Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Thobis 7


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Ingressi sunt autem ad Raguelem, et suscepit eos Raguel cum gaudio.1 και ηλθον εις εκβατανα και παρεγενοντο εις την οικιαν ραγουηλ σαρρα δε υπηντησεν αυτοις και εχαιρετισεν αυτους και αυτοι αυτην και εισηγαγεν αυτους εις την οικιαν
2 Intuensque Tobiam Raguel, dixit Annæ uxori suæ : Quam similis est juvenis iste consobrino meo !2 και ειπεν ραγουηλ εδνα τη γυναικι αυτου ως ομοιος ο νεανισκος τωβιτ τω ανεψιω μου
3 Et cum hæc dixisset, ait : Unde estis juvenes fratres nostri ? At illi dixerunt : Ex tribu Nephthali sumus, ex captivitate Ninive.3 και ηρωτησεν αυτους ραγουηλ ποθεν εστε αδελφοι και ειπαν αυτω εκ των υιων νεφθαλι των αιχμαλωτων εν νινευη
4 Dixitque illis Raguel : Nostis Tobiam fratrem meum ? Qui dixerunt : Novimus.4 και ειπεν αυτοις γινωσκετε τωβιτ τον αδελφον ημων οι δε ειπαν γινωσκομεν
5 Cumque multa bona loqueretur de eo, dixit angelus ad Raguelem : Tobias, de quo interrogas, pater istius est.5 και ειπεν αυτοις υγιαινει οι δε ειπαν και ζη και υγιαινει και ειπεν τωβιας πατηρ μου εστιν
6 Et misit se Raguel, et cum lacrimis osculatus est eum, et plorans supra collum ejus6 και ανεπηδησεν ραγουηλ και κατεφιλησεν αυτον και εκλαυσε και ευλογησεν αυτον και ειπεν αυτω ο του καλου και αγαθου ανθρωπου και ακουσας οτι τωβιτ απωλεσεν τους οφθαλμους αυτου ελυπηθη και εκλαυσεν
7 dixit : Benedictio sit tibi, fili mi, quia boni et optimi viri filius es.7 και εδνα η γυνη αυτου και σαρρα η θυγατηρ αυτου εκλαυσαν και υπεδεξαντο αυτους προθυμως
8 Et Anna uxor ejus, et Sara ipsorum filia, lacrimatæ sunt.8 και εθυσαν κριον προβατων και παρεθηκαν οψα πλειονα
9 Postquam autem locuti sunt, præcepit Raguel occidi arietem, et parari convivium. Cumque hortaretur eos discumbere ad prandium,9 ειπεν δε τωβιας τω ραφαηλ αζαρια αδελφε λαλησον υπερ ων ελεγες εν τη πορεια και τελεσθητω το πραγμα
10 Tobias dixit : Hic ego hodie non manducabo neque bibam, nisi prius petitionem meam confirmes, et promittas mihi dare Saram filiam tuam.10 και μετεδωκεν τον λογον τω ραγουηλ και ειπεν ραγουηλ προς τωβιαν φαγε και πιε και ηδεως γινου σοι γαρ καθηκει το παιδιον μου λαβειν πλην υποδειξω σοι την αληθειαν
11 Quo audito verbo Raguel expavit, sciens quid evenerit illis septem viris qui ingressi sunt ad eam : et timere cœpit ne forte et hunc similiter contingeret. Et cum nutaret, et non daret petenti ullum responsum,11 εδωκα το παιδιον μου επτα ανδρασιν και οποτε εαν εισεπορευοντο προς αυτην απεθνησκοσαν υπο την νυκτα αλλα το νυν εχων ηδεως γινου
12 dixit ei angelus : Noli timere dare eam isti, quoniam huic timenti Deum debetur conjux filia tua : propterea alius non potuit habere illam.12 και ειπεν τωβιας ου γευσομαι ουδεν ωδε εως αν στησητε και σταθητε προς με και ειπεν ραγουηλ κομιζου αυτην απο του νυν κατα την κρισιν συ δε αδελφος ει αυτης και αυτη σου εστιν ο δε ελεημων θεος ευοδωσει υμιν τα καλλιστα
13 Tunc dixit Raguel : Non dubito quod Deus preces et lacrimas meas in conspectu suo admiserit.13 και εκαλεσεν σαρραν την θυγατερα αυτου και λαβων της χειρος αυτης παρεδωκεν αυτην τω τωβια γυναικα και ειπεν ιδου κατα τον νομον μωυσεως κομιζου αυτην και απαγε προς τον πατερα σου και ευλογησεν αυτους
14 Et credo quoniam ideo fecit vos venire ad me, ut ista conjungeretur cognationi suæ secundum legem Moysi : et nunc noli dubium gerere quod tibi eam tradam.14 και εκαλεσεν εδναν την γυναικα αυτου και λαβων βιβλιον εγραψεν συγγραφην και εσφραγισαντο και ηρξαντο εσθιειν
15 Et apprehendens dexteram filiæ suæ, dexteræ Tobiæ tradidit, dicens : Deus Abraham, et Deus Isaac, et Deus Jacob vobiscum sit, et ipse conjungat vos, impleatque benedictionem suam in vobis.15 και εκαλεσεν ραγουηλ εδναν την γυναικα αυτου και ειπεν αυτη αδελφη ετοιμασον το ετερον ταμιειον και εισαγαγε αυτην
16 Et accepta carta, fecerunt conscriptionem conjugii.16 και εποιησεν ως ειπεν και εισηγαγεν αυτην εκει και εκλαυσεν και απεδεξατο τα δακρυα της θυγατρος αυτης και ειπεν αυτη
17 Et post hæc epulati sunt, benedicentes Deum.17 θαρσει τεκνον ο κυριος του ουρανου και της γης δωη σοι χαριν αντι της λυπης σου ταυτης θαρσει θυγατερ
18 Vocavitque Raguel ad se Annam uxorem suam, et præcepit ei ut præpararet alterum cubiculum.
19 Et introduxit illuc Saram filiam suam, et lacrimata est.
20 Dixitque ei : Forti animo esto, filia mea : Dominus cæli det tibi gaudium pro tædio quod perpessa es.