Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Isaiæ 44


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Et nunc audi, Jacob, serve meus,
et Israël, quem elegi.
1 Αλλα τωρα ακουσον, δουλε μου Ιακωβ, και Ισραηλ τον οποιον εξελεξα.
2 Hæc dicit Dominus faciens et formans te,
ab utero auxiliator tuus :
Noli timere, serve meus Jacob,
et rectissime, quem elegi.
2 Ουτω λεγει Κυριος, οστις σε εκαμε και σε επλασεν εκ κοιλιας και θελει σε βοηθησει? Μη φοβου, δουλε μου Ιακωβ, και συ, Ιεσουρουν, τον οποιον εξελεξα.
3 Effundam enim aquas super sitientem,
et fluenta super aridam ;
effundam spiritum meum super semen tuum,
et benedictionem meam super stirpem tuam :
3 Διοτι θελω εκχεει υδωρ επι τον διψωντα και ποταμους επι την ξηραν? θελω εκχεει το πνευμα μου επι το σπερμα σου και την ευλογιαν μου επι τους εκγονους σου?
4 et germinabunt inter herbas,
quasi salices juxta præterfluentes aquas.
4 και θελουσι βλαστησει ως μεταξυ χορτου, ως ιτεαι παρα τους ρυακας των υδατων.
5 Iste dicet : Domini ego sum ;
et ille vocabit in nomine Jacob ;
et hic scribet manu sua : Domino,
et in nomine Israël assimilabitur.
5 Ο μεν θελει λεγει, Εγω ειμαι του Κυριου? ο δε θελει ονομαζεσθαι με το ονομα Ιακωβ? και αλλος θελει υπογραφεσθαι με την χειρα αυτου εις τον Κυριον και επονομαζεσθαι με το ονομα Ισραηλ.
6 Hæc dicit Dominus, rex Israël,
et redemptor ejus, Dominus exercituum :
Ego primus, et ego novissimus,
et absque me non est deus.
6 Ουτω λεγει Κυριος ο Βασιλευς του Ισραηλ και ο Λυτρωτης αυτου, ο Κυριος των δυναμεων? Εγω ειμαι ο πρωτος και εγω ο εσχατος? και εκτος εμου δεν υπαρχει Θεος.
7 Quis similis mei ? vocet,
et annuntiet : et ordinem exponat mihi,
ex quo constitui populum antiquum ;
ventura et quæ futura sunt annuntient eis.
7 Και τις ως εγω θελει κραξει και αναγγειλει και διαταξει εις εμε, αφου εσυστησα τον παλαιον λαον; και τα επερχομενα και τα μελλοντα ας αναγγειλωσι προς αυτους.
8 Nolite timere, neque conturbemini :
ex tunc audire te feci,
et annuntiavi ; vos estis testes mei.
Numquid est Deus absque me,
et formator quem ego non noverim ?
8 Μη φοβεισθε μηδε τρομαζετε? εκτοτε δεν σε εκαμα να ακουσης και ανηγγειλα τουτο; σεις εισθε μαλιστα μαρτυρες μου? εκτος εμου υπαρχει Θεος; βεβαιως δεν υπαρχει βραχος? δεν γνωριζω ουδενα.
9 Plastæ idoli omnes nihil sunt,
et amantissima eorum non proderunt eis.
Ipsi sunt testes eorum, quia non vident,
neque intelligunt, ut confundantur.
9 Οσοι κατασκευαζουσιν ειδωλα, παντες ειναι ματαιοτης? και τα πολυεραστα αυτων ειδωλα δεν ωφελουσι? και αυτοι ειναι μαρτυρες αυτων οτι δεν βλεπουσιν ουδε νοουσι, δια να καταισχυνθωσι.
10 Quis formavit deum,
et sculptile conflavit ad nihil utile ?
10 Τις επλασε θεον η εχυσεν ειδωλον, το οποιον ουδεν ωφελει;
11 Ecce omnes participes ejus confundentur,
fabri enim sunt ex hominibus ;
convenient omnes, stabunt
et pavebunt, et confundentur simul.
11 Ιδου, παντες οι συντροφοι αυτου θελουσιν αισχυνθη? και οι τεχνιται, αυτοι ειναι εξ ανθρωπων? ας συναχθωσι παντες ομου? ας παρασταθωσι? θελουσι φοβηθη, θελουσιν εντραπη παντες ομου.
12 Faber ferrarius lima operatus est,
in prunis et in malleis formavit illud,
et operatus est in brachio fortitudinis suæ ;
esuriet et deficiet,
non bibet aquam et lassescet.
12 Ο χαλκευς κοπτει σιδηρον και εργαζεται εις τους ανθρακας και με τα σφυρια μορφονει αυτο και κατασκευαζει αυτο με την δυναμιν των βραχιονων αυτου? μαλιστα πεινα και η δυναμις αυτου αποκαμνει? υδωρ δεν πινει και ατονει.
13 Artifex lignarius extendit normam,
formavit illud in runcina,
fecit illud in angularibus,
et in circino tornavit illud,
et fecit imaginem viri
quasi speciosum hominem
habitantem in domo ;
13 Ο ξυλουργος εξαπλονει τον κανονα, σημειονει αυτο με σταθμην, ομαλυνει αυτο με ροκανια και σημειονει αυτο δια του διαβητου και καμνει αυτο κατα την ανθρωπινην μορφην, κατα ανθρωπινην ωραιοτητα, δια να κατοικη εν τη οικια.
14 succidit cedros,
tulit ilicem, et quercum,
quæ steterat inter ligna saltus ;
plantavit pinum, quam pluvia nutrivit :
14 Κοπτει εις εαυτον κεδρους και λαμβανει την κυπαρισσον και την δρυν, τα οποια εκλεγει εις εαυτον μεταξυ των δενδρων του δασους? φυτευει πευκην και η βροχη αυξανει αυτην.
15 et facta est hominibus in focum ;
sumpsit ex eis, et calefactus est ;
et succendit et coxit panes ;
de reliquo autem operatus est deum et adoravit ;
fecit sculptile, et curvatus est ante illud.
15 Και θελει εισθαι χρησιμον εις τον ανθρωπον δια καυσιμον? και εξ αυτου λαμβανει και θερμαινεται? προσετι καιει αυτο και ψηνει αρτον? προσετι καμνει αυτο θεον και προσκυνει αυτο? καμνει αυτο ειδωλον και γονατιζει εμπροσθεν αυτου.
16 Medium ejus combussit igni,
et de medio ejus carnes comedit ;
coxit pulmentum, et saturatus est,
et calefactus est, et dixit : Vah !
calefactus sum, vidi focum ;
16 Το ημισυ αυτου καιει εν πυρι? με το αλλο ημισυ τρωγει το κρεας? ψηνει το ψητον και χορταινει? και θερμαινεται, λεγων, Ω εθερμανθην, ειδον το πυρ?
17 reliquum autem ejus deum fecit et sculptile sibi ;
curvatur ante illud, et adorat illud,
et obsecrat, dicens :
Libera me, quia deus meus es tu !
17 και το εναπολειφθεν αυτου καμνει θεον, το γλυπτον αυτου? γονατιζει εμπροσθεν αυτου και προσκυνει αυτο και προσευχεται εις αυτο και λεγει, Λυτρωσον με, διοτι εισαι ο θεος μου.
18 Nescierunt, neque intellexerunt ;
obliti enim sunt ne videant oculi eorum,
et ne intelligant corde suo.
18 Δεν καταλαμβανουσιν ουδε νοουσι? διοτι εκλεισε τους οφθαλμους αυτων δια να μη βλεπωσι, και τας καρδιας αυτων δια να μη νοωσι.
19 Non recogitant in mente sua,
neque cognoscunt, neque sentiunt, ut dicant :
Medietatem ejus combussi igni,
et coxi super carbones ejus panes ;
coxi carnes et comedi,
et de reliquo ejus idolum faciam ?
ante truncum ligni procidam ?
19 Και ουδεις συλλογιζεται εν τη καρδια αυτου ουδε ειναι γνωσις εν αυτω ουδε νοησις, ωστε να ειπη, Το ημισυ αυτου εκαυσα εν πυρι? ετι εψησα αρτον επι των ανθρακων αυτου? εψησα κρεας και εφαγον? επειτα θελω καμει το υπολοιπον αυτου βδελυγμα; θελω προσκυνησει δενδρου κορμον;
20 Pars ejus cinis est ;
cor insipiens adoravit illud,
et non liberabit animam suam :
neque dicet : Forte mendacium est in dextera mea.
20 Βοσκεται απο στακτης? η ηπατημενη καρδια αυτου απεπλανησεν αυτον, δια να μη δυναται να ελευθερωση την ψυχην αυτου μηδε να ειπη, Τουτο, τη εν τη δεξια μου, δεν ειναι ψευδος;
21 Memento horum Jacob,
et Israël, quoniam servus meus es tu.
Formavi te ; servus meus es tu,
Israël, ne obliviscaris mei.
21 Ενθυμου ταυτα, Ιακωβ και Ισραηλ? διοτι δουλος μου εισαι? εγω σε επλασα? δουλος μου εισαι? Ισραηλ, δεν θελεις λησμονηθη υπ' εμου.
22 Delevi ut nubem iniquitates tuas,
et quasi nebulam peccata tua :
revertere ad me, quoniam redemi te.
22 Εξηλειψα ως πυκνην ομιχλην τας παραβασεις σου, και ως νεφος τας αμαρτιας σου? επιστρεψον προς εμε? διοτι εγω σε ελυτρωσα.
23 Laudate, cæli, quoniam misericordiam fecit Dominus ;
jubilate, extrema terræ ;
resonate, montes, laudationem,
saltus et omne lignum ejus,
quoniam redemit Dominus Jacob,
et Israël gloriabitur.
23 Ψαλλετε, ουρανοι? διοτι ο Κυριος εκαμε τουτο? αλαλαξατε, τα κατω της γης? εκβαλετε φωνην αγαλλιασεως, ορη, δαση και παντα τα εν αυτοις δενδρα? διοτι ο Κυριος ελυτρωσε τον Ιακωβ και εδοξασθη εν τω Ισραηλ.
24 Hæc dicit Dominus, redemptor tuus,
et formator tuus ex utero :
Ego sum Dominus, faciens omnia,
extendens cælos solus,
stabiliens terram, et nullus mecum ;
24 Ουτω λεγει ο Κυριος, οστις σε ελυτρωσε και σε επλασεν εκ κοιλιας? Εγω ειμαι ο Κυριος ο ποιησας τα παντα? ο μονος εκτεινας τους ουρανους, ο στερεωσας την γην απ' εμαυτου?
25 irrita faciens signa divinorum,
et ariolos in furorem vertens ;
convertens sapientes retrorsum,
et scientiam eorum stultam faciens ;
25 ο ματαιονων τα σημεια των ψευδολογων και καθιστων παραφρονας τους μαντεις? ο ανατρεπων τους σοφους και μωραινων την επιστημην αυτων?
26 suscitans verbum servi sui,
et consilium nuntiorum suorum complens ;
qui dico Jerusalem : Habitaberis,
et civitatibus Juda : Ædificabimini,
et deserta ejus suscitabo ;
26 ο στερεονων τον λογον του δουλου μου και εκπληρων την βουλην των μηνυτων μου? ο λεγων προς την Ιερουσαλημ, Θελεις κατοικισθη? και προς τας πολεις του Ιουδα, Θελετε ανακτισθη και θελω ανορθωσει τα ερειπια αυτου?
27 qui dico profundo : Desolare,
et flumina tua arefaciam ;
27 ο λεγων προς την αβυσσον, Γενου ξηρα και θελω ξηρανει τους ποταμους σου?
28 qui dico Cyro : Pastor meus es,
et omnem voluntatem meam complebis ;
qui dico Jerusalem : Ædificaberis,
et templo : Fundaberis.
28 ο λεγων προς τον Κυρον, Ουτος ειναι ο βοσκος μου και θελει εκπληρωσει παντα τα θεληματα μου? και ο λεγων προς την Ιερουσαλημ, Θελεις ανακτισθη? και προς τον ναον, Θελουσι τεθη τα θεμελια σου.