Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

Livre des Psaumes 107


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Louez le Seigneur car il est bon, éternel est son amour!1 Δοξολογειτε τον Κυριον, διοτι ειναι αγαθος, διοτι το ελεος αυτου μενει εις τον αιωνα.
2 Dites-le, vous qu’il a rachetés, vous qu’il a repris à l’adversaire,2 Ας λεγωσιν ουτως οι λελυτρωμενοι του Κυριου, τους οποιους ελυτρωσεν εκ χειρος του εχθρου?
3 vous qu’il a rassemblés de toutes les terres, du levant et du couchant, du midi et du nord!3 και συνηγαγεν αυτους εκ των χωρων, απο ανατολης και δυσεως απο βορρα και απο νοτου.
4 Ils erraient par le désert, au long des steppes, sans trouver le chemin d’une ville d’étape.4 Περιεπλανωντο εν τη ερημω, εν οδω ανυδρω? ουδε ευρισκον πολιν δια κατοικησιν.
5 Ils avaient faim; la soif surtout faisait défaillir en eux leur âme.5 Ησαν πεινωντες και διψωντες? η ψυχη αυτων απεκαμνεν εν αυτοις.
6 Mais dans l’angoisse ils crièrent vers le Seigneur, et il les tira de leur détresse.6 Τοτε εβοησαν προς τον Κυριον εν τη θλιψει αυτων? και ηλευθερωσεν αυτους απο των αναγκων αυτων.
7 Il les fit cheminer par un droit chemin jusqu’à trouver une ville où pouvoir s’arrêter.7 Και ωδηγησεν αυτους δι' ευθειας οδου, δια να υπαγωσιν εις πολιν κατοικιας.
8 Qu’ils célèbrent le Seigneur pour sa grâce, pour ses miracles en faveur des humains!8 Ας υμνολογωσιν εις τον Κυριον τα ελεη αυτου και τα θαυμασια αυτου τα προς τους υιους των ανθρωπων?
9 Car il a désaltéré la gorge assoiffée, il a comblé de biens les affamés.9 Διοτι εχορτασε ψυχην διψωσαν, και ψυχην πεινωσαν ενεπλησεν απο αγαθων.
10 Ils étaient là en un monde de ténèbres, rivés à la misère, rivés à leurs fers,10 Τους καθημενους εν σκοτει και σκια θανατου, τους δεδεμενους εν θλιψει και εν σιδηρω?
11 pour n’avoir pas écouté les paroles de Dieu, pour avoir méprisé les avis du Très-Haut.11 διοτι ηπειθησαν εις τα λογια του Θεου και την βουλην του Υψιστου κατεφρονησαν?
12 Il les avait brisés par les épreuves, ils chancelaient et nul ne les secourait.12 δια τουτο εταπεινωσε την καρδιαν αυτων εν κοπω? επεσον, και δεν υπηρχεν ο βοηθων.
13 Mais dans l’angoisse ils crièrent vers le Seigneur: lui les tira de leur détresse.13 Τοτε εβοησαν προς τον Κυριον εν τη θλιψει αυτων, και εσωσεν αυτους απο των αναγκων αυτων?
14 Il les fit sortir du noir, des ténèbres: il avait rompu leurs chaînes!14 εξηγαγεν αυτους εκ του σκοτους και εκ της σκιας του θανατου και τα δεσμα αυτων συνετριψεν.
15 Qu’ils célèbrent le Seigneur pour sa grâce, pour ses miracles en faveur des humains!15 Ας υμνολογωσιν εις τον Κυριον τα ελεη αυτου και τα θαυμασια αυτου τα προς τους υιους των ανθρωπων?
16 Car il a brisé les portes de bronze, il a mis en pièces les verrous de fer.16 διοτι συνετριψε πυλας χαλκινας και μοχλους σιδηρους κατεκοψεν.
17 Ils faisaient les fous sur les chemins du péché, puis ils devaient payer leurs fautes.17 Οι αφρονες βασανιζονται δια τας παραβασεις αυτων και δια τας ανομιας αυτων.
18 Ils ne supportaient plus aucun aliment, ils étaient arrivés aux portes de la mort.18 Παν φαγητον βδελυττεται η ψυχη αυτων, και πλησιαζουσιν εως των πυλων του θανατου.
19 Mais dans l’angoisse ils crièrent vers le Seigneur et il les tira de leur détresse.19 Τοτε βοωσι προς τον Κυριον εν τη θλιψει αυτων, και σωζει αυτους απο των αναγκων αυτων?
20 Il envoya sa parole: elle les remit sur pied et les fit échapper à la tombe.20 αποστελλει τον λογον αυτου και ιατρευει αυτους και ελευθερονει απο της φθορας αυτων.
21 Qu’ils célèbrent le Seigneur pour sa grâce, pour ses miracles en faveur des humains!21 Ας υμνολογωσιν εις τον Κυριον τα ελεη αυτου, και τα θαυμασια αυτου τα προς τους υιους των ανθρωπων?
22 Qu’ils lui offrent un sacrifice de louange, que dans leur joie ils disent et proclament ses œuvres,22 και ας θυσιαζωσι θυσιας αινεσεως και ας κηρυττωσι τα εργα αυτου εν αγαλλιασει.
23 ceux qui descendent en mer sur des navires, pour leur négoce au-delà de l’océan!23 Οι καταβαινοντες εις την θαλασσαν με πλοια, καμνοντες εργασιας εν υδασι πολλοις,
24 Ceux-là ont vu le travail du Seigneur et ses miracles sur les abîmes.24 αυτοι βλεπουσι τα εργα του Κυριου και τα θαυμασια αυτου τα γινομενα εις τα βαθη?
25 Car à son ordre une bourrasque s’est levée, qui soulevait les vagues de la mer.25 Διοτι προσταζει, και εγειρεται ανεμος καταιγιδος, και υψονει τα κυματα αυτης.
26 Portés aux cieux, retombant dans les abîmes, leur âme fondait dans les malaises.26 Αναβαινουσιν εως των ουρανων και καταβαινουσιν εως των αβυσσων? η ψυχη αυτων τηκεται υπο της συμφορας.
27 Pris de vertige, ils titubaient comme un ivrogne, leur sagesse était toute avalée.27 Σειονται και κλονιζονται ως ο μεθυων, και πασα η σοφια αυτων χανεται.
28 Mais dans l’angoisse ils crièrent vers le Seigneur, et il les tira de leur détresse.28 Τοτε κραζουσι προς τον Κυριον εν τη θλιψει αυτων, και εξαγει αυτους απο των αναγκων αυτων.
29 Il rétablit le calme après la tempête, il apaisa les flots.29 Κατασιγαζει την ανεμοζαλην, και σιωπωσι τα κυματα αυτης.
30 Quelle joie pour eux quand l’onde fut tranquille, et qu’il les mena au port désiré!30 Και ευφραινονται, διοτι ησυχασαν? και οδηγει αυτους εις τον επιθυμητον λιμενα αυτων.
31 Qu’ils célèbrent le Seigneur pour sa grâce, pour ses miracles en faveur des humains!31 Ας υμνολογωσιν εις τον Κυριον τα ελεη αυτου και τα θαυμασια αυτου τα προς τους υιους των ανθρωπων?
32 Qu’ils l’exaltent dans l’assemblée du peuple et disent ses louanges au conseil des Anciens.32 και ας υψονωσιν αυτον εν τη συναξει του λαου, και εν τω συνεδριω των πρεσβυτερων ας αινωσιν αυτον.
33 Il épuise le fleuve et c’est le désert, là où étaient les sources, il n’y a que la steppe;33 Μεταβαλλει ποταμους εις ερημον και πηγας υδατων εις ξηρασιαν?
34 les riches terres se couvrent de sel pour les crimes de leurs habitants.34 την καρποφορον γην εις αλμυραν, δια την κακιαν των κατοικουντων εν αυτη.
35 Il crée un lac au milieu du désert, et la terre aride se voit irriguée,35 Μεταβαλλει την ερημον εις λιμνας υδατων και την ξηραν γην εις πηγας υδατων.
36 pour qu’y habitent ceux qui avaient faim, et qu’ils y bâtissent leur cité.36 Και εκει κατοικιζει τους πεινωντας, και συγκροτουσι πολεις εις κατοικησιν?
37 Ils ensemencent leurs champs et plantent des vignes, ils en récoltent les fruits.37 και σπειρουσιν αγρους και φυτευουσιν αμπελωνας, οιτινες καμνουσι καρπους γεννηματος.
38 Il les bénit pour qu’ils se multiplient, et leur bétail ne dépérit pas.38 Και ευλογει αυτους, και πληθυνονται σφοδρα, και δεν ολιγοστευει τα κτηνη αυτων.
39 Car ils étaient amoindris, prostrés, plongés dans le malheur et la peine.39 Ολιγοστευουσιν ομως επειτα και ταπεινονονται, απο της στενοχωριας, της συμφορας και του πονου.
40 Mais lui, qui déverse le mépris sur les grands et fait qu’ils se perdent en un désert sans chemin,40 Επιχεει καταφρονησιν επι τους αρχοντας και καμνει αυτους να περιπλανωνται εν ερημω αβατω.
41 il relève le pauvre en sa misère: sa famille prospère et se multiplie.41 Τον δε πενητα υψονει απο της πτωχειας και καθιστα ως ποιμνια τας οικογενειας.
42 Que l’homme droit regarde et se réjouisse, mais tout ce qui est vil ne pourra que se taire.42 Οι ευθεις βλεπουσι και ευφραινονται? πασα δε ανομια θελει εμφραξει το στομα αυτης.
43 Qui aura la sagesse de méditer ces choses, qui saura reconnaître les bontés du Seigneur?43 Οστις ειναι σοφος ας παρατηρη ταυτα? και θελουσιν εννοησει τα ελεη του Κυριου.