Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Isaiæ 59


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Ecce non est abbreviata manus Domini, ut salvare nequeat,
neque aggravata est auris ejus, ut non exaudiat.
1 Ιδου, η χειρ του Κυριου δεν εσμικρυνθη, ωστε να μη δυναται να σωση, ουδε το ωτιον αυτου εβαρυνεν, ωστε να μη δυναται να ακουση?
2 Sed iniquitates vestræ diviserunt
inter vos et Deum vestrum ;
et peccata vestra absconderunt faciem ejus a vobis,
ne exaudiret.
2 αλλ' αι ανομιαι σας εβαλον χωρισματα μεταξυ υμων και του Θεου υμων, και αι αμαρτιαι σας εκρυψαν το προσωπον αυτου απο σας, δια να μη ακουη.
3 Manus enim vestræ pollutæ sunt sanguine,
et digiti vestri iniquitate ;
labia vestra locuta sunt mendacium,
et lingua vestra iniquitatem fatur.
3 Διοτι αι χειρες σας ειναι μεμολυσμεναι απο αιματος και οι δακτυλοι σας απο ανομιας? τα χειλη σας ελαλησαν ψευδη? η γλωσσα σας εμελετησε κακιαν.
4 Non est qui invocet justitiam,
neque est qui judicet vere :
sed confidunt in nihilo, et loquuntur vanitates ;
conceperunt laborem, et pepererunt iniquitatem.
4 Ουδεις εκζητει την δικαιοσυνην ουδε κρινει εν αληθεια? θαρρουσιν επι την ματαιοτητα και λαλουσι ψευδη? συλλαμβανουσι κακιαν και γεννωσιν ανομιαν.
5 Ova aspidum ruperunt,
et telas araneæ texuerunt.
Qui comederit de ovis eorum, morietur ;
et quod confotum est, erumpet in regulum.
5 Βασιλισκου ωα επωαζουσι και ιστον αραχνης υφαινουσιν? οστις φαγη εκ των ωων αυτων, αποθνησκει? και αν σπασης κανεν, εξερχεται εχιδνα.
6 Telæ eorum non erunt in vestimentum,
neque operientur operibus suis ;
opera eorum opera inutilia,
et opus iniquitatis in manibus eorum.
6 Τα πανια αυτων δεν θελουσι χρησιμευσει εις ενδυματα, ουδε θελουσιν ενδυθη απο των εργων αυτων? τα εργα αυτων ειναι εργα ανομιας, και το εργον της βιας ειναι εν ταις χερσιν αυτων.
7 Pedes eorum ad malum currunt,
et festinant ut effundant sanguinem innocentem ;
cogitationes eorum cogitationes inutiles :
vastitas et contritio in viis eorum.
7 Οι ποδες αυτων τρεχουσι προς το κακον και σπευδουσι να χυσωσιν αιμα αθωον? οι διαλογισμοι αυτων ειναι διαλογισμοι ανομιας? ερημωσις και καταστροφη ειναι εν ταις οδοις αυτων.
8 Viam pacis nescierunt,
et non est judicium in gressibus eorum ;
semitæ eorum incurvatæ sunt eis :
omnis qui calcat in eis, ignorat pacem.
8 Την οδον της ειρηνης δεν γνωριζουσι? και δεν ειναι κρισις εις τα βηματα αυτων? αυτοι εις εαυτους διεστρεψαν τας οδους αυτων? πας ο περιπατων εν αυταις δεν γνωριζει ειρηνην.
9 Propter hoc elongatum est judicium a nobis,
et non apprehendet nos justitia.
Exspectavimus lucem, et ecce tenebræ ;
splendorem, et in tenebris ambulavimus.
9 Δια τουτο η κρισις ειναι μακραν αφ' ημων και η δικαιοσυνη δεν μας φθανει? προσμενομεν φως και ιδου, σκοτος? λαμψιν, και περιπατουμεν εν ζοφω.
10 Palpavimus sicut cæci parietem,
et quasi absque oculis attrectavimus :
impegimus meridie quasi in tenebris ;
in caliginosis quasi mortui.
10 Ψηλαφωμεν τον τοιχον ως οι τυφλοι, και ψηλαφωμεν ως οι μη εχοντες οφθαλμους? εν μεσημβρια προσκοπτομεν ως εν νυκτι? ειμεθα εν μεσω των αγαθων ως νεκροι.
11 Rugiemus quasi ursi omnes,
et quasi columbæ meditantes gememus :
exspectavimus judicium, et non est ;
salutem, et elongata est a nobis.
11 Παντες βρυχωμεθα ως αρκτοι και στεναζομεν ως τρυγονες? κρισιν προσμενομεν αλλα δεν υπαρχει? σωτηριαν αλλ' ειναι μακραν αφ' ημων.
12 Multiplicatæ sunt enim iniquitates nostræ coram te,
et peccata nostra responderunt nobis,
quia scelera nostra nobiscum
et iniquitates nostras cognovimus.
12 Διοτι αι παραβασεις ημων επληθυνθησαν ενωπιον σου, και αι αμαρτιαι ημων ειναι μαρτυρες καθ' ημων? διοτι μεθ' ημων ειναι αι παραβασεις ημων? και τας ανομιας ημων ημεις γνωριζομεν αυτας?
13 Peccare et mentiri contra Dominum,
et aversi sumus ne iremus post tergum Dei nostri,
ut loqueremur calumniam et transgressionem ;
concepimus et locuti sumus de corde verba mendacii.
13 παρεβημεν και εψευσθημεν προς τον Κυριον και απεμακρυνθημεν απο οπισθεν του Θεου ημων? ελαλησαμεν αδικα και στασιαστικα? συνελαβομεν και επροφεραμεν εκ της καρδιας λογους ψευδους.
14 Et conversum est retrorsum judicium,
et justitia longe stetit,
quia corruit in platea veritas,
et æquitas non potuit ingredi.
14 Και η κρισις εστραφη οπισω και η δικαιοσυνη ισταται μακραν? διοτι η αληθεια επεσεν εν τη οδω και η ευθυτης δεν δυναται να εισχωρηση.
15 Et facta est veritas in oblivionem,
et qui recessit a malo, prædæ patuit.
Et vidit Dominus, et malum apparuit in oculis ejus,
quia non est judicium.
15 Ναι, εξελιπεν η αληθεια? και ο εκκλινων απο του κακου γινεται θηραμα. Και ειδε Κυριος και δυσηρεστηθη οτι δεν υπηρχε κρισις?
16 Et vidit quia non est vir,
et aporiatus est, quia non est qui occurrat ;
et salvavit sibi brachium suum,
et justitia ejus ipsa confirmavit eum.
16 και ειδεν οτι δεν υπηρχεν ανθρωπος, και εθαυμασεν οτι δεν υπηρχεν ο μεσιτευων? οθεν ο βραχιων αυτου ενηργησεν εις αυτον σωτηριαν? και η δικαιοσυνη αυτου, αυτη εβαστασεν αυτον.
17 Indutus est justitia ut lorica,
et galea salutis in capite ejus ;
indutus est vestimentis ultionis,
et opertus est quasi pallio zeli :
17 Και ενεδυθη δικαιοσυνην ως θωρακα και περιεθηκε την περικεφαλαιαν της σωτηριας επι την κεφαλην αυτου? και εφορεσεν ως ιματιον τα ενδυματα της εκδικησεως και ως επενδυμα περιενεδυθη τον ζηλον.
18 sicut ad vindictam quasi ad retributionem
indignationis hostibus suis,
et vicissitudinem inimicis suis ;
insulis vicem reddet.
18 Κατα τα εργα αυτων, ουτω θελει ανταποδωσει, οργην εις τους εναντιους αυτου, ανταποδοσιν εις τους εχθρους αυτου? θελει καμει ανταποδοσιν και εις τας νησους.
19 Et timebunt qui ab occidente nomen Domini,
et qui ab ortu solis gloriam ejus,
cum venerit quasi fluvius violentus
quem spiritus Domini cogit ;
19 Και θελουσι φοβηθη το ονομα του Κυριου απο δυσμων και την δοξαν αυτου απο ανατολων ηλιου? οταν ο εχθρος επελθη ως ποταμος, το πνευμα του Κυριου θελει υψωσει σημαιαν εναντιον αυτου.
20 et venerit Sion redemptor,
et eis qui redeunt ab iniquitate in Jacob,
dicit Dominus.
20 Και ο Λυτρωτης θελει ελθει εις Σιων και προς τους οσοι εκ του Ιακωβ επιστρεφουσιν απο της παραβασεως, λεγει Κυριος.
21 Hoc fœdus meum cum eis,
dicit Dominus :
spiritus meus qui est in te,
et verba mea quæ posui in ore tuo,
non recedent de ore tuo,
et de ore seminis tui,
et de ore seminis seminis tui, dicit Dominus,
amodo et usque in sempiternum.
21 Παρ' εμου δε αυτη ειναι η προς αυτους διαθηκη μου, λεγει Κυριος? το πνευμα μου το επι σε και οι λογοι μου, τους οποιους εθεσα εν τω στοματι σου, δεν θελουσι λειψει απο του στοματος σου ουτε απο του στοματος του σπερματος σου ουτε απο του στοματος του σπερματος του σπερματος σου, απο του νυν και εως αιωνος, λεγει Κυριος.