Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 36


font
GREEK BIBLEEINHEITSUBERSETZUNG BIBEL
1 Και ο Ελιου εξηκολουθησε και ειπεν?1 Dann fuhr Elihu fort und sprach:
2 Υπομεινον με ολιγον, και θελω σε διδαξει? διοτι εχω ετι λογους υπερ του Θεου.2 Wart ein wenig, ich will es dir künden,
ich hab für Gott noch mehr zu sagen.
3 Θελω λαβει τα επιχειρηματα μου μακροθεν, και θελω αποδωσει δικαιοσυνην εις τον Ποιητην μου?3 Ich rufe mein Wissen weit hinaus,
meinem Schöpfer verschaff ich Recht.
4 διοτι οι λογοι μου επ' αληθειας δεν θελουσιν εισθαι ψευδεις? πλησιον σου ειναι ο τελειος κατα την γνωσιν.4 Denn wahrhaftig, meine Worte sind kein Trug,
ein Mann vollkommenen Wissens steht vor dir.
5 Ιδου, ο Θεος ειναι ισχυρος, ομως δεν καταφρονει ουδενα? ισχυρος εις δυναμιν σοφιας.5 Denn Gott ist gewaltig, doch verwirft er nicht,
gewaltig an Kraft und an Weisheit.
6 Δεν θελει ζωοποιησει τον ασεβη? εις δε τους πτωχους διδει το δικαιον.6 Den Frevler lässt er nicht am Leben,
doch den Gebeugten schafft er Recht.
7 Δεν αποσυρει τους οφθαλμους αυτου απο των δικαιων, αλλα και μετα βασιλεων βαλλει αυτους επι θρονου? μαλιστα καθιζει αυτους διαπαντος, και ειναι υψωμενοι.7 Er wendet seine Augen nicht von dem Gerechten;
Könige auf dem Thron:
für immer setzt er sie ein, sie werden groß.
8 Και εαν ηθελον εισθαι δεδεμενοι με δεσμα και πιασθη με σχοινια θλιψεως,8 Doch sind in Fesseln sie geschlagen,
gefangen in des Elends Stricken,
9 τοτε φανερονει εις αυτους τα εργα αυτων και τας παραβασεις αυτων, οτι υπερηυξησαν,9 so hält er ihnen ihr Tun vor
und ihr Vergehen, weil sie stolz geworden.
10 και ανοιγει το ωτιον αυτων εις διδασκαλιαν, και απο της ανομιας προσταζει να επιστρεψωσιν.10 Er öffnet ihr Ohr zur Warnung,
fordert sie auf, vom Bösen zu lassen.
11 Εαν υπακουσωσι και δουλευσωσι, θελουσι τελειωσει τας ημερας αυτων εν αγαθοις και τα ετη αυτων εν ευφροσυναις.11 Wenn sie gehorchen und ihm dienen,
vollenden sie im Glück ihre Tage,
in Wonnen ihre Jahre.
12 Αλλ' εαν δεν υπακουσωσι, θελουσι διαπερασθη υπο ρομφαιας και θελουσι τελευτησει εν αγνωσια.12 Hören sie nicht, so fahren sie zum Todesschacht hinab,
verscheiden im Unverstand.
13 Οι δε υποκριται την καρδιαν επισωρευουσιν οργην? δεν θελουσι βοησει οταν δεση αυτους?13 Ruchlos Gesinnte hegen Groll,
schreien nicht um Hilfe, wenn er sie fesselt.
14 αυτοι αποθνησκουσιν εν τη νεοτητι, και η ζωη αυτων τελειονει μεταξυ των ασελγων.14 Jung schon muss ihre Seele sterben,
wie das Leben der Lustknaben ist ihr Leben.
15 Λυτρονει τον τεθλιμμενον εν τη θλιψει αυτου και ανοιγει τα ωτα αυτων εν συμφορα?15 Den Geplagten rettet Gott durch seine Plage
und öffnet durch Bedrängnis sein Ohr.
16 και ουτως ηθελε σε εκβαλει απο της στενοχωριας εις ευρυχωριαν, οπου δεν υπαρχει στενοχωρια? και το παρατιθεμενον επι της τραπεζης σου θελει εισθαι πληρες παχους.16 Auch dich entreißt er dem Rachen der Bedrängnis,
in Weite stehst du, nicht in Enge,
voll ist deine Tafel von fetten Speisen.
17 Αλλα συ εξεπληρωσας δικην ασεβους? δικη και κρισις θελουσι σε καταλαβει.17 Doch wenn du wie ein Frevler richtest,
wird Recht und Gericht dich treffen.
18 Επειδη υπαρχει θυμος, προσεχε μη σε εξαφανιση δια της προσβολης αυτου? τοτε ουδε μεγα λυτρον ηθελε σε λυτρωσει.18 Zornglut verleite dich nicht beim Schicksalsschlag
und reiches Lösegeld verführe dich nicht.
19 Θελει αποβλεψει εις τα πλουτη σου, ουτε εις χρυσιον ουτε εις πασαν την ισχυν της δυναμεως;19 Wird dein Schreien aus der Not dich führen
und alle Anstrengungen voll Kraft?
20 Μη επιποθει την νυκτα, καθ' ην οι λαοι εκκοπτονται εν τω τοπω αυτων.20 Sehne nicht die Nacht herbei,
die Völker von ihrer Stätte vertreibt.
21 Προσεχε, μη στραφης προς την ανομιαν? διοτι συ προεκρινας τουτο μαλλον παρα την θλιψιν.21 Hüte dich und wende dich nicht zum Bösen!
Denn darum wirst du durch Leid geprüft.
22 Ιδου, ο Θεος ειναι υψωμενος δια της δυναμεως αυτου? τις διδασκει ως αυτος;22 Sieh, groß ist Gott in seiner Macht.
Wer ist ein Lehrer wie er?
23 Τις διωρισεν εις αυτον την οδον αυτου; η τις δυναται να ειπη, Επραξας ανομιαν;23 Wer will ihm weisen seinen Weg?
Wer kann ihm sagen: Du tust Unrecht?
24 Ενθυμου να μεγαλυνης το εργον αυτου, το οποιον θεωρουσιν οι ανθρωποι.24 Denk daran, hoch sein Werk zu preisen,
von dem die Menschen Lieder singen.
25 Πας ανθρωπος βλεπει αυτο? ο ανθρωπος θεωρει αυτο μακροθεν.25 Alle Welt schaut es voll Staunen,
von ferne nur erblickt es der Mensch.
26 Ιδου, ο Θεος ειναι μεγας και ακατανοητος εις ημας, και ο αριθμος των ετων αυτου ανεξερευνητος.26 Sieh, Gott ist groß, nicht zu begreifen,
unerforschlich ist die Zahl seiner Jahre.
27 Οταν ανασυρη τας ρανιδας του υδατος, αυται καταχεουσιν εκ των ατμων αυτου βροχην,27 Denn er zieht die Wassertropfen herauf,
als Regen ergießen sie sich aus der Flut.
28 την οποιαν τα νεφη ραινουσιν? αφθονως σταλαζουσιν επι τον ανθρωπον.28 Durch ihn rieseln die Wolken,
träufeln nieder auf die vielen Menschen.
29 Δυναται τις ετι να εννοηση τας εφαπλωσεις των νεφελων, τον κροτον της σκηνης αυτου;29 Wer gar versteht der Wolke Schweben,
den Donnerhall aus seinem Zelt?
30 Ιδου, εφαπλονει το φως αυτου επ' αυτην και σκεπαζει τους πυθμενας της θαλασσης?30 Sieh, darüber breitet er sein Licht
und deckt des Meeres Wurzeln zu.
31 επειδη δι' αυτων δικαζει τους λαους και διδει τροφην αφθονως.31 Denn damit richtet er die Völker,
gibt Speise in reicher Fülle.
32 Εν ταις παλαμαις αυτου κρυπτει την αστραπην? και προσταζει αυτην εις ο, τι εχει να απαντηση.32 Mit leuchtenden Blitzen füllt er beide Hände,
bietet sie auf gegen den, der angreift.
33 Παραγγελλει εις αυτην υπερ του φιλου αυτου, κατα δε του ασεβους ετοιμαζει οργην.33 Ihn kündigt an sein Donnerhall,
wenn er im Zorn gegen den Frevel eifert.