειρας του κακουργου, ωστε να μη επιστρεψη απο της οδου αυτου της πονηρας, δια να σωσω την ζωην αυτου.
23 propterea vana non videbitis,
et divinationes non divinabitis amplius,
et eruam populum meum de manu vestra :
et scietis quia ego Dominus.
23 Δια τουτο δεν θελετε ιδει πλεον ματαιοτητα και δεν θελετε μαντευσει μαντειας? και θελω ελευθερωσει τον λαον μου εκ της χειρος σας? και θελετε γνωρισει ετι εγω ειμαι ο Κυριος.